Την ανησυχία του για μια σειρά γεγονότων που «ρίχνουν τη σκιά τους στα άλυτα ζητήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων» και που, όπως εκτιμά, θα μπορούσαν να οδηγήσουν «σε πολύ άσχημες εξελίξεις» εκφράζει το ΚΚΕ, καλώντας το λαό να αντιταχθεί στους σχεδιασμούς «για παραχώρηση του ενεργειακού πλούτου του Αιγαίου στους επιχειρηματικούς ομίλους».
Τέτοια γεγονότα, σύμφωνα με το ΚΚΕ είναι μεταξύ άλλων, οι ρηματικές διακοινώσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας στον ΟΗΕ σχετικά με τον καθορισμό της ΑΟΖ, η υπογραφή της συμφωνίας του αγωγού ΤΑP και τα «παζάρια ιδιωτικοποίησης» της ΔΕΠΑ και του ΔΕΣΦΑ, η έκδοση από την τουρκική κυβέρνηση αδειών έρευνας για τον εντοπισμό κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου σε περιοχές που εμπίπτουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα στην ανατολική Μεσόγειο, αλλά και η όξυνση του ανταγωνισμού, ως αποτέλεσμα του «Ενεργειακού Χάρτη Πορείας για το 2050 της ΕΕ» που «αποδεικνύει ότι κριτήριο της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ είναι η κερδοφορία των ευρωενωσιακών μονοπωλίων σε βάρος των λαών».
Όπως τονίζει επίσης το Κομμουνιστικό Κόμμα, «η πρόσφατη επίσκεψη του έλληνα πρωθυπουργού, Αντ. Σαμαρά στην Τουρκία και η κατεύθυνση της ‘συνεκμετάλλευσης’, ‘συνδιαχείρισης’ του Αιγαίου, σε συνδυασμό με την επιδίωξη της ελληνικής αστικής τάξης να καταστήσει την Ελλάδα ‘ενεργειακό δίαυλο’ των μονοπωλίων για την τροφοδοσία της ΕΕ με πηγές ενέργειας και τις διεκδικήσεις της τουρκικής αστικής τάξης στο Αιγαίο στη γραμμή του ‘αμοιβαίου οφέλους’, οδηγεί σε υποχώρηση από κυριαρχικά δικαιώματα».
Το ΚΚΕ εκφράζει την αντίθεσή του «στην πολιτική της εγκατάλειψης και εκχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων (χωρικά ύδατα, υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ, όπως καθορίζονται από τη διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο στη Θάλασσα του 1982), που ακολούθησαν και ακολουθούν οι ελληνικές κυβερνήσεις», δηλώνοντας παράλληλα «σταθερά προσανατολισμένο» στην ανάπτυξη της φιλίας ανάμεσα στην εργατική τάξη και στους λαούς των δύο χωρών.
Προειδοποιεί ταυτόχρονα πως η ειρήνη κινδυνεύει από τους ανταγωνισμούς που αναπτύσσονται με επίκεντρο το Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο και τον πλούτο τους, «όπου υπάρχουν μεγάλα και αντικρουόμενα επιχειρηματικά και γεωπολιτικά συμφέροντα που συγκρούονται με σφοδρότητα».
Υποστηρίζει, ακόμη, πως ακόμα κι αν γίνει κατορθωτό να οριοθετηθεί η ΑΟΖ με την Τουρκία και τις άλλες γειτονικές μας χώρες και ξεκινήσει η εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου της χώρας, «αυτό από μόνο του δεν μπορεί να γλιτώσει τον εργαζόμενο λαό από την καπιταλιστική κρίση, τη φτώχεια, την εξαθλίωση, όπως ισχυρίζονται τα άλλα κόμματα».
«Υπάρχουν πάμπολλα παραδείγματα στην παγκόσμια ιστορία και στη σημερινή σκληρή πραγματικότητα, που δείχνουν πως αυτός ο πλούτος είτε αποτελεί ‘μήλον της έριδος’, που προκαλεί μεγάλες αιματοχυσίες, είτε γίνεται αντικείμενο ασύδοτης εκμετάλλευσης από τις μεγάλες μονοπωλιακές εταιρίες, που τον καταληστεύουν», προσθέτει το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Χαρακτηρίζει τέλος ζήτημα στρατηγικής σημασίας για το λαό τη διασφάλιση του εγχώριου ορυκτού πλούτου, που όπως επισημαίνει μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και την αποδέσμευση από την Ε.Ε και το ΝΑΤΟ.