Μία μηχανή αναζήτησης για 11.000.000 έγγραφά της παρέχει η CIA: πρόκειται για το CREST (CIA Records Search Tool).
Φυσικά δεν πρόκειται για τα άκρως απόρρητα «μυστικά» της CIA, αλλά για αρχεία τα οποία έχουν αποχαρακτηριστεί κατά το πέρασμα των ετών, τα οποία και πάλι αποτελούν μόνο ένα τμήμα του συνόλου των αποχαρακτηρισμένων αρχείων της υπηρεσίας.
Kάποιος ο οποίος ενδιαφέρεται για το σύνολο των εγγράφων, θα πρέπει να επισκεφθεί το Εθνικό Αρχείο στο College Park του Μέριλαντ και να χρησιμοποιήσει τη μηχανή αναζήτησης στο σύνολο της βάσης δεδομένων εκεί.
Ιστορικοί και ερευνητές ζητούν το δικό τους αντίγραφο της βάσης δεδομένων του CREST στο πλαίσιο της Freedom of Information Act, για σκοπούς ιστορικής έρευνας, καθώς και περαιτέρω κατανόησης της αντίληψης της υπηρεσίας όσον αφορά το απόρρητο. Ωστόσο, η CIA αρνείται, καθώς η θέση της είναι πως η βάση δεδομένων των αποχαρακτηρισμένων αρχείων είναι η ίδια απόρρητη.
Ομάδα ιστορικών, επιστημόνων υπολογιστών και μαθηματικών του πανεπιστημίου Κολούμπια υπό τον Μάθιου Κόνελι – καθηγητή διπλωματικής ιστορίας- εργάζεται πάνω στο πρόγραμμα The Declassification Engine, στόχος του οποίου είναι η δημιουργία μίας ενιαίας online βάσης δεδομένων για αποχαρακτηρισμένα αρχεία από το σύνολο των φορέων και υπηρεσιών της αμερικανικής κυβέρνησης. Το πρόγραμμα βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, ωστόσο έχουν συγκεντρωθεί έγγραφα που φτάνουν μέχρι και τη δεκαετία του 1940.
Παραμένοντας στο χώρο των «απορρήτων», μεγάλη πτώση σημείωσε η χρηματοδότηση του Wikileaks του Τζούλιαν Ασάντζ. Η «αποκαλυπτική» ιστοσελίδα συγκέντρωσε πέρυσι χρηματοδότηση 68.000 δολαρίων από δωρέες, σύμφωνα με αναφορά του ιδρύματος Wau Holland, μίας ΜΚΟ που διαχειρίζεται τα περισσότερα οικονομικά θέματα του Wikileaks.
Ο Τζούλιαν Ασάντζ παραμένει εδώ και ένα χρόνο στην πρεσβεία του Εκουαδόρ στο Λονδίνο, για να αποφύγει τις κατηγορίες για σεξουαλικά εγκλήματα στη Σουηδία. Ο αμφιλεγόμενος ιδρυτής του Wikileaks ζητά αύξηση των δωρεών, καθώς, αν και η χρηματοδότηση έχει μειωθεί, τα έξοδα παραμένουν ίδια (507.000 δολάρια, σύμφωνα με την αναφορά). Ο οργανισμός στο σύνολό του, από τον Ιανουάριο του 2013, έχει καταφέρει να καλύψει μόνο τα έξοδα των κύριων υποδομών, όπως οι servers. Τα υπόλοιπα έξοδα προκύπτουν από εκδοτικές «εκστρατείες» και λογιστική υποστήριξη. Στην αναφορά δεν περιλαμβάνονται οι πληρωμές του Ασάντζ ή του Κριστίν Χράφνσον, εκπροσώπου του Wikileaks.
Η χρηματοδότηση του Wikileaks είχε φτάσει στα ύψη το 2010, φτάνοντας το 1.900.000 δολάρια από δωρεές, μετά τη δημοσίευση υλικού που είχε διαρρεύσει ο Αμερικανός πρώην στρατιωτικός, Μπράντλεϊ Μάνινγκ. Οι δωρεές γίνονται κυρίως μέσω PayPal, το οποίο ωστόσο «πάγωσε» το λογαριασμό του Wikileaks κατά τα τέλη του 2010. Επί της παρούσης, η χρηματοδότηση έρχεται μέσω μεταφορών χρημάτων από τράπεζες, επιταγών και μετρητών.