Οι πρόσφατες αιματηρές συγκρούσεις διάρκειας μίας εβδομάδας μεταξύ σουνιτών και αλαουϊτών στην Τρίπολη, την δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Λιβάνου με περίπου 200.000 κατοίκους, καταδεικνύουν την αυξανόμενη διάχυση της συριακής κρίσης στην πολύπαθη χώρα των αρχαίων Φοινίκων.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Daily Star Lebanon, πρόκειται για το 17ο περιστατικό βίαιης σύγκρουσης μεταξύ των σουνιτών της συνοικίας Μπαμπ Αλ Τάμπανεχ και των αλαουϊτών της συνοικίας Τζάμπαλ Μόχσεν από το ξέσπασμα του συριακού εμφυλίου.
Η χώρα έχει διασπαστεί σε δύο στρατόπεδα με αφορμή την συριακή κρίση, εκείνους οι οποίοι υποστηρίζουν το καθεστώς Άσαντ, με κύριους πυλώνες τους σιίτες και τους αλαουΐτες και εκείνους οι οποίοι τάσσονται υπέρ των σύρων εξεγερμένων, θέση την οποία ασπάζονται κυρίως οι σουνίτες και κάποιοι χριστιανοί.
Ο φιλο-αντιπολιτευτικός συνασπισμός της 14ης Μαρτίου
Ο εν λόγω διχασμός αποτυπώνεται και στην πολιτική σφαίρα όπου έκαστη πλευρά έχει επενδύσει μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο. Από την μία βρίσκεται ο αντισυριακός συνασπισμός κομμάτων ονόματι «14η Μαρτίου» με επικεφαλής κόμμα το σουνιτικό «Κίνημα για το Μέλλον» του Σαάντ Χαρίρι, γιο του δισεκατομμυριούχου και δολοφονηθέντος πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι.
Το όνομα του συνασπισμού προέκυψε από την ημερομηνία των μαζικών αντισυριακών διαδηλώσεων που εκδηλώθηκαν με αφορμή την δολοφονία το 2005 του πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι, η οποία αποδόθηκε από πολλούς στις μυστικές υπηρεσίες της Συρίας και οδήγησαν στην λεγόμενη «Επανάσταση των Κέδρων».
Η «14η Μαρτίου» αντιτίθεται σφοδρά στην στρατιωτική εμπλοκή της Χεζμπολάχ στο πλευρό του Άσαντ και στηρίζει σταθερά τους αντικαθεστωτικούς της Συρίας. Πάγιο αίτημα της είναι ο αφοπλισμός της Χεζμπολάχ. Ο εν λόγω συνασπισμός έχει την υποστήριξη των ΗΠΑ και της Σαουδικής Αραβίας.
Έχει κατηγορηθεί από τους πολιτικούς του αντιπάλους ότι στέλνει μαχητές και οπλισμό στους σύρους αντάρτες.
Ο φιλο-ασαντικός συνασπισμός της 8ης Μαρτίου
Στην αντίπερα όχθη βρίσκεται ο φιλοσυριακός συνασπισμός της «8ης Μαρτίου» που αποτελείται κατά κύριο λόγο από το Ελεύθερο Πατριωτικό Κίνημα του μαρωνίτη στρατηγού Μισέλ Αούν, το οποίο είναι το μεγαλύτερο χριστιανικό κόμμα της χώρας και δύο σιιτικά ρεύματα, τη Χεζμπολάχ και το κίνημα Αμάλ.
Η ονομασία της πολιτικής συμμαχίας προέρχεται από φιλοσυριακές διαδηλώσεις οι οποίες διεξήχθησαν την εν λόγω ημερομηνία και ήταν υπέρ της παραμονής των συριακών στρατευμάτων στον Λίβανο.
Η Χεζμπολάχ έχει αποστείλει στη Συρία περίπου 2.000 μαχητές για να συνδράμουν τις κυβερνητικές δυνάμεις του Μπασάρ Αλ Άσαντ.
Η Ε.Ε. κατέταξε τον Ιούλιο του 2013 το στρατιωτικό σκέλος της Χεζμπολάχ στις τρομοκρατικές οργανώσεις, εντείνοντας την πολιτική κρίση στη χώρα.
Η 8η Μαρτίου εκλαμβάνει την συριακή κρίση ως ένα ευρύτερο διεθνή αγώνα όπου οι ακραίοι σουνίτες σαλαφιστές αποτελούν τον κοινό εχθρό.
«Ανάφλεξη» σε περίοδο πολιτικής αστάθειας
Η σφοδρή κόντρα μέχρις εσχάτων μεταξύ των δύο συνασπισμών έχει εξαφανίσει τα όποια περιθώρια συμβιβασμού.
Τα χριστιανικά κόμματα είναι διασπασμένα και δεν ακολουθούν κοινή γραμμή.
Η πολιτική ζωή του Λιβάνου χαρακτηρίζεται από αστάθεια, συχνές πτώσεις κυβερνήσεων και περιόδους πολιτικού αδιεξόδου.
Ενδεικτικό δε ότι ο Ταμάμ Σαλάμ, κεντρώος σουνίτης, πήρε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης τον Απρίλιο ύστερα από την παραίτηση του Νατζίμπ Μικάτι, εκλεκτός της 8ης Μαρτίου, ωστόσο μέχρις στιγμής δεν έχει κατορθώσει να σχηματίσει υπουργικό συμβούλιο.
Δεν πρόκειται για σπάνιο φαινόμενο, καθώς ο Μικάτι χρειάστηκε πέντε μήνες για να σχηματίσει την κυβέρνηση του.
Φόβοι για νέο εμφύλιο
Το τελευταίο διάστημα απαγωγές, βομβιστικές επιθέσεις και θρησκευτική βία παίρνουν ανησυχητικές διαστάσεις θέτοντας σε οριακό σημείο την ασφάλεια της χώρας. Πολλοί φοβούνται το ενδεχόμενο μίας νέας εμφύλιας σύρραξης, καθώς το συριακό όξυνε τις ήδη υπάρχουσες αντιθέσεις και έφερε ξανά στην επιφάνεια την υποβόσκουσα στη λιβανέζικη κοινωνία σεκταριστική βία.
Η μικρή χώρα της Μεσογείου αποτελεί μωσαϊκό θρησκευτικών δογμάτων περιλαμβάνοντας κοινότητες μαρωνιτών χριστιανών, ελληνορθόδοξων χριστιανών, ελληνοκαθολικών χριστιανών, δρούζων, σιιτών μουσουλμάνων, σουνιτών μουσουλμάνων, καθώς και μία μικρή κοινότητα αλαουϊτών (παραλλαγή του σιιτικού Ισλάμ).
Απέκτησε την ανεξαρτησία του 1943, ενώ προηγουμένως βρισκόταν υπό την γαλλική αποικιοκρατική κυριαρχία.
Ένα ιδιόμορφο πολιτικό σύστημα
Από την ανεξαρτητοποίηση της χώρας, έχει διαμορφωθεί άτυπα ένα ιδιόμορφο πολιτικό σύστημα το οποίο βασίζεται στην αρχή της «ομολογιακότητας» δηλαδή στην αναλογική διανομή των πολιτικών εξουσιών με βάση τις κυριότερες θρησκευτικές κοινότητες της χώρας. Συγκεκριμένα προβλέπεται ότι η θέση του προέδρου της δημοκρατίας εκχωρείται σε μαρωνίτη, η θέση του πρωθυπουργού σε σουνίτη, του προέδρου της βουλής σε σιίτη και του αναπληρωτή πρωθυπουργού και αναπληρωτή προέδρου της βουλής σε ελληνορθόδοξο.
Οι έδρες του κοινοβουλίου μοιράστηκαν σε αναλογία 6:5 προς όφελος των χριστιανών έναντι των μουσουλμάνων. Οι αναλογίες αυτές βασίστηκαν σε απογραφή που έκαναν οι Γάλλοι το 1932 και ανέδειξαν πλειοψηφία τους χριστιανούς.
Έκτοτε, δεν έχει ξανά υπάρξει νέα απογραφή, με τους μουσουλμάνους να αισθάνονται αδικημένοι από την παραπάνω κατανομή καθώς κατά γενική ομολογία αποτελούν εδώ και δεκαετίες την πληθυσμιακή πλειοψηφία της χώρας.
Αυτή η αδικία αποκαταστάθηκε εν μέρει με την Συμφωνία του Τάεφ (1989), η οποία σηματοδότησε το τέλος του λιβανικού εμφυλίου, καθώς μοίρασε τις 128 έδρες του κοινοβουλίου σε αναλογία 50% - 50% ανάμεσα σε μουσουλμάνους και χριστιανούς.
Παράλληλα ενίσχυσε τις εξουσίες του σουνίτη πρωθυπουργού εις βάρος του μαρωνίτη προέδρου.
Οι σιίτες, μολονότι αποτελούν την πολυπληθέστερη μουσουλμανική κοινότητα της χώρας, δεν κατέχουν ανάλογη πολιτική εξουσία σε κεντρικό επίπεδο.
Ο Λίβανος κατά την διάρκεια της δεκαετίας του ‘60 αναδείχθηκε σε χρηματοπιστωτικό παράδεισο και τουριστικό θέρετρο πολυτελείας. Η Βηρυτός χαρακτηριζόταν ως το «Παρίσι της Ανατολής» και η χώρα ως «Ελβετία της Μεσογείου».
Όμως οι εύθραυστες ισορροπίες μεταξύ των μαρωνιτών και μουσουλμάνων γρήγορα ανατράπηκαν και σε συνδυασμό με τα περιφερειακά συμφέροντα της Συρίας και του Ισραήλ η χώρα βυθίστηκε σε ένα ισοπεδωτικό 15ετή εμφύλιο πόλεμο μεταξύ του 1975 και του 1990.