ΠΕΜΠΤΗ 10 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2003
ΔΙΚΗ 17Ν
ΠΕΜΠΤΗ 10 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2003
ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:05
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ
Α' ΜΕΡΟΣ
09:05 – 10:25
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που είχε διακοπεί. Αρχίζουμε την υπόθεση απόπειρας κατά Παλαιοκρασσά.
Η κα Σταυρούλα Αξαρλιάν. Χωρίς να ορκιστείτε, θέλω να μου πείτε τί ακριβώς συνέβη. Ήσαστε μητέρα του θανατωθέντος στο επεισόδιο για το οποίο θα μιλήσουμε. Καταρχήν εκφράζουμε τη λύπη μας και σαν Δικαστήριο. Πείτε μου λοιπόν το συμβάν, πώς ακριβώς έγινε.
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Ήταν απόγευμα της 14ης Ιουλίου του 1992. Εκείνη την ημέρα ο Θάνος ήταν κοντά μου για να με βοηθήσει μιας και ο μεγάλος μου ο γιος διάβαζε τα μαθήματα που είχε στο Πανεπιστήμιο. Τον έστειλα να πάει σε κάποια δουλειά. .
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η εργασία σας ήταν εκεί στο κέντρο;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Ήμουν Περικλέους 7, στον 5ο όροφο, στο Σύνταγμα;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τί εργασία;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Εργαστήριο, έχω ένα μικρό εργαστήριο που άφησε ο άντρας μου. Δυστυχώς είχα χάσει ένα χρόνο ακριβώς πριν τον άντρα μου. Στις 10 Ιουλίου κάναμε μνημόσυνο του συζύγου και σε τέσσερις μέρες έχασα το γιο μου.
Ήταν μία απόσταση γύρω στα 100 μ. περίπου εκεί που έγινε το συμβάν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το εργαστήριο τί έφτιαχνε;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Έχουμε ένα εργαστήριο χρυσοχοΐας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Του είπατε λοιπόν να πάει κάπου...
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Να πάει στην Καραγεώργη Σερβίας, είναι η συνέχεια της Περικλέους. Με άκουσε κι έτρεξε. «Τρέξε Θάνο› κι έτρεξε ο Θάνος. Σε λίγα λεπτά άκουσα αυτόν τον εκκωφαντικό θόρυβο και βγήκα στο μπαλκόνι. Είδα καπνούς, φωτιά, στο σημείο που πήγαινε ο γιος μου και συνειδητοποιώ ότι το παιδί πήγαινε προς τα εκεί.
Ώσπου να μπω στο γραφείο ακούγεται μια δεύτερη έκρηξη. Φαντάστηκα μήπως κάποια φιάλη υγραερίου.... δεν πήγε το μυαλό μου. Φωνάζω στα παιδιά που είχαμε στο εργαστήριο «τρέξτε για το Θάνο›. Κατέβηκα γρήγορα-γρήγορα κι εγώ τις σκάλες. Όμως η αστυνομία είχε κλείσει εκεί και δε μπόρεσα να πάω κοντά. Ξαναγύρισα, με την ελπίδα, φωνάζοντας από κάτω στο μπαλκόνι «παιδιά γύρισε ο Θάνος;› «Όχι›. Ξανά πάλι εγώ.
Ωστόσο είδα το αίμα που έρεε κάτω στο δρόμο και φαντάστηκα ότι είχε γίνει κάτι πάρα πολύ άσχημο, όχι στο παιδί μου, ότι κάτι είχε γίνει απ’ τον κόσμο, απ’ την αστυνομία, όλα αυτά. Ρωτούσα μήπως είδαν το Θάνο, κανείς δε μου απαντούσε. Εκ των υστέρων κατάλαβα ότι όλοι ήξεραν αλλά δεν ήθελαν να μου πουν.
Κάποια στιγμή είδα το παιδί μου κάτω. Φώναξε ένας αστυφύλακας ο οποίος με συγκράτησε και δε με άφησε να πλησιάσω. Μετά έχασα τον κόσμο και βρέθηκα απέναντι στο ξενοδοχείο «¶στρο›. Συνήλθα, δεν ξέρω πώς, βρέθηκα να περπατώ στη Λέκκα, μου είπαν ότι το πήραν το παιδί και πήγε στο ΓΕΝΙΚΟ ΚΡΑΤΙΚΟ. Σε όλη αυτή τη διαδρομή έπεφτα κάτω, είχαν ματώσει τα πόδια μου θυμάμαι και δε μπορούσα να περπατήσω. Έφτασα στο ΚΡΑΤΙΚΟ ελπίζοντας ότι θα βρω το γιο μου ζωντανό. Ελπίζοντας και παρακαλώντας σε όλη τη διαδρομή με προσευχές, ότι θα το αντίκριζα.
Μπαίνοντας μέσα παρακαλούσα τους γιατρούς να κάνουν κάτι για το παιδί μου, δεν ήξερα ότι είχε χαθεί, δεν ήθελα να το πιστέψω ότι είχε χαθεί. Θα μπορούσα να σας μιλώ ώρες γι αυτό το παιδί που έχω χάσει. Ήταν ένα χαρισματικό παιδί. Βέβαια για την κάθε μάνα το παιδί της είναι παιδί της, αλλά όταν έχεις να κάνει μ’ ένα χαρισματικό παιδί, όταν ήταν 14 Ιουλίου και όλα τα παιδιά χαίρονταν τη ξεγνοιασιά του καλοκαιριού, το δικό μου παιδί δεν είχε χαρεί την ξεγνοιασιά αυτή, δεν είχε πάει καν στη θάλασσα.
Είχε τελειώσει επιτυχώς ένα χρόνο που πήγαινε στο κολέγιο DEREE και είχε πάρει κι ένα μάθημα επιπλέον τον Ιούνιο όλο. Με βοηθούσε εμένα, είχε περάσει ΤΕΙ Μηχανολογίας, έκανε όνειρα, ήξερε ότι είχε δύσκολο καλοκαίρι μιας και έπρεπε να στηρίξουμε τη δουλειά μας για να μπορέσουμε να ζήσουμε. Μη φανταστείτε ότι ήταν η επιχείρηση εκείνη που μου έδινε άνεση. Ώρες ατέλειωτες για το Θάνο μπορώ να μιλώ. Χάθηκε όλος ο κόσμος από μπροστά μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πείτε μου, χτυπήθηκε; Πού είχε χτυπηθεί ακριβώς; Τί μάθατε;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Όταν έγινε η κηδεία το παιδί μου ήταν σα να κοιμόταν. Δεν είχε, που έγραψαν ότι είχε σημαδεμένο πρόσωπό από γυαλιά, από κάτι. Το παιδί είχε φάει ένα θραύσμα στη δεξιά πλευρά το οποίο του είχε κόψει κεντρική αορτή καρδιάς, ρήξη πνεύμονα, σπλήνας, είχε διαλυθεί το παιδί μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτό ήταν το θανατηφόρο χτύπημα δηλαδή. Αυτό τον σκότωσε. Από τι προήρχετο αυτό το θραύσμα;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Από τη ρουκέτα που έστειλαν –δε θέλω να ονομάσω.....
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή δε στόχευαν τον ίδιον. Εκείνη την ώρα υπήρχε κόσμος που περνούσε; Έστω, αν όχι ο αείμνηστος ο γιος σας, περνούσε άλλος κόσμος
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Βεβαίως, ήταν ένα σημείο το οποίο είναι πολυσύχναστο. Δεν έχει ώρες...
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή ένας που εξαπολύει εκεί πέρα μια ρουκέτα, μπορεί να αποδεχθεί εκ των προτέρων ότι «ας σκοτώσουμε και κανέναν, καλό είναι βέβαια να μη τον σκοτώσουμε, αλλά αν τον σκοτώσουμε δεν πειράζει;› Τί μπορεί να πει; Με τί σκεπτικό δηλαδή σε τόσο πολυσύχναστο μέρος να αφήσει κάποιος μια ρουκέτα; Για να καταλάβω κι εγώ.
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Είναι δυνατόν μέσα στο Σύνταγμα, ένα τέτοιο σημείο όπου εμείς τουλάχιστον καθημερινά ξέρουμε την κίνησή του, δεν ήταν η γειτονιά, ήταν ένα σημείο που είναι πάντοτε πάρα πολύς κόσμος. Και Κυριακή και πάντοτε, υπάρχει στο σημείο αυτό πάρα πολύς κόσμος. Αν είναι δυνατόν μέσα στο Σύνταγμα να μην είναι κόσμος στο σημείο εκείνο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επειδή ήταν 16:10 απ’ ότι έχω σημειώσει, εκείνη την ώρα επειδή ήταν καλοκαίρι, μήπως δεν κυκλοφορούσε πράγματι κόσμος, ή κυκλοφορούσε; Ποια είναι η πραγματικότητα, όχι ποια η υποθετική πραγματικότητα, γιατί εμείς δεν ήμαστε τότε, εσείς που ήσαστε εκεί, βλέπατε κόσμο;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Βεβαίως, πάντοτε κόσμος. Υπάρχουν οι δουλειές, υπάρχουν εργαστήρια, υπάρχουν ρεστοράν, υπάρχει κόσμος που κινείται μόνιμα και πάντοτε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τί νομίζετε, αυτοί ήθελαν ή δεν ήθελαν να σκοτώσουν το γιο σας;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Όχι να σκοτώσουν μόνο το γιο μου, όταν ρίχνεις μία ρουκέτα στο Σύνταγμα, δε στοχεύεις έναν άνθρωπο, στοχεύεις πολλούς. Ο γιος μου έγινε θυσία πιστεύω, δεν είναι δυνατό μέσα στο Σύνταγμα να ρίχνεις ρουκέτα για να σκοτώσεις έναν.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μάθατε αν εκείνοι που εκτόξευσαν τη ρουκέτα ήταν ένας ή πολλοί; Αν το συμβάν μετείχε ένας ή ήταν δράστες περισσότεροι και πόσοι, αν μάθατε.
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Απ’ ότι έμαθα, σίγουρα δεν είναι ένας, δε μπορεί να έκανε ένας μόνο αυτή τη δουλειά. Δεν είναι δυνατόν, και με την απλή λογική αλλά και κατόπιν απ’ ότι μάθαμε και από τις έρευνες που γίνονταν, σίγουρα δεν ήταν ένας. Εγώ τότε έκανα μία έκκληση στις τρεις μέρες που πήγα και προσκύνησα εκεί που έπεσε ο γιος μου.
Έκανα έκκληση κάνοντας αυτό το κηδειόσημο και κολλώντας το παντού, τους παρακάλεσα «τρομοκράτες καταθέστε τα όπλα, για αντάλλαγμα σας δίνω τη ζωή μου. Σας αγαπώ, Θάνος›. Χαμογελούσε και αγαπούσε τη ζωή. Είχε δημιουργικές ιδέες και ήταν ένα λαμπρό μέλλον. Ήταν 20 χρονών. Τους προκάλεσα, δεν είχα ποτέ μία απάντηση. Δεν είχα κάτι. Περίμενα αυτή τη στιγμή, γιατί δεν έχω μιλήσει ποτέ μου, να πω αυτά που θέλω να πω, ότι σίγουρα ο γιος μου ήταν ένα παιδί που θα πρόσφερε στην κοινωνία.
Ξέχωρα απ’ αυτό δημιουργήθηκαν πάρα πολλά προβλήματα στην οικογένειά μου. Είχα ένα ανήλικο παιδί 7 ετών. Ο μεγάλος μου ο γιος έπρεπε να στηρίξει και άφησε σπουδές όταν ήταν σχεδόν στο πτυχίο, να στηρίξουμε τη δουλειά μας για να ζήσουμε τον μικρό Πέτρο που δεν έφταιξε σε τίποτα. Που μεγάλωσε με τις θείες μου, την αδερφή μου και δεν το χάρηκα. Γιατί αν είχα τα δυο μου τα παιδιά κοντά μου θα έφευγα το μεσημέρι και θα περίμενα το παιδί μου στο σπίτι. Αυτό δεν έζησε τότε τα χρόνια, προσπάθησε, δυνάμωσε, έχω ένα παιδί τώρα που λίγες μέρες πριν έκλεισε τα 18.
Ο γιος μου δεν πήρε το πτυχίο, ένας μαθητής, ένας φοιτητής πάρα πολύ καλός με πάρα πολλά βραβεία όπως και ο Θάνος μου, δε μπόρεσε γιατί έπρεπε να δουλέψουμε. Έπρεπε να δουλέψω κι εγώ και δε χάρηκα το παιδί. Πέρα από το Θάνο που μέσω αυτού έγραψα και αυτό, την τρίτη ημέρα είχαμε πάει στο Γ’ Νεκροταφείο και το φτιάξαμε εκεί και το πήρα το απόγευμα να τους παρακαλέσω να σταματήσουν στη μνήμη του παιδιού μου και να βρουν κάπου να σταθούν.
Από κει και πέρα όμως αυτοί συνέχισαν και άφησαν πίσω τους κι άλλα ορφανά παιδιά. Δεν άκουσαν τίποτα. Πέρα απ’ αυτό που ήθελα μέσω του γιου μου να προσφέρω, δημιουργήθηκε και ο σύλλογος. Ο Σύλλογος Αλληλεγγύης στα θύματα της τρομοκρατίας. Προσπαθήσαμε να συσπειρωθούμε όλοι με πολύ φιλειρηνικά μέσα. Έχουμε δουλέψει πάρα πολύ και στις τότε εποχές που ήταν δύσκολα και δεν ακουγόμαστε, όταν θέλαμε να ανακοινώσουμε ένα μνημόσυνο, αν μη τι άλλο, ήθελα – ο γιος μου κάθε φορά στα μνημόσυνα αυτά διαβαζόταν με τη σειρά του όπως έχουν χαθεί όλοι αυτοί οι άνθρωποι, η μνήμη αυτών των ανθρώπων να μη σβηστεί ποτέ.
Υπήρχαν τα ατέλειωτα γιατί των παιδιών, των οικογενειών, όλο αυτό που, πιστέψτε με, έχω μιλήσει πάρα πολύ, με όλες τις οικογένειες, έχω μιλήσει με τα παιδιά όλων αυτών που έχουν χάσει γονείς, με τα αδέρφια, υπάρχει στα μάτια πάντα ένα ερώτημα, το «γιατί›.
Ν. ΛΙΒΟΣ: Κυρία μάρτυς, μας είπατε την αιτία του θανάτου του Θάνου. Ήθελα να ρωτήσω, τα πορίσματα της νεκροψίας τα ξέρετε;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Ναι, γιατί ήθελα να δω κι εγώ, πριν δυο χρόνια το καλοκαίρι έκανα την εκταφή του γιου μου.
Ν. ΛΙΒΟΣ: Για τη νεκροψία σας ρωτώ.
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Είχε στον δεξιό θώρακα.....
Ν. ΛΙΒΟΣ: Είχατε δικό σας άνθρωπο εκεί;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Ήταν μέσα στον ιατροδικαστή κ. Νόνα ένας φίλος γιατρός, ο Παναγιώτης Μελάς, ο οποίος ήταν μέσα κι όταν μετά μου εξήγησε ότι δεν υπήρχε περίπτωση το παιδί να ζήσει, είχε τέτοια τραύματα που ο ίδιος ο Γιακούμπ και πλήθος γιατρών με χειρουργείο επί τόπου, το παιδί δε μπορούσε να ζήσει με το τραύμα αυτό που είχε δεχθεί.
Ν. ΛΙΒΟΣ: Μπορείτε να πείτε και στο Δικαστήριο για την εκταφή; Είδατε ακριβώς; Για ποιο λόγο έγινε εκταφή;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Είχαμε έναν οικογενειακό τάφο στο Γ’ Νεκροταφείο κι επειδή ήταν και ο άντρας μου εκεί, μπήκε και το παιδί εκεί. Όμως ήταν πάρα πολύ μακριά, έβγαινα μούσκεμα από τη βροχή όταν έβρεχε, με είχαν αρπάξει σκυλιά απόγευμα, όταν έφευγα για να πάω να τον συναντήσω λίγο, να αισθανθώ κοντά του περισσότερο και θέλησα να το μεταφέρω μπροστά. Έκανα ενέργειες, πήρα έναν τάφο μπροστά γιατί αντέχω και πάω, δεν ξέρω αργότερα, και ήθελα να πηγαίνω κοντά.
Έγινε η εκταφή την οποία ήθελα να παρακολουθήσω εγώ, μου έδωσαν όμως και κάποια ηρεμιστικά. Αλλά στο αντίκρισμα όλων αυτών που έβλεπα δεν πίστευα, είδα με τα μάτια μου ότι δεν υπήρχε η δεξιά η πλευρά ολόκληρη και από την άλλη έβγαιναν κομμάτια τα θραύσματα που του είχαν καταστρέψει το θώρακα.
Ν. ΛΙΒΟΣ: Βοήθεια από το κράτος είχατε;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Μεμονωμένα έδωσαν σ’ ένα δρομάκι το όνομά του πράγμα που έγινε και ο Σύλλογος κατόπιν. Εγώ θα ήθελα να υπάρχει ένας δρόμος για όλα τα θύματα. Όταν έχουμε να κάνουμε με νεκρούς οφείλουμε σεβασμό. Δεν δικάστηκαν και δεν μπορεί να τους καταδικάζει κάποιος, κάποιοι.
Ν. ΛΙΒΟΣ: Αποζημίωση πήρατε;
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Όχι.
Ν. ΛΙΒΟΣ: Γιατί όχι; Είναι σημαντικό κ. Πρόεδρε να ακουστεί για ποιο λόγο.
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Το κράτος δεν στάθηκε, η πολιτεία. Έχω ακούσει πολλές φορές, μία σύνταξη η οποία δόθηκε και με αυτή διατηρώ το Σύλλογο κάνοντας τα μνημόσυνα αυτά που κοστίζουν. Έχουμε κάνει πάρα πολλές δωρεές σε Συλλόγους με παιδιά, σε γέροντες. Κάποια στιγμή να σας τα δώσω. Τις οικογένειες τις ίδιες βοηθώντας είτε με κάποιες νομοθεσίες γύρω από αυτά που θέλουν.
Ν. ΛΙΒΟΣ: Δεν έχω άλλη ερώτηση κ. Πρόεδρε.
Γ. ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Κυρία Αξαρλιάν, θέλω ειλικρινά να εκφράσω την λύπη μου για την απώλεια του παιδιού σας. Αντιλαμβάνομαι ότι η έκφραση της λύπης μου δεν μπορεί να μετριάσει τον πόνο για την απώλεια του παιδιού σας, ενός παιδιού 20 χρονών. Παρακαλώ δεχθείτε τα συλλυπητήρια και από την δική μας πλευρά και δεν έχουμε να κάνουμε καμία ερώτηση.
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Για συλλυπητήρια; Είναι πολύ αργά για να δεχθώ κάτι, πάρα πολύ αργά. Όταν εγώ τους προκάλεσα, τους παρακάλεσα και δεν είχα ποτέ τους, είναι πάρα πολύ αργά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Ιωάννης Παλαιοκρασσάς.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Εγώ θέλω να πω κάτι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Κουφοντίνας κάτι θέλει να πει.
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Δεν με ενδιαφέρει. Δεν υπάρχουν για μένα οι άνθρωποι αυτοί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν υπάρχετε γι αυτήν καθόλου.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Εγώ θα εκφράσω την πιο βαθιά μας λύπη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλει να εκφράσει βαθιά λύπη. Έτσι λέει. Αυτό ακούστηκε.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Να ρωτήσω κάτι τον κ. Γιωτόπουλο. Σχετικά με αυτή εδώ την πράξη περιμένω να μου πείτε ποια ήταν η δική σας η δράση;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κοιτάξτε κ. Εισαγγελέα, με έχετε ρωτήσει επανειλημμένα και ξέρετε την απάντηση.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δεν την ξέρω.
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Για όλες τις προηγούμενες, σας είπα ότι δεν έχω καμία σχέση και επιμένετε να ζητάτε το ίδιο πράγμα.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Επειδή κατηγορείστε.
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Και γι αυτά. Κατηγορούμαι για όλες τις ιστορίες σαν ηθικός αυτουργός και κάθε φορά μου κάνετε ερωτήσεις και σας απαντάω το ίδιο πράγμα.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ποια είναι η θέση σας γι αυτή την πράξη;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Διαφωνώ όπως για όλες τις ενέργειες.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Διαφωνείτε;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Γιατί διαφωνείτε;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Τα έχω εξηγήσει. Διαφωνώ.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εκτιμούνται όλα, το ξέρετε.
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Διότι είναι αναντίστοιχη με το πολιτικό κλίμα η χρησιμοποίηση βίας. Αναντίστοιχη.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δηλαδή έπρεπε να υπάρχει βία αλλά άλλου είδους;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, δεν λέω αυτό.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τί εννοείτε;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Να σας αναπτύξω αυτό το ζήτημα τώρα;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Με δυο κουβέντες αν θέλετε.
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Σας λέω διαφωνώ με αυτή την χρήση.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Διαφωνείτε;
Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μάλιστα.
Ν. ΛΙΒΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, για την συγγνώμη που ζητάει ο κ. κατηγορούμενος, έχω εφημερίδες της εποχής, διάφορες εφημερίδες και αποσπάσματα σε φωτοτυπίες που έχει γίνει πρώτο ζήτημα ότι ήδη η κα μάρτυς είχε καλέσει τους κατηγορούμενους από τότε να σταματήσουν και να τους δώσει την συγγνώμη. Γιατί κ. Πρόεδρε όταν κάποιος με πράξεις σκοτώνει πρέπει με πράξεις επίσης να επανέρχεται. Ορίστε, πολλές εφημερίδες εκείνης της εποχής «καταθέστε τα όπλα› αυτά που διάβασε προηγουμένως η κα μάρτυς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορείτε να μας τις δώσετε. Αν θεωρηθούν αναγνωσθέες και να τις δει και Υπεράσπιση άμα θέλει. Αναγνώσθησαν αυτά τα έγγραφα.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Παρακαλώ τον κ. Κωνσταντίνο Τέλιο. Σας ακούω.
Κ. ΤΕΛΙΟΣ: Καταρχήν θέλω να εκφράσω την βαθύτατη συντριβή μου και την βαθύτατη οδύνη μου για το περιστατικό αυτό. Ήμουν παρών.
ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελεύ, να μην πιεστεί άλλο ο κ. Τέλιος παρακαλώ γιατί είναι γνωστά τα προβλήματα του κατηγορουμένου ήδη αυτές τις μέρες στο Δικαστήριό σας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι πιο γνωστά όμως τα προβλήματα της διαδικασίας και των άλλων.
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Τα προβλήματα τα δικά μας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ κ. Συνήγορε, άμα θέλει ο κ. Τέλιος να πει «δεν μπορώ να συνεχίσω› και να καθίσει κάτω.
Κ. ΤΕΛΙΟΣ: Μπορώ να πω δυο λόγια. Θέλω να δηλώσω την βαθύτατη συντριβή μου, την οδύνη μου για το περιστατικό αυτό. Ήμουν παρών στην ενέργεια εκείνη και επιφυλάσσομαι για τα υπόλοιπα.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μόνος ή με άλλους;
Κ. ΤΕΛΙΟΣ: Με άλλους. Αλλά επιφυλάσσομαι να σας πω τα υπόλοιπα στην απολογία μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καθίστε κ. Τέλιο, εντάξει. Κυρία Αξαρλιάν, μπορείτε να πηγαίνετε.
Σ. ΑΞΑΡΛΙΑΝ: Ευχαριστώ πολύ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Παλαιοκρασσάς. Παρίσταται Πολιτική Αγωγή, επομένως δεν ορκίζεστε. Και για σας εκφράζουμε βέβαια την λύπη μας για όλο αυτό το περιστατικό.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Ευχαριστώ πολύ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αλλά εδώ ψάχνουμε όπως ξέρετε την αλήθεια, συγκεκριμένα πρόσωπα, συγκεκριμένες πράξεις. Εσείς βέβαια περιγραφικά πρέπει να μας Φαναφέρετε το βιοτικό συμβάν το οποίο ζήσατε ο ίδιος όπως το ζήσατε. Προσπαθήστε να το αναπλάσετε.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, όπως καταθέσω και ενώπιον του Ειδικού Ανακριτού, αυτό δεν ήταν το πρώτο συμβάν στη ζωή μου. Στις 2 Απριλίου 1983 από άγνωστους μέχρι στιγμής τρομοκράτες προκλήθηκε έκρηξη τριών εκρηκτικών μηχανισμών με τηλεχειρισμό στο ξενοδοχείο ΠΛΩΤΙΝΗ όπου μιλούσα σε συνεστίαση της Νέας Δημοκρατίας.
Επομένως ήξερα αορίστως ότι ήμουν στόχος. Το καλοκαίρι του 1989 με προειδοποίησαν ότι διατρέχω μεγαλύτερο κίνδυνο και ότι έπρεπε να πάρω και μέτρα. Εγώ μέτρα δεν μπορούσα να πάρω. Ως Βουλευτής είχα έναν Αστυνομικό ο οποίος με φύλαγε. Οι Αστυνομικές Αρχές όμως έλαβαν τέτοια μέτρα τα οποία ενισχύθηκαν αργότερα όταν ορκίστηκα και Υπουργός.
Την ημέρα εκείνη έφυγα νωρίς από το Υπουργείο. Συνήθως στο Υπουργείο πήγαινα το πρωί κατά τις 08:30-09:00 και έφευγα μετά τις 18:00΄. Εκείνη την ημέρα επειδή είχα μία σύσκεψη, μία συνάντηση με τον Αρχηγό του Στόλου για να συζητήσουμε τα του ΚΥΣΕΑ που θα ελάμβανε χώρα μετά από 2 ημέρες έφυγα νωρίς. Επειδή θα περνούσα από το σπίτι μου ήρθε μαζί μου και η γυναίκα μου η οποία βρισκόταν εκείνη την ημέρα στην Αθήνα και μία φίλη της κόρης μας για να τους αφήσω στην Κηφισιά και μετά να προχωρήσω εγώ στην συνάντηση που είχαμε στην Αγία Μαρίνα.
Κατέβηκα λίγο μετά τις 16:00΄. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο, μπήκαν πρώτα οι άλλοι κι εγώ πήγα να μπω τελευταίος. Είχε καθίσει ο οδηγός-αστυφύλακας στη θέση του και πήγα να μπω στη θέση του Συνοδηγού. Εκείνη την τελευταία στιγμή μου ήρθε μία έμπνευση – εγώ λέω ότι ο Θεός με φώτισε – και ζήτησα από τον οδηγό να φύγει και να οδηγήσω εγώ.
Πράγματι ανέλαβα την οδήγηση και προχώρησα πάρα πολύ προσεκτικά για να πάρω την στροφή από την Καραγιώργη Σερβίας αριστερά προς την Βουλής και μετά βγαίναμε στην Ερμού και φεύγαμε από κει. Η Ερμού δεν ήταν πεζόδρομος τότε.
Ξαφνικά και όταν ήμασταν πάνω στην στροφή ακούστηκε ένας υπόκωφος κρότος και αμέσως μετά τυλίχθηκε το μπροστινό μέρος του αυτοκινήτου στις φλόγες. Εγώ νόμιζα ότι επρόκειτο για βόμβα, ότι είχαν βάλει κάποιον εκρηκτικό μηχανισμό, ίσως επηρεασμένος από την πρώτη απόπειρα.
Περίμενα και φοβόμουν ότι θα ανατιναχθεί η μηχανή του αυτοκινήτου, οι βενζίνες κλπ και γι αυτό είπα σε όλους τους συνεπιβαίνοντες «ανοίξτε τις πόρτες και απομακρυνθείτε όσο μπορείτε πιο γρήγορα πίσω προς το Υπουργείο›. Τελευταίος βγήκα εγώ. Βγαίνοντας πάτησα στην άσφαλτο η οποία είχε λιώσει και γλίστρησα και θα έπεφτα κάτω εάν δεν πιανόμουν από την πόρτα του αυτοκινήτου.
Συγκρατήθηκα και μετά έφυγα κι εγώ προς το Υπουργείο. Εκείνα τα δευτερόλεπτα που έγινε αυτό το συμβάν, οι φλόγες με τύλιξαν από την δεξιά πλευρά και πήραν φωτιά τα μαλλιά μου. Έβγαλα το σακάκι μου και έσβησα αυτή την φωτιά, κουκουλώθηκα και την έσβησα και μετά προχώρησα. Εκείνη την ώρα εμφανίστηκε ο πρώτος Αστυνομικός ο οποίος με πήρε και με έσπρωξε πιο γρήγορα προς το Υπουργείο.
Όταν ανέβηκα επάνω και αφού είχε προπορευθεί λίγα βήματα πριν από μένα η γυναίκα μου και το άλλο το κοριτσάκι πρώτον, είδα την μικρή μου την κόρη η οποία είχε μείνει για να πάει στην δουλειά της εν συνεχεία και ήταν σε κατάσταση νευρικής κρίσεως. Καλέσαμε έναν γιατρό και μετά από τους πρώτους που ήρθαν, ίσως ο πρώτος ήταν ένας συνάδελφος Βουλευτής, ο κ. Αθανάσιος Βελίκης ο οποίος μάλιστα ήταν και γιατρός χειρούργος και ο οποίος αυτός πρώτος μου είπε ότι υπήρχε και θύμα στην επίθεση αυτή. Εγώ επειδή ήμουν από την άλλη μεριά του αυτοκινήτου δεν αντελήφθην .........
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλετε να διακόψουμε λίγο.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διότι σας βλέπω έντονα συγκινημένο. Δεν θέλω να υποβάλλεστε σε δοκιμασία εδώ στο Δικαστήριο.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Όχι κ. Πρόεδρε, θα συνέλθω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καταλαβαίνω οπωσδήποτε την φόρτισή σας. Αν θέλετε πάντως μπορούμε να διακόψουμε.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Μετά από αυτό δεν έχω να πω τίποτε άλλο. Έτσι εκτυλίχθηκε το συμβάν. Εγώ δεν αντελήφθην κανένα άλλο, αλλά ότι ήταν βέβαιο ότι ήθελαν να με σκοτώσουν. Συνάγεται άλλωστε και από τις προκηρύξεις. Το μόνο άλλο που ήθελα να πω είναι ότι περιμένω κι εγώ την απόφαση του Δικαστηρίου σας για να αποδοθεί δικαιοσύνη κυρίως στα θύματα και για να φανεί και η αλήθεια γιατί κι εγώ παραμένω με ένα μεγάλο ερωτηματικό. Γιατί ήμουν στόχος;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλω να μου πείτε ορισμένα πράγματα. Αυτά ήταν ιδίων αισθήσεων που αντιληφθήκατε. Τί όμως ακριβώς έγινε; Δηλαδή ρουκέτες; Ρουκέτα μία, δύο, από πού, με τί στόχο, πέτυχαν το στόχο; Και οι δύο – αν ήταν δύο – τί ακριβώς έγινε;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Όχι, μία ρουκέτα ήταν όπως έμαθα μετά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν υπήρχε δεύτερη;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η οποία πέτυχε το μπροστινό μέρος του αυτοκινήτου.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Όχι. Αν το είχε πετύχει κ. Πρόεδρε όπως μου είπαν μετά ειδικοί του στρατού Στρατηγοί δεν θα ζούσε κανένας μας. Διότι αυτή είναι αντιαρματική ρουκέτα η οποία αναπτύσσει τεράστιες θερμοκρασίες στον κώνο της. Ευτυχώς επειδή ακριβώς οδήγησα αργά και πήρα και την στροφή ανοιχτά, αυτή εξερράγη 30 εκατοστά, πέρασε μάλλον 30 εκατοστά από τον προφυλακτήρα του αυτοκινήτου και εξερράγη στο οδόστρωμα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στο οδόστρωμα πόσο κοντά από το μέρος που βρισκόσασταν;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Εγώ έτσι που το είδα εκείνη την ώρα, σχεδόν κάτω από τον προφυλακτήρα. Δηλαδή επειδή ήρθε λοξά από το πρώτο πάτωμα και ήταν το αυτοκίνητο έτσι, πέρασε 30 εκατοστά κατ’ αυτήν την έννοια τον προφυλακτήρα και εξερράγη σχεδόν κάτω από τον προφυλακτήρα και προς το αριστερό μέρος του αυτοκινήτου αν θυμάμαι σωστά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εάν χτύπαγε το αυτοκίνητο μπροστά, στην οροφή;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Όπου και να το χτύπαγε κατά τους Στρατηγούς αυτούς θα είχε διαλυθεί το αυτοκίνητο, θα είχε πολτοποιηθεί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και τα άτομα τα οποία ήσαν μέσα;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Θα είχαν σκοτωθεί σίγουρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εκτός από τα άτομα που ήσαν μέσα, από την εξακόντιση μιας τέτοιας συσκευής εκρηκτικής όπως λέγεται η ρουκέτα, μπορούσε να σκοτωθεί και κάποιος άλλος ή να τραυματιστεί ή να ζημιωθούν περιουσίες ή οτιδήποτε άλλο εκεί γύρω, εκτός βέβαια όπως λέτε στόχος ήσασταν εσείς. Κανένας άλλος μπορούσε; Υπήρχε κόσμος εκείνη την ώρα καταρχήν που περνούσαν στο δρόμο;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Υπήρχε, διότι σε αυτό το σημείο Καραγιώργη Σερβίας και Βουλής ένα βήμα από το Σύνταγμα υπάρχει κόσμος ακόμα και τη νύχτα. Ιδίως εκείνη την ημέρα....
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήταν μεσημεράκι.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Ήταν μεσημεράκι, ήταν εργάσιμη ημέρα, ήταν Τρίτη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και υπήρχε κίνηση στο δρόμο.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Υπήρχε κίνηση. Πάντοτε υπήρχε κίνηση. Εμείς φεύγαμε διάφορες ώρες. Ακόμα και όταν έφευγα, τις συνήθεις ώρες που έφευγα πάλι είχε κίνηση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ας πάμε λίγο στα αίτια. Καταρχήν δράστες ποιους νομίζετε εσείς;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Απ’ ότι έχω διαβάσει από τις εφημερίδες και το κατηγορητήριο, διάβασα ότι κατηγορούνται ο Δημήτριος Κουφοντίνας και Σάββας Ξηρός, ο Χριστόδουλος Ξηρός, Βασίλειος Τζωρτζάτος και Κωνσταντίνος Τέλιος ως συνεργοί και Αναστάσιος Γιωτόπουλος ως ηθικός αυτουργός.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτά βέβαια χωρίς ιδία γνώση ή αντίληψη, ότι διαβάσατε.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Αυτά τα διάβασα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καταρχήν αυτή η πράξη μπορούσε να έχει γίνει μόνο από ένα πρόσωπο κατά την δική σας εκτίμηση;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Όχι, γιατί να στηθεί ο μηχανισμός εκτοξεύσεως, να τοποθετηθεί η ρουκέτα, να παρακολουθείται πότε φεύγω εγώ για να πυροδοτηθεί πιστεύω ότι ήθελε τουλάχιστον 2 –3 άτομα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από ποιο μέρος πυροδοτήθηκε;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Από το πρώτο πάτωμα ενός κτιρίου που ήταν στην διασταύρωση Βουλής και Καραγιώργης Σερβίας. Αυτό που είχε κάτω στο ισόγειο την παλέτα, ένα κατάστημα που πούλαγε πίνακες, έκανε κορνίζες.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ας πάμε λίγο στα αίτια. Φυσικά θέλω να μας πείτε πρώτα τί θέση κατείχατε; Καταρχήν είσαστε πολιτικός παλιός πάρα πολλά χρόνια.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, από τα 45 χρόνια της ζωής μου που δουλεύω τα 17 ήμουν στην πολιτική και μπήκα στην πολιτική όταν με κάλεσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής διότι πίστευα μετά την δικτατορία ότι όσοι μπορούσαμε να προσφέρουμε κάτι εις την ανασυγκρότηση αυτού του τόπου έπρεπε να το κάνουμε. Απεχώρησα πάλι όταν διαπίστωσα ότι οι συνθήκες της πολιτικής ζωής είχαν εξελιχθεί έτσι που εγώ δεν μπορούσα να προσφέρω. Μπήκα καθαρός από διάθεση προσφοράς. Τότε έχω κάνει δύο φορές Υπουργός.
Η πρώτη μου δουλειά ήταν Υπουργός Συντονισμού. Τότε, την πρώτη φορά είχα ασχοληθεί με τις δημόσιες επενδύσεις, με την περιφερειακή ανάπτυξη και με το περιβάλλον και είχα κάνει διάφορα πράγματα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήσαστε λοιπόν ένα γνωστό πολιτικό πρόσωπο εκείνη την εποχή.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Ναι και από τότε ξεκίνησα να είμαι πολιτικό πρόσωπο, το 1977.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κατά το χρόνο λοιπόν του συμβάντος ήσαστε γνωστό πολιτικό πρόσωπο και εν ενεργεία Υπουργός των Οικονομικών. Την προκήρυξη τη διαβάσατε;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Τη διάβασα, οφείλω να πω με κόπο, γιατί αυτά που λέει είναι μεταξύ ασυναρτησιών και υποθέσεων φαντασίας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βλέπετε κάποιον πολιτικό λόγο να διαφαίνεται μέσα σε αυτή την προκήρυξη; Δηλαδή έστω και έναν ο οποίος αποκλίνει από τα παραδεδεγμένα μέσα στα όρια μιας δημοκρατίας του τύπου του δικού μας. Δηλαδή της δημοκρατίας η οποία διαγράφεται στα πλαίσια του συντάγματος. Βλέπετε έναν πολιτικό λόγο, ή βλέπετε, όπως είπατε, μόνο ασυναρτησίες;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Εγώ δε μπορώ να το πω αυτό πολιτικό λόγο. Δεν ξέρω αν οι συγγραφείς το λένε, εγώ δε μπορώ να το χαρακτηρίσω πολιτικό λόγο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δίνει κάποιο πολιτικό στίγμα;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Δίνει, μυρίζει μαρξιστικές θεωρίες παρωχημένες όμως ακόμα και για την εποχή τους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορεί κάποιος, για οποιαδήποτε πολιτική πεποίθηση, έστω και παρωχημένης εποχής, μπορεί να δικαιολογήσει την αφαίρεση μιας ανθρώπινης ζωής;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Ασφαλώς όχι κ. Πρόεδρε. Είναι αυτονόητο άλλωστε γι αυτό διαμαρτυρόμαστε και τώρα για τις πράξεις των Αμερικανών στο Ιράκ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η δημοκρατία μας δίνει τα περιθώρια μιας πολιτικής δράσης χωρίς να έχουμε ανάγκη να καταφύγουμε σε τέτοια πράγματα;
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Ασφαλώς και τις έδινε συνεχώς και τότε και τώρα, κάθε μέρα βλέπουμε τα συλλαλητήρια αλλά υπάρχει ελευθεροτυπία, έχουμε τόσα ΜΜΕ τα οποία επιζητούν μάλιστα ανθρώπους να εκδηλωθούν μέσα απ’ αυτά και να δηλώσουν τις θέσεις τους, τις πεποιθήσεις τους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σε κάθε περίπτωση μπορεί να είναι μια δολοφονία, μια απόπειρα, οτιδήποτε άλλο τέτοιο, μπορεί να αποτελέσει μοχλό μιας πολιτικής μεταβολής ως αποτέλεσμα το οποίο να είναι εφικτό, όχι απλώς σκοπούμένο. Δηλαδή αν εσάς σας σκότωναν, τί θα μπορούσε να είχε γίνει; Θα άλλαζε τελείως το δημοκρατικό καθεστώς ή θα παίρναμε έναν άλλον Υπουργό, θα λέγαμε «ήταν πολύ καλός αυτός....›
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Ασφαλώς όχι κ. Πρόεδρε. Θα γινόταν η κηδεία μου δημοσία δαπάνη. Αυτό θα ήταν η μόνη συνέπεια δημοσία και θα επιβαρύνονταν τα δημόσια οικονομικά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν θα είχε καμία επίπτωση πολιτική αυτό.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Ασφαλώς όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάνω δηλαδή στη δομή του πολιτεύματος, αυτό με ενδιαφέρει, όχι τίποτε άλλο.
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Μα δε μπορούσε να έχει, ακόμα και 5 δολοφονίες να γίνονταν και να γίνονταν και την ίδια μέρα, πάλι δεν θα είχε. Αυτό είναι σίγουρο και από την ιστορία αλλά είναι σίγουρο και από τις συγκεκριμένες συνθήκες που επικρατούσαν στην Ελλάδα εκείνη την εποχή.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ξέρετε, επειδή είστε πολιτικός, διατελέσατε εν πάση περιπτώσει, λέτε τώρα έχετε αποσυρθεί από την πολιτική....
Ι. ΠΑΛΑΙΟΚΡΑΣΣΑΣ: Ναι, από το ’94 που τελείωσα τη θητεία μου...
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γι αυτό σας ρωτώ αυτά τα πράγματα, διότι θέλω το Δικαστήριο να περάσει και στη νοοτροπία και στα κίνητρα και σε όλα, αλλά θέλω να τα δω πώς τα βλέπετε κι εσείς. Εσείς λοιπόν δε βλέπετε ότι αυτά μπορούν να αποτελέσουν κίνητρα πολιτικής δράσης.