Η βιομετρική τεχνολογία αποτελεί ένα από τα πλέον «σίγουρα» στοιχήματα του κοντινού μέλλοντος, καθώς θα επιτρέπει την ταυτοποίηση ενός ατόμου χωρίς να απαιτούνται ταυτότητες, κάρτες ή άλλα παρεμφερή μέσα. Ωστόσο, εκ πρώτης όψεως ίσως θα φαινόταν «τραβηγμένο» να θεωρήσει κανείς πως η βιομετρική τεχνολογία θα αντικαθιστούσε κάποια στιγμή το…ρευστό και τις πιστωτικές/ χρεωστικές κάρτες.
Όμως φαίνεται πως προς αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση κινείται η έρευνα σε ένα κολέγιο στη νότια Ντακότα: στο School of Mines and Technology του Ράπιντ Σίτι, σύμφωνα με δημοσίευμα της Huffington Post, γίνονται πειράματα πάνω στην αποκαλούμενη «βιοκρυπτολογία». Πρόκειται για ένα «πάντρεμα» της βιομετρικής με την κρυπτολογία (τη μελέτη της κωδικοποίησης εμπιστευτικών δεδομένων).
Οι φοιτητές της ομάδας έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε αγορές χρησιμοποιώντας, αντί για μετρητά ή κάρτες, απλά και μόνο ένα μηχάνημα το οποίο διαβάζει «μη παραβατικά» το αποτύπωμα και την αιμογλοβίνη τους για να διαπιστώσει πως είναι αυτοί που πρέπει να είναι, και στη συνέχεια να εγκρίνει τη συναλλαγή με τον τραπεζικό λογαριασμό.
Σε δοκιμή που έγινε, ο αγοραστής πήγε σε κατάστημα του κολεγίου, πληκτρολόγησε την ημερομηνία γέννησής του στο pay pad και στη συνέχεια αντί για κάποιου είδους κάρτα, έδωσε το δάχτυλό του για σάρωση. Το μηχάνημα «διάβασε» το αποτύπωμα και έλεγξε το αίμα που κυκλοφορούσε κάτω από το δέρμα, επιτρέποντας στη συναλλαγή να «περάσει». Η απόδειξη εστάλη μέσω email.
Αν και η τεχνολογία αναγνώρισης αποτυπωμάτων δεν αποτελεί κάτι καινούριο, η συγκεκριμένη τεχνική (η οποία δεν ελέγχει απλά το αποτύπωμα, αλλά εξακριβώνει και το αν το δάχτυλο είναι «ζωντανό» , ελέγχοντας αν υπάρχει σφυγμός, για να εξαλείφεται το μακάβριο μεν, υπαρκτό δε ενδεχόμενο χρήσης ενός κομμένου μέλους για «παράκαμψη»/ «παραβίαση») θεωρείται εξαιρετικά πρωτοποριακή, λόγω του επιπλέον επιπέδου ασφαλείας που συνεπάγεται, και θεωρείται πως ενδεχομένως να ανοίξει το δρόμο για χρήση της βιομετρικής και για καθημερινές εφαρμογές που προϋποθέτουν υψηλή ασφάλεια, όπως οι πληρωμές.
Στην «καρδιά» του όλου προγράμματος βρίσκεται ο Αλ Μάας, πρόεδρος της Nexus USA (θυγατρικής της Hanscan Indentity Management, η οποία κατοχύρωσε τη σχετική ευρεσιτεχνία), ο οποίος και έπεισε τον ιδιοκτήτη της Hanscan, Κλάας Τσβαρτ, να χρησιμοποιήσει το School of Mines and Technology του Ράπιντ Σίτι ως χώρο ανάπτυξης, αξιοποιώντας τις δυνατότητες των εκεί φοιτητών, που ειδικεύονται ως επί το πλείστον στη μηχανολογία.
Η τεχνολογία χρησιμοποιείται ήδη σε δύο καταστήματα στο campus, και για να μπορέσει κάποιος να πληρώσει μέσω αυτής απαιτείται πρώτα (όπως είναι φυσικό) να καταχωρήσει το δακτυλικό του αποτύπωμα. Για τους σκοπούς του προγράμματος προσφέρθηκαν εθελοντικά 50 φοιτητές.