Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (06/06/2003) Μέρος 1/6

Παρασκευή, 06 Ιουνίου 2003 21:01
A- A A+

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 6 ΙΟΥΝΙΟΥ 2003

ΔΙΚΗ 17Ν

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 6 ΙΟΥΝΙΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:00

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Ο κ. Τέλιος απουσιάζει για λόγους υγείας. Είναι ο συνήγορος του κ. Τέλιου; Τον εκπροσωπείτε εσείς.

Ναι κ. Ραχιώτη.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Μια παράκληση από τον συνάδελφό μου τον κ. Χρυσικόπουλο, αν είναι δυνατό να καθυστερήσει για ένα μισάωρο η εξέταση του συγκεκριμένου μάρτυρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει καταλαβαίνω, ξέρω και το δρόμο κλπ. Θα φέρουμε τα πειστήρια.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Παρακαλώ τον κ. Γιαννακούρη να έρθει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα πειστήρια κατ’ αρχήν έχουν έρθει;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Φέρτε τα να τα δούμε. Κύριε Γιαννακούρη εσείς τα συνοδεύετε αυτά; Τότε να φέρουμε ένα τραπέζι, για ν’ ανοίξουμε τα πειστήρια.

Κύριε Παπαδάκη έχετε τον λόγο.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κατ’ αρχήν κι εγώ θα χρειαστώ ένα τραπέζι σήμερα, κατά δεύτερον πριν εξεταστεί ο κ. Γιαννακούρης, δεν ξέρω αν το δικαστήριο έχει αποφανθεί υπέρ του αιτήματος του κ. Εισαγγελεύς να εξεταστεί ως μάρτυρας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπαμε θα δούμε πρώτα τα πειστήρια και μετά θα δούμε για το μάρτυρα. Δεν τα είπαμε;

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Βεβαίως τα είπαμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εκεί μένουμε. Δεν αλλάζουμε. Αλλά ο κ. Γιαννακούρης ήρθε ως συνοδεύων τα πειστήρια γιατί είναι λεπτή διαχείριση, να τα δείχνει.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κατά συνέπεια να επιλέξω άλλη στιγμή για να πω την άποψή μου;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τα έχουμε συμφωνήσει αυτά. Διαδικαστικά, βρισκόμαστε στο στάδιο ότι δεν εξετάζεται αυτή την ώρα ο μάρτυρας, απλώς επιδεικνύονται τα πειστήρια. Θα έρθετε να τα δείτε, θα τα δούμε κι εμείς. Παρακάλεσα να έρθει ένα τραπέζι και όλα θα είναι εδώ στη θέση τους.

Κύριε Μυλωνά έχετε τον λόγο.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Είναι εκείνες οι 2 – 3 σελίδες που είχα ζητήσει χτες και που είχε πει το δικαστήριό σας να προσκομιστούν από τα σχετικά έγγραφα και βεβαίως περιμένουμε με ανυπομονησία και το έγγραφο που υποσχέθηκε να μας προσκομίσει ο κ. Μακρής. Δεν ξέρω αν έχει έρθει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα το δούμε.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Αλλά οι 2 – 3 σελίδες ίσως να είναι εδώ πέρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε συνήγορε θα τα δούμε όλα. Ας έρθουν τα πειστήρια αυτή τη στιγμή.

Όταν λέμε πειστήρια που ζητήθηκαν, είναι τα δαχτυλικά αποτυπώματα, τα βιβλία που βρέθηκαν τα δαχτυλικά αποτυπώματα κλπ. Έχουμε κάτι άλλο; Ζητήσαμε κάτι μεταξοτυπίες και τα κλειδιά. Ένα – ένα να τα δείχνουμε να τα βλέπει ο κόσμος. Πειστήρια είναι αυτά τα οποία διαβάσαμε στις εκθέσεις. Να δείχνουμε ποια ένα – ένα για να τα βλέπουμε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ανά κατηγορούμενο κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ανά κατηγορούμενο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Όπως θέλετε κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όπως θέλετε εσείς κ. Εισαγγελέα. Ανά κατηγορούμενο να επιδεικνύονται και να τα βλέπετε.

Πρώτον για ποιο λέμε;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Τον κ. Γιωτόπουλο. Αυτό είναι το Νο 33 από την οδό Πάτμου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το οποίο περιγράφεται στην έκθεση ως; Δύο τηλε-οδηγίες κινητής τηλεφωνίας.

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Νο 10 στο τραπεζάκι αριστερά της εισόδου δωματίου Νο 1, είναι στον προθάλαμο της εισόδου του διαμερίσματος της οδού Πάτμου αριστερά όπως μπαίνουμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το οποίο τι λέει; Είναι αποτυπώματα τίνος;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Έχει αποτυπώματα πάνω του κ. Γιωτόπουλου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διαβάσαμε στην έκθεση ότι έχει αποτυπώματα του κ. Γιωτόπουλου. Έχει την ευγενή καλοσύνη ο συνήγορος να τα δει;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε μου επιτρέπετε να κάνω ερωτήσεις στον κ. μάρτυρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μα, ακόμη δεν τον έχουμε μάρτυρα. Γιατί βλέπετε ότι τεχνικά δεν μπορούμε γιατί τον ρώτησα κι εγώ. Αλλιώς μας τα αφήνει χύμα εδώ πέρα και λέει πάρτε τα δέστε τα.

(Διαλογικές συζητήσεις)

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, για να ξέρει το δικαστήριο ποιος είναι ο κ. Γιαννακούρης. Δυο ερωτήσεις μόνο σχετικά με αυτά που λέει αν θεμελιώνονται σε εμπειρίες.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Γιαννακούρη, τι ιδιότητα έχετε;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Υπηρετώ στο τμήμα εξερεύνησης της εγκληματολογικής υπηρεσίας επί 16 χρόνια ως αξιωματικός. Είμαι τμηματάρχης στο τμήμα εξερευνήσεων τα τελευταία 3 χρόνια και υπογράφω εγώ τα έγγραφα παραβολής των αποτυπωμάτων που έχουν έρθει στο ακροατήριό σας.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τι σπουδές έχετε κάνει;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Εχω εκπαιδευτεί στο εξωτερικό.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Που δηλαδή;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Αμερική και Αγγλία και φυσικά η παραβολή των αποτυπωμάτων είναι εμπειρική.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Σχετικά με τα εργαστήριά σας όπου ασκείτε αυτή την επιστήμη, σε ποια κατάσταση βρίσκονται σε σχέση με την Ευρώπη ή και την Αμερική.

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Είναι σε μια αρκετά καλή κατάσταση, είναι σύγχρονα εργαστήρια, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια και είναι σε μια κατάσταση που να παρέχουν αποτελέσματα με απόλυτη αξιοπιστία.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τα αποτυπώματα τα οποία εσείς τα έχετε πάρει από την Πάτμου και από τη Δαμαρέως.

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Υπό τον έλεγχο το δικό μου. Η εξερεύνηση και η παραβολή των αποτυπωμάτων έγινε με τον άμεσο έλεγχο το δικό μου.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δηλαδή με την παρουσία σας;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Με την παρουσία μου.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Με ποιες μεθόδους πήρατε τα αποτυπώματα;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Εξαρτάται από κάθε επιφάνεια η οποία εξερευνήθηκε. Είναι πολλές οι μέθοδοι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δηλαδή;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Βλέποντας μια επιφάνεια όπως είναι το χαρτί, το χαρτί επειδή έχει τη δυνατότητα να απορροφά τα συστατικά του ιδρώτα που συστήνει την εικόνα του αποτυπώματος χρησιμοποιούνται χημικά. Εμφανίζεται το αποτύπωμα, φωτογραφίζεται και στη συνέχεια παραβάλλεται με τα δακτυλοσκοπικά δελτία που τηρούνται στην υπηρεσία μας.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Σε μια άλλη επιφάνεια;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Σε μια άλλη επιφάνεια χρησιμοποιείται άλλη μέθοδος. Υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις. Στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει χρησιμοποιηθεί η μέθοδος με απλές συμβατικές κόλλες, τεχνικές κόλλες.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αυτές οι μέθοδοι τι περίπτωση λάθους έχουν;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Δεν υπάρχει περίπτωση λάθους. Καμία περίπτωση λάθους. Η εικόνα του λανθάνοντος αποτυπώματος που υπάρχει σ’ ένα χώρο σ’ ένα αντικείμενο πάνω, είναι η ίδια εικόνα με αυτή που έχει ένας άνθρωπος στα χέρια του.

(Διαλογικές συζητήσεις)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτό είπα. Ακόμη προκαταρτικά είπε ο κ. Εισαγγελεύς να τον ρωτήσει και η πρότασή του είναι να τον εξετάσουμε ως μάρτυρα.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Είναι προκαταρτικό ερώτημα το αν είναι αποτελεσματικά τα μέσα, αν μπορεί να κάνουν λάθος;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάλλον αυτά έπρεπε να τον ρωτήσουμε αν τον εξετάσουμε ως μάρτυρα. Κύριε Εισαγγελεύς, εδώ ήδη του λέω εγώ «Δώσε μας του κ. Γιωτόπουλου› και κάθεται λέει «Αυτό είναι του κ. Γιωτόπουλου› και μου το δείχνει, δηλαδή με τι ιδιότητα θα μου το δείξει αν δεν είναι μάρτυρας ή κάτι άλλο, να έχει ορκιστεί και να δεσμεύεται κιόλας. Διότι αλλιώς ό,τι θέλει θα λέει.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, εγώ που να τα ξέρω αυτά;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχουν αντιρρήσεις όμως.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αν δεν μάθω ποιος τα λέει αυτά...

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σωστό, κατάλαβα. Αλλά να δούμε η άλλη πλευρά όμως αν έχει αντίρρηση.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αν έχει αντίρρηση τι να κάνω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς προτείνετε να εξεταστεί ως μάρτυρας.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Βεβαίως κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ως άνθρωπος δηλαδή ο οποίος έχει γνώση εδώ του αντικειμένου. Δεν είπα ότι υπάρχει κώλυμα, αλλά θέλω να δω τι αντιρρήσεις ενδεχομένως υπάρχουν.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Επαναλαμβάνω κ. Πρόεδρε και κύριοι Δικαστές, όλοι θέλουμε την αλήθεια εδώ μέσα. Διότι κρίνονται αυτοί οι άνθρωποι. Αυτοί οι άνθρωποι πρέπει να κριθούν σωστά, με βάση την αλήθεια. Γι’ αυτό όλη αυτή η διαδικασία από την πλευρά της κατηγορούσας Αρχής.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ερωτάσθε λοιπόν τι πρόβλημα υπάρχει.

Γ. ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, από ό,τι αντιληφθήκαμε ο κ. Γιαννακούρης έχει υπογράψει κάποιες ανακριτικές πράξεις. Υπογράφει τα έγγραφα από ό,τι κατέθεσε ως εμπειρικός αντιπαραβολής κλπ. Οπότε δεν μπορεί να εξεταστεί σας μάρτυρας. Καλώς μας έδωσε κάποια στοιχεία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχετε κάνει ανακριτικές πράξεις;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Δεν έχω κάνει καμία ανακριτική πράξη. Το έγγραφο που υπογράφω είναι στη δικογραφία, είναι συνταγμένο σύμφωνα με το άρθρο 61 του Π.Δ. 342 και αφορά την παρ. 3 του άρθρου 60 342 Π.Δ. του ’77. Είναι έγγραφο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έκανε –λέει- ανακριτικές πράξεις.

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Το έγγραφο της ταύτισης των δαχτυλικών αποτυπωμάτων.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Κύριε Πρόεδρε αυτό είναι το άρθρο 181 του Κ.Ποιν.Δ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το οποίο λέει;

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: (Εκτός μικροφώνου)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ως εμπειρογνώμονας δηλαδή ειδικός. Ο ειδικός εμπειρογνώμονας όμως μπορεί να συντάσσει έκθεση, αλλά δεν είναι ανακριτικός υπάλληλος, δεν έκανε δηλαδή ανακριτική πράξη. ¶λλο το ένα, άλλο το άλλο.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Να διατυπώσω κι εγώ κάποιες σκέψεις;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βεβαίως, πολύ ευχαρίστως να τις ακούσουμε.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Ευχαριστώ κύριε Πρόεδρε. Θέλω να καταλάβουμε λιγάκι, προσωπικά θα ήθελα να καταλάβω και εγώ και εσείς, τι ακριβώς κάνουμε τώρα από δικονομικής πλευράς. Φυσικά, όλοι μας αναζητούμε την αλήθεια σε αυτή την υπόθεση. Δεν αμφισβητεί κανείς αυτό που είπε ο κ. Εισαγγελέας. Όμως αυτή η αλήθεια μπορεί να αναζητηθεί μόνο όταν τηρούνται οι ισχύουσες δικονομικές ρυθμίσεις.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ασφαλώς.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Δεν αναζητούμε γενικώς και αορίστως την αλήθεια, αναζητούμε την αλήθεια σύμφωνα με τους λεπτομερείς κανόνες που έχει θεσπίσει ο Κ.Ποιν.Δ. Εδώ πρέπει να επισημάνω το εξής που θα έπρεπε να ήταν ίσως αυτονόητο. Σε ποινική δίκη δεν εμφανίζεται ο οποιοσδήποτε για να πει οτιδήποτε. Εμφανίζονται μόνο συγκεκριμένα άτομα, όταν έχουν συγκεκριμένους δικονομικούς ρόλους. Ποια μπορεί να είναι αυτά τα άτομα; Μπορεί να είναι μάρτυρες.

Οι μάρτυρες όμως αναφέρουν κάτι που ξέρουν για το έγκλημα και για τις συνθήκες τέλεσής του και επικουρικά για την προσωπικότητα των κατηγορουμένων. Προφανώς ο κύριος δεν ξέρει κάτι για τις συνθήκες τέλεσης του εγκλήματος. Η άλλη δυνατότητα να εμφανιστεί κάποιος και να μιλήσει και να εξεταστεί ενώπιον του δικαστηρίου σας, είναι αν είναι πραγματογνώμονας. Για να είναι πραγματογνώμονας όμως θα πρέπει προηγούμενα να έχει διενεργήσει μια έρευνα και να έχει υπογράψει μια έκθεση πραγματογνωμοσύνης όπως ήταν χτες ο κ. Μακρής.

¶ρα ...

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (Εκτός μικροφώνου)

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Παρακαλώ πολύ μην με διακόπτετε. Το κάνετε κάθε φορά που μιλώ κ. Εισαγγελέα. Σας παρακαλώ μην με διακόπτετε. Εγώ σας ακούω με προσοχή, αν και διαφωνώ πολύ συχνά με όσα λέτε δεν παρεμβαίνω, εσείς όμως συστηματικά παρεμβαίνετε και με διακόπτετε. Επιτέλους ας τηρηθούν οι στοιχειώδεις κανόνες ευπρέπειας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συνεχίστε.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Ευχαριστώ κ. Πρόεδρε. Η άλλη δυνατότητα δικονομική που υπάρχει κάποιος να ακουστεί από το δικαστήριό σας και να του απευθυνθούν ερωτήσεις, είναι να είναι πραγματογνώμονας. Αυτό προϋποθέτει ότι έχει ερευνήσει τα πράγματα, έχει συντάξει σύμφωνα με τους τύπους κάποια έκθεση και επ’ αυτής και μόνο –το υπογραμμίσω, είναι σαφές το άρθρο 362 που ανέφερα και χτες- της συγκεκριμένης έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, του απευθύνονται ερωτήσεις.

Αν ο συγκεκριμένος κύριος έχει συντάξει κάποια πραγματογνωμοσύνη, εφόσον έχει διαβαστεί, θα του απευθυνθούν ερωτήσεις επί του συγκεκριμένου κειμένου, όπως έγινε χτες με τον πραγματογνώμονα τον κ. Μακρή.

¶λλη δυνατότητα δεν υπάρχει. Βεβαίως όταν προσκομίζονται κάποια πειστήρια είναι λογικό κάποιος άνθρωπος να τα παρουσιάζει στο δικαστήριο. Αυτή όμως η φυσική του παρουσία και οι κινήσεις που κάνει να βγάζει το πειστήριο από τη σακούλα ή από τη βαλίτσα και να το δείχνει, δεν τον αναβαθμίζει σε μάρτυρα. Είναι ένα βουβό –επιτρέψτε μου την έκφραση- πρόσωπο, το οποίο δείχνει στο δικαστήριο τα πειστήρια και τίποτε άλλο.

Δεν είναι δυνατόν ο άνθρωπος ή οι άνθρωποι αν είναι παραπάνω, οι οποίοι μεταφέρουν τα πειστήρια να αναβαθμίζονται ξαφνικά σε μάρτυρες και να τους απευθύνονται ερωτήσεις επί του βαθμού πειστικότητας και αξιοπιστίας των ερευνών που έχουν γίνει. Αυτό είναι δικονομικά αδιανόητο.

Συνεπώς εφόσον ο κύριος δεν έχει συντάξει κάποια έκθεση πραγματογνωμοσύνης, επί της οποίας και μόνο μπορεί να του απευθυνθούν ερωτήσεις, βεβαίως και δικαιούται να διευκολύνει το δικαστήριο και να επιδεικνύει τα διάφορα πειστήρια, αλλά τίποτα παραπάνω.

Βεβαίως, επιτρέψτε μου να επισημάνω ότι τα πειστήρια από μόνα τους έχουν μια αξία, αλλά μάλλον περιορισμένη. Η μεγάλη τους αξία έγκειται στην επεξεργασία που έχουν τύχει σύμφωνα με τους δικονομικούς κανόνες και στα συμπεράσματα που έχουν βγάλει οι αρμόδιοι εμπειρογνώμονες – πραγματογνώμονες τα οποία έχουν αποτυπωθεί σε δικονομικά έγγραφα, σε εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης. Αυτά, είναι διαφορετικό. Αν υπάρχουν τέτοια στοιχεία φυσικά και θα αξιολογηθούν.

Αλλά ο άνθρωπος ο οποίος συνοδεύει τα πειστήρια και τα δείχνει στο δικαστήριο, δεν θα σχηματίσει την όποια εικόνα σχηματίσει το δικαστήριο, είναι δικονομικά ανεπίτρεπτο να αναβαθμιστεί σε μάρτυρα, ο οποίος θα μας εξηγήσει τι σημαίνουν αυτά τα πειστήρια. Οι εξηγήσεις περί της σημασίας των πειστηρίων, είναι νοητές μόνο εφόσον έχουν τηρηθεί οι προηγούμενοι τύποι και υπάρχουν οι σχετικές εκθέσεις.

Διαφορετικά, το μόνο στο οποίο πρέπει να περιοριστεί να κάνει ο όποιος συνοδός των πειστηρίων είναι να τα επιδεικνύει στο δικαστήριο και στους παράγοντες της δίκης, τίποτε παραπάνω. Αν έχουν τύχει επεξεργασίας αυτά τα πειστήρια, είναι ένα άλλο ζήτημα το οποίο προϋποθέτει την ύπαρξη γραπτών κειμένων, την ύπαρξη πραγματογνωμοσυνών.

Σύμφωνα με τα παραπάνω θεωρώ δικονομικά ανεπίτρεπτο και πρωτόγνωρο θα έλεγα να έρχεται τώρα ο αξιότιμος κ. Εισαγγελέας και να ζητάει να εξεταστεί ως μάρτυρας, ποιος; Ο απλός συνοδός των πειστηρίων.

Γι αυτό κύριε Πρόεδρε νομίζω ότι πρέπει να απορριφθεί το αίτημα και να εξεταστεί όποιος κύριος έχει συντάξει πραγματογνωμοσύνη μόνο επί του περιεχομένου της συγκεκριμένης πραγματογνωμοσύνης. Τίποτε άλλο δεν μας επιτρέπει η δικονομία την οποία οφείλουμε όλοι να τηρούμε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε έχει συντάξει ο κ. μάρτυρας;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπε δεν έχει συντάξει έκθεση ανακριτικής πράξης, αυτό μ’ ενδιαφέρει εμένα. Όλα τα άλλα θα τα δούμε. Αν μπορεί να εξεταστεί οποιοσδήποτε αστυνομικός προτείνετε εσείς ή ως συνοδεύων τα πειστήρια ή μη συνοδεύων τα πειστήρια, αυτό είναι άλλο θέμα. Αλλά το ζήτημα είναι αν έχει όμως έχει κάνει κάποια ανακριτική πράξη δε μπορεί να εξεταστεί. Αυτό ρώτησα εγώ.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Συμπληρωματικά λοιπόν προς όσα είπε ο κ. Μυλωνάς και απαντώντας ακριβώς στο ερώτημα στο οποίο σας προβληματίζει, θα ήθελα να συνεισφέρω τα εξής στο Δικαστήριο. Πρώτον, ότι κατά το άρθρο 211, όχι το 211α, της Ποινικής Δικονομίας, δεν μπορούν να καταθέσουν ως μάρτυρες όσοι άσκησαν ανακριτικά καθήκοντα.

Επισημαίνω τη διατύπωση διότι είναι ευρύτερη από κάποια φράση που χρησιμοποιήσατε προηγουμένως, όχι τώρα, εάν υπήρξαν ή όχι ανακριτικοί υπάλληλοι. Το ποιος άσκησε ανακριτικά καθήκοντα είναι ορισμός ευρύτερος της εννοίας του ανακριτικού υπαλλήλου. Έστω λοιπόν και αν ο συγκεκριμένος κύριος αστυνόμος δεν έχει υπογράψει, πράγμα που δεν το ξέρω αυτή τη στιγμή, μέσα στον όγκο της δικογραφίας κάποιες εκθέσεις ή κάποιες ανακριτικές πράξεις, είναι προφανές ότι έχει ασκήσει ανακριτικά καθήκοντα.

Το λέω αυτό γιατί: Είπε προηγουμένως ότι συνέταξε έγγραφο σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 60 του Π.Δ. 342/77. Τί μας λέει η παράγραφος αυτή η οποία αναφέρεται στα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του γραφείου εξερευνητών της αστυνομίας; Λέει: «Διαπιστώνει δακτυλοσκοπικώς την ταυτότητα των δραστών εγκληματικών πράξεων και επιβεβαιεί τας υπό των περιφερειακών εγκληματολογικών υπηρεσιών γενομένας διαπιστώσεις προς δε συντάσσει έγγραφον όπερ αποστέλλει εις την επιληφθείσαν αρχήν διά την υπό ταύτης υποβολήν στην δικαστικήν ή ετέραν αρχήν›.

Η δακτυλοσκοπική διαπίστωση λοιπόν της ταυτότητας του δράστη μιας εγκληματικής πράξης δεν μπορεί παρά να είναι πράξη ανακριτική έστω και αν όντως δεν καταλήγει σε μία έκθεση πραγματογνωμοσύνης. Να πω παρεμπιπτόντως ότι με την επομένη ακριβώς παράγραφο του ιδίου άρθρου, προβλέπεται η αρμοδιότητα στο τμήμα αυτό να συντάσσει εκθέσεις πραγματογνωμοσύνη. Εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης όμως δεν υπάρχουν για τα αποτυπώματα και σε ό,τι αφορά τον εντολέα μου και ευρύτερα γενικά.

Θα ήθελα να πω στο σημείο αυτό ότι η υπεράσπιση είναι εκείνη η οποία βοά και φωνάζει από την προδικασία κτλ. που είναι οι εκθέσεις, γιατί δεν έχουμε πραγματογνωμοσύνες και όλα αυτά τα πράγματα. Θέλησε λοιπόν το τμήμα αυτό της αστυνομίας να μην κάνει πραγματογνωμοσύνες, δεν έκανε. Συνέταξε κάποια έγγραφα τα οποία είναι έγγραφα κατά τον ορισμό της διάταξης που επικαλέστηκε ο κ. Γιαννακούρης, διαπίστωσης της ταυτότητας του δράστη.

Εάν η διαπίστωση της ταυτότητας του δράστη δεν είναι ανακριτική πράξη, τί είναι τότε ανακριτική πράξη; Κατά συνέπεια, ο κ. Γιαννακούρης δεν μπορεί να εξεταστεί ως μάρτυρας διότι εμπίπτει στο ασυμβίβαστο του άρθρου 211 και βεβαίως δεν μπορεί και να εξεταστεί και ως πραγματογνώμονας, διότι δεν υπάρχει πραγματογνωμοσύνη. Είναι ένα αδιέξοδο το οποίο έχει δημιουργηθεί απ’ όλη αυτή τη μεθόδευση της προδικασίας και το βλέπουμε εδώ πέρα μπροστά μας, η υπεράσπιση απλώς το επισημαίνει, δεν το έχει δημιουργήσει.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Κύριε πρόεδρε, το βασικό ζήτημα είναι ότι δεν έχουν συνταχθεί εκθέσεις να προσδιορίζουν –αυτό είναι γνωστό, το είπε και ο κ. Εισαγγελέας, αυτά έχουμε, αυτά φέρνουμε. Από κει και πέρα είναι άλλο ζήτημα να αξιολογηθεί αυτή η ανακοίνωση της αστυνομίας που λέει ότι βρήκαμε αυτά τα αποτυπώματα εκεί, τί σημαίνει αυτό το πράγμα όσον αφορά την ενοχή ή την αθωότητα κάποιου ανθρώπου και άλλο ζήτημα το τί θα κάνει ο συγκεκριμένος άνθρωπος που έρχεται εδώ, που εφ’ όσον δεν έχει μια έκθεση να μας την αναλύσει και να μας την περιγράψει, δε βλέπω τί θα κάνει. Θα κάνει προφορικά την έκθεση, αυτό που λείπει, αυτό που δεν έκαναν, ενώ είχαν δυνατότητα να το κάνουν;

Αλλά και εμείς τί να κάνουμε τώρα; Θα υποκαταστήσουμε αυτό με μια προφορική αναφορά; Δεν είναι το ίδιο όπως καταλαβαίνετε, γιατί είναι άλλο να έχω εγώ την έκθεσή του να έρθει να την αναπτύξει και να τον ρωτήσω εγώ σ’ ένα έγγραφο που το έχω μελετήσει και άλλο κατά δήλωση να μου πει ότι εδώ συνέβη και αυτό. Αλλά αυτό είναι μια δήλωση και δεν είναι μάρτυρας που έχει δει ένα γεγονός. Θα έρθει και θα σχολιάσει πώς δουλεύει η υπηρεσία του ή πώς δούλεψαν οι υφιστάμενοί του.

Η. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: Θέλω να επισημάνω ότι οι εκθέσεις οι οποίες ταυτίζουν δακτυλικά αποτυπώματα, οι οποίες συνήθως υπάρχουν στις δίκες, έχουν αυτή τη μορφή. Δηλαδή λένε ποιο ήταν το υλικό είχαν προς σύγκριση, στη συνέχεια διατυπώνουν τα συμπεράσματά τους εν σχέση με την ταύτιση ή μη των αποτυπωμάτων. Θέλω να επισημάνω ότι η βασική αρχή της ακροαματικής διαδικασίας είναι η αρχή της αμεσότητας. Το γεγονός ότι έρχονται στην ακροαματική διαδικασία εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, δε σημαίνει ότι το είδος αυτό αναπτύξεως σε σχέση με τις μεθόδους οι οποίες ακολουθήθηκαν είναι προτιμητέο έναντι της ζωντανής προφορικής διαδικασίας.

Απορώ πράγματι που η υπεράσπιση αντί να χαίρεται που αυτή είναι μία από τις δίκες όπου οι συντάκτες τέτοιων εκθέσεων είναι παρόντες και άρα μπορούν να υποστούν τη βάσανο της ακροαματικής διαδικασίας και να ερωτηθούν από την Υπεράσπιση για όποιο θέμα τυχόν τους απασχολεί, η Υπεράσπιση προτιμά να μείνει με τις απορίες της. Λέει, «διαβάζω την έκθεση και μου δημιουργούνται ορισμένες απορίες›. Αυτές τις απορίες οι οποίες αφορούν κορυφαία αποδεικτικά θέματα σε σχέση με τον πελάτη μου, δεν θέλω να τις λύσω, δεν θέλω τον μάρτυρα. Εγώ πρώτη φορά βλέπω κατηγορούμενο να μη θέλει να εξεταστεί στο ακροατήριο μάρτυρας ο οποίος έχει αναμιχθεί στην κατάρτισης μίας εκθέσεως που αφορά την ταύτιση δακτυλικών αποτυπωμάτων. Σε άλλες περιπτώσεις ζητούμε ως Υπεράσπιση να κληθεί ο μάρτυρας και πολλές φορές δεν γίνεται στο Δικαστήριο και παραπονιόμαστε γι αυτό.

Επομένως, στην ζώσα ακροαματική διαδικασία μπορεί να ερωτηθεί οποιοδήποτε θέμα σχετίζεται με τη μέθοδο η οποία επισημαίνω στα δακτυλικά αποτυπώματα είναι διεθνώς, εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες τυποποιημένη, υπάρχει στάνταρτ μέθοδος με την οποία ταυτοποιούνται τα δακτυλικά αποτυπώματα και συνεπώς δε νομίζω ότι υπήρχε λόγος εδώ και ανάγκη να εξηγήσει το εργαστήριο της αστυνομίας ότι ακολούθησε τη στάνταρτ μέθοδο την οποία μπορεί να βρει κανείς αν ανοίξει τον Αλεξιάδη στην «Ανακριτική› ή οποιοδήποτε άλλο εγχειρίδιο, η μέθοδος ταυτίσεως είναι τυποποιημένη εδώ και 100 τουλάχιστον χρόνια.

Λέγω λοιπόν να ακουστεί ο μάρτυρας σε σχέση με τις εκθέσεις και τα πειστήρια, να ερωτηθεί από την Υπεράσπιση και την Πολιτική Αγωγή και από το Δικαστήριο και τον Εισαγγελέα και από κει και πέρα εάν οι κύριοι της Υπερασπίσεως θεωρούν αναγκαίο σε επόμενη φάση της διαδικασίας να προτείνουν μάρτυρα Υπερασπίσεως με ειδικές γνώσεις ο οποίος θα αντικρούσει το α’ ή το β’ σημείο αφού μελετήσουν και από τα πρακτικά την κατάθεση του μάρτυρος, θα έχουν όλοι αυτή τη δυνατότητα. Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί μία έλλειψη, όπως λένε, της προδικασίας, προτιμούν να παραμείνει στο ακροατήριο με προφανή βέβαια σκοπό να αποδυναμώσουν την αποδεικτική αξία εκείνων των στοιχείων τα οποία ενοχοποιούν τον εντολέα τους.

Μέχρι τώρα η Υπεράσπιση του κ. Γιωτόπουλου είχε μία εύκολη δουλειά να επιτίθεται σε μάρτυρες ότι «κύριε δε θυμάστε αν ήταν γαλανά ή αν ήταν καστανά› και να ασχολείται με τα ποσοστά. Τώρα πλέον που δεν πρόκειται για τα μάτια του κ. Γιωτόπουλου αλλά για τα αποτυπώματά του, τώρα δε θέλει να εξετάσει μάρτυρες. Δε θέλει μάρτυρες, για να δηλώσουν μετά ότι είναι κατασκευασμένα κτλ.

Νομίζω λοιπόν κ. Πρόεδρε ότι χάριν της ευρέσεως της αληθείας για την οποία είμαστε όλοι εδώ και η Υπεράσπιση και εμείς, πρέπει να προχωρήσει η εξέταση επί των εκθέσεων αυτών και να ερωτηθεί ο μάρτυς ό,τι κρίνεται αναγκαίο απ’ όλες τις πλευρές.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Σε συνέχεια των όσων ανέφερε ο αξιότιμος κ. συνάδελφός μου, πέραν της αμεσότητας στη διαδικασία υπάρχει και η αρχή της ανεύρεσης της ουσιαστικής αλήθειας. Εδώ είναι δύο θέματα: Είναι δυνατόν, στο βωμό μιας τυπικότητας η οποία δεν έχει παραβιαστεί, να θυσιάζεται η ανεύρεση της ουσιαστικής αλήθειας; Έχω μια εμπειρία τουλάχιστον 25 χρόνια από τις υποθέσεις της ΕΘΝΙΚΗΣ Τράπεζας εζητείτο κατά κόρον και επιμόνως από την Υπεράσπιση όταν εγίνετο μία έκθεση π.χ. από τη Διεύθυνση Επιθεώρησης της ΕΘΝΙΚΗΣ Τράπεζας να καλούνται ως μάρτυρες και να δίνουν εξηγήσεις επί των εκθέσεών τους και εγεννάτο θέμα τεράστιο και πολλές φορές δεν προσήρχοντο οι μάρτυρες αυτοί.

Το θέμα είναι, ζητούμε την ανεύρεση της αλήθειας; Φοβόμαστε την ουσιαστική αλήθεια; Γι αυτό νομίζω ότι, όπως είπε και ο συνάδελφός μου, μπορούν να καταθέσουν και ταυτόχρονα να δώσουν εξηγήσεις και θα μπορούσε η αξιότιμη Υπεράσπιση αν ήθελε, γνώριζε πότε θα έρθουν, είχε γίνει προειδοποίηση από μακρού χρόνου πότε θα έρθουν τα πειστήρια και επομένως θα μπορούσε και σήμερα ακόμα να υπήρχε ένας τεχνικός σύμβουλος. Θα ηρνείτο άραγε το Δικαστήριό σας να τον εξετάσει και να ακούσει την αντίκρουση και να ακούσει τη φωνή της άλλης όχθης;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εδώ το Δικαστήριο νομιμοποιείται να εκδώσει απόφαση μόνο μέσω μιας νόμιμης διαδικασίας, μέσω δηλαδή ελέγχου νομίμως εξελισσόμενης αποδεικτικής διαδικασίας. Όταν κάτι δεν είναι νόμιμο δεν μπορούμε εμείς να το λάβουμε υπόψη ούτε να το επιτρέψουμε, ακόμη και αν αυτό πάει για την ουσιαστική αλήθεια. Η ουσιαστική αλήθεια είναι και αυτό το ζητούμενο αλλά πρέπει να γίνει μέσω νόμιμης διαδικασίας, μέσω νόμιμων μέσων. Εδώ το θέμα είναι αν είναι πράγματι νόμιμο μέσον να εξεταστεί μάρτυρας. Μόνο αυτό.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Το θέμα είναι εάν ο συγκεκριμένος κύριος που έχουμε μπροστά μας, ο κ. Γιαννακούρης, έχει συντάξει έκθεση κατά την έννοια των άρθρων 148 και επόμενα του Κ.Ποιν.Δ., που να υπάρχει και συμπράττον πρόσωπο, ο χρόνος, ο τόπος, η ώρα, όλα αυτά, πότε αρχίζει και πότε τελειώνει.

Μπορεί επί παραδείγματι να έχει συντάξει μια έκθεση αυτοψίας ή μια έκθεση κατά οποιοδήποτε στάδιο της προδικασίας, είτε της προανάκρισης είτε της κυρίας ανάκρισης, ούτως ώστε να δούμε εάν έχει συντάξει έκθεση ή έχει διενεργήσει άλλη ανακριτική πράξη του 211 είτε ο ίδιος είτε ως συμπράττων και όχι ως παριστάμενος απλώς, οπότε τότε το Δικαστήριο να μπορέσει να κρίνει και επιπλέον να ερωτηθεί αν αυτά τα έγγραφα που εμείς διαβάσαμε, όπως π.χ. ένα έγγραφο που έχει θέμα «Εξερεύνηση χώρων πειστηρίων και παρεμβολή λανθανόντων αποτυπωμάτων› που εκεί δε λέει «Εν Αθήναις σήμερα την τάδε του μηνός, στο τάδε κατάστημα, εγώ ο τάδε, με παρουσία του τάδε ή ενεργών κατόπιν εντολής...› κτλ., είναι ένα απλό έγγραφο.

Αν όμως μέσα στη δικογραφία υπάρχει οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που να έχει την έννοια της ανακριτικής πράξης, τότε είναι ένα θέμα που πρέπει να το δούμε στα πλαίσια του άρθρου 211 του Κ.Ποιν.Δ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λοιπόν, ερωτάσθε κ. Γιαννακούρη. Έχετε κανένα τέτοιο έγγραφο;

Ι. ΓΙΑΝΝΑΚΟΥΡΗΣ: Όχι κ. Πρόεδρε, η υπηρεσία μου δεν κάνει καμία ανακριτική πράξη.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορείτε λοιπόν να πάρετε τον λόγο εν συνεχεία.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Θέλω να τοποθετηθώ απαντητικά στην τοποθέτηση των δύο συναδέλφων της Πολιτικής Αγωγής, ότι ενδιαφέροντα ήταν αυτά που είπαν αλλά στηρίζονται όπως υποθέτω σημείωσε το Δικαστήριό σας, σε ανύπαρκτη προϋπόθεση, γιατί ένα απλό κοίταγμα στη δικογραφία θα έδειχνε τους συναδέλφους ότι λείπει ακριβώς αυτό που έθεσαν ως προϋπόθεση, η έκθεση των συγκεκριμένων υπαλλήλων που εξέτασαν τα δακτυλικά αποτυπώματα, όσον αφορά το ζήτημα της ταύτισης, το οποίο έχει τεθεί από πολλές μέρες, μπορεί να μην ήταν ο κ. συνάδελφος, ήρθε και η απάντηση από την Εισαγγελία, ότι αυτό έχουμε, δηλαδή δεν έχουμε έκθεση.

Οπότε σε ποια έκθεση θα μας απαντήσει και θα μας σχολιάσει ο συγκεκριμένος μάρτυρας; Αυτό είναι που προφανώς δεν έλαβε υπόψη της η Πολιτική Αγωγή. Βεβαίως συμφώνησε και ο κ. Εισαγγελέας απ’ ότι κατάλαβα με τον κ. Αναγνωστόπουλο, αλλά ο κ. Εισαγγελέας το ξέρει αυτό, γιατί ο ίδιος ο κ. Εισαγγελέας μας είπε ότι δεν υπάρχει αυτό που θεώρησε ως δεδομένο ότι υπάρχει ο κ. συνάδελφος.

Από εκεί τίθεται το ζήτημα εάν μπορεί να εξεταστεί και σε ποια βάση o μάρτυρας για να μπορούμε κ. συνάδελφοι να κάνουμε πραγματική εξέταση και να δούμε αυτή η εργασία που έκανες εδώ υπάρχει, υφίσταται; Ποια σημεία ταύτισες εσύ, ποια σημεία είναι διαφορετικά; Αυτό λείπει, αυτό δε μας είπαν με μια έκθεση. Αυτό που έχουμε στη δικογραφία για να γίνει σαφές, αν κάποιος δεν το έχει δει, είναι μια ανακοίνωση της αστυνομίας ότι ταυτίζονται. Αυτό, τίποτε άλλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή έναν αστυνομικό, πείτε ότι δεν έχει καμία σχέση με αυτά ούτε έχει υπογράψει τίποτα, δεν μπορεί ο κ. Εισαγγελέας να τον καλεί εδώ πέρα ως μάρτυρα; Δεν απαντάμε σε αυτή τη βάση να καταλάβω κι εγώ. Οποιονδήποτε θέλει. ¶λλο τώρα τί θα τον ρωτήσουμε και άλλο τί αξιοπιστία θα δώσει. Εγώ προβληματίζομαι απ’ ότι είδατε βαθύτατα. Θέλω να μου πείτε, έναν μάρτυρα οποιονδήποτε, κάποιον που να έχει σχέση με τα αποτυπώματα, που τον βρήκατε εσείς και μου λέτε κ. Πρόεδρε θέλω να τον εξετάσω τί θα σας πω; Δεν τον εξετάζω επειδή δεν έχει κάνει έκθεση;

Ας πούμε ότι δεν έχει κάνει κάποια έκθεση, ή έχει κάνει μία έκθεση και είναι ένα σωρό πράγματα τα οποία δεν έχει ασχοληθεί αυτός. Δε μπορεί ο Εισαγγελεύς ή εσείς να ζητήσετε από το Δικαστήριο να επιτρέψει την εξέταση; Αυτός είναι ο προβληματισμός μου εμένα και μην μεταβάλλουμε τη βάση. Οπωσδήποτε πρέπει η διαδικασία να είναι νόμιμη αλλιώς η αλήθεια που θα βρούμε δε θα είναι η αλήθεια την οποία επιτρέπει το νομικό μας σύστημα. Αλήθειες υπάρχουν ίσως πολλές, μία είναι βέβαια η πραγματική, αλλά αυτή που αναζητά το Δικαστήριο είναι η δικονομική αλήθεια.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Με το 327 δεν έχει το δικαίωμα όπως είπατε η Εισαγγελική αρχή ακόμα και από το ακροατήριο αν προκύψει κάποιος μάρτυρας να τον καλέσει; Αυτό ετέθη και προχθές, ανελύθη διεξοδικά και νομίζω ότι το Δικαστήριό σας ετάχθη υπέρ της απόψεως αυτής.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γι αυτό προσπαθούμε, θέλω δηλαδή να δω αν εξετάζουμε υπαρκτά προβλήματα ή στον φαντασιακό χώρο. Θέλω να δω αν είναι υπαρκτό το πρόβλημα εδώ του διλήμματος.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, εκπλήσσομαι διπλά αυτή τη στιγμή. Η πρώτη μορφή έκπληξης είναι θετική και πραγματικά χαίρομαι ιδιαίτερα που και εσείς επισημαίνετε το αυτονόητο, επιτρέψτε μου να πω ότι βεβαίως και αναζητούμε την αλήθεια, αλλά μόνο υπό την τήρηση των συγκεκριμένων νομικών ρυθμίσεων. Η διαδικασία αλήθεια η οποία προκύπτει από την αυστηρή τήρηση των δικονομικών κανόνων είναι το ζητούμενο και πραγματικά ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη για μένα η τοποθέτησή σας η εύστοχη, καίρια και απαραίτητα θα έλεγα.

Όμως έχω και μία μεγαλύτερη αρνητική έκπληξη η οποία εξηγείται, η μόνη εξήγηση που μπορώ να δώσω απ’ όσα άκουσα από τις τοποθετήσεις των εκλεκτών συναδέλφων της Πολιτικής Αγωγής, ότι δεν άκουσαν αυτά που είπα στην προηγούμενή μου τοποθέτηση. Τα πράγματα κ. Πρόεδρε και κ.κ. Εφέτες είναι σαφή: Ως μάρτυρας μπορεί κάποιος να καταθέσει –και έρχομαι και στη δική σας εύλογη απορία την τελευταία- όταν έχει να μας πει κάτι για την ουσία της υπόθεσης ή για την προσωπικότητα των κατηγορουμένων, που δεν γεννάται αυτό το θέμα φυσικά τώρα.

Είναι προφανές ότι ο συγκεκριμένος προτεινόμενος ως μάρτυρας δεν έχει να μας πει τίποτα για την ουσία της υπόθεσης. Ακόμα και αν είχε παρευρεθεί στην έρευνα που ενδεχομένως έχει γίνει στην οδό Πάτμου, έχοντας ασκήσει ανακριτικά καθήκοντα δε μπορεί να μας περιγράψει ποιο είναι το έργο που έκαναν οι αστυνόμοι, γιατί έτσι έχουμε ουσιαστικά παράκαμψη του άρθρου 211. Αν ξέρει θεωρητικά να μας πει κάτι για την τέλεση των εγκλημάτων για τα οποία κατηγορούνται οι κατηγορούμενοι, βεβαίως να εξεταστεί ως μάρτυρας εφόσον προταθεί και εφόσον το Δικαστήριό σας κρίνει με το 353 ότι είναι ουσιαστική η μαρτυρία του για την ανεύρεση της αλήθειας.

Όμως θεωρώ ότι προφανώς κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση. Ο μάρτυρας δε θα μας πει για το αν έβαλαν βόμβες, αν έκαναν το ένα ή το άλλο έγκλημα οι Χ κατηγορούμενοι. Ο μάρτυρας είναι ένα όργανο της αστυνομίας που έχει ασχοληθεί με την επεξεργασία των ευρημάτων στο διαμέρισμα της οδού Πάτμου. Εδώ ερχόμαστε στο κρίσιμο σημείο. Είναι προφανές ότι τα θέματα για τα οποία ενδεχομένως θα μπορούσε να πει κάτι ο κ. μάρτυς, είναι από αυτά για τα οποία απαιτούνται ειδικές γνώσεις ορισμένης επιστήμης ή τέχνης.

Είναι λοιπόν αυτά τα θέματα για τα οποία το άρθρο 183 σαφέστατα ορίζει ότι όταν υπάρχει θέμα τέτοιο η διερεύνηση του οποίου απαιτεί ειδικές γνώσεις της επιστήμης, τότε υποχρεωτικά διατάσσουμε πραγματογνωμοσύνη.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή