Στην πρότασή του για κοινή κάθοδο στις εκλογές με τη Δημοκρατική Αριστερά επανήλθε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος κλείνοντας τις εργασίες του 9ου Συνεδρίου του Κινήματος.
Όπως υποστήριξε, μια τέτοια κίνηση θα δώσει μια πολιτική δυναμική, η οποία θα είναι ευεργετική για τον τόπο ενώ παράλληλα θα δώσει τη δυνατότητα ανάδειξης της συμμαχίας αυτής σε πρώτη δύναμη.
Επίσης τόνισε πως είναι πολύ σημαντικό να υπάρχουν στην κυβέρνηση συνεργασίας δύο πόλοι, ένας κεντροδεξιός πόλος και ένας κεντροαριστερός, αντί των τριών που υπάρχουν σήμερα.
Ταυτόχρονα με όλα αυτά, πρόσθεσε, το ΠΑΣΟΚ προχωρά σε όλες τις απαραίτητες κινήσεις για τη συγκρότηση της «μεγάλης παράταξης» της Κεντροαριστεράς.
Σε όσους πρότειναν ή υπονόησαν αλλαγή στρατηγικής και τήρηση αποστάσεων από την κυβέρνηση συνεργασίας, σημείωσε ότι μια τέτοια στρατηγική θα καθιστούσε το ΠΑΣΟΚ «ουρά» της στρατηγικής της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, διατυπώνοντας ένα κατηγορηματικό «όχι» στην επιλογή αυτή.
Σύμφωνα με τον κ. Βενιζέλο, η ΝΔ θα προτιμούσε μια ψήφο ανοχής της κυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ και να έχει εκείνη το μονοπώλιο των πρωτοβουλιών και των αποφάσεων ώστε να «παίζει» εκείνη με τα ευαίσθητα θέματα. Παράλληλα υποστήριξε ότι η ΝΔ θέλει να έχει τον έλεγχο όλων των υπουργείων που δίνουν όφελος και να χρεώνει στο ΠΑΣΟΚ τις δυσάρεστες, τις λεγόμενες «μνημονιακές» αποφάσεις.
Σε περίπτωση επιτυχίας, υπογράμμισε, η κυβέρνηση κερδίζει ενώ σε περίπτωση αποτυχίας χάνει η κυβερνητική πλειοψηφία και ο πιο χαμένος θα είναι αυτός που κρατούσε αποστάσεις.
Όπως είπε, είναι μέγα θέμα η ύπαρξη και η αντοχή της κυβέρνησης και μάλιστα σε βάθος τετραετίας, και τόνισε ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση πέραν της κυβέρνησης συνεργασίας των τριών κομμάτων, από την παρούσα Βουλή, και πως με αυτά τα θέματα «δεν μπορεί να παίζει κανένας».
«Όποιος επιχειρήσει να παίξει με τα θέματα αυτά, μικροκομματικά ή εσωκομματικά παιχνίδια είναι κατώτερος των περιστάσεων», είπε και πρόσθεσε ότι το μήνυμα αυτό το απευθύνει όχι μόνο στον λαό αλλά και στα συμφέροντα εκείνα που οργανώνουν, όπως είπε, το σενάριο της καταστροφής.
Πρέπει, συνέχισε, να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις μιας ελάχιστης εθνικής συνεννόησης και με την αντιπολίτευση, ακόμα και σε συνθήκες όξυνσης και οιονεί εμφύλιας σύγκρουσης.
Πάντως ο κ. Βενιζέλος επέκρινε ορισμένα στελέχη του ΠΑΣΟΚ που άσκησαν κριτική χωρίς να τα κατονομάσει, όπως μεταξύ άλλων τον Παύλο Γερουλάνο, ο οποίος νωρίτερα είχε αναφέρει ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αναφέρθηκε στους Έλληνες αλλά δεν τους «μίλησε».
Στο λαό δεν απευθυνόμαστε με λόγια, αλλά με πράξεις, απάντησε ο κ. Βενιζέλος, σημειώνοντας ότι ο ίδιος μπορεί να κατανοήσει την αγωνία των απλών πολιτών να ξεφύγει η χώρα από τη σημερινή κατάσταση, αλλά ότι δεν κατανοεί τη στάση εκείνων των στελεχών που ασκούν κριτική ενώ έχουν πάρει μέρος στη λήψη σημαντικών αποφάσεων και είχαν καθοριστικό ρόλο στην πορεία του κόμματος και της χώρας.
Επιπλέον ανέφερε ότι το θέμα είναι πώς θα ξεφύγουμε από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης «στην οποία μας έριξαν οι εταίροι, εφαρμόζοντας το σύστημα "στήριξη και τιμωρία"».
Στην ομιλία του αναφέρθηκε εκτενώς και στη φυσιογνωμία του Κινήματος, επισημαίνοντας ότι το ΠΑΣΟΚ είναι πάντα σοσιαλιστικό, δημοκρατικό, πολιτικά φιλελεύθερο, μεταρρυθμιστικό, ευρωπαϊκό, εθνικά υπεύθυνο, οικολογικά ευαίσθητο, έμπρακτα πατριωτικό και λαϊκό. Ωστόσο, συμπλήρωσε, το ΠΑΣΟΚ πρέπει να ξεπεράσει τον σημερινό του εαυτό.
Σε ό,τι αφορά στον ίδιο και την παρουσία του στην ηγεσία του Κινήματος, είπε ότι δεν απολαμβάνει την ιδιότητα του αρχηγού κόμματος και προέδρου του ΠΑΣΟΚ αλλά αγωνίζεται για ένα συλλογικό ΠΑΣΟΚ το οποίο ο ίδιος μπορεί να εγγυηθεί, όπως μπορεί να εγγυηθεί και τη συλλογική προσπάθεια.
Επίσης πρόσθεσε ότι υπάρχει ανάγκη για εσωκομματικό, δημοκρατικό ήθος και απευθυνόμενος προς τη νεολαία είπε ότι το αξιακό και το ηθικό πρέπει να ξεκινά από εκείνη.
Κλείνοντας την ομιλία του ο Ευάγγελος Βενιζέλος δήλωσε πως το ΠΑΣΟΚ βγαίνει από το Συνέδριο αισιόδοξο και δυνατό, πετυχαίνοντας την ολική του επαναφορά ενώ εξέφρασε τις ευχαριστίες του προς τον λαό που ψήφισε το ΠΑΣΟΚ στις διπλές εκλογές του καλοκαιριού, για την αντοχή, την αξιοπρέπεια και τη δύναμη που επέδειξε.
Στο Συνέδριο ο Γ. Παπανδρέου
Γύρω στις 18:15 προσήλθε τελικά στο ΣΕΦ ο πρώην πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από τους συνέδρους.
Κατά την είσοδό του στον χώρο του Συνεδρίου, στο βήμα είχε ανέβει ήδη ο πρώην υπουργός Πολιτισμού, Παύλος Γερουλάνος, ο οποίος αναγκάστηκε να καθυστερήσει την έναρξη της ομιλίας του και η διαδικασία διακόπηκε για περίπου δέκα λεπτά, καθώς οι παριστάμενοι, όρθιοι και οι περισσότεροι και με χειροκροτήματα, υποδέχτηκαν τον τέως πρόεδρο του Κινήματος.
Ο τρόπος ανάδειξης της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής και η φυσιογνωμία του ΠΑΣΟΚ
Έντονη αντιπαράθεση και διάλογος προηγήθηκαν της απόφασης για το θέμα του ποσοστού της σταυροδοσίας που θα ακολουθηθεί στην αυριανή διαδικασία για την εκλογή της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής.
Αντίθετα, σχεδόν ομόφωνα πέρασε η απόφαση για το ασυμβίβαστο της ιδιότητας του μέλους της Κεντρικής Επιτροπής και της ιδιότητας του προέδρου ή διοικητή δημόσιου οργανισμού, ενώ αντίθετη ήταν η πρόταση επί του θέματος εκ μέρους της ομάδας Καταστατικού, την οποία εισηγήθηκε ο Χρήστος Πρωτόπαπας.
Αρχικά, από τον συντονιστή της ομάδας Καταστατικού, κ. Πρωτόπαπα, είχε προταθεί η σταυροδοσία να γίνει με 30% επί του αριθμού των υποψηφίων για την Κεντρική Επιτροπή. Μετά την αντιπρόταση που κατέθεσαν οι Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος και Νίκος Ανδρουλάκης για σταυροδοσία που δεν θα ξεπερνά το 20%, διαμορφώθηκε κλίμα στο Σώμα υπέρ της πρότασής τους, ο πρόεδρος της ΕΚΑΠ, Γιάννης Σουλαδάκης αποδέχτηκε την πρόταση για μείωση του ποσοστού, προτείνοντας η σταυροδοσία να γίνει με 20%, κάτι που έγινε αποδεκτό από τους συνέδρους.
Μετά την απόφαση για το ασυμβίβαστο της ιδιότητας του μέλους της Κεντρικής Επιτροπής και της ιδιότητας του προέδρου ή διοικητή δημόσιου οργανισμού, αναμένονταν οι σύνεδροι που έχουν μια από τις δύο αυτές ιδιότητες, να αποσύρουν την υποψηφιότητά τους.
Στο μεταξύ κριτικός απέναντι στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ ήταν στην τοποθέτησή του ο πρώην υπουργός Πολιτισμού Παύλος Γερουλάνος, ο οποίος τόνισε ότι «οφείλουμε να δώσουμε και πάλι όραμα και προοπτική, με συγκεκριμένες προτάσεις που θα μας βγάλουν από την κρίση».
Απευθυνόμενος στον κ. Βενιζέλο, ανέφερε: «Άκουσα με προσοχή την ομιλία σου. Άκουσα να μιλάς στους ξένους. Άκουσα να μιλάς στον Σαμαρά. Άκουσα να μιλάς στον Τσίπρα. Άκουσα να μιλάς στον Γιάννη και τον Ανδρέα. Και άκουσα να μιλάς σε εμάς εδώ μέσα. Κάποιες στιγμές σε άκουσα να μιλάς για την Ελλάδα. Και αυτές ήταν οι καλύτερές σου στιγμές. Το πρόβλημα όμως είναι ότι δεν μίλησες στον Έλληνα». Υποστήριξε δε ότι «αυτό δεν είναι πρόβλημα επικοινωνιακό», αλλά «βαθύτατα πολιτικό».
Ακόμη, είπε, μεταξύ άλλων, ότι «το ΠΑΣΟΚ και του Ανδρέα Παπανδρέου, και του Κώστα Σημίτη έδωσαν όραμα και προοπτική», προσθέτοντας ότι το ίδιο έκανε και «το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου» και πως «είναι απόλυτα και πολυεπίπεδα ανιστόρητο να αρνείται κανείς αυτή την πορεία».
Νωρίτερα, ο Κώστας Σκανδαλίδης έθεσε το δίλημμα «ή θα υπερβούμε μαζί με τη χώρα το τείχος ή θα μείνουμε πίσω», εκφράζοντας την ανησυχία του για το ενδεχόμενο να εμπεδωθεί ένας νέος «διχασμός». Σε αυτό το πλαίσιο καταδίκασε τον «αριστερό λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ» και τη λογική του «νόμου και τάξη» της ΝΔ. «Όπως τότε, ξεκινώντας το '77, με την εθνική λαϊκή ενότητα ενώσαμε το λαό, το ίδιο πρέπει να κάνουμε και σήμερα», είπε, σημειώνοντας ότι «είμαστε δύναμη εθνικής ενότητας απέναντι στο διχασμό» και πως «αυτή θα πρέπει να είναι η στρατηγική μας από εδώ και πέρα».
Στο ίδιο πλαίσιο, τόνισε ότι το ΠΑΣΟΚ πρέπει να θέσει τέρμα στον «κατήφορο της φτωχοποίησης» και ανέφερε ότι τον καλύπτει το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης που παρουσίασε ο κ. Βενιζέλος. Παράλληλα, υπογράμμισε ότι πρέπει να υπάρξει αναθεώρηση των δυσμενών όρων του μνημονίου και με εσωτερικούς όρους πέρα από τους εξωτερικούς.
Συνεχίζοντας, ανέφερε ότι δεν γίνεται να μην μπορεί το συνέδριο να ψηφίσει ότι το ΠΑΣΟΚ δεν θα ψηφίσει νέα μέτρα, προσθέτοντας ότι «είναι μια βασική πολιτική απόφαση που πρέπει να πάρει το συνέδριο». Ακόμη, είπε ότι το συνέδριο μπορεί να εκλέξει ένα όργανο που θα έχει τη δυνατότητα να «πάρει την εξουσία από τον πρόεδρο και να υπάρξει πραγματική μετατροπή από ένα αρχηγικό μοντέλο» και αυτό να το εγγυηθεί ο πρόεδρος.
Ο κ. Σκανδαλίδης τόνισε ότι δεν είπε ποτέ να αποχωρήσει το ΠΑΣΟΚ από την κυβέρνηση και πως, ωστόσο, ζητά «να μην μπαίνουμε στην καθημερινή διαχείριση». «Δεν πιστεύω ότι πρέπει να κάνουμε καμιά ρήξη, πρέπει να απαιτήσουμε και μια νέα σχέση και αυτή να την επικυρώσουμε», συνέχισε.
Όσον αφορά στην ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς, σημείωσε ότι το ΠΑΣΟΚ πρέπει να είναι «αυτόνομος προοδευτικός δημοκρατικός πόλος στο χώρο της κεντροαριστεράς» και συμφώνησε με την πρόταση για εκλογική σύμπραξη με τη ΔΗΜΑΡ.
«Δεν είναι το όνομα και τα σύμβολα που δημιούργησαν τα προβλήματα, αλλά οι πολιτικές και συμπεριφορές», σημείωσε η Φώφη Γεννηματά, η οποία υποστήριξε ότι το ΠΑΣΟΚ δεν ανέδειξε τις «τεράστιες ευθύνες της ΝΔ και του κ. Καραμανλή για το έλλειμμα και το χρέος».
Η κ. Γεννηματά ανέφερε ότι «υλοποιήσαμε τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που μας επέβαλε η Ευρώπη» και πως ωστόσο «κάποιοι προσπάθησαν να τις ιδεολογικοποιήσουν αυτές τις πολιτικές και κούνησαν το δάχτυλο στον πολίτη».
Συνεχίζοντας, τόνισε ότι παρόλα αυτά δεν έχει κατατεθεί καμία εναλλακτική πρόταση και πως από τη μια έχει αποδειχτεί «άνθρακες ο θησαυρός» σχετικά με τα 18 δισ. ισοδύναμα που πρότεινε η ΝΔ και, από την άλλη, ότι και τη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ για αποκατάσταση του κατώτατου μισθού, «την εγκαταλείπουν στελέχη του».
Η κ. Γεννηματά σημείωσε ότι η χώρα δεν αντέχει νέες εκλογές και υπογράμμισε ότι το ΠΑΣΟΚ πρέπει να προσπαθήσει οι επιλογές της κυβέρνησης να είναι κατά το δυνατόν προς τα αριστερά.
Παράλληλα, τόνισε ότι η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να ξαναζήσει νέο διχασμό και πως το ΠΑΣΟΚ έχει «σταθερό μέτωπο με τη ΝΔ, τη δεξιά και τον νεοφιλελευθερισμό» και από την άλλη, «με το λαϊκισμό και τη δημαγωγία της δήθεν αριστεροσύνης της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ», καθώς επίσης και κατά της Χρυσής Αυγής.
«Το ΠΑΣΟΚ αν θέλει να έχει μέλλον πρέπει να ξαναγυρίσει στη βάση του. Να έχουμε πολιτικό σχέδιο που είναι μια στάση εμπροσθοφυλακής για να κάνουμε το διάβημά μας στο μέλλον», τόνισε ο Δ. Ρέππας. Ο πρώην υπουργός προέταξε ως πρόταση την ανάληψη πρωτοβουλίας εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ και του προέδρου του, για αναθεώρηση του προγράμματος στήριξης.
Ο κ. Ρέππας χαρακτήρισε σωστή την επιλογή που έγινε για συμμετοχή στην κυβέρνηση, σημειώνοντας ότι το κεντρικό δίλημμα είναι «ποια πολιτική θα προωθούμε». Σχολιάζοντας χτεσινή αναφορά του κ. Βενιζέλου ο οποίος αναρωτήθηκε εάν το ΠΑΣΟΚ θα εμπιστευτεί σε άλλους την εφαρμογή της στρατηγικής του, ο κ. Ρέππας είπε: «Λάθος αγαπητέ πρόεδρε, δεν είναι δική μας αυτή η πολιτική. Ήταν μονόδρομος η πολιτική αυτή, δεν ήταν επιλογή μας».
Στο ίδιο πλαίσιο, είπε ότι πρέπει να κρατηθεί απόσταση από αυτή την πολιτική και από την κυβέρνηση και πως αυτό θα μπορούσε να γίνει με ψήφο ανοχής. Παράλληλα, άσκησε σκληρή κριτική στη ΝΔ αποδίδοντας σε αυτήν τη μεγαλύτερη ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση. «Κουνήσαμε και το δάκτυλο με τον τρόπο που πολιτευτήκαμε», είπε μεταξύ άλλων, αναφερόμενος στα «λάθη» του ΠΑΣΟΚ. «Ο τόπος δεν έχει ανάγκη από δύο ΝΔ ούτε από δύο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά από ένα μεγάλο ΠΑΣΟΚ», είπε, ενώ σχετικά με την υπόθεση της ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς σημείωσε ότι διαφωνεί με τη λογική της «Ελιάς» και με το σκεπτικό ότι θα πρέπει να παραμείνει μικρό το ΠΑΣΟΚ για να είναι ισοϋψές με τις άλλες δυνάμεις, προκειμένου να συνεργαστούν.
Υπέρ του Εθνικού Σχεδίου Ανασυγκρότησης που παρουσίασε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ εκφράστηκε ο Γιάννης Κουτσούκος και σημείωσε ότι πρέπει «να δουλέψουμε για να ενώσουμε τις δυνάμεις της κεντροαριστεράς γύρω από αυτό το σχέδιο ανασυγκρότησης» και πως χρειάζεται οριοθέτηση της σχέση με την κυβέρνηση «βάσει ειλικρινούς επικαιροποιημένης συμφωνίας» και διαπραγμάτευσης με τους εταίρους, όπου χρειάζεται.
Από την πλευρά του ο Βασίλης Κεγκέρογλου, υποστήριξε ότι η συμμετοχή ή μη στην κυβέρνηση αποτελεί «ψευτοδίλημμα», καθώς «αν μετέχεις στην κυβέρνηση χωρίς ξεκάθαρες θέσεις θα αφομοιωθείς από τη ΝΔ, αν είσαι έξω και δεν έχεις ξεκάθαρες θέσεις θα αφομοιωθείς απ΄ τον ΣΥΡΙΖΑ». Συνεπώς, υποστήριξε ότι «το μείζον είναι οι ξεκάθαρες θέσεις, ατζέντα που θα κάνει διακριτή την πολιτική του».
«Δεν προτείνεται η ανατροπή της τρικομματικής κυβέρνησης, αφού δεν υπάρχει δυνατότητα σχηματισμού άλλης», ανέφερε ο Νίκος Σηφουνάκης, προσθέτοντας ότι «η ανατροπή της σημαίνει εκλογές σε μια κρίσιμη συγκυρία και πριμοδότηση της ανευθυνότητας». Παράλληλα όμως, τόνισε ότι σε αυτή την κυβέρνηση συνεργασίας «πρέπει να ζητήσουμε να υπάρξει επανατοποθέτηση ως προς τις κοινές δεσμεύσεις που θεωρούμε αδιαπραγμάτευτες».
Από την πλευρά του ο γραμματέας της ΚΟ του ΠΑΣΟΚ Γιάννης Μανιάτης επανέλαβε την πρόταση που απηύθυνε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος, για κοινή εκλογική κάθοδο με τη ΔΗΜΑΡ και άλλες κινήσεις που τοποθετούνται στον χώρο της Κεντροαριστεράς.
«Στο καμίνι της καθημερινής πολιτικής διαχείρισης της κρίσης δοκιμάζονται και πρόσωπα και κόμματα και ιδεολογίες», ανέφερε ο κ. Μανιάτης και σημείωσε ότι «η Κεντροαριστερά έχει σήμερα μπροστά της την πρόκληση να διαμορφώσει σε ιστορικά αντίξοες συνθήκες, ένα νέο μοντέλο υπέρβασης των δημοσιονομικών περιορισμών, που θα στηρίζεται στις διαχρονικές της αξίες». Διαφορετικά, είπε, θα είναι η Κεντροαριστερά της εύκολης κριτικής από τον καναπέ του σαλονιού.
Αφού επεσήμανε ότι το ΠΑΣΟΚ δεν παραγνωρίζει τα λάθη του, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «είμαστε εδώ όσοι πιστεύουμε στη νέα δημοκρατική αφήγηση για την κοινωνία, την οικονομία, την πολιτική και τις διεθνείς σχέσεις της χώρας».
Στο μήνυμα προοπτικής για το κόμμα που εστάλη στην εκλογική διαδικασία της περασμένης Κυριακής για την ανάδειξη συνέδρων, στάθηκε ο Πάρις Κουκουλόπουλος. Ειδικότερα τόνισε ότι συνεχίζουμε να μιλάμε με όρους ένδοξου παρελθόντος για να συμπληρώσει ωστόσο, ότι έτσι μιλάνε «οι παραιτημένοι». «Οι 115.000 που ήρθαν στις κάλπες δεν ήταν ανήμποροι, μελαγχολικοί και παραιτημένοι», σημείωσε.
Απαντώντας στο ερώτημα γιατί έχασε την πλειοψηφία το ΠΑΣΟΚ, ο κ. Κουκουλόπουλος είπε ότι η απάντηση στο γιατί χάθηκε η πλειοψηφία, δίνεται αν γυρίσει κανείς πίσω σε εκείνη την περίοδο και κοιτάξει «ποιοι βουλευτές μάς εγκατέλειψαν». Σε άλλο σημείο, ανέφερε ότι κανένας από την ηγετική ομάδα του 2009 δεν ανέλαβε ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση, το σημερινό «χάλι» και πως, αντίθετα, άκουσε μόνο κριτική.
Χωρίς το ΠΑΣΟΚ θα είχαμε εθνικό διχασμό, είπε ο πρώην πρόεδρος της Βουλής και βουλευτής Απόστολος Κακλαμάνης. Μάλιστα σημείωσε ότι σε όλη την πολιτική του πορεία έως σήμερα, «το δίλημμα μου πάντα ήταν όχι ποια κυβέρνηση κυβερνά αλλά ποιες είναι οι θέσεις στη Βουλή, τι ψηφίζω, τι καταψηφίζω». Επιπλέον τάχθηκε υπέρ μιας επικαιροποιημένης συμφωνίας «που όμως θα εφαρμοστεί».
«Λένε οι εχθροί ότι "το ΠΑΣΟΚ έχει τελειώσει, έκλεισε τον κύκλο του"», είπε ο Μιχάλης Καρχιμάκης, προσθέτοντας ότι αυτά διαψεύστηκαν όταν ξανακούστηκαν, επαναλαμβάνοντας σε αυτό το σημείο τη φράση: «Το ΠΑΣΟΚ έρχεται από μακριά και πηγαίνει μακριά». Αναφερόμενος στις εκλογές του 2009, ο κ. Καρχιμάκης είπε ότι «ο Γιώργος Παπανδρέου θα μπορούσε να έχει "επιστρέψει τη χειροβομβίδα" στον Κώστα Καραμανλή και να προκηρύξει εκλογές, αλλά δεν το έκανε».
Ο ίδιος χαρακτήρισε το Συνέδριο ως μια ευκαιρία ανασυγκρότησης του ΠΑΣΟΚ, ενώ όσον αφορά στις σχέσεις του κόμματος με τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «το ΠΑΣΟΚ δεν γεννήθηκε και δεν υπάρχει για να είναι ούτε ο αριστερός ψάλτης του Σαμαρά, ούτε ο δεξιός ψάλτης του ΣΥΡΙΖΑ».
Υπέρ της άμεσης αλλαγής της προγραμματικής συμφωνίας των τριών κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση, τάχθηκε ο Θάνος Μωραΐτης, σημειώνοντας ότι «η κοινωνική δικαιοσύνη θα είναι για εμάς η κόκκινη γραμμή». Ακόμη, υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι «το ΠΑΣΟΚ πρέπει να πάει κάθετα αντίθετα απέναντι σε δεξιές πρακτικές».
«Πήραμε την ολέθρια απόφαση να σηκώσουμε το βάρος της κρίσης. Οι άλλες πολιτικές δυνάμεις βρήκαν την ευκαιρία να μας χρεώσουν όχι μόνο τη διαχείριση της κρίσης αλλά και τα αίτια της κρίσης», ανέφερε η Τόνια Αντωνίου και τόνισε ότι για την ανόρθωση της παράταξης «πρέπει να κερδίσουμε έναν μεγάλο αγώνα στον πεδίο της αξιοπιστίας και της αυτοκριτικής».
Ακόμη, είπε ότι τώρα είναι η ώρα «να απευθύνουμε ένα γενικό προσκλητήριο για όσους γέμισαν τη μήτρα αυτού του χώρου, σε όσους έπαψαν να αναγνωρίζουν τον εαυτό τους μέσα σε αυτό το κόμμα». Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στους «συντρόφους» που «πήγαν σε άλλες δυνάμεις και ειδικά όσους πήγαν τον ΣΥΡΙΖΑ» και σημείωσε πως «πρέπει να πούμε ότι έχουμε πάρει το μήνυμά τους και είμαστε εδώ».
«Το ζήτημα αν συμμετέχουμε στην κυβέρνηση ή όχι δεν έχει κανένα περιεχόμενο. Το πραγματικό ζήτημα είναι πώς συμμετέχουμε», υποστήριξε ο Νίκος Ανδρουλάκης, θέτοντας ως βασικό στόχο τη θεσμική θωράκιση του ΠΑΣΟΚ. «Πληρώσαμε ακριβά το μοντέλο του αρχηγικού κόμματος που αναπνέει μόνο από την εξουσία. Που πνίγει κάθε διαφορετικότητα με την ταμπέλα της υπονόμευσης», ανέφερε. Ο κ. Ανδρουλάκης σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι είναι από αυτούς που σε μια δύσκολη περίοδο έδωσαν την μάχη επιβίωσης για το ΠΑΣΟΚ, «όταν οι πρωταγωνιστές των μεγάλων αποφάσεων του 2009 έγιναν καθηγητές τουιτεράδες ρεπόρτερ».
Πηγή: ΑΜΠΕ