Την ουσιαστική και πλήρη διερεύνηση όσων καταγγέλλονται σχετικά με την ενδεχόμενη διάπραξη σοβαρότατων, όπως σημειώνει, αξιόποινων πράξεων από την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ζητεί η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, σε έγγραφο που απέστειλε στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου. Πράξεων που όπως τονίζει «αφορούν σκόπιμη και μεθοδευμένη, κυρίως λόγω έλλειψης οιασδήποτε διαπραγματευτικής αντίστασης με βάση την πρακτική που είχε παγίως υιοθετηθεί προηγουμένως, διόγκωση του αναθεωρημένου ελλείμματος του 2009 σε 15,4%».
Λίγε μέρες μετά το έγγραφο που εστάλη στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο από τον Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας, για την υπόθεση του αναθεωρημένου ελλείμματος του 2009 από την ΕΛΣΤΑΤ, η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος ζητεί να διερευνηθεί ο ρόλος της 5ης Ειδικής Ανακρίτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών, μετά τις καταγγελίες του πρώην μέλους του Δ.Σ. της ΕΛΣΤΑΤ Ζωής Γεωργαντά ότι η ανακρίτρια της είχε ζητήσει να βρεθούν στο σπίτι της.
Όπως επισημαίνεται στο έγγραφο «αν όσα καταγγέλλει η κ. Ζωή Γεωργαντά έχουν την παραμικρή βάση και υπήρξε πράγματι τεχνητή διόγκωση του ελλείμματος, και μάλιστα αυτής της έκτασης και υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί των αντίστοιχων εγκλημάτων καθώς και όσοι εμπλέκονται καθ’ οποιονδήποτε τρόπο στη μετέπειτα συγκάλυψή τους, είτε πρόκειται για πολιτικά πρόσωπα είτε, πολλώ δε μάλλον, για δικαστικούς λειτουργούς, πρέπει να τιμωρηθούν παραδειγματικά. Η δε δικαστική έρευνα πρέπει να ολοκληρωθεί με τρόπο που οδηγεί στην αποκάλυψη όλης της αλήθειας».
Στο έγγραφο αναφέρεται επίσης, ότι μετά από μηνυτήρια αναφορά που είχε υποβάλει ο Δικηγορικός Σύλλογος της Αθήνας, στις 29 Σεπτεμβρίου 2011, οι τότε οικονομικοί εισαγγελείς Γρηγόρης Πεπόνης και Σπύρος Μουζακίτης, είχαν προτείνει την ποινική δίωξη και μάλιστα σε βαθμό κακουργήματος των επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ «ως υπόπτων για τη διάπραξη σειράς αδικημάτων – ιδίως λόγω μη προβολής αυτονόητων διαχρονικών επιχειρημάτων με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα – τα οποία είχαν ως αντικείμενο και την τεχνητή διόγκωση του ύψους του δημοσιονομικού ελλείμματος αλλά και τις εντεύθεν βαρύτατες επιπτώσεις σε βάρος του Ελληνικού Λαού. Στο μεσοδιάστημα, ωστόσο, οι προαναφερόμενοι Εισαγγελικοί Λειτουργοί έφτασαν στο σημείο να υποβάλουν ως και την παραίτησή τους, αφήνοντας αιχμές για παρεμβάσεις στο έργο τους».
Η Συντονιστική Επιτροπή των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος αναφέρεται και σε πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας «ΤΟ ΠΑΡΟΝ» (18-8-2013) όπου το πρώην μέλος του ΔΣ της ΕΛΣΤΑΤ Ζωή Γεωργαντά καταγγέλλει την 5η Ειδική Ανακρίτρια του Πρωτοδικείου Αθηνών ότι «της ζήτησε και συναντήθηκαν εκτός του γραφείου της, σε άλλον χώρο, ενώ της καταλογίζει ότι «διέπραξε ανεξήγητη επιλεκτική αξιοποίηση σημαντικότατων καταθέσεων βασικών μαρτύρων, όπως π.χ. της κατάθεσης του προκατόχου του κ. Γεωργίου, Εμμ. Κοντοπυράκη, αναφορικά με τον τρόπο κατά τον οποίο η σημερινή ΕΛΣΤΑΤ αποδέχθηκε, εντελώς παθητικά και αντίθετα με την πάγια εθνική πρακτική, τη διόγκωση του ελλείμματος».
Όπως επισημαίνει η Επιτροπή, «η ως άνω καταγγελία της κ. Ζωής Γεωργαντά αποκτά πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις, όταν από την όλη δικογραφία προκύπτει ανενδοιάστως πως ο κ. Γεωργίου όχι μόνο δεν αντιστάθηκε στις άνωθεν απαιτήσεις για διόγκωση του ελλείμματος, αλλά με δική του πρωτοβουλία – γνωστή τοις πάσι – φρόντισε ν’ απαλλαγεί απ’ όλα τα μέλη της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία είχαν διατυπώσει αντίθετη άποψη».
Με αφορμή και τη συνέντευξη που είχε παραχωρήσει η κ. Γεωργαντά στο περιοδικό «Επίκαιρα», στις 22-8-2013, όπου υποστήριξε πως στη συνάντηση με την ανακρίτρια που είχε στο σπίτι της, παρών ήταν ένα ακόμη πρόσωπο, η Επιτροπή επισημαίνει πως «λαμβάνοντας υπόψη όσα καταγγέλλονται στην ανωτέρω συνέντευξη και τις λοιπές πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, για άνωθεν και έξωθεν παρεμβάσεις στην ΕΛΣΤΑΤ, που εξαρχής αποσκοπούσαν στην τεχνητή διόγκωση του αναθεωρημένου ελλείμματος του 2009, είναι αδιανόητο να παραμείνουν χωρίς ενδελεχή και τεκμηριωμένη δικαστική έρευνα».