Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Και έχω δικαίωμα κ. Πρόεδρε και δεν καταλαβαίνω γιατί όλοι εξανίστανται.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας είπα όχι;
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Αλλά θέλω να κάνω μία παρατήρηση σε σχέση με την χθεσινή διαδικασία. Οφείλω να την κάνω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τελειώσαμε με αυτή.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Για τον κ. Κουρκάκη οφείλω να πω κάτι και θέλω να το πω. Δημιουργήθηκαν χθες κάποιες εντάσεις στη διαδικασία και εν πολλοίς ήμουν και εγώ υπεύθυνη. Δημιουργούνται και τώρα και γι αυτό νοιώθω την ανάγκη να επανέλθω. Ήμουν κι εγώ υπεύθυνη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν αφήνετε και καρφίτσα να πέσει κάτω.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Να δείτε η πολιτική αγωγή.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας λέω, κι εσείς δεν αφήνετε καρφίτσα να πέσει.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Δεχόμαστε πρόκες κ. Πρόεδρε όχι καρφίτσες.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάλι τα ίδια.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Να πω ότι στα πλαίσια της έντασης αυτής η οποία δημιουργήθηκε χθες, νομίζω ότι σε κάποια στιγμή και με την οξύτητα αυτή η οποία δημιουργήθηκε, έκανα κάποια παρατήρηση με την οποία ήμουν άδικη έναντι του κ. Εφέτη. Οφείλω να το πω, να το παραδεχθώ και να ζητήσω συγγνώμη. Αυτό θέλω να πω. Σας ζητώ συγγνώμη ειλικρινά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι πραγματικά δείγμα ήθους συνηγόρου αυτό και το εκτιμούμε πάρα πολύ όπως έχουμε εκτιμήσει και μέχρι τώρα την δική σας συμπεριφορά θετικά, εγώ τουλάχιστον. Μπορούμε να προχωρήσουμε στην ανάγνωση. Μην μου τρώτε την ώρα με τέτοια. Σας παρακαλώ πολύ όλους. Έχουμε μία δίκη που δεν ξέρουμε αν θα τελειώσει ποτέ.
ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Θα τελειώσει κ. Πρόεδρε. Μην το λέτε συνέχεια αυτό. Θα τελειώσει τον άλλο μήνα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον άλλο μήνα; Μου αρέσει πάρα πολύ η αισιοδοξία σας και δεν ξέρετε τί μπορώ να σας δώσω κι εγώ δικό μου, αν έχω κάτι επειδή είστε τόσο αισιόδοξος. Αλλά δεν έχω δυστυχώς τίποτα.
Ν. ΖΑΪΡΗΣ: (Διαβάζει):
«Επαναστατική Οργάνωση 17 ΝΟΕΜΒΡΗ Αθήνα Μάρτης 2000
«... Στο δεύτερο ήμισυ του «Σύντομου Εικοστού Αιώνα› έγινε πάντως πιο καθαρό ότι ο πρώτος κόσμος μπορεί να κερδίσει ορισμένες μάχες ενάντια στον τρίτο κόσμο, όχι όμως τον πόλεμο. Ακόμη κι αν κέρδιζε η νίκη του δεν θα μπορούσε να εγγυηθεί τον έλεγχο αυτών των εδαφών. Το μεγάλο ατού του ιμπεριαλισμού εξαφανίστηκε: η προθυμία με την οποία οι ιθαγενείς πληθυσμοί των αποικιών, μετά την κατάληψή τους αποδέχονταν χωρίς να δυσανασχετούν την διακυβέρνησή τους από μια χούφτα κατακτητές.
Ενώ η αυτοκρατορία των Αψβούργων δεν δυσκολεύτηκε καθόλου στη διοίκηση της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, στην αρχή της δεκαετίας του 1990 οι δυτικοί στρατιωτικοί σύμβουλοι, ανέλυσαν στις κυβερνήσεις τους ότι η ειρήνευση της δύστυχης αυτής χώρας που σπαράσσονταν από τον πόλεμο απαιτούσε την παρουσία πολλών εκατοντάδων χιλιάδων στρατιωτών δηλαδή την κινητοποίηση δυνάμεων που απαιτούνται για ένα μεγάλο πόλεμο και για μια απροσδιόριστη χρονική διάρκεια.
Η Σομαλία υπήρξε πάντα μια δύσκολη αποικία και ενίοτε η Μ. Βρετανία αναγκάστηκε να στείλει για σύντομο χρονικό διάστημα στρατιωτικές δυνάμεις της τάξης της μεραρχίας με διοικητή στρατηγό. Τόσο όμως στη Ρώμη όσο και στο Λονδίνο κανείς δεν διανοήθηκε ποτέ, ότι ακόμη και αυτός ο Μωχάμεντ Μπεν Αμπαλά, ο διάσημος «Μαντ Μουλάχ› θα μπορούσε να δημιουργήσει άλυτα προβλήματα στις βρετανικές και ιταλικές αποικιοκρατικές κυβερνήσεις.
Κι όμως στις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι ΗΠΑ και οι άλλες στρατιωτικές δυνάμεις κατοχής του ΟΗΕ, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν ατιμωτικά όταν βρέθηκαν μπρος στην προοπτική μιας αόριστης χρονικά κατοχής χωρίς καθαρούς στόχους. Ακόμη κι αυτές οι ισχυρές ΗΠΑ χλώμιασαν όταν στην Αϊτή –τον παραδοσιακό δορυφόρο της Ουάσιγκτον- ένας στρατηγός, επικεφαλής στρατού εκπαιδευμένου και εξοπλισμένου από τις ΗΠΑ, εμπόδισε έναν εκλεγμένο πρόεδρο, υποστηριζόμενον από τους Αμερικανούς, να επιστρέψει στη χώρα και προκάλεσε τις ΗΠΑ να καταλάβουν εκ νέου τη χώρα. Οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να εισβάλλουν ενώ τόχαν από το 1915 ως το 1934: όχι γιατί οι χίλιοι περίπου φαντάροι του στρατού της Αϊτής αποτελούσαν σοβαρό στρατιωτικό πρόβλημα για τους Αμερικανούς, αλλά γιατί δεν ήταν πια ικανοί να επιλύσουν με την ισχύ τους, το ζήτημα της Αϊτής...›
Ε. Χομπσμπάουμ,
Ο Αιώνας των ¶κρων,
Ιστορία του Σύντομου Εικοστού Αιώνα 1914- 1991.
Στην προπέρσινη προκήρυξή μας, αντιδιαστέλλοντας τον πατριωτισμό τόσο από τον ελληνικό εθνικισμό όσο και από το δυτικό ρατσιστικό εθνικισμό υποστηρίζαμε ότι ενώ στη Δύση υπάρχει πλατιά συναίνεση υπέρ των στρατιωτικών επεμβάσεων στον τρίτο κόσμο, πούχει τις ρίζες του στη σχετικά πρόσφατη αποικιοκρατική πολιτική της, στην Ελλάδα δεν υπάρχει. Γιατί η σύγχρονη Ελλάδα δεν είχε τέτοια δράση, αντίθετα υπήρξε η ίδια θύμα επεμβάσεων. Πριν περάσει χρόνος ήρθαν τα τραγικά γεγονός στο Κόσοβο και οι μαζικοί αμερικανό-νατοϊκοί βομβαρδισμοί της Γιουγκοσλαβίας να μας δικαιώσουν.
Ενώ ο ελληνικός λαός στη συντριπτική του πλειοψηφία, όπως τόδειξαν η πληθώρα των πηγαίων εκδηλώσεών του, αλλά και οι δημοσκοπήσεις καταδίκαζε απερίφραστα τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς και απέρριπτε τις χονδροειδείς δικαιολογίες περί «ανθρωπιστικού πολέμου› και το νέο, προς αφελείς, ιδεολόγημα περί «υπερίσχυσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έναντι της εθνικής κυριαρχίας› η δυτική κοινή γνώμη στην πλειοψηφία της αποδέχτηκε την αναγκαιότητα του πολέμου και στήριξε τους βάρβαρους βομβαρδισμούς. Κατά παρ’ ότι σ’ αυτό, σημαντικό ρόλο έπαιξε η φοβερή ψευδολογία και η απροσχημάτιστη προπαγάνδα των ελεγχόμενων δυτικών ΜΜΕ εν τούτοις ο στόχος δεν θάχε επιτευχθεί αν δεν υπήρχε πρόσφορο έδαφος: η βαθιά ριζωμένη πεποίθηση ότι είναι λαοί ανώτεροι και νομιμοποιούνται να εξολοθρεύουν λαούς παρίες, Μαύρους, Κορεάτες, Βιετναμέζους προχθές, ¶ραβες, Παλαιστίνιους, Λίβυους, Ιρακινούς χτες, Γιουγκοσλάβους σήμερα, Κινέζους, Ρώσους και άλλους αύριο.
Ένα και μόνο στοιχείο που αποσιωπάται με επιμέλεια από τη δυτική κοινή γνώμη, αποδείχνει τον κίβδηλο χαρακτήρα των παραπάνω ισχυρισμών. Το γεγονός ότι στην ανθρωπιστική αυτή σταυροφορία ενάντια στον κατηγορούμενο για εθνοκάθαρση Μιλόσεβιτς, συμμετείχε τόσο με χερσαίες στρατιωτικές δυνάμεις όσο και με αεροπλάνα που πήραν μέρος στον βομβαρδισμό, η Τουρκία πούχει διαπράξει και διαπράττει τα ίδια αν όχι τραγικότερα εγκλήματα γενοκτονίας σε βάρος του κουρδικού λαού για να μην αναφέρουμε την Κύπρο.
Οι επί 78 ημέρες αδιάκοποι μαζικοί αεροπορικοί βομβαρδισμοί μιας μικρής ανεξάρτητης, κυρίαρχης χώρας, χωρίς καν κάποια επίφαση νομιμότητας, με απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η καταστροφή της οικονομίας της, της βιομηχανικής υποδομής της, μεταφορικών μέσων, γεφυρών, κτιρίων ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, νοσοκομείων, σχολείων, λαϊκών αγορών, χωριών, στρατοπέδων προσφύγων, δικτύων ηλεκτροδότησης και υδροδότησης και η συνακόλουθη δολοφονία χιλιάδων αμάχων συνιστούν ναζιστικό έγκλημα. Γιατί δεν ήταν «παράπλευρη ζημιά›, αθέλητο ατύχημα αλλά συνειδητή καταστροφή μιας χώρας και προσβολή του άμαχου πληθυσμού της και δευτερευόντως στρατιωτικών στόχων.
Για να τρομοκρατήσουν το λαό όπου κι αν βρίσκεται, σε πόλη, χωριό, λεωφορείο, τρένο, αγορά, νοσοκομείο κλπ., να τον κάνει να μην αισθάνεται ασφαλής πουθενά και να τον πιέσει για την ανατροπή του Μιλόσεβιτς. ¶λλωστε οι πιο κυνικοί όπως ο Μπλερ και ο Κουκ το αναγνώρισαν ανοιχτά: «Πρέπει να ομολογήσουμε ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο με τον Γιουγκοσλαβικό λαό αφού ευθύνεται που έχει μια τέτοια ηγεσία και δεν την ανατρέπει›. Τέλος τα ίδια τα δυτικά ΜΜΕ ομολόγησαν ότι ο Γιουγκοσλαβικός στρατός αποχώρησε από το Κοσυφοπέδιο σχεδόν ανέπαφος και με ασήμαντες απώλειες.
Και το έγκλημα αυτό γίνεται ακόμη πιο βδελυρό αν λάβουμε υπόψη μας το νέο χαρακτηριστικό των σύγχρονων πολέμων, όπως τόδειξε ο πόλεμος ενάντια στο Ιράκ. Ο συνολικός αριθμός των θυμάτων του άμαχου πληθυσμού είναι όχι μόνο δυσανάλογα μεγάλος σε σχέση μ’ αυτόν των στρατιωτικών, αλλά επί πλέον ο αριθμός αυτός συνεχίζει να μεγαλώνει μετά την λήξη των εχθροπραξιών.
Ο συνδυασμός του ίδιου του πολέμου, της χρήσης όπλων με ραδιενεργά υλικά όπως το απεμπλουτισμένο ουράνιο που προκαλεί καρκίνους, λευχαιμίες και τερατογενέσεις, της οικολογικής καταστροφής και του οικονομικού εμπάργκο που συνεχίζεται, οδηγεί σε κατάρρευση το νοσοκομειακό και υγειονομικό σύστημα τα οποία τόσο στο Ιράκ όσο και στη Γιουγκοσλαβία ήταν σε αρκετά καλή κατάσταση πριν από τον πόλεμο. Με συνέπεια οι διάφορες επιδημίες, η έλλειψη φαρμάκων λόγω εμπάργκο και η έλλειψη στοιχειωδών κανόνων υγιεινής λόγω της μόλυνσης, να αποδεκατίζουν τον πληθυσμό και κυρίως τα παιδιά σε τέτοιο σημείο, που οι δύο τελευταίοι επικεφαλείς της ανθρωπιστικής οργάνωσης του ΟΗΕ στο Ιράκ να παραιτηθούν σε ένδειξη διαμαρτυρίας γι’ αυτή την κατάσταση. Έτσι τα συνολικά θύματα σήμερα του πολέμου στο Ιράκ ανέρχονται σύμφωνα με δυτικές πηγές σε πολλαπλάσιο αριθμό από αυτόν που καταγράφηκε στη διάρκεια του πολέμου του ’91, σε ενάμιση εκατομμύριο, εκ των οποίων η συντριπτική πλειοψηφία είναι άμαχοι και παιδιά.
Μια σύντομη σύγκριση των νατοϊκών βομβαρδισμών με ανάλογη δράση του Χίτλερ στον πόλεμο δείχνει ανάγλυφα σε τι επίπεδα βαρβαρότητας βρίσκεται η σημερινή «Δημοκρατία δυτικού τύπου›. Ακόμη κι αυτοί οι Ναζί δεν τόλμησαν να καταφύγουν σε αεροπορικούς βομβαρδισμούς αμάχων, στην πρώτη τουλάχιστον φάση της περίφημης μάχης της Αγγλίας το 1940.
Σε μια εποχή που η αεροπορία δεν είχε τις σημερινές δυνατότητες, όπου η σκόπευση γινόταν δια γυμνού οφθαλμού και η βρετανική αεροπορία ΡΑΦ ήταν ποιοτικά ισάξια αν όχι υπέρτερη της γερμανικής, οι Ναζί άρχισαν στις 12 Αυγούστου του ’40 να βομβαρδίσουν την Αγγλία. Επί ένα μήνα περίπου, υπό το φως της ημέρας, βομβάρδιζαν καθημερινά, αποκλειστικά στρατιωτικούς στόχους, συναντώντας τη σφοδρή αντίσταση της ΡΑΦ, από την οποία σε εκατοντάδες αερομαχίες απώλεσαν εκατοντάδες αεροπλάνα και πιλότους (Βέβαια ανάλογες απώλειες είχαν και οι Βρετανοί).
Παρά τις απώλειες βομβάρδιζαν και κατέστρεφαν μόνο στρατιωτικούς στόχους της ΡΑΦ, ραντάρ, αεροδιαδρόμους, κέντρα ασύρματου συντονισμού των αεροπλάνων, παρατηρητήρια, στρατόπεδα, κτίρια και αποθήκες πυρομαχικών. Στις 23 Αυγούστου η αγγλική ΡΑΦ, σε αντίποινα βομβάρδισε τη νύχτα, στα τυφλά το Βερολίνο και το επανέλαβε τις επόμενες νύχτες. Ώσπου στις 7 Σεπτεμβρίου άρχισαν και οι Γερμανοί, μιμούμενοι τους ¶γγλους, να βομβαρδίζουν τυφλά αγγλικές πόλεις, βομβαρδισμοί που συνεχίστηκαν και από τις δυο πλευρές επί δίμηνο.
Δηλαδή ακόμη και αυτοί οι κοινώς αναγνωρισμένοι σαν μεγαλύτεροι εγκληματίες του εικοστού αιώνα Ναζί, έχοντας συνείδηση της φύσης του εγκλήματος του βομβαρδισμού αμάχων δεν το τόλμησαν. Συγκρινόμενοι δε με τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς επί 78 ημέρες της ανίσχυρης και ουσιαστικά χωρίς αεροπορία Γιουγκοσλαβίας, οι Ναζί φαντάζουν ρομαντικοί ουμανιστές. Για ποιον λοιπόν φασιστικό κίνδυνο από τον Χάιντερ φληναφούν οι διάφοροι φαρισαίοι δυτικοί αξιωματούχοι όταν ο φασισμός καλλιεργείται καθημερινά από τους ίδιους τους Δημοκράτες, σαν απόρροια της προδοσίας των αρχών του Διαφωτισμού, όταν βρίσκεται εντός των τοιχών με άλλο προσωπείο;
ΚΟΣΟΒΟ: ΑΝΤΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΧΙΛΤΕΡ ΣΤΗ ΣΟΥΔΗΤΙΑ
Οι αναλογίες όμως με τους Ναζί δεν σταματάνε εδώ. Φαίνεται ότι ρηξικέλευθες πολιτικο-στρατιωτικές ιδέες δεν ευδοκιμούν πια στο ΝΑΤΟ και κατέφυγαν στην παλιά αλλά δοκιμασμένη τακτική του Χίτλερ στη Σουδητία. Όσα συνέβησαν στο Κόσοβο τα τρία τελευταία χρόνια, εκτός των βομβαρδισμών, είναι πιστή αντιγραφή της.
Η Σουδητία ήταν επαρχία της Τσεχοσλοβακίας με σημαντική γερμανόφωνη μειονότητα. Το 1933 ιδρύεται το Γερμανικό Κόμμα των Σουδητών, χρηματοδοτούμενο από τη Γερμανία, με αρχηγό τον επιλεγμένο από τον Χίτλερ, Χενλάιν, που ψηφίστηκε στις εκλογές του 35 από τα δύο τρίτα των γερμανόφωνων.
Τον Απρίλη του 38 εκθέσει πολιτικό πρόγραμμα διεκδικώντας άμεσα αυτονομία της Σουδητίας στα πλαίσια ομοσπονδίας της Τσεχοσλοβακίας. Η κυβέρνηση της Τσεχοσλοβακίας δεν συμφωνεί παρά τις πιέσεις των Αγγλο-Γάλλων που αρνούνται να την υποστηρίξουν και να εκπληρώσουν τις συμβατικές υποχρεώσεις τους από τη συνθήκη του Λοκάρνο. Το κόμμα εξαπολύει κύμα σαμποτάζ, βομβιστικών επιθέσεων, δολοφονιών Τσεχοσλοβάκων στο οποίο βέβαια η Πράγα απαντάει με επιστράτευση.
Στις αρχές Σεπτέμβρη του 38 η Πράγα όντας μόνη και χωρίς σύμμαχο υποκύπτει. Οπότε ο Χίτλερ κάνοντας στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών (Ραμπουγιέ) απαιτεί ανοιχτή εισβολή και προσάρτηση, ισχυριζόμενος ότι είναι πολύ αργά και ότι προσεβλήθη η τιμή της Γερμανίας από τις βιαιοπραγίες της τσεχοσλοβακικής αστυνομίας. Στρατιωτική προσάρτηση που πραγματοποιεί ο Χίτλερ την 1η Οκτώβρη του 38 με τη σύμφωνη γνώμη των αγγλογάλλων στο Μόναχο και χωρίς να ζητηθεί η γνώμη της κυβέρνησης της Τσεχοσλοβακίας.
Τέλος όπως ακριβώς ο Χίτλερ παραβίασε τη συμφωνία πούχε υπογράψει στο Μόναχο, ότι αναγνωρίζει την κυριαρχία του υπόλοιπου της Τσεχοσλοβακίας και την κατέλαβε στρατιωτικά έτσι σήμερα οι αμερικανο-νατοϊκοί παραβιάζουν την ίδια συμφωνία που επέβαλαν με τη βία στη Γιουγκοσλαβία, την απόφαση 1244 του ΟΗΕ. (Το ωραίο είναι ότι πέρσι κατηγορούσαν το Μιλόσεβιτς, ότι δεν σέβεται τις συμφωνίες).
Όχι μόνο δεν αφόπλισαν τον UCK, αλλά υποδαυλίζουν την εθνικιστική βία απ’ τη μεριά των Αλβανών τώρα αφήνοντας τον ανενόχλητο να εκκαθαρίζει βίαια τους λίγους εναπομείναντες Σέρβους. Δεύτερον, όχι μόνο δεν αναγνωρίζουν αυτόνομο Κόσοβο στα πλαίσια της Γιουγκοσλαβίας αλλά οικοδομούν προτεκτοράτο έξω από τη Γιουγκοσλαβία και τρίτον, με τις νέες ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις που αποστέλλουν και τις επιθέσεις στη Νότια Σερβία ούτε την ακεραιότητα της Γιουγκοσλαβίας αναγνωρίζουν προωθώντας νέες αποσχίσεις εδαφών στη Νότια Σερβία και στο Μαυροβούνιο.
Βέβαια θα πρέπει να είναι αφελής κάποιος αν περιμένει από αυτούς που δεν δίστασαν να καταστρέψουν μία χώρα και να δολοφονήσουν χιλιάδες αμάχους να είναι ειλικρινείς, να τιμήσουν το λόγο τους και τις γραπτές δεσμεύσεις τους.
ΣΥΝΕΝΟΧΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΠΑΣΟΚ ΣΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ – ΑΝΕΥ ΟΡΩΝ ΣΥΝΘΗΚΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΟ ΕΛΣΙΝΚΙ
Στο ναζιστικό αυτό έγκλημα ενάντια στη Γιουγκοσλαβία πήρε μέρος και η ελληνική πασόκικη κυβέρνηση υπογράφοντας όλες τις συμφωνίες του ΝΑΤΟ και κυρίως προσφέροντας τη μόνη υπηρεσία που μπορούσε και που ανέμενε το ΝΑΤΟ: Τη διέλευση των νατοϊκών στρατευμάτων που εισέβαλλαν και κατέλαβαν το Κόσοβο.
Γιατί εγκληματίες δεν είναι μόνο οι πιλότοι που σκοπεύουν αλλά όλοι όσοι συμμετέχουν με οποιοδήποτε τρόπο σε μία πολύπλευρη πολεμική επιχείρηση που έχει σκοπό να επιτρέψει στους πιλότους να σκοπεύουν ακίνδυνα, να εκτελούν την εγκληματική επιχείρηση.
Και τίποτε δεν είναι πιο αηδιαστικό από τα καραγκιοζιλίκια του γερμανού πρέσβη και του κυβερνητικού εκπροσώπου που εκφράζανε λέει τον αποτροπιασμό τους μπροστά στο ενδεχόμενο ύπαρξης ανθρώπινου θύματος, πέρσι όταν χτυπήσαμε με ρουκέτα την πρεσβευτική κατοικία όταν την ίδια στιγμή οι κυβερνήσεις τους συμμετείχαν στη δολοφονία χιλιάδων αμάχων στη Γιουγκοσλαβία.
Η συμμετοχή της ελληνικής κυβέρνησης στον πόλεμο στο Κόσοβο εκτός του ότι διέλυσε το μύθο της φιλειρηνικής πολιτικής της στα Βαλκάνια έδειξε ότι είναι κυβέρνηση γραικύλων στην υπηρεσία των αμερικάνων αφού η συμμετοχή συγκρούεται ανοιχτά με τα συμφέροντα της χώρας αντίθετα απ’ ότι ισχυρίζεται ο Σημίτης. Γιατί όταν επιλέγεις τον πόλεμο για τον διαμελισμό, την απόσχιση και την ουσιαστική αλλαγή συνόρων αυτόματα υποβαθμίζεις και απαξιώνεις τη θέση σου, την ειρηνική λύση αυτήν του διεθνούς δικαίου που έχεις επιλέξει μέχρι σήμερα για τα προβλήματα που αντιμετωπίζεις με την Τουρκία.
Γιατί αν αύριο επικαλεστείς στον Τούρκο το Δίκαιο και τις αποφάσεις του ΟΗΕ για την Κύπρο αυτός θα ξεκαρδιστεί στα γέλια και δικαίως θα σου απαντήσει. Για πιο δίκαιο γιαβρούμ μου μιλάς; Εσείς τι κάνατε στη Βοσνία που την διχοτομήσατε κι απ’ όπου έπρεπε νάχουν αποχωρήσει οι Αμερικανοί εδώ και τρία χρόνια κι είναι πάντα εκεί;
Τί κάνατε, μαζί με όλους μας βέβαια στο Κόσοβο όπου γράψαμε κανονικά στα παλιά μας παπούτσια τον ΟΗΕ; Το ίδιο κάναμε σαν πρωτοπόροι στην Κύπρο και μπορεί να το κάνουμε και στο Αιγαίο αν δεν είσαστε φρόνιμοι και δεν μας δώσετε αυτά που ζητάμε.
Η Ελλάδα συμμετέχοντας σ’ αυτό το δολοφονικό ιμπεριαλιστικό πόλεμο αυτοϋπονομεύτηκε, οδηγήθηκε λογικά σε εγκατάλειψη των πάγιων θέσεών της και στην άνευ όρων συνθηκολόγηση. Στην υπογραφή της συμφωνίας του Ελσίνκι αναγνωρίζοντας προς διαπραγμάτευση όλες τις τούρκικες διεκδικήσεις σε βάρος της χώρας χωρίς κανένα αντάλλαγμα.
Δεν είναι τυχαίο ότι αυτό που φοβόταν να υπογράψει επί τρία χρόνια μετά τα Ίμια ο Σημίτης και που ο Πάγκαλος με οργίλο ύφος αποκαλούσε Ντέιτον («η Ελλάδα δεν πρόκειται να πάει σε Ντέιτον γιατί δεν έχασε κανένα πόλεμο›) υπέγραψε μετά το Κόσοβο αυθωρεί και παραχρήμα ο Σημίτης με τον Γιωργάκη.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΛΥΣΗ ΕΓΚΕΦΑΛΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ
Ανάμεσα στις χιλιάδες ψέματα κι αποσιωπήσεις των δυτικών ΜΜΕ θα αναφέρουμε μόνο τρία στοιχεία που φωτίζουν την προπαγανδιστική τακτική τους. Η περίφημη έκθεση των 1300 παρατηρητών του ΟΑΣΕ που δήθεν αποδείκνυε την «γενοκτονία› του Μιλόσεβιτς στο Κόσοβο από το Νοέμβρη του 98 μέχρι τις 19 Μάρτη του 1999 και στην οποία υποτίθεται ότι βασίστηκε η Δύση για να καταφύγει στον ανθρωπιστικό της πόλεμο, όχι μόνο δεν δημοσιεύθηκε πριν την έναρξη των βομβαρδισμών αλλά κρατήθηκε μυστική μέχρι το Δεκέμβρη δηλαδή 6 μήνες μετά το πέρας του πολέμου. Γιατί άραγε; Μήπως επειδή αναφέρει στο κεφάλαιο V: «Οι συνοπτικές και αυθαίρετες δολοφονίες έγιναν γενικό φαινόμενο σ’ όλο το Κόσοβο με την έναρξη της αεροπορικής εκστρατείας του ΝΑΤΟ ενάντια στη Γιουγκοσλαβία τη νύχτα της 24ης προς 25η Μάρτη.
Μέχρι τότε η προσοχή των Γιουγκοσλαβικών στρατιωτικών δυνάμεων και της Γιουγκοσλαβικής ασφάλειας είχε επικεντρωθεί στις κοινότητες στο Κόσοβο και τις περιοχές απ’ όπου περνούσαν οι δρόμοι διέλευσης του UCK ή σ’ αυτές που υπήρχαν βάσεις του UCK›.
Δεύτερον, οι εκατοντάδες Δυτικοί εξπέρ αστυνομικού του FBI, της Σκότλαντ Γιάρντ κλπ που κατέκλυσαν το Κόσοβο προς αναζήτηση μαζικών τάφων και κρεματορίων, με τις πολλές δεκάδες χιλιάδες ή και εκατό χιλιάδες Αλβανούς θύματα της Σερβικής εθνοκάθαρσης όπως διατείνονταν τα δυτικά ΜΜΕ και το Στεήτ Ντιπάρτμεντ στη διάρκεια του πολέμου, ανακάλυψαν άνθρακες στη θέση του θησαυρού χωρίς να μπορούν καν να διακρίνουν ανάμεσα στα θύματα των ένοπλων συγκρούσεων μεταξύ του Γιουγκοσλαβικού στρατού και του UCK και στις εν ψυχρώ δολοφονίες.
Δεδομένου ότι οι δυτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί είχαν αναγάγει τους μαζικούς τάφους σε ύψιστο επικοινωνιακό προϊόν, ο καθένας αντιλαμβάνεται τι τηλεοπτικό βομβαρδισμό θάχαμε υποστεί όλο αυτό το μεταπολεμικό χρονικό διάστημα αν είχαν ανακαλύψει έστω και έναν μαζικό τάφου αφού αυτός θα «δικαιολογούσε› έστω και εκ των υστέρων τους βομβαρδισμούς.
Τρίτο, σε όλη την διάρκεια του πολέμου τόσο οι δυτικοί όσο και η γνωστή ομάδα των κουίσλιγκ δημοσιογράφων δεν σταμάτησαν να υποστηρίζουν ανερυθρίαστα την άποψη ότι αντίθετα από το Ιράκ το Κόσοβο είναι πάμφτωχο και χωρίς στρατηγική σημασία και άρα οι Δυτικοί είχαν αγνές προθέσεις.
Σήμερα όμως αποδεικνύεται ότι κι αυτό ήταν ψέμα. Γιατί στο Κόσοβο υπάρχουν τα πλουσιότερα ορυκτά κοιτάσματα όλης της Νοτιο-ανατολικής Ευρώπης και ήταν πριν από τους πολέμους της Βοσνίας ο κύριος προμηθευτής της Ευρώπης σε μόλυβδο και ψευδάργυρο. Παρήγε όλο το νικέλιο της Γιουγκοσλαβίας και το ήμισυ του μαγνησίτη ενώ έχει σημαντικά κοιτάσματα χαλκού, σιδήρου και άνθρακα.
Δεν είναι λοιπόν άνευ λόγου, ο σκυλοκαβγάς πούχει ξεσπάσει ανάμεσα στους δυτικούς για το πλιάστικο στο οποίο συμμετέχουν και Έλληνες. Ας σημειώσουμε εδώ ότι ορισμένοι απ’ αυτούς αντιπροσωπεύουν αμερικάνικα κεφάλαια τα οποία έχουν αναγάγει το καμουφλάζ τους σε ύψιστη προτεραιότητα.
Όσον αφορά την απουσία στρατηγικής σημασίας του σύμφωνα με πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, «το Κόσοβο αποτελεί την πύλη εισόδου σε περιοχές πρωταρχικού ενδιαφέροντος για τη Δύση – η αραβο-ισραηλινή σύγκρουση, το Ιράκ και το Ιράν, το Αφγανιστάν, η Κασπία και η Υπερκαυκασία.
Η σταθερότητα στη Νότια Ευρώπη είναι βασική για τη προστασία των δυτικών συμφερόντων και τον περιορισμό των κινδύνων που προέρχονται από πιο μακριά στην Ανατολή›. Και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι αμερικανοί οικοδομούν σήμερα αθόρυβα τεράστια στρατιωτική βάση-φρούριο αξίας σε πρώτη φάση άνω των εκατό εκατομμυρίων δολαρίων.
Είναι βέβαια αξιοπερίεργο το γεγονός ότι όλα αυτά αναπαράγονταν εδώ, όχι από κάποιον ανυποψίαστο και αδαή αλλά από ανθρώπους που έχοντας ζήσει χρόνια στη Δύση, δεν είναι σε θέση να παίζουν τον αφελή που μεταφέρει αυτούσιες σαν αξιόπιστες της πληροφορίες του Δυτικού τύπου. Γιατί αυτοί οι κύριοι δεν μπορεί να αγνοούν ότι το ζήτημα της λογοκρισίας και της προπαγάνδας σε καιρό πολέμου τέθηκε στη Δύση από το 1850, όταν ανακαλύφθηκε ο τηλέγραφος κι επιλύθηκε από τον κριμαϊκό πόλεμο το 1853 κι άρα σήμερα υπάρχει τεράστια πείρα.
Ότι μπροστά σ’ αυτή τη δομική λογοκρισία και προπαγάνδα της Δυτικής Δημοκρατίας η κλασική λογοκρισία μιας χούντας ή του Μιλόσεβιτς είναι κωμωδία. Γιατί ενώ η δεύτερη βασίζεται σε κυβερνητικές διαταγές σε δημοσιογράφους και υπαλλήλους που στο σύνολό τους κάθε άλλο παρά είναι τυφλά ενεργούμενα και άρα δύσκολα υλοποιούνται, η πρώτη είναι συστηματική και βασίζεται στη συναίνεση, στη συμμετοχή των ίδιων των ΜΜΕ με αποτέλεσμα να ειναι και αξιόπιστη και αποτελεσματική.
Αυτήν είδαμε στο Ιράκ, στην Τιμισοάρα, στο Κόσοβο. Τρία παραδείγματα το δείχνουν. Πρώτον, η καθιερωμένη σήμερα έκφραση bourrage de crane (πλύση εγκεφάλου) δεν προέκυψαν από καμία δικτατορία αλλά είναι γνήσιο προϊόν της γαλλικής Δημοκρατίας. Χαρακτήριζε εκ των υστέρων απαξιωτικά την τεράστια προπαγανδιστική εκστρατεία υπέρ του πολέμου των γαλλικών ΜΜΕ στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Δεύτερον, η δική μας περίπτωση του Γοργοπόταμου. Την επομένη του σαμποτάζ, το ΒΒC μετέδωσε ότι πραγματοποιήθηκε από τον Ζέρβα και τον ΕΔΕΣ και άγγλους σαμποτέρ, αποσιωπώντας την καθοριστική συμμετοχή του ¶ρη και του ΕΛΑΣ με συνέπεια να επικηρύξουν οι Γερμανοί τον Ζέρβα. Κάποιος ακροατής που θα άκουγε τότε το BBC δεν θα είχε κανένα λόγο να μην το πιστέψει. Τρίτο, το παρακάτω γεγονός σχετικά άγνωστο.
Στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου κατά την εισβολή των Γερμανών στην Ολλανδία και της μάχης για την κατάληψή της, οι Ναζί βομβάρδισαν το Ρότερνταμ επί τρεις μέρες. Οι ¶γγλοι ανακοίνωσαν τότε ότι τα θύματα των βομβαρδισμών ήταν 30.000 Ολλανδοί. Και παρ’ ότι οι Ολλανδική κυβέρνηση ανακοίνωσε επίσημα στη Δίκη της Νυρεμβέργης το 1945 ότι τα θύματα ήταν 814, η έγκριτη εγκυκλοπαίδεια Britannica εξακολούθησε μέχρι και την έκδοσή της του 1953 να εκτιμάει τους νεκρούς σε 25.000 με 30.000. Γιατί ένα τέτοιο ψέμα; Μα για να κοπάσουν οι διαμαρτυρίες, να μετριαστούν οι εντυπώσεις από τους τυφλούς συμμαχικούς βομβαρδισμούς των γερμανικών πόλεων με τις δεκάδες χιλιάδες άμαχους νεκρούς.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΑ
ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΥ
Όπως δήλωσε πρόσφατα ένα από τους υποψήφιους για την προεδρία των ΗΠΑ, η αμερικανική πολιτική δεν είναι παρά «ένα γενικευμένο σύστημα δωροδοκίας όπου το καθένα από τα δύο κόμματα συμφωνεί να παραμείνει στην εξουσία πουλώντας τη χώρα στους πλειοδότες›.
Η άποψη αυτή της οποίας την ειλικρίνεια φαίνεται ότι πλήρωσε ο υποψήφιος δεν είναι εύστοχη μόνο για τις ΗΠΑ αλλά και για όλες τις δυτικές Δημοκρατίες και την Ελλάδα όπως το έδειξε τα τελευταία χρόνια η επιδημία οικονομικών σκανδάλων στα οποία εμπλέκονται πολιτικοί.
Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας όλες τις μελέτες που αποδεικνύουν ότι η πιθανότητα εκλογής κάποιου υποψήφιου αυξάνεται εκθετικά σε σχέση με τις προεκλογικές δαπάνες και άρα την εξάρτηση του βουλευτή και του κόμματος από το χρηματοδότη καπιταλιστή αλλά και τη σημερινή μορφή λειτουργίας του κοινοβουλευτισμού αντιλαμβανόμαστε τις ριζικές μεταλλαγές που έχουν συντελεστεί.
Ενώ παλιά στη Δύση τα κοινοβούλια και οι βουλευτές διατηρούσαν κάποιο κύριος και αίγλη αφού παρουσιάζονταν τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη στα μάτια πλατιών στρωμάτων σαν οι εκπρόσωποι του Έθνους, σαν οι αντιπρόσωποι του κυρίαρχου λαού που αποφάσιζαν στο όνομά του, πράγμα που συνιστούσε και τη δύναμη της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, σήμερα κάτι τέτοιο δεν ισχύει κυρίως γιατί οι αποφάσεις παίρνονται αλλού με τρόπο ανοιχτό και απροκάλυπτο. Με συνέπεια οι βουλευτές, οι υπουργοί, τα κοινοβούλια να έχουν περιπέσει σε πλήρη ανυποληψία όπως το δείχνουν όλες οι σφυγμομετρήσεις σ’ όλες τις χώρες.
Είναι γνωστό ότι τόσο οι νέες τεχνολογίες όσο και η τάση παγκοσμιοποίησης της καπιταλιστικής οικονομίας και ιδιαίτερα του χρηματιστικού κεφαλαίου και των επενδύσεων όχι όμως και της εργατικής δύναμης, αποτέλεσαν το πρόσφορο έδαφος για την βαθμιαία υφαρπαγή από τις «δυνάμεις της αγοράς› κλασικών αρμοδιοτήτων του κράτους-έθνους.
Τα πραγματικά κέντρα εξουσίας που κρύβονται πίσω απ’ αυτήν την έκφραση δηλαδή οι διεθνικοί μονοπωλιακοί όμιλοι της Δύσης και οι πολιτικο-οικονομικοστρατιωτικοί οργανισμοί τους G7, EE, NATO, ΔΝΤ, ΠΟΕ, ΟΟΣΑ κλπ. αποφασίζουν για τα πάντα χωρίς καν να το κρύβουν όπως παλιά.
Παρουσιάζοντας το κράτος-έθνος σαν αναχρονιστικό θεσμό που έχει ξεπεραστεί από τη πρόοδο της οικονομίας, συσκοτίζουν το γεγονός ότι ο δι-εθνικός μονοπωλιακός όμιλος δεν είναι ούτε ανεθνικός, ούτε υπερεθνικός κι ότι ακόμη κι όταν είναι συνεργασία δύο ή περισσοτέρων εθνικών ομίλων, στη βάση του παραμένει εθνικός και στηρίζεται σε ισχυρό κράτος-έθνος.
Τις περισσότερες φορές ο καθοριστικός παράγοντας δεν είναι το φθηνότερο και καλύτερο προϊόν του αλλά η ισχύς του κράτους-έθνους που το στηρίζει και μάλιστα διπλά. Όχι μόνο πολιτικά, στρατιωτικά, πολιτιστικά αλλά και μέσω της δομικής ανταγωνιστικότητας αυτής του εθνικού τομέα κεφαλαιουχικών αγαθών των νέων τεχνολογιών και του ισχυρού εθνικού τραπεζικού και χρηματιστικού τομέα.
Απόδειξη τα δεκάδες σημαντικότατα συμβόλαια που αποσπούν οι ΗΠΑ όχι γιατί τα προϊόντα τους είναι ανταγωνιστικά αλλά μέσω πολιτικο-διπλωματικο-οικονομικών πιέσεων ακόμη και ανοιχτών στρατιωτικών απειλών. Η σπουδή με την οποία το ελληνικό κράτος οπερέτα συναίνεσε με το αζημίωτο, στη διάλυση της σχετικά ισχυρής ελληνικής τσιμεντοβιομηχανίας επιτρέποντας στους ανταγωνιστές της του δυτικού καρτέλ να καταβροχθίσουν την ΑΓΕΤ και τα τσιμέντα Χαλκίδας αντίθετα με τη Γερμανία που έσωσε πρόσφατα από την χρεοκοπία μεγάλη γερμανική κατασκευαστική εταιρεία μέσω του τραπεζικού δανεισμού.
Τέλος δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι παρ’ ότι το Γιούγκο της Ζάσταβα κάθε άλλο παρά ήταν πρωτοπόρο τεχνολογικά, είχε σημαντικές επιτυχίες πριν δέκα χρόνια στις δυτικές αγορές ακόμη και στις ΗΠΑ, απευθυνόμενο σε καταναλωτές χαμηλών εισοδημάτων και οι μεγάλες δυτικές αυτοκινητοβιομηχανίες αδυνατούσαν να το ανταγωνιστούν αποτελεσματικά λόγω τιμής, αυτός που κατόρθωσε να το εξαφανίσει ολοκληρωτικά δεν είναι ο οικονομικός ανταγωνισμός, το «αόρατο χέρι της αγοράς› αλλά το εμπάργκο και κυρίως οι πολύ ορατοί πύραυλοι Τόμαχοκ και Κρουζ που κατέστρεψαν πέρσι το εργοστάσιο παραγωγής.
Η πάση θυσία υπεράσπιση των συμφερόντων αυτών των διεθνικών μονοπωλιακών ομίλων που στην ουσία είναι εθνικοί, συνιστά τους σύγχρονους δυτικούς εθνικισμούς, τους ιμπεριαλισμούς που λυσσομανούν σ’ όλα τα μήκη και πλάτη.
Στον αδιάκοπο και αέναο ανταγωνισμό τους χρησιμοποιούν οποιοδήποτε μέσο και μέθοδο θα τους επιτρέψει να επιβληθούν παραμερίζοντας κυνικά οποιοδήποτε εμπόδιο, αναιρώντας και ανατρέποντας στην ουσία όλες τις αξίες και τις αρχές, κανόνες, θεσμούς όπως αυτές καθιερώθηκαν και ίσχυσαν μετά από πολύχρονους αγώνες εδώ και δύο αιώνες: λαϊκή κυριαρχία, κοινοβούλια, λαϊκός έλεγχος, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, εθνική κυριαρχία, διεθνές δίκαιο.
Αυτή η οπισθοδρόμηση, η νέα αυτή αταξία, η ανοικτή προδοσία του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και των λαϊκών αγώνων δεν αναγνωρίζει καμία αξία και αρχή εκτός από μία: το συμφέρον του ισχυρότερου στον οποίο οι υπόλοιποι οφείλουν να υποκύπτουν.
Αποφασίζουν για τα πάντα χωρίς να λογοδοτούν σε κανένα. Από το διαδίκτυο και το μαζικό ηλεκτρονικό φακέλωμα, την ανοικτή κατασκοπεία κρατών, κυβερνήσεων, επιχειρήσεων του Έσελον, τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική κι άρα το εργατικό εισόδημα και την ανεργία, τη λεηλασία παραγωγικών δυνάμεων μέσω των ιδιωτικοποιήσεων, το φορολογικό σύστημα, τις εργασιακές σχέσεις, το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό σύστημα, το σύστημα υγεία, την παιδεία.
Τα μεταλλαγμένα προϊόντα, τις διοξίνες, τις τρελές αγελάδες, τη μόλυνση του περιβάλλοντος και την αγορά δικαιωμάτων μόλυνσης. Τον πόλεμο, το βάρβαρο βομβαρδισμό κυρίαρχων κρατών, το διαμελισμό τους με τη δημιουργία και την προσάρτηση μη βιώσιμων προτεκτοράτων.
Σε όλα αυτά η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν υπολείπεται σε τίποτα από τις ΗΠΑ και ενίοτε την καθοδηγεί. Οι πολιτικοί θεσμοι της δεν συνιστούν «έλλειμμα δημοκρατίας› όπως ισχυρίζονται ορισμένοι κολαούζοι αφού αυτό ενυπήρχε πάντα σε μεγαλύτερη ή μικρότερη κλίμακα σε όλες τις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες αλλά ένα σύστημα διαφορετικό που αναιρεί τη θεμελιώδη αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. Για πρώτη φορά η εκτελεστική εξουσία αποκόπτεται όχι μόνο από το κοινοβούλιο αλλά από την πηγή, από το λαό από τον οποίο υποτίθεται ότι αντλεί την εξουσία της.
Δεν ελέγχεται, δεν λογοδοτεί, δεν υφίσταται κυρώσεις απ’ αυτόν και ούτε από τη διαμεσολάβησή του, το κοινοβούλιο. Το σύστημα αυτό είναι υλοποίηση της νέας «θεωρίας› ότι ο λαός όχι μόνο δεν είναι κυρίαρχος και η πηγή κάθε εξουσίας, αλλά δεν είναι σε θέση, δεν είναι αρμόδιος να αποφασίζει.
Οι εκλογές δεν συνεπάγονται νομιμοποίηση από την πηγή κάθε εξουσίας, αλλά είναι απλώς μια τεχνική διαδικασία επιλογής γραφειοκρατών που υλοποιούν αποφάσεις άλλων και ασχολούνται με δευτερεύοντα ζητήματα. Αυτοί είναι σήμερα οι decision makers, οι decideurs, λέξεις ανύπαρκτες πριν, αφού δεν ήταν άλλοι από την κυβέρνηση, τους πληρεξούσιους αντιπροσώπους τους έθνους βουλευτές, το κοινοβούλιο και τον κυρίαρχο λαό.