Περί πετρελαϊκών συμφερόντων

Τετάρτη, 22 Ιανουαρίου 2003 15:07

A- A A+

Η περιοχή του Κόλπου καλύπτει το 30% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου, αλλά το 65% των γνωστών παγκόσμιων αποθεμάτων.

Είναι η μόνη περιοχή που μπορεί να ικανοποιήσει οσοδήποτε σημαντική αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης.

Tο Ιράκ παρά το καθεστώς του παρία επί 12 χρόνια, με συνολικά αποθέματα 112 δισ. βαρέλια, έρχεται στη δεύτερη θέση μετά τη Σαουδική Αραβία. Δεδομένου μάλιστα, ότι σημαντικά τμήματα των ιρακινών κοιτασμάτων δεν αξιοποιούνται πλήρως, υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες τα πραγματικά αποθέματα να είναι πολύ μεγαλύτερα.

Επί μισό αιώνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν μεγάλες «επενδύσεις» για να διατηρήσουν την περιοχή του Κόλπου στη γεωπολιτική τους τροχιά. Και όταν λέμε επενδύσεις, περιλαμβάνονται άμεσες και έμμεσες στρατιωτικές επεμβάσεις, μαζικός στρατιωτικός εξοπλισμός των συμμάχων και κατοχή στρατιωτικών βάσεων. Το αποτέλεσμα ήταν οι συμμαχίες να εναλλάσσονται και να έχουμε επανειλημμένες συγκρούσεις.

Τώρα η κυβέρνηση Μπους ετοιμάζεται για ένα ακόμη πιο απροσχημάτιστο ρόλο στην περιοχή, εισβάλλοντας στο Ιράκ με το πρόσχημα ότι θα εξαλείψει τα όπλα μαζικής καταστροφής και θα εγκαταστήσει δημοκρατικό καθεστώς.

Η εγκατάσταση στη Βαγδάτη ενός πελατειακού για την Ουάσιγκτον καθεστώτος, θα δώσει στις αμερικανικές και τις βρετανικές εταιρείες πετρελαίου την πρώτη άμεση πρόσβαση στο ιρακινό πετρέλαιο εδώ και 30 χρόνια. Αν το ιρακινό καθεστώς στρώσει «κόκκινο χαλί» για την επιστροφή των πολυεθνικών εταιρειών πετρελαίου, είναι πιθανό να δούμε ένα ευρύτερο κύμα αποεθνικοποιήσεων να σαρώνει την παγκόσμια βιομηχανία πετρελαίου, αναστρέφοντας τις ιστορικές αλλαγές που έγιναν στις αρχές της δεκαετίας του '70.

Τα αντιμαχόμενα πετρελαϊκά συμφέροντα ήταν ένας κρίσιμος παρασκηνιακός παράγοντας για την απόφαση των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Η γαλλική πετρελαϊκή TotalFinaElf είχε ειδική σχέση με το Ιράκ από τις αρχές του '70. Μαζί με τις ρωσικές και κινεζικές εταιρείες επί χρόνια εκμεταλλευόταν νέα πετρελαϊκά κοιτάσματα, για να τα βρει έτοιμα όταν θα τερματίζονταν οι κυρώσεις των Ηνωμένων Εθνών.

Υπήρξαν σχεδόν ανοικτές απειλές ότι αυτές οι εταιρείες θα αποκλεισθούν από κάθε μελλοντικό μοίρασμα των ιρακινών πετρελαίων, αν το Παρίσι, η Μόσχα και το Πεκίνο δεν υποστήριζαν την πολιτική Μπους για αλλαγή του καθεστώτος της Βαγδάτης. Η Γαλλία, η Ρωσία και η Κίνα επιθυμούν μεν την ανάσχεση της αμερικανικής ισχύος, αλλά και οι τρεις επιθυμούν διακαώς να διατηρήσουν ανοικτές τις επιλογές τους για την περίπτωση που εγκατασταθεί στη Βαγδάτη ένα φιλοαμερικανικό καθεστώς.

Το Νοέμβριο, που το Συμβούλιο Ασφαλείας υιοθέτησε την απόφαση 1441, θεωρείται πολύ πιθανό ότι στις διαβουλεύσεις μεταξύ των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας συμφωνήθηκε και το μέλλον του ιρακινού πετρελαίου.

Η ενεργειακή πολιτική Μπους προϋποθέτει την αυξανόμενη κατανάλωση πετρελαίου και βεβαίως φθηνού πετρελαίου. Μόλις την περασμένη εβδομάδα, το υπουργείο Ενέργειας προειδοποίησε ότι η Αμερική πρέπει να αυξήσει τις πετρελαϊκές της εισαγωγές δραστικά τα επόμενα 25 χρόνια για να ανταποκριθεί στην εγχώρια ζήτηση. Είπε ακόμη, ότι οι καθαρές αμερικανικές εισαγωγές πετρελαίου το 2025 πρέπει να ανταποκρίνονται στο 70% της συνολικής εγχώριας ζήτησης, έναντι του 55% το 2001.

Τα αμερικανικά πετρελαϊκά αποθέματα όλο και μειώνονται και πολλοί εκτός ΟΠΕΚ παραγωγοί αρχίζουν να εξαντλούνται. Ο μεγάλος όγκος των μελλοντικών προμηθειών θα πρέπει να έρθει από την περιοχή του Κόλπου. Η ιρακινή πετρελαϊκή βιομηχανία είναι η σκιά του εαυτού της μετά από τόσα χρόνια κυρώσεων. Από τη στιγμή όμως, που οι εγκαταστάσεις θα αποκατασταθούν, καθώς και οι ζημιές από ένα πιθανό πόλεμο, οι στρόφιγγες θα ξανανοίξουν και πάλι.

Ο έλεγχος του ιρακινού πετρελαίου θα επιτρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες να μειώσουν τη σαουδαραβική επιρροή στην πετρελαϊκή πολιτική.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες στην περίπτωση αυτή θα κερδίσουν επίσης ένα τεράστιο περιθώριο κινήσεων, στον μοιραία εξασθενημένο ΟΠΕΚ και θα περιορίσουν την επιρροή άλλων προμηθευτών, όπως της Ρωσίας, του Μεξικού και της Βενεζουέλας.

Η πολιτική της κυβέρνησης Μπους έναντι του Ιράκ αποσκοπεί στην ενίσχυση της εξάρτησης της παγκόσμιας οικονομίας από ένα ενεργειακό σύστημα, του οποίου εγγυητής θα είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες.

Πηγές: ΑΠΕ, ΙΗΤ(Michael Renner, Worldwatch Institute)

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή