Η Ουάσιγκτον εξέφρασε σοβαρή ανησυχία στην Άγκυρα για την απόφασή της να προχωρήσει στην συμπαραγωγή ενός συστήματος αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής άμυνας μεγάλου βεληνεκούς με μια κινεζική εταιρεία στην οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις από τις ΗΠΑ.
Η Τουρκία, χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, ανακοίνωσε αυτήν την εβδομάδα ότι επέλεξε το αντιπυραυλικό αμυντικό σύστημα FD-2000 της κινεζικής εταιρείας China Precision Machinery Import and Export Corp (CPMIEC), έναντι των ανταγωνιστικών συστημάτων ρωσικών, αμερικανικών και ευρωπαϊκών εταιρειών.
Στην CPMIEC έχουν επιβληθεί κυρώσεις από τις ΗΠΑ για παραβίαση της απαγόρευσης μεταφοράς στρατιωτικού εξοπλισμού, τεχνολογίας και υπηρεσιών προς το Ιράν, τη Βόρεια Κορέα και τη Συρία (INKSNA).
«Εκφράσαμε τις σοβαρές μας ανησυχίες για τις συνομιλίες της τουρκικής κυβέρνησης για μια σύμβαση με μια εταιρεία, στην οποία έχουν επιβληθεί αμερικανικές κυρώσεις, για ένα αντιπυραυλικό αμυντικό σύστημα, το οποίο δεν θα είναι διαλειτουργικό με τα συστήματα του ΝΑΤΟ ή με τις συλλογικές δυνατότητες αμυντικών επιχειρήσεων», δήλωσε η εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών.
«Οι συνομιλίες μας πάνω σε αυτό το θέμα θα συνεχιστούν», πρόσθεσε.
Ορισμένοι δυτικοί αναλυτές σε θέματα άμυνας δήλωσαν ότι τους προκάλεσε έκπληξη η απόφαση αυτή της Τουρκίας, καθώς ανέμεναν ότι το συμβόλαιο αυτό θα έπαιρνε η Raytheon Co, αμερικανική εταιρεία η οποία κατασκευάζει τις συστοιχίες πυραύλων Patriot ή η γαλλο-ιταλική Eurosam SAMP/T.
Οι ΗΠΑ, η Γερμανία και η Ολλανδία απέστειλαν καθεμία δύο συστοιχίες Patriot καθώς και έως και 400 στρατιώτες για τον χειρισμό τους στην νοτιοανατολική Τουρκία νωρίτερα φέτος αφού η Άγκυρα ζήτησε βοήθεια από το ΝΑΤΟ για την αντιμετώπιση μιας πιθανής πυραυλικής επίθεσης από την Συρία.
Πηγές: ΑΜΠΕ, Reuters