Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (4/3/2003) Μέρος 7

Τρίτη, 04 Μαρτίου 2003 21:06
UPD:21:17
A- A A+

κ. ΣΟΦΟΣ: Συμπληρώνοντας μόνο κύριε Πρόεδρος, παρίσταμαι ως συνήγορος υπερασπίσεως του Παύλου Σερίφη, του Κώστα Καρατσώλη και Ηρακλή Κωστάρη μαζί με τον κ. Σταμούλη, την κα Τσαμούλη και τον κ. Νίκα.

Επειδή αρκετά ελέχθησαν περί των διατυπώσεων των Δικαστηρίων και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε ειδικό θέμα θα ήθελα συντομότατα να αναφερθώ στην επιστημονική διδασκαλία. Σύμφωνα με μία άποψη λοιπόν της θεωρίας η δημοσιότητα έχει καταρχήν αρνητικό χαρακτήρα. Δηλαδή δεν ενδιαφέρει η λεπτομερής ενημέρωση για ότι συμβαίνει στο ακροατήριο, αλλά σκοπός είναι η αποφυγή της μυστικότητος απλώς.

Παραπέμπω απλώς συντομότατα στον καθηγητή Ανδρουλάκη, η θεμελιώδης έννοια της ποινικής δίκης ο οποίος υιοθετήσει αυτή την άποψη. Ωστόσο υποστηρίζεται και η αντίθετη άποψη με βάση την οποία το άρθρο 93 παράγραφος 2 του Συντάγματος θεμελιώνει άμεση αξίωση του πολίτη για να ενημερώνεται και να πληροφορείται για όλα όσα συμβαίνουν στο ακροατήριο.

Στην περίπτωση αυτή βέβαια πράγματι επιχειρείται μια ευρύτερη ερμηνεία του άρθρου 93, αλλά επειδή το άρθρο 93 παράγραφος 2 δεν προσδιορίζει αυτόν τον αρνητικό χαρακτήρα ο οποίος όπως έχει διατυπωθεί εκτός από την θεωρία, δηλαδή θετικός διατυπώνεται και ουδέν άλλο προστίθεται, εκ του επιχειρήματος αυτού συνάγεται το συμπέρασμα ότι πράγματι ο πολίτης έχει άμεση αξίωση απευθείας από το άρθρο 93 παράγραφος 2 για ενημέρωση, για οτιδήποτε συμβαίνει στο ακροατήριο.

Το δικαίωμα αυτό παραβιάζεται από το άρθρο 8 του νόμου 3090 του 2002 σε δύο σημεία. Παραβιάζει το άρθρο 20 παράγραφος 1 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα Δικαστήρια.

Με τη διατύπωση αυτή ο ομιλών θέλει απλώς να επικεντρώσει το ενδιαφέρον στο ότι αφαιρείται η δυνατότητα από τον κατηγορούμενο έστω και να υποβάλλει το αίτημα αυτό ενώπιον ημών. Όπως ορθώς ο κ. Πρόεδρος του Δικαστηρίου, εσείς κ. Πρόεδρε διατυπώσατε στην αρχή ότι διατυπώνουμε το αίτημα, απαγορεύεται από το νόμο και εμείς θα κρίνουμε αν είναι αντισυνταγματική η διατύπωση.

Παραβιάζεται λοιπόν, συμπληρωματικά λέγων μετά τους προλαλήσαντες συναδέλφους μου το άρθρο 20 παράγραφος 1 του Συντάγματος. Περιορίζεται δηλαδή η ελεύθερη πρόσβαση στο Δικαστήριο, περιορίζεται το δικαίωμα του κατηγορουμένου να ζητήσει να ασκηθεί αυτό το άμεσο δικαίωμα, αυτή η άμεση αξίωση που προβλέπεται από το 93 παράγραφος 2 του Συντάγματος.

Δεύτερον και δεν επιθυμώ να μακρηγορήσω, παραβιάζεται και η αρχή της αναλογικότητος. Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1 εδάφιο β’ του Συντάγματος όπως αυτό ισχύει πλέον στην 18-4-2001 μετά την 7η Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων σύμφωνα με το οποίο είχε ήδη βέβαια αναγνωριστεί από το ακυρωτικό μας αλλά πλέον δια της διατυπώσεως του Συντάγματος κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν να επιβληθούν στα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του νομικού συνόλου πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα, είτε από το νόμο εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητος.

Επομένως η παραβίαση αυτή πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση και φυσικά να μην άγει στην πλήρη αποστέρηση του κοινού του πολίτη του έχοντος ως προείπα την άμεση αυτή αξίωση και κατ’ επέκταση και του κατηγορουμένου να ασκηθεί το δικαίωμα στη δημοσιότητα. Σας ευχαριστώ πολύ κ. Πρόεδρε.

(Διαλογικές συζητήσεις)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ αμφιβάλω αν υπάρχει κανείς από τους δικηγόρους που είναι σύμφωνοι.

κ. ΣΟΦΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, με συγχωρείτε που σας διακόπτω. Παρέλειψα κάτι πολύ σημαντικό. Το παρέλειψα κ. Πρόεδρε και θεωρώ ότι είναι πράγματι σημαντικό. Σε μια επιστημονική διημερίδα που έγινε στις 26 Σεπτεμβρίου 2002 ύστερα από πρωτοβουλία της Ένωσης Εισαγγελέων και της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων σε μια εισήγηση του Αντιεισαγγελέως Εφετών του κ. Ζαχαρή την οποία θέτω στην διάθεσή σας, διατυπώνονται κάποιες προτάσεις για να υπάρχει βελτίωση του αρνητικού φαινομένου της δημοσιότητας και όχι της αποφυγής των show δηλαδή Πρόεδρε και συγκεκριμένα λέει την εξειδίκευση των προσώπων.

Προτείνεται δηλαδή η εξειδίκευση των προσώπων που ασχολούνται με το θέμα. Επιβάλλεται δηλαδή καταρχήν η εξειδίκευση των δημοσιογράφων ώστε να είναι σε θέση να εντοπίσουν τα χρήσιμα και άξια προβολής σημεία της δίκης. Δεν προτείνεται δηλαδή η απαγόρευση της τηλεοπτικής καλύψεως.

κ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Δικαιώθηκε ο Βολτέρος που λέει ότι «ο δικαστής πίπτεται για όσα δεν άκουσε και ο δικηγόρος για όσα δεν είπε››

?..: Σωστό.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν ορθολογικός διάλογος δεν εξελιχθεί κατά τρόπο που να γίνει κατανοητός από όλους εδώ δεν είναι δυνατόν εγώ να διαμορφώσω τελικά την ψήφο μέσω της νόμιμης οδού. Καταλάβατε; Γι αυτό καμία φορά λέω, δεν άκουσα, το θέλω αυτό. Μπορείτε να συνεχίσετε.

κ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, κ. Εισαγγελεύ μετά από τόσες συγκεκριμένες και εμπεριστατωμένες τοποθετήσεις γύρω από το νομικό θέμα και την συνταγματικότητα της διατάξεως που απαγόρευσε τα τηλεοπτικά μέσα νομίζω ότι δεν δικαιούμαι παρά μόνο επιγραμματικά να προσφέρω έναν λίθο που ίσως βοηθήσει στην κρίση σας. Είναι για κάποια πράγματα τα οποία παρατήρησαν οι πάντες, όλοι οι παρόντες της δίκης και αυτά είναι τα εξής πάρα πολύ σύντομα.

Είναι πραγματικά παράδοξο σε αυτή την δίκη να έχουμε μία άμεση θα έλεγα όχι απλώς επαφή, άμετρη και αντιδικονομική δημοσιότητα στην προανάκριση με όλα όσα παρατράγουδα ειπώθηκαν και λέχθηκαν. Επισημάνθηκε εδώ από τον έγκριτο συνάδελφο τον κ. Οικονομίδη αυτό το πράγμα αλλά πρέπει να το τονίσουμε, ότι ανεστράφη η δικονομική τάξη.

Δηλαδή είχαμε μία δημοσιότητα τεραστίων διαστάσεων με παρεκκλίσεις, με στρεβλώσεις, με παρεκτροπές κατά την προανάκριση που είναι πράγματι μυστική και εδώ βλέπουμε ότι τίθεται το θέμα της απαγορεύσεως της δημοσιότητας εκεί όπου επιβάλλεται. Επιβάλλεται. Είναι πιστεύω η βαθμίδα της αποδεικτικής διαδικασίας είναι το ακροατήριο.

Θα έπρεπε συνεπώς να επιβάλλεται με ειδική νομοθεσία όχι απαγορευτική, αντίθετα θετική η κάλυψη η τηλεοπτική και το λέω για τον εξής λόγο. Ειπώθηκαν πολλά περί της ανάγκης και του χώρου και του τρόπου που μπορεί να καλυφθεί και να λυθεί αυτό το θέμα. Να πούμε από το πρώτο που είναι πράγματι αξιοσήμαντο. Τι είναι η δημοσία συνεπεία της; Τι λέει το άρθρο 93 του Συντάγματος; Ότι οι συνεδριάσεις κάθε Δικαστηρίου είναι δημόσιες εκτός εάν το Δικαστήριο αποφασίσει γι αυτές τις περιπτώσεις που σας ανέφερε ο κύριος Ραχιώτης, αν υπάρχουν ειδικοί νόμοι.

Εδώ λοιπόν θα πρέπει να δει κανείς ερμηνεύοντας την διάταξη αυτή, θα πρέπει να είναι ελευθέρα η πρόσβαση σε οιονδήποτε. Δεν παραλείπω αξιότιμε κ. Πρόεδρε να επισημάνω αυτό που είπαμε από την αρχή-αρχή, όχι απλώς ελευθέρα είσοδος, το λέω με όλη μου την συνείδηση της λέξης και της φράσεως αυτής, είναι αποτρεπτική θα έλεγα για τον πολίτη. Είναι αποτρεπτική ακόμα και για μας τους δικηγόρους όταν περνάμε πράγματι από αυτά τα οποία επιβεβλημένα για λόγους ασφαλείας, δεκτόν.

Όμως δεν είναι εύκολο στον κάθε πολίτη να εισέλθει στην αίθουσα αυτή. Γι αυτό λοιπόν επιβάλλεται η δημοσιότης με αυτή την τεχνογνωσία που υπάρχει σήμερα για να μπορέσουμε να πούμε ότι, ξέρετε θα καλύψουμε το πρόβλημα της βίας που ορθώς παρατήρησε ο κ. Οικονομίδης ότι πράγματι θα έπρεπε στην αρχαία Αθήνα να έχουμε πληρότητα, να έχουμε αμεσότητα για την δημοσιότητα της οποιασδήποτε δίκης.

Εδώ πέρα με ποιο τρόπο θα το επιτύχουμε αυτό όταν έχουμε μία αίθουσα 500 ανθρώπων που είναι και αριθμημένες οι θέσεις; Μόνο λοιπόν τηλεοπτικώς μπορεί να καλυφθεί αυτό. Και περαιτέρω για να τελειώσω είναι το εξής θέμα το οποίο πολλές φορές αν δημιούργησε προβλήματα και συζητήσεις:

Βλέπουμε πολλούς πολλές φορές, διάφορους άσχετους, δεν θα έλεγα παράγοντες, πάντως όχι ιδιαίτερα παράγοντες της δίκης οι οποίοι τρέχουν από κανάλι σε κανάλι και στρεβλώνουν οπωσδήποτε την εικόνα της διαδικασίας. Το λέω αυτό πριν ακόμα ξεκινήσει η διαδικασία. Ακούστηκαν πολλά τραγικά. Δικάζουν, καταδικάζουν, αποφασίζουν, γνωμοδοτούν και άνθρωποι άσχετοι με οποιαδήποτε έννοια νομική.

Συνεπώς πιστεύω ότι είναι ένας δεύτερος λόγος, ένας πρόσθετος λόγος που επιβάλλεται η δημοσιότης για να μπορέσει να καταλάβει κανείς απολύτως τι ακριβώς συμβαίνει. Αξιότιμοι κ. Εφέται και τελειώνω, δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτε, ούτε εμείς ούτε η απέναντι πλευρά, ούτε κυρίως εσείς από τη δημοσιότητα αυτής της δίκης.

Είναι επιβεβλημένο και σας είπα τους λόγους πέρα από αυτά τα οποία οι συνάδελφοί μου κατέθεσαν.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Υπερασπίζομαι τον κατηγορούμενο Βασίλειο Τζωρτζάτο μαζί με τον κ. Παρασκευόπουλο που μίλησε αμέσως προηγουμένως και τον κ. Ιπποκράτη Νικολάου ο οποίος επίσης μίλησε πριν.

Έχουν προηγηθεί πραγματικά εξαιρετικές αναπτύξεις από την πλευρά των συναδέλφων που έχουν προλαλήσει και δεν θα έπαιρνα το λόγο εάν δεν είχα πραγματικά να συμπληρώσω κάτι που το θεωρώ κάτι πάρα πολύ ουσιαστικό ως όρο της δημοσιότητας που το Δικαστήριο έχει την υποχρέωση από το Σύνταγμα για να επιβάλλει.

Η μέχρι τώρα συζήτηση νομίζω ότι καταδεικνύει κατά τρόπο αναμφίβολο το άρθρο 93 του Συντάγματος παράγραφος 2, επιβάλλει ανεμπόδιστα, απεριόριστα την δημοσιότητα χωρίς να την διακρίνει σε άμεση και έμμεση και χωρίς να εξουσιοδοτεί το κοινό νομοθέτη να την περιορίζει με οποιοδήποτε τρόπο.

Από την διάταξη αυτή νομίζω ότι πρέπει κανείς πρώτα απ’ όλα να αξιολογήσει ποια είναι τα συνταγματικά έννομα αγαθά τα οποία μας ενδιαφέρουν για την συζήτηση που κάνουμε εδώ σχετικά με την εξασφάλιση της δημοσιότητας και αυτά κατά την γνώμη μου είναι τα εξής τέσσερα.

Είναι πρώτα απ’ όλα η υποχρέωση δημοσιότητας της λειτουργίας της δικαιοσύνης. Αυτοτελές συνταγματικό αγαθό, κατοχυρώνεται με το άρθρο 93. Είναι το δικαίωμα στην προσωπικότητα το οποίο αφορά τους κατηγορουμένους και ευρύτερα τους διαδίκους μιας ποινικής δίκης. Είναι το δικαίωμα στην πληροφόρηση του άρθρου 5 Α όπως επισημάνθηκε πριν του κοινού, ειδικότερη έκβαση του δικαιώματος στην προσωπικότητα του πολίτη και είναι βεβαίως και το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου του άρθρου 14 που αφορά τον τύπο και αφορά τον κάθε πολίτη που έχει δικαίωμα να εκφωνεί, να εκθέτει δημόσιο λόγο και να παρακολουθεί τα δημόσια δρώμενα.

Ο τρόπος με τον οποίο εξισορροπεί ο συνταγματικός νομοθέτης τα έννομα αυτά αγαθά, είναι νομίζω σαφής από την διάταξη του 329 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Ιεραρχείται η υποχρέωση δημοσιότητας της δικαστικής λειτουργίας με όσα έννομα αγαθά συμπαρασύρει στην εξυπηρέτησή της και κάμπτεται μόνο όταν κρίνει τα Δικαστήριο ότι βλάπτεται το δικαίωμα της προσωπικότητας των διαδίκων και στις περιπτώσεις αυτές έχει το δικαίωμα να διατάσσει να γίνεται η δίκη κεκλεισμένων των θυρών.

Δεν έχει κανένα άλλο δικαίωμα το Δικαστήριο από τις ισχύουσες διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας και βεβαίως δεν έχει κανένα δικαίωμα ο κοινός νομοθέτης να περιορίζει πέρα της στάθμισης αυτών των έννομων αγαθών την δημοσιότητα των δικαστικών συνεδριάσεων.

Με τις παραδοχές αυτές πιστεύω ότι ο νόμος 2172/92 όπως ίσχυε μέχρι σήμερα ο οποίος εξαρτούσε από την βούληση του κατηγορουμένου και μόνο το δικαίωμα μετάδοσης ή μη μίας δίκης εκινείτο σε συνταγματική κατεύθυνση ασχέτως αν πολλές διατάξεις που είχαν περιπέσει σε αχρησία διότι ουδείς προστάτευσε ποτέ ιδίως όσους παραπέμπονταν και προσάγονταν στις εισαγγελικές αρχές από τις βιντεοσκοπήσεις.

Μόλις τον Οκτώβριο του περασμένου έτους πριν την ψήφιση του νόμου αυτού εκδόθηκε μία εγκύκλιος της Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών και εφαρμόστηκε και πλέον έπαψε αυτό το θλιβερό φαινόμενο, αλλά είχε ήδη παράγει τα αποτελέσματά του όλους αυτούς τους μήνες και η ρύθμιση η τωρινή του νόμου 3090 είναι σαφώς έξω από το όρια του Συντάγματος.

Έχουμε δύο εκδοχές κατά συνέπεια. Η μία είναι το Δικαστήριό σας να δεχθεί την αντισυνταγματικότητα του νόμου αυτού να μην τον εφαρμόσει και υπό το πρίσμα της αντισυνταγματικότητας να λάβει την απόφαση εάν επιτρέπει ή δεν επιτρέπει την παρουσία της τηλεόρασης στη δίκη.

Η δεύτερη εκδοχή είναι να επιτρέψει το νόμο, να θεωρήσει το νόμο συνταγματικό όπου και πάλι οφείλει να λάβει υπόψη του την τυχόν συναίνεση των διαδίκων και βεβαίως συναινούντος και του κ. Εισαγγελέως να εκτιμήσει το Δικαστήριο εάν συντρέχει ουσιώδες δημόσιο συμφέρον για την μετάδοση της δίκης προκειμένου να πάρει την σχετική απόφαση.

Εδώ θα ήθελα να πω το εξής: βεβαίως είναι προφανές ότι ο νόμος αυτός είναι αντισυνταγματικός αλλά δεν σταματά εδώ ο προβληματισμός ο δικός μου και τούτο ήθελα να εισφέρω στο δικαστήριό σας ότι δηλαδή η δημοσιότητα της δίκης δεν είναι απλώς ένα αίτημα των κατηγορουμένων ή κάποιας διαδίκου πλευράς.

Είναι υποχρέωση του Δικαστηρίου να την διασφαλίσει και οφείλει να προβληματιστεί και ως προς τον τρόπο με τον οποίο την διασφαλίζει. Κι εδώ είναι που θέλω να πω τούτο επεκτείνοντας όσα είπαν οι προλαλήσαντες συνάδελφοι, ότι η παρουσία της τηλεοπτικής κάμερας είναι αναγκαία για την διασφάλιση της δημοσιότητας, δεν είναι όμως ικανή.

Διότι κυρίαρχο ρόλο δεν παίζει μόνο η δυνατότητα λήψης του οπτικοακουστικού υλικού μέσα από την δικαστική αίθουσα. Σημασία έχει ο τρόπος μετάδοσής του, ο τρόπος διαχείρισής του ο οποίος όπως είναι γνωστό υπακούει άλλοτε σε πολιτικά και άλλοτε σε ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια από τα οποία διαστρεβλώνονται, παράγονται σχόλια.

Αυτά όλα όσα σας είπε ο κ. Ραχιώτης στην πρώτη του τοποθέτηση είναι ακριβή και τα επικαλούμαι διότι όντως όταν φεύγει από μένα οπτικοακουστικό υλικό και μεταδίδεται στον δέκτη του τηλεθεατή ένα πεντάλεπτο, αυτό το πεντάλεπτο είναι επιλογή, είναι σχόλιο, είναι θέση, τοποθέτηση πάνω στην πραγματικότητα. Δεν είναι η πραγματικότητα η ίδια.

Εδώ για να έρθω πάλι στα συνταγματικά αγαθά για τα οποία μιλάμε, έχουμε δύο εν προκειμένω συγκρουόμενα δυστυχώς αγαθά που είναι το δικαίωμα του κοινού στην πληροφόρηση και το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου. Δεν είναι συγκρουόμενα από την φύση τους. Συγκρούονται όταν η άσκηση του ενός εξαρτάται από την άσκηση του άλλου.

Όταν δηλαδή η εξουσία των μέσων μαζικής ενημέρωσης που επιτρέψτε μου να πω ότι είναι ισχυρότερη και από την δική σας, έχει παράγει μέχρι τώρα ένα κτήμα τηλεοπτικής αυτοδικίας. Έχει δημιουργήσει στην κοινωνία ένα τεκμήριο ενοχής. Έχει φέρει στο μυαλό μας όλους αυτούς τους κατηγορουμένους με εικόνες να σύρονται σιδηροδέσμιοι και οι εικόνες αυτές παίζονται κάθε μέρα και ακόμα και τώρα κατ’ επανάληψη για ώρες πολλές από τα κανάλια και βεβαίως τώρα που τα Μέσα Ενημέρωσης επετέλεσαν το ρόλο αυτό, τώρα ακριβώς εξηγούνται από το νομοθέτη διότι τώρα είναι η ώρα να ακουστεί και η φωνή αυτών των ανθρώπων που μέχρι τώρα η εικόνα τους είναι σιδηροδέσμια με το αλεξίσφαιρο γιλέκο.

Τίθεται το ερώτημα εδώ, με ποιο νόμο το Δικαστήριο μπορεί να αναχαιτίσει και πρέπει να αναχαιτίσει αυτή την εξουσία των Μέσων Ενημέρωσης και να επιβάλλει την διασφάλιση της δημοσιότητας.

Κύριε πρόεδρε, κ. Δικαστές η άποψή μου είναι απλή. Για να κλείσουν τα παράθυρα πρέπει να ανοίξει η πόρτα. Για να σταματήσει δηλαδή η διαχείριση του οπτικοακουστικού υλικού να παράγει εμπορευματοποιήσιμο τηλεοπτικό χρόνο, ο οποίος μόνο και μόνο να δίνει υλικό για παραφιλολογία και να παράγει όλα αυτά τα οποία βλέπουμε, είναι υποχρεωτικό και νομίζω επιβάλλεται από το πανθομολογούμενο δημόσιο ενδιαφέρον που υπάρχει για τη δίκη αυτή, το Δικαστήριο να βρει το δρόμο που να εξασφαλίσει την απευθείας μετάδοση την τηλεοπτική της δίκης.

Από κει και πέρα το σχόλιο του κάθε δημοσιογράφου, η θέση του κάθε καναλιού είναι ελεύθερη, η κάθε συζήτηση είναι ελεύθερη. Όταν όμως η συζήτηση αυτή υποκαθιστά την πληροφόρηση κι όταν ο σχολιασμός υποκαθιστά την ενημέρωση, τότε το δικαίωμα πληροφόρησης του κοινού δεν ασκείται.

Εδώ λοιπόν θα ήθελα να πω ότι υπάρχουν διατάξεις και υπάρχουν και δυνατότητες που θα μπορούσε το Δικαστήριο να καλέσει τον Πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης ο οποίος πρόσφατα εξέδωσε ανακοίνωση, καυτηρίασε το φαινόμενο της κατ’ αυτό τον τρόπο τηλεοπτικής δημιουργίας εικονικών δικών και της όλης διαχείρισης της τηλεοπτικής της δίκης και να λάβει υπόψη του ότι το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης που είναι ανεξάρτητη διοικητική αρχή έχει την αρμοδιότητα από το νόμο να διασφαλίζει την πολιτική και πολιτιστική πολυμέλεια και πολυφωνία στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης καθώς και να τηρεί τους κανόνες δεοντολογίας.

Έχουν ακουστεί διάφορα για κινητή κάμερα χωρίς σκηνοθετική παρέμβαση. Είναι σωστά όλα αυτά και πιστεύω ότι είναι ένα ώριμο αίτημα. Κλείνοντας θα ήθελα να θυμίσω, οι περισσότεροι μπορούν να το θυμηθούν με την εμπειρία από την τηλεοπτική μετάδοση του Ειδικού Δικαστηρίου το 1991.

Αν θυμηθούμε καλά θα δούμε ότι η τηλεοπτική μετάδοση δεν όξυνε τα πάθητα, άμβλυνε. Η όξυνση ήταν πριν από την δίκη. Απομυθοποίησε τα γεγονότα, ανέδειξε απόψεις και διαστάσεις και εντέλει συνέβαλε και στην ανύψωση του μορφωτικού επιπέδου του τηλεθεατή, ο οποίος εν πάση περιπτώσει παρακολουθούσε απόψεις και επιχειρήματα νομικών λόγων.

Με τις σκέψεις αυτές θεωρώ ότι προϋπόθεση για την εξασφάλιση της δημοσιότητας της δίκης δεν είναι μόνο να επιτραπεί η παρουσία της κάμερας στη δίκη, αλλά είναι -και είναι υποχρέωση του δικαστηρίου και απ’ το άρθρο 93 του Συντάγματος και από το 329 του κώδικα Ποινικής Δικονομίας- να βρει εκείνο τον τρόπο με τον οποίο θα εξασφαλίσει όπως προανέφερα την άνετη, αδιακώλυτη και απαρέμβλητη δημοσιότητα της δίκης.

Μ’ αυτή την έννοια η αυτονόητη σύνταξη στο αίτημα να είναι οι κάμερες μέσα στη δίκη, δεν σημαίνει καθόλου μα καθόλου την έκδοση μιας λευκής επιταγής για τους εκδότες και τους καναλάρχες. Ευχαριστώ.

?..: Δεν θα αναφερθώ σ’ αυτό τον φωτογραφικό νόμο που έγινε ειδικά γι’ αυτή τη δίκη. Το είπαν οι συνήγοροι, τα είπαν όλα οι συνήγοροι. Εγώ δεν έχω να πω τίποτα παραπέρα. Θέλω να ρωτήσω μόνο, ποιοι είναι αυτοί που δεν θέλουν να ακουστεί η φωνή μας. Τι φοβούνται απ’ τη φωνή αυτών που τους λέγανε και τους λένε αστοιχείωτους, άσχετους, λούμπες, εργάτες. Τι φοβούνται;

Μήπως μέσα απ’ τη διαδικασία ότι θα υπενθυμίσουμε το πραγματικό γεγονός, ότι οι περισσότερες ενέργειες που έχουμε κάνει ήταν αντιαμερικάνικες, ιδιαίτερα μάλιστα όταν η δίκη αυτή θα συμπέσει με την σκληρή σφαγή του ιρακινού λαού.

Μήπως ότι και η ? των ενεργειών μας ενάντια σε επιφανή στελέχη του ιδεολογικοπολιτικού συμπλέγματος της Τουρκίας, σε προφανή λόγους αυτών των ενεργειών, δηλαδή τα εγκλήματα ενάντια στον κούρδικο αλλά και κυπριακό λαό, θα συμπέσει με την καινούργια προδοσία που ολοκληρώνεται και με την τυπική αναγνώριση της διχοτόμησης της Κύπρου και της μετατροπής της σε .. αεροπλάνα των Αμερικάνων;

Μήπως γιατί όσο και να προσπαθήσετε θα αναφερθούμε αλλά και θα προκύψουν οι πραγματικοί λόγοι της δράσης μας και θα προβάλλονται απευθείας οι απόψεις, τον διάλογο που ενδιαφέρει την κοινωνία και ότι θα εμφανιστεί το ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο της δράσης μας, θα ακουστεί με δυο κουβέντες ο ουσιαστικός μας λόγος;

Γι’ αυτό δεν δέχομαι μεσαίες λύσεις. Ή θα αποφασίσετε να μεταδίδονται τα πάντα, άμεσα και απευθείας ή δεν θα μεταδίδεται τίποτα. Οποιαδήποτε μεσαία λύση, ούτε επιλεγμένα δεκάλεπτα, που θα είναι συρραφές βολικών αποσπασμάτων, ούτε μετάδοση με ?, ρύθμιση που σημαίνει λογοκρισία όλων των ενοχλητικών αποσπασμάτων. Τίποτα άλλο.

Κ.ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε εγώ θέλω να μιλήσω για δυο πράγματα. Δεν θα μιλήσω πολύ, θα είμαι τηλεγραφικός. Εκπροσωπώ τον κ. Γιωτόπουλο.

Κύριε Πρόεδρε, πέραν των δικαιοπολιτικών λόγων που ακούστηκαν, οι οποίοι βεβαίως ισχύουν ως προς το ποια ρύθμιση πρέπει να λάβει ο νόμος ή και πέραν των άλλων παραβιάσεων οι οποίες συμβαίνουν με τον τελευταίο νόμο τον 390/2002, έχω την άποψη ότι η αντισυνταγματικότητα της προκείμενης διάταξης προκύπτει και από την απλή λογική ερμηνεία των δυο διατάξεων, του ¶ρθρου 93 του Συντάγματος και του ¶ρθρου 8 του νόμου αυτού.

Είναι σαφές και στο μέτρο βεβαίως της ανοικτής δίκης, αυτή είναι η ορθή ερμηνεία, ότι όταν το Σύνταγμα λέει ότι οι συνεδριάσεις πια στο δικαστήριο είναι δημόσιες, εννοεί και την δημοσιότητα που μπορεί να επιτευχθεί με οποιοδήποτε τεχνικό μέσο και με την παρουσία των δημοσιογράφων και με τα μαγνητόφωνα και με τη τηλεόραση.

Είναι σαφές λοιπόν ότι το μεν Σύνταγμα θέτει ένα κανόνα και λέει δημόσια και θέτει και μια εξαίρεση και λέει, ότι δεν θα είναι δημόσιες οι συνεδριάσεις, εκτός εάν κρίνει το δικαστήριο με απόφασή του ότι η δημοσιότητα πρόκειται να είναι επιβλαβής στα χρηστά ήθη, ή ότι συντρέχουν ειδικοί λόγοι προστασίας της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής των διαδίκων.

Αντίστροφα η διάταξη του ¶ρθρου 8, θέτει ένα κανόνα απαγόρευσης και θέτει επίσης μια εξαίρεση και λέει, κατ’ εξαίρεση το Δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει τις ενέργειες αυτές, εφόσον συναινούν ο Εισαγγελεύς και οι διάδικοι.

Βλέπουμε λοιπόν ότι στις δυο εξαιρέσεις υπάρχει μια ουσιώδης διαφορά. Στην μεν μια, το Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει με αιτιολογημένη απόφασή του αφού ακούσει τους διαδίκους, και αυτό θα κρίνει και όλα τα δικαιώματα, όλων των διαδίκων το τονίζω, γιατί θα ακουστεί φαντάζομαι απ’ όποιον διαφωνήσει με την ρύθμιση, ότι συνταγματική κατοχύρωση και ατομικά δικαιώματα έχουν και οι διάδικοι και βεβαίως και οι παριστάμενοι εδώ πολιτικώς ενάγοντες. Αυτό είναι ορθό και δεν μπορεί να το παραβλέψει το Δικαστήριό σας.

Η ένστασή μας εντοπίζεται όμως, ότι στη μεν μια περίπτωση, στη συνταγματική ρύθμιση, το Δικαστήριο αποφασίζει αιτιολογημένα, χωρίς να προαπαιτείται συναίνεση, είτε των διαδίκων, είτε του κ. Εισαγγελέως, στο δε νόμο αυτό απαιτεί τη συναίνεση. Και ως προς τούτο, θεωρώ ότι είναι η διάταξη αντισυνταγματική διότι αφαιρεί και αρμοδιότητα από το Δικαστήριο το οποίο καλείται να κρίνει. Ευχαριστώ.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή