Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (17/06/2003) Μέρος 2/7

Τρίτη, 17 Ιουνίου 2003 18:01
A- A A+

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Όταν μάθατε για την δραστηριότητά του αυτή για την οποία κατηγορείται;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Το άκουσα στην τηλεόραση.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Πιστέψατε ότι μπορεί να είναι μέσα σε αυτή την Οργάνωση;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ προσωπικά δεν μπορώ να το πιστέψω γιατί τον ήξερα τον Διονύση και δεν είχε ποτέ τέτοια ενδιαφέροντα. Δεν ασχολιόταν με την πολιτική, δεν του άρεσε η βία.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Προηγουμένως είπατε ότι είχε φίλο τον κ. Βασίλη Ξηρό.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, τον είχε.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Ο κ. Βασίλης Ξηρός είναι κι αυτός στην Οργάνωση.

..........: (Εκτός μικροφώνου) Με έχετε καταδικάσει από τώρα;

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Δεν είστε κύριε;

..........: (Εκτός μικροφώνου) Δεν έχω το τεκμήριο αθωότητας;

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: Δεν είστε;

..........: Όχι.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: ¶μα δεν είστε, καλά.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Γνωρίζετε το διάστημα που παρέμεινε ο κ. Γεωργιάδης στην Αθήνα από το φθινόπωρο του ΄98 μέχρι τον Μάιο του 2001 που είπατε, πού έμενε στην Αθήνα και αν φιλοξενήθηκε και από ποιον;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Στην αρχή έμενε στο Νέο Ηράκλειο.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Σε δικό του σπίτι;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Σε μονοκατοικία. Ενοικιαζόμενο.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μόνος του ή τον φιλοξενούσε κάποιος που έχει την ιδιότητα του κατηγορούμενου σήμερα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Αν έμενε με άλλον; Έμενε με τον κ. Βασίλη Ξηρό όταν τον είχα επισκεφθεί.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Για πόσο χρονικά διάστημα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν το θυμάμαι πόσο μείνανε μαζί. Πάντως την δεύτερη φορά που τον είχα επισκεφθεί δεν έμενε σε αυτό το σπίτι. Έμενε σε ένα άλλο σπίτι κοντά στον σταθμό των τρένων.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Έμενε μόνος του τότε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, έμενε μόνος του.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σαν άνθρωπος μπορούσε κανένας να τον κοροϊδέψει; Μην απαντήσετε πριν ολοκληρώσω γιατί δεν θέλω να παγιδεύω ερωτήσεις. Θέλω να καταλαβαίνουν τί τους λέω και μετά να απαντούν. Μπορούσε κάποιος να τον κοροϊδέψει; Αυτός λέει ότι «εγώ δεν ήμουν ποτέ στην Οργάνωση, ούτε είχα καμία σχέση. Ένα μισθωτήριο, δεν το κατάλαβα. Μου είπαν πήγαινε την ταυτότητα. Ούτε κατάλαβα τί έχει γίνει›. Μπορεί να συμβεί και κάτι τέτοιο ενόψει των ιδιοτήτων των πνευματικών, της ανάπτυξής του, τί άνθρωπος ήταν; Μπορούσε δηλαδή να του κάνουν μια παγίδα τέτοια; «Πήγαινε να μας νοικιάσεις ένα διαμέρισμα, να μην φανούμε εμείς και να το νοικιάσεις εσύ. Αλλά εσύ χωρίς να ξέρεις τίποτα›. Μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο; Μπορούσαν να τον κοροϊδέψουν αυτόν τον άνθρωπο;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ πιστεύω ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να τον κοροϊδέψει κάποιος άλλος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι, αυτός επειδή τον ξέρετε συγκεκριμένα. Μπορούσαν έναν άνθρωπο τέτοιο να τον κοροϊδέψουν;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν είναι ότι ευκολότερο να τον κοροϊδέψεις τον Διονύση. Είναι έξυπνο παιδί επειδή τον γνωρίζω καλά.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, μία ερώτηση επειδή πράγματι υπάρχει ένας προβληματισμός. Κάτι το αυτονόητο, πόσο χρονών ήταν ο κ. Διονύσης Γεωργιάδης κ. μάρτυρα το ΄98 όταν αποφασίζει να κατέβει στην Αθήνα για μια καλύτερη τύχη όπως είπατε πριν; Πόσο χρονών είναι; Πόσο χρονών ήσασταν εσείς και πόσο ήταν ο κ. Βασίλης Ξηρός, οι φίλοι του;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Εγώ το ΄98 ήμουν 19 στα 20 και ο Διονύσης ήταν 21 στα 22.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Η νοοτροπία αυτών των χρόνων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Πρόεδρος έχει το λόγο.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Είπατε πριν ότι πήγατε στρατιώτης εσείς τον Ιανουάριο του ΄99 και στην άδειά σας πήγατε και τον επισκεφθήκατε στο σπίτι.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Σε ποιο σπίτι; Πού ήταν;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ήταν μια μονοκατοικία στο Νέο Ηράκλειο.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Είπατε λίγο πριν ότι τον είδατε και δεύτερη φορά σε άλλο σπίτι.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πού;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ήταν κοντά στον σταθμό Λαρίσης των τρένων. Στα τρένα κοντά.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό πότε ήταν σε σύγκριση με την πρώτη φορά;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό ήταν το καλοκαίρι του 2000 γιατί συγκεκριμένα υπήρχε ένα μπλουζ φεστιβάλ μουσικής σε ένα θέατρο «Πετρούπολη› νομίζω ότι λεγόταν. Είχα κατέβει με τον άλλο κιθαρίστα του συγκροτήματος που είμαστε φίλοι και μας είχε φιλοξενήσει ο Διονύσης στο σπίτι του για να παρακολουθήσουμε αυτό το φεστιβάλ μουσικής που είχε γίνει, ήταν διήμερο.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Σε αυτές τις συναντήσεις και κυρίως στην δεύτερη πιάσατε κουβέντα σαν φίλοι, τί δουλειά κάνει, πού δουλεύει, πόσα βγάζει, πόσο νοίκι πληρώνει, πώς τα βολεύει; Κάτι που μπορεί να πουν οι δυο φίλοι.

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, είχαμε συζητήσει.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μπορείτε να μας πείτε;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Δούλευε σε μια εταιρεία αν θυμάμαι καλά με διαφημιστικά. Ήταν φροντιστής και παράλληλα έπαιζε μουσική. Είχε συγκρότημα που έκαναν και ζωντανές εμφανίσεις στην Αθήνα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Σε άλλες πόλεις πήγαινε ή με την δουλειά του των διαφημιστικών ή με την μουσική;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, απ’ ότι θυμάμαι πήγαινε. Και με την μουσική είχε πάει. Είχε πάει στην Χαλκίδα σε ένα φεστιβάλ.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Θυμάστε καμία άλλη πόλη εκτός από την Χαλκίδα;

Γ. ΚΕΡΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, δεν θυμάμαι. Αλλά και με την δουλειά του είχε πάει θυμάμαι χαρακτηριστικά στα Ζαγοροχώρια στα Ιωάννινα γιατί έκανε κάτι γυρίσματα για μια ταινία «Το κλάμα βγήκε από τον Παράδεισο› που είχε παιχτεί πρόσφατα στον σινεμά.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν έχω άλλη ερώτηση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να έρθουν οι γονείς. Η κα Δέσποινα Γεωργιάδη του Πέτρου, κάτοικος Καλαμαριάς, γεννημένη στη Θεσσαλονίκη, βαφέας επίπλων. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ορκίζομαι.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Καταρχήν την άποψή σας για τον κ. Γεωργιάδη, σαν χαρακτήρας πώς είναι.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Από τη στιγμή που ξέσπασαν αυτά τα γεγονότα, προσπαθήσαμε με όση αξιοπρέπεια μας κατέχει σαν οικογένεια, να δώσουμε την εικόνα της οικογένειας και του Διονύση, ότι οι κατηγορίες αυτές δεν ανταποκρίνονται στον Διονύση. Ήταν ένα παλικάρι, αυτό που έβλεπα εγώ, με στόχους, δούλευε από τις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού, είχε μια μεγάλη αγάπη στη μουσική, την οποία βέβαια θέλησε να τη σπουδάσει εκτενέστερα στην Αγγλία. Έδωσε εξετάσεις στο διάστημα που ήταν στην Αθήνα, πέρασε, δε μπορέσαμε να ανταποκριθούμε στο κόστος των εξετάσεων και δεν πήγε.

Δούλευε σ’ αυτό το παράρτημα που του έκανε ο πατέρας του. Το δούναι και λαβείν με τους μαραγκούς είναι κάπως ιδιόρρυθμο, παίρνουν δουλειές, δεν σου δίνουν λεφτά, τα δίνουν μετά από μια εβδομάδα, ένα μήνα, δε μπόρεσε να ανταποκριθεί σ’ αυτή την πίεση και στη συνέχεια κατέβηκε στην Αθήνα. Υπήρχε μια φιλία με το Νίκο Ξηρό και με τον Βασίλη.

Με αυτή την δικαιολογία κατέβηκε στην Αθήνα για ένα καλύτερο αύριο –σκέψεις ενός νέου- και για περισσότερες ευκαιρίες ως προς τη μουσική. Και εδώ δικτυώθηκε, δούλευε σε διαφημιστική εταιρεία, έκανε παράλληλα κι εδώ ένα συγκρότημα, είχαμε επαφή μαζί του, πηγαινοερχόταν Αθήνα-Θεσσαλονίκη με μια παλιομηχανή και δύο σάντουιτς για να κάνει οικονομία, σας δίνω την οικονομική εικόνα ενός παιδιού.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βέβαια, αφού ερχόταν με μηχανή?

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Τί να κάνουμε; Η μηχανή είναι στο αίμα μας απ’ τα μικρά τα χρόνια. Όταν δε ερχόταν στη Θεσσαλονίκη, από τα είδη πρώτης ανάγκης, ρουχισμό και τρόφιμα του βάζαμε μαζί του. Στέλναμε λεφτά σε τακτά διαστήματα, η συμβολή μας στα έξοδα της Αγγλίας ήταν δική μας, τα περαιτέρω έξοδά του ήταν από τις εμφανίσεις που έκανε με το γκρουπ. Κάθισε στην Αθήνα για δύο χρόνια και δεν άντεξε τους ρυθμούς αυτούς, απίστευτους ρυθμούς, έλεγε «η ώρα 3 τη νύχτα με ξυπνούσαν και έτρεχα με 200›.

Κάθισε στην Αθήνα όσο κάθισε μαζί με τον Βασίλη και στη συνέχεια κατέβηκε στη Θεσσαλονίκη. Μόλις κατέβηκε, λίγο βοηθούσε τον πατέρα του, τον είχαν μάθει από την Αθήνα του έδιναν δουλειές στη Θεσσαλονίκη, πάλι ξανασυνδέθηκε με τα παιδιά του παλιού συγκροτήματος, έκαναν ένα στούντιο με δικά τους έξοδα από τις εμφανίσεις τους, από ένα ασφαλιστικό δικαστήριο που είχε πήρε ένα παλιό αμάξι να κουβαλάει τα όργανα και κάθε οικονομική του απολαβή ήταν το πώς θα πάρει μια φυσαρμόνικα και μια κιθάρα. Αυτός ήταν ο αγώνας μας από τον εγκλεισμό του στις φυλακές, να του δοθούν κάποια πράγματα ώστε να βγάλουμε έναν υγιή άνθρωπο από κει.

Κύριε Πρόεδρε, η οικογένειά μου απαριθμείται από τέσσερα μέλη. Δεν έχω ούτε αδέρφια, ούτε πατέρα ούτε μητέρα. Όλη μου η περιουσία μου είναι τα δυο μου παιδιά. Προσπαθούμε να βγούμε εν ζωή και οι τέσσερις από αυτή τη διαδικασία και με σώας τα φρένας. Είναι κάτι πολύ μεγάλο για μας αυτό και σε οικονομικό επίπεδο και σε αισθηματικό. Προσπαθούμε να ανταποκριθούμε γιατί ζούμε και με έναν κοινωνικό περίγυρο.

Λέγοντας αυτά για τον Διονύση δεν επεμβαίνουμε στο έργο της δικαιοσύνης καθόλου. Δεν προσπαθούμε να παραποιήσουμε την αλήθεια, αυτή που είναι και αυτή που υπάρχει.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Εσείς τον Βασίλη Ξηρό, των εκ των κατηγορουμένων, τον ξέρετε; Και από πότε;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Εγώ γνώρισα το Νίκο και εκ των υστέρων γνώρισα τον Βασίλη. Αυτά τα δύο παιδιά έρχονταν σπίτι μου. Ευγενέστατα, όταν μου απηύθυναν το λόγο κατέβαζαν τα μάτια χαμηλά, δεν κατάλαβα τίποτα, αν υποθέτουμε ότι υπάρχει κάτι. Τα παιδιά έφαγαν σπίτι μου, πηγαινοέρχονταν με τον Διονύση και το βρήκα πολύ φυσικό ένας νέος να θέλει να φύγει με έναν φίλο του να πάει σε μια άλλη πόλη να εργαστεί.

Μετά ήταν ένα ενήλικο άτομο. Τα παιδιά μας δεν είναι κτήμα μας να τα περιφράξουμε. Θέλησε να κατέβει στην Αθήνα για καλύτερη ευκαιρία, κατά τη δική του κρίση, άποψη και γνώμη.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Η φιλία με τον Βασίλη Ξηρό από πότε χρονολογείται περίπου;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ο Διονύσης γνωρίζει το Νίκο από τα πρώτα χρόνια του Γυμνασίου.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Τον Βασίλη;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Από εκεί προέκυψε και η γνωριμία του με τον Βασίλη.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Γνωριμία γενικότερα με την οικογένεια; Τους γονείς του Βασίλη και του Νίκου Ξηρού, τους γνωρίζει;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Εγώ;

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Όχι εσείς, ο Διονύσης.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Πρέπει, λογικά. Πήγαινε στο σπίτι τους, υπήρχε επαφή. Αυτή ήταν η ζωή του Διονύση δηλαδή.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Πείτε μας λιγάκι τί έκανε ο Διονύσης αφού τελείωσε το σχολείο. Τελειώνει το σχολείο και αμέσως μετά τί κάνει;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Δούλεψε λίγο με τον πατέρα του και από κει κι ύστερα ασχολούνταν με τη μουσική.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Η θητεία του στο στρατό;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Η θητεία του στο στρατό ήταν στις Ειδικές Δυνάμεις με δική του θέληση και πρωτοβουλία. Υπήρχε ενεργή συμμετοχή του σε όλα τα γυμνάσια που έκανε τότε η Μονάδα του, έχουμε και επαίνους από Αμερικανό στρατηγό. Ο Διοικητής του τότε μου είπε ότι ήταν ένας πολύ αξιόλογος άνθρωπος και στρατιώτης.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Όταν απολύεται μετά έρχεται στη Θεσσαλονίκη και ξεκινά να δουλεύει; Τί κάνει;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Όταν απολύεται, του ανοίγει αυτό το παράρτημα ο πατέρας του, δούλεψε εκεί πέρα, πελάτες του συζύγου πήγαιναν και στον Διονύση, στη συνέχεια δε μπόρεσε να ανταποκριθεί σ’ αυτή την πίεση, είναι πολύ δύσκολο το δούναι και λαβείν με αυτό το επάγγελμα και τα άφησε και έφυγε.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Οι δουλειές του συζύγου σας πηγαίνουν καλά;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Στα οικονομικά είμαστε σαν οικογένεια, σε ένα τρίτο παγκόσμιο πόλεμο, στη διάρκεια δε που ήταν ο Διονύσης στην Αθήνα, χάσαμε κι ένα σπίτι από υποθήκη.

Β. ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ: Δεν έχω άλλη ερώτηση.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Κυρία μάρτυς, πότε φεύγει ο Διονύσης για Αθήνα;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Τον Οκτώβριο του ’98.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Μέχρι τον Οκτώβριο του ’98 εσείς τον βλέπετε καθημερινά και μένει κάθε βράδυ στο σπίτι σας; Αυτό πείτε στο Δικαστήριο.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ο Διονύσης μένει στο σπίτι μου κι επειδή έχω ενεργή συμμετοχή στα οικονομικά του μαγαζιού, δηλαδή τους βοηθώ, πάω σε τράπεζες επιταγές κλτ. και ξέρω κάθε δουλειά που μπαίνει στο μαγαζί τότε, γιατί το παράρτημα ήταν κάποιους μήνες και πηγαινοερχόμουν, δεν είχαν τα παιδιά αυτοκίνητο, τους βοηθούσα, τηλέφωνο δεν είχαν στην αρχή, ήξερα ποιες δουλειές έμπαιναν και πόσο χρόνο διαδικασίας χρειαζόταν για να τελειώσει η κάθε δουλειά που απαριθμούσε ορισμένα κομμάτια. Μια δουλειά δεν είναι η ίδια κάθε φορά.

Όταν τον είδα μετά το ξέσπασμα των γεγονότων τον Διονύση στην αντιτρομοκρατική, εκείνο που μπορέσαμε να συζητήσουμε ανάμεσα σε δέκα αστυνομικούς, σε δέκα ανθρώπους της αντιτρομοκρατικής, ήταν το ότι «είμαστε εδώ και σε στηρίζουμε›. Μετά τα είπαμε τετ-α-τετ στον Κορυδαλλό. Εκεί επάνω λέει «μαμά με κατηγορούν την τάδε ημερομηνία γι αυτά κι αυτά τα πράγματα›. Εμείς προσπαθήσαμε με τον σύζυγο μαζί, κάναμε την έρευνά μας και είδαμε ότι εκείνο το διάστημα δούλευε στο παράρτημα, ότι εργαζόταν, κόπηκαν δελτία αποστολής, τιμολόγια?..

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αυτά που είπατε τα άκουσα με προσοχή. Σαν μητέρα με το γιο σας, είχατε καμιά ιδιαίτερη συζήτηση σχετικά με αυτό που τον κατηγορούν;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Καθόλου, τίποτα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ρωτήσατε «μήπως παιδί μου σε μπλέξανε, μικρό παιδί, εκμεταλλεύτηκαν την αθωότητά σου ορισμένοι επιτήδειοι πιο μεγάλης ηλικίας και σε έμπλεξαν;›

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Το ρώτησα. Είπε «σε ότι με κατηγορούν δεν εμπλέκομαι›. Μου είπε «όχι›.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Την κάνατε την ερώτηση αυτή, όπως κάθε μάνα.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Βεβαίως, με διαφορετικό τρόπο, όχι ακριβώς όπως το λέτε εσείς και μου είπε «όχι, εγώ δεν εμπλέκομαι πουθενά›.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εκεί που λέει ότι πήγε και νοίκιασε ένα διαμέρισμα, στην οδό Δαμάρεως;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Εκεί είπε ότι ο Σάββας του έδωσε μία ταυτότητα?.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Με τον Σάββα τί σχέση είχε;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Κάποιο διάστημα τον φιλοξένησε ο Σάββας, δούλευαν στο εργαστήριο, έκαναν κατασκευές σκηνικών, έτσι προέκυψε και η γνωριμία του με τον Σάββα, γιατί γνώριζε και τα άλλα τα αδέρφια.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Με τον Χριστόδουλο είχε σχέση;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Προφανώς, δε θα τον είδε και τον Χριστόδουλο κάποια στιγμή εκεί μέσα;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Γνωρίζει τον Τζωρτζάτο;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Δεν γνωρίζει κανέναν πλην τους Ξηρούς.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τον Δημήτρη Κουφοντίνα;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Εγώ αυτή την ερώτηση που μου απευθύνεται την έκανα και μου είπε «εγώ δε γνωρίζω κανέναν απ’ αυτούς› Πλην απ’ τους Ξηρούς που φιλοξενήθηκε και η φιλία αρχίζει από τη Θεσσαλονίκη, δε γνωρίζει κανέναν.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Έχετε σκεφθεί τη θέση του γιου σας;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Μα δεν κάνω και τίποτε άλλο από το να σκέφτομαι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ενδιαφέρεστε για τον γιο σας;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Αστειεύεστε; Βεβαίως ενδιαφέρομαι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δεν αστειεύομαι.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Τρόπος έκφρασης, αυθόρμητη. Βεβαίως το σκέφτομαι, κάνω και τίποτε άλλο; Όπως σας είπα, δεν έχω άλλους ανθρώπους.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Έχετε ακούσει για νεκρούς της 17Ν;

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Τί πράγματα είναι αυτά κ. Εισαγγελεύ;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Κουφοντίνα σας παρακάλεσα πάρα πολύ να μη διακόπτετε τον κ. Εισαγγελέα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Παρεμβαίνω εγώ σ’ αυτά που κάνετε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ζητώ χάρη σε όλα τα μέρη να είμαστε ήρεμοι και ήπιοι και να ασκεί ο καθένας τα καθήκοντά του ελεύθερα εδώ μέσα. Δε θέλω να στεναχωρώ κανέναν και το ξέρετε.

Γ.ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, εμείς έχουμε αντιρρήσεις. Θα απαντήσει η μάρτυς πάνω σε τί; Στο αν εγκρίνει ή δεν εγκρίνει, αποδοκιμάζει ή όχι δολοφονίες -είναι μητέρα, εμείς δεν το είπαμε ως Υπεράσπιση, δεν απευθυνθήκαμε στη μητέρα εμείς, ο κ. Εισαγγελεύς είπε «απευθύνομαι στη μητέρα›- θα απαντήσει λοιπόν γι αυτό;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι ως μητέρα, ως μάρτυς αν θέλει ας απαντήσει, όχι ως μητέρα.

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Εκπλήσσομαι ειλικρινά. Θα πει το αυτονόητο, ότι αποδοκιμάζονται οι πράξεις αυτές;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Θέλω να απαντήσω. Από τη στιγμή που ξέσπασαν τα γεγονότα και έγινε μια συναισθηματική φόρτιση και από τα κανάλια κτλ., βγήκαμε και ζητήσαμε εκ των προτέρων συγνώμη απ’ όλον αυτόν τον κόσμο, χωρίς το παιδί μας να εμπλέκεται σε ενέργειες ακραίες. Μόνο που το όνομά του αυτή τη στιγμή εμπλέκεται σ’ αυτό το όνομα που δε θέλω να το πω, αυτής της Οργάνωσης. Ζητήσαμε εκ των προτέρων συγνώμη, κατ’ επανάληψη.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχετε κάνει τίποτα εσείς για να ζητάτε συγνώμη.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ήταν τέτοια η φόρτιση?..

Γ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτά όλα μπορούν από το Δικαστήριο να αξιολογηθούν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν μπορώ να αφαιρώ όμως το λόγο όταν είναι ερώτηση μέσα στα πλαίσια της διαδικασίας και της δικονομίας.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Εκείνο το οποίο θέλω να συμπληρώσω αν μου επιτρέπετε, μεμονωμένα εγώ και η οικογένειά μου και ο Διονύσης μαζί, καταδικάζουμε όλες αυτές τις ενέργειες αυτής της Οργάνωσης.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Το παράρτημα σε τί όνομα ήταν;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Στο δικό μου όνομα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ο κ. Διονύσης Γεωργιάδης, ο γιος σας, πώς εργαζόταν εκεί;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Εννοείτε πρακτικά, τεχνικά πώς εργαζόταν;

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ως υπάλληλος; Ως εργάτης;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Πληρωνόταν από τις δουλειές που πήγαιναν στο μαγαζί.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Είχε ΙΚΑ αφού ήταν δικό σας το μαγαζί;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Δεν του είχα κάνει πρόσληψη, ήταν παράρτημα, κόβονταν τα χαρτιά στο όνομά μου, Δέσποινα Γεωργιάδου. Πήγαιναν στο μαγαζί του συζύγου στην Καλαμαριά και συνοδεία του συζύγου μου ξεφορτώνονταν στο παράρτημα του Διονύση.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Επομένως δεν τον είχατε στο ΙΚΑ.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Όχι.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Είπατε ακόμα ότι μετά από αυτά που μάθατε ότι κατηγορείται, ψάξατε ημερομηνίες, τιμολόγια. Μας έφεραν εδώ κάποια τιμολόγια και μας έφεραν ένα που είχε ημερομηνία 15/6/98. Αυτό ήταν το δελτίο αποστολής. Το τιμολόγιο βγαίνει όταν επιστρέφεται τελειωμένη η δουλειά; Έχετε τιμολόγιο; Τί ημερομηνία έχει;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Αυτό πρέπει να το έχουν οι αντίστοιχοι μαραγκοί που έκαναν τη συνεργασία.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Το τιμολόγιο δεν έπρεπε να βγει από εσάς; Τί ημερομηνία έχει η επιστροφή, το τιμολόγιο της δουλειάς της 15/6; Η ημερομηνία αυτή είναι η παραγγελία, ήθελα το αντίστοιχο παραστατικό της επιστροφής αν το έχετε.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Απ’ ότι γνωρίζω, η δουλειά αυτή παραδόθηκε στις 30/6.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Είπατε ότι ήρθε το παιδί σας στην Αθήνα και εξακολουθήσατε να έχετε επαφή. Τί είδους επαφή; Να του στέλνετε πράγματα και λεφτά; Τον επισκεφθήκατε ποτέ σαν γονείς να δείτε τί κάνει, πού εγκαταστάθηκε;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Τον επισκεφθήκαμε στο Ν. Ηράκλειο, μαζί με τον Βασίλη έμεναν σε μια μονοκατοικία.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Εκεί έμενε και ο κατηγορούμενος κ. Σάββας Ξηρός;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Όχι, εκεί δεν έμενε ο Σάββας. Εγώ δεν γνωρίζω καθόλου το Σάββα. Τον έχω δει εδώ και στην τηλεόραση. Τον Βασίλη γνωρίζω και το Νίκο. Τον Βασίλη τον είδα εκεί πέρα, είχα πάει κάποια πράγματα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Εκεί που πήγατε, στη μονοκατοικία, ήταν φιλοξενούμενος ο γιος σας στον κ. Βασίλη Ξηρό;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Έμεναν μαζί.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πλήρωναν μαζί το νοίκι δηλαδή.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ακριβώς, ήταν εξ ημισείας τα έξοδα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ποια εποχή πήγε στρατιώτης ο γιος σας;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Πρέπει να πήγε το ’96.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δηλαδή πριν από το ’98 είχε απολυθεί; Πριν αρχίσει να δουλεύει στο παράρτημα; Αυτό θέλω να ξεκαθαρίσω.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Όταν δούλεψε στο παράρτημα είχε απολυθεί, βεβαίως.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Είπατε ότι όσο ήταν στη Θεσσαλονίκη και δούλευε στο παράρτημα τον βλέπατε καθημερινά και έμενε στο σπίτι σας, ή δεν κατάλαβα καλά;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ναι, έμενε μαζί μας.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Καμιά φορά, όταν λέμε κάποια υπερβολή και εφόσον την αντιλαμβανόμαστε, πρέπει να τη διορθώνουμε. Ο προηγούμενος μάρτυρας είπε ότι τον Αύγουστο του ’98 πήγε διακοπές με τη μηχανή του μάρτυρα. Έμενε στο σπίτι καθημερινά λοιπόν;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Δεν συμπεριλαμβάνονται οι διακοπές?..

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Έμενε λοιπόν στο σπίτι σας καθημερινά εκτός από τότε που πήγε διακοπές, που ήταν Αύγουστος?

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Καταλογίστε μου ένα λάθος φραστικό.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Γι αυτό σας ρωτώ, για να διευκρινιστεί, να μη φανεί υπερβολή αυτό που λέτε, γιατί εμένα μου φάνηκε υπερβολή. Όταν έχω έναν μάρτυρα να λέει «του δάνεισα τη μηχανή μου και πήγε διακοπές γιατί εγώ ήμουν στη Γερμανία› κι έχω κι εσάς που είστε μάνα και λέτε ότι κάθε βράδυ έμενε σπίτι.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Απλά δεν ανέφερα τις διακοπές του, έχετε δίκιο.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Εμπλέκεται ο γιος σας στην υπόθεση αυτή και πληροφορείστε ότι ξαφνικά ο γιος σας έχει συλληφθεί και κρατείται στην αστυνομία. Κατεβήκατε στην Αθήνα;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ναι, κατεβήκαμε δυο μέρες μετά και τον είδαμε στην Αντιτρομοκρατική μαζί με τον τότε δικηγόρο του.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αυτό θέλω να σας πω, του βρήκατε δικηγόρο;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Βεβαίως.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Πήγατε με τον δικηγόρο μαζί;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Με τον δικηγόρο μαζί.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Συζητήσατε με το γιο σας και τον δικηγόρο του τί συμβαίνει με αυτή την ιστορία;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Όταν πήγαμε στην Αντιτρομοκρατική τον είδαμε για 10 λεπτά, παρουσία 10-15 ανθρώπων και ανάμεσά μας. Δεν συζητήσαμε τίποτα, εκείνο που του είπαμε είναι ότι «εμείς είμαστε μαζί σου, σε στηρίζουμε, σε αγαπάμε, από δω και πέρα έχεις να κάνεις με τον δικηγόρο σου›. Μετά τον είδαμε στον Κορυδαλλό.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ο δικηγόρος ήταν πρόσωπο της δικής σας επιλογής, έτσι;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ναι.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ξέρετε, όταν πήγε στον Ανακριτή με τον δικηγόρο, ο γιος σας τί είπε;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ναι.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Πείτε το στο Δικαστήριο.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Τί είπε ο Διονύσης; Εμείς όταν πια ήρθαμε πρόσωπο με πρόσωπο με τον Διονύση??

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Για να διευκρινίσουμε, μας λέτε αυτό που λέτε τώρα, ότι δεν είχε καμία σχέση ή είπε κάποια διαφορετικά πράγματα;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Όταν τον ανταμώσαμε στον Κορυδαλλό πλέον και είπε τότε που είχε διαβάσει πλέον τί είχε υπογράψει, είπε ότι «εγώ αυτά δεν τα έκανα και προσπαθήστε να βρείτε κάποια στοιχεία, κάποιες αποδείξεις ότι εγώ εκείνο τον καιρό ήμουν στη Θεσσαλονίκη›. Όντως ήταν, γιατί θυμόταν. Αρχίσαμε εμείς τη δική μας μικρή έρευνα ως γονείς να βρούμε κάποια στοιχεία. Ήταν το μπλοκάρισμα του μυαλού, αρχίσαμε σιγά-σιγά να ξεκαθαρίζουμε και να βρίσκουμε ότι εκείνο τον καιρό είχε το παράρτημα?.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Πώς εξηγείτε το γεγονός ότι ο Διονύσης παρουσία του δικηγόρου του σε έναν τακτικό ανακριτή, γυναίκα μάλιστα, σε μια τακτική ανακρίτρια, παρουσία του δικηγόρου του, ο οποίος συνυπογράφει, η απολογία του έχει αυτό το περιεχόμενο το οποίο έχει; Δεν θέλω αυτή τη στιγμή να σας πω ποιο είναι, θα το δούμε όταν θα έρθει η ώρα. Πώς το εξηγείτε;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Υπήρχαν πιέσεις ως προς την παραδοχή των κατηγοριών. Εκείνο που μου είπε χαρακτηριστικά ήταν ότι τον πίεζαν να αποδεχθεί κάποιες κατηγορίες για να μην του φορτώσουν κάποιες άλλες. Ιδίως σαν αριστερόχειρας να μη του φορτώσουν τον Σόντερς και «θα σε εκδώσουμε στους ¶γγλους και ξέχασέ σε, θα φύγεις με άσπρα μαλλιά›.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αυτά πότε τα μάθατε;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Αυτά τα μάθαμε στον Κορυδαλλό.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Επειδή τα λέτε τώρα, θα είμαι λίγο πιο διεισδυτικός στις ερωτήσεις μου. Εσείς δεν ήσαστε η κυρία που διεμαρτύρεστο στις αρχές γιατί έβαλαν το γιο σας μαζί με τους αδερφούς Ξηρούς και τον παρέσυραν και ανακάλεσε την απολογία του;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Να σας πω ως προς το θέμα του «ανακάλεσε›.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Σας ρωτώ πρώτα αν είστε εσείς αυτό το πρόσωπο.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ναι, έτσι είναι. Στο θέμα της ανακάλεσης, όταν αρχίσαμε εμείς να μαζεύουμε στοιχεία είπαμε ότι θα πάμε διά της νομίμου οδού, δηλαδή όταν θα έρθει ο κ. Ζερβομπεάκος με το Υπόμνημα εκεί να καταθέσουμε κι εμείς όλα αυτά που είχαμε μαζέψει για να δείξουμε ότι εκείνο το διάστημα που υπάρχουν αυτές οι κατηγορίες?..

Β. ΜΑΡΚΗΣ: ¶λλο σας ρωτώ. Τον Οκτώβριο, όταν αρχίζουν οι αλλαγές γενικά των κατηγορουμένων, εσείς έχετε βγει και διαμαρτύρεστε και λέτε «το παιδί μου το ξαναέβαλαν με τους αδερφούς Ξηρούς και το παρέσυραν να ανακαλέσει›.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Δεν είπαμε «να ανακαλέσει›, ήταν μια συναισθηματική φόρτιση που νομίζαμε ότι επειδή προαυλίζονταν με τα αδέρφια, υπήρχε κάποια επιρροή. Αλλά εκ των υστέρων, όταν συζητήσαμε?..

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αν η πίεση αυτών ήταν να κατευθυνθεί στην αλήθεια και στην πραγματικότητα γιατί να βγείτε και να δημιουργείτε θέμα και να κάνετε εκκλήσεις στον δικηγόρο μην τον εγκαταλείψει, μη φύγει; Εσείς δεν ήσαστε που τα κάνατε αυτά τα πράγματα;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Εμείς ήμαστε, δεν αντιλέγω, αλλά σκεφτείτε και τη δική μας θέση, να ήσαστε με ένα μικρόφωνο 24 ώρες το 24ωρο. Μπορεί κάποιες στιγμές να είπαμε πράγματα που δεν πρέπει και κάποιες άλλες να είπαμε πράγματα που πρέπει. Σκεφτείτε τώρα να έρχομαι τετ-α-τετ με 10-20 κανάλια?.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ζητήσαμε εξηγήσεις από τον δικηγόρο της επιλογής σας γιατί κράτησε αυτή την τακτική; Δηλαδή πώς δέχτηκε το παιδί σας να απειλείται μέσα στο γραφείο του ανακριτού χωρίς ο ίδιος να αντιδράσει; Διότι αυτό λέει ο γιος σας σε ένα υπόμνημα και με απολογία του συμπληρωματική, ότι απειλείτο με όπλα μέσα στο γραφείο του ανακριτού.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Επειδή θα ξαναγύριζε στην Αντιτρομοκρατική φοβόταν και στο τέλος όταν πια έφτασε στον Κορυδαλλό, βρήκαμε αυτά που βρήκαμε εμείς και τα καταθέσαμε με το υπόμνημα.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Πάντως τον Οκτώβριο που λέτε ότι κάνατε αυτές τις καταγγελίες γιατί έγινε αυτό το πράγμα, ο γιος σας ήδη μας λέτε από τον Αύγουστο σας είχε πληροφορήσει ότι όλα αυτά είναι ιστορίες κατασκευασμένες και ο ίδιος δεν έχει καμία σχέση.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Είπατε διά της νομίμου οδού, δηλαδή όταν τα έρθει το υπόμνημα και ο κ. Ζερβομπεάκος, να τα καταθέσουμε τότε.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Είπατε προηγουμένως ότι όταν κατεβήκατε στην Αθήνα είπατε ότι το παιδί σας φιλοξενείτο από τον Βασίλη.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Ναι. Έμεναν μαζί.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Μήπως φιλοξενείτο από κάποιον άλλον;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Όχι, τον Βασίλη είδα μέσα.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ενοικίαζε ο Βασίλης αυτή την μονοκατοικία ή κάποιος άλλος;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Δεν ξέρω τι έγραφε το ενοικιαστήριο συμβόλαιο που είχαν τότε τα παιδιά.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Αν σας πω –είναι δεδομένο αυτό- ότι ο γιος σας στην απολογία που έδωσε στον κ. Ζερβομπεάκο στις 17 Οκτωβρίου στον Κορυδαλλό λέει ότι το σπίτι που φιλοξενήθηκε ήταν του Σάββα.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Δεν ξέρω αν ήταν του Σάββα, εγώ ξέρω ότι πλήρωναν ένα ενοίκιο από μισό.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Επειδή έχω διαβάσει αρκετά καλά την δικογραφία και το ήξερα και το είδα πάλι τώρα, λέτε στον κ. Ζερβομπεάκο στις 17 Οκτωβρίου του 2002 στο 22ο φύλλο στην 2η σελίδα λέτε το εξής: «απεφάσισα και κατέβηκα στην Αθήνα τέλη Σεπτεμβρίου αρχές Οκτωβρίου›. Το επιβεβαιώσατε.

«Όταν ήρθα στην Αθήνα φιλοξενήθηκα στο σπίτι του Σάββα στο Ηράκλειο. Στο σπίτι αυτό έμενε η Αλίσια, ο Βασίλης κι εγώ. Στο σπίτι αυτό έμεινα 4 με 5 μήνες. Στο διάστημα αυτό δεν είχα δουλειά. Μου πρόσφεραν φαγητό και ύπνο και κάποιο χαρτζιλίκι μου έδινε ο Σάββας για τις δουλειές που έκανα στο εργαστήριο στην οδό Αιγειαλίας›.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όλα καλά μέχρι εδώ, όλα είναι αλήθεια. Κατόπιν αυτού του διαστήματος εγώ με τον Βασίλη Ξηρό νοικιάζω άλλο σπίτι, άλλη μονοκατοικία, πάλι στο Νέο Ηράκλειο.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Εγώ αναφέρομαι σ’ αυτή την περικοπή.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Όχι, το σπίτι που με είδε η μητέρα μου με τον Βασίλη Ξηρό είναι άλλο σπίτι, δεν είναι το σπίτι του Σάββα Ξηρού.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ: Κερκύρας είναι εκείνο το σπίτι, όχι Αιγειαλίας που λέει.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Με δεδομένο ότι είναι άλλο μείνατε και σ’ αυτό το σπίτι;

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Δεν κατάλαβα την ερώτηση. Αν έμενα και στο σπίτι του Σάββα Ξηρού;

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ναι.

Δ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ναι, το πρώτο διάστημα που βρέθηκα στην Αθήνα έμενα στο σπίτι του Σάββα Ξηρού.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Νομίζω ότι δεν υπάρχει άλλη ερώτηση. Να έρθει και ο σύζυγος, ο κ. Παναγιώτης Γεωργιάδης. Είστε ο κ. Γεωργιάδης Παναγιώτης, του Διονυσίου και της Ελένης, κάτοικος Καλαμαριάς. Γεννηθήκατε το ’49 στην Θεσσαλονίκη και είστε επιπλοποιός. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ορκίζομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πατέρας, αν θέλετε να εξεταστείτε βέβαια. Αλλά για να έρθει θα θέλει.

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Φυσικά και θέλω να εξεταστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχετε την καλοσύνη κ. συνήγορε;

κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ο γιος σας το ξέρετε πολύ καλά ότι εδώ και μερικούς μήνες περνάει μια περιπέτεια.

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Οπωσδήποτε. Κοντά σ’ αυτόν κι εμείς.

κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Πείτε στο Δικαστήριο από πότε εσείς λάβατε γνώση της περιπέτειας αυτής και τι ακριβώς ξέρετε. Κύριε Πρόεδρε, μια ερώτηση γενική. Πείτε στο Δικαστήριο.

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Εγώ αντιλήφθηκα την κατάσταση αυτή όταν ακούστηκε το μπαμ στα χέρια του Σάββα Ξηρού. Ότι κάτι μπορεί να συμβαίνει και με το παιδί μου. Τον ρώτησα επανειλημμένως. Το παιδί μου είπε «δεν γνωρίζω μπαμπά τίποτα›. Ούτε και μέχρι την ημέρα που τον πήραν. Ούτε κρύφτηκε, ούτε πήγε πουθενά, ούτε τίποτα. Ήρθε η Αντιτρομοκρατική, τον πήρε μέσα από το σπίτι μου. Ούτε καμία εξήγηση πήρα, ούτε για ποιο λόγο γιατί ξαφνικά βρέθηκε στην Αθήνα.

Κατεβαίνω στην Αθήνα στην Αντιτρομοκρατική και βλέπω το παιδί μου. Χωρίς να συζητάω τίποτα πήρα και μαζί. Το μόνο που του είπα «είμαι δίπλα σου, σε στηρίζω, θα δούμε τι έχει γίνει, από δω και πέρα θα μιλάς με τον συνήγορο, εμένα ξέχασε με, πατέρας σου είναι αυτός. Εγώ θα λείπω, δεν θα είμαι εδώ›.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο συνήγορος ποιος ήταν;

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Ο κ. Καραμανώλης. Από κει και ύστερα εμείς αφού είδαμε το παιδί υποχρεωτικά φύγαμε από την Αντιτρομοκρατική. Έκτοτε δεν μιλήσαμε με το παιδί καθόλου. Κάποια τηλεφωνήματα έκανε η σύζυγος μου και μιλούσε μαζί του στην Αντιτρομοκρατική. Όποτε τον έπαιρνε λίγο – πολύ κοιμόταν, δεν μίλησα εγώ με το παιδί στην Αντιτρομοκρατική. Με το παιδί άρχισα να μιλάω όταν πήγε στον Κορυδαλλό, όταν πλέον επικοινωνούσαμε τηλεφωνικά ελεύθερα.

Μου είπε κάποια πράγματα, εγώ δεν τα έλαβα τόσο πολύ σοβαρά, άσχετα το τι έκανα εγώ μετά. Από τον Γολγοθά που άρχισα να τραβάω άρχισα να ψάχνω. Να δω το κατηγορητήριο αυτό που τον κατηγοράνε πως στέκεται, που είναι, πως είναι. Και μόνο το 22 Ιουνίου εμένα δεν μου έδενε καθόλου. ¶ρχισα να ψάχνω. Βρήκα τους ανθρώπους που ο Διονύσης είχε επαφή μαζί τους, γιατί κατά κάποιο τρόπο ήθελα να του δώσω του Διονύση να καταλάβει όταν απολύθηκε ότι για να αποκτήσεις πρέπει να δουλέψεις.

Δημιουργώ ένα παράρτημα σε έναν άλλο χώρο και του δίνω κάποιους πελάτες οι οποίοι ήταν δικοί μου να ασχοληθεί μαζί τους. Ξεκινάει ο Διονύσης δραστηριότητα. Η δραστηριότητα του Διονύση αρχίζει τον Μάρτιο του ’98 και τελειώνει τον Αύγουστο του ’98. θέλετε τίποτα άλλο να με ρωτήσετε επ’ αυτού;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι να ρωτήσω; Βλέπω ότι είστε πατέρας. Όλοι έχουμε παιδιά και σας καταλαβαίνουμε.

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Σίγουρα όλοι έχουμε παιδιά και εγώ περνάω τον Γολγοθά που δεν εύχομαι σε κανέναν άνθρωπο να τον περάσει.

κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε μάρτυς, το καλοκαίρι λοιπόν του ’98 ο Διονύσης που βρίσκεται; Ολόκληρο το καλοκαίρι.

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Από τον Μάρτιο μέχρι τον Αύγουστο εργάζεται στο εργαστήριο που είναι παράρτημα δικό μου. Φεύγει μετά τον Δεκαπενταύγουστο, πάει παραθέριση, γυρίζει. Ένα διάστημα κάθεται στο σπίτι μαζί μας και αρχές Οκτωβρίου μου λέει ότι «αποφασίζω να κατέβω στην Αθήνα›. «Να κάνεις τι αγόρι μου;› «Είναι πιο εύκολη η πρόσβαση για την μουσική που έχω›. Εκτός αυτού είναι και ο Βασίλης Ξηρός κάτω.

κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Εκτός από την εργασία αυτή την οποία είχε ξεκινήσει να κάνει, αυτή του λουστραδόρου, είχε άλλες ασχολίες ο γιος σας; Τι ακριβώς;

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Είχε τη μουσική. Πήγαινε στο Ωδείο, είχε εμφανίσεις, είχαν πρόβες. Ήταν παιδί με πολλά ενδιαφέροντα.

κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Ήταν σοβαρή η ενασχόληση του με την μουσική; Πήγαινε σε Ωδείο κ. μάρτυς;

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Φυσικά. Αν δεν συνέβαινε αυτό το γεγονός ο Διονύσης τελείωνε και θα μπορούσε να διδάξει και μουσική.

κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Σας λέει λοιπόν αρχές του Οκτώβρη όπως είπατε, τέλη Σεπτέμβρη – αρχές Οκτώβρη ότι;

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: «Εγώ αποφάσισα να κατέβω στην Αθήνα›.

κ. ΖΗΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ: Σας είπε για ποιο λόγο θέλει να κατέβει στην Αθήνα;

Π. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ: Μου είπε ότι είναι πιο εύκολη με τη σχέση του με την μουσική. Εκτός αυτού θα ασχοληθεί με τη δουλειά που έχει ο αδερφός του Βασίλη Ξηρού, ο Σάββας.

Του λέω «εκείνο που θα κάνεις μονάχα, θέλω να έχω συχνή επαφή μαζί σου, να ξέρω που είσαι, να ξέρω που μένεις και να μου τηλεφωνείς συχνά›. Είχαμε συχνή επαφή μαζί. Με έπαιρνε τηλέφωνο και βασικά τις περισσότερες φορές ήταν «μπαμπά, στείλε μου κάτι γιατί δεν έχω›. Αυτό το πράγμα γινόταν συχνά.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή