Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (26/06/2003) Μέρος 7/7

Πέμπτη, 26 Ιουνίου 2003 21:07
A- A A+

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας ευχαριστώ. Να προσέλθει ο κ. Γιαννόπουλος Κωνσταντίνος. Είστε ο κ. Κωνσταντίνος Γιαννόπουλος του Νικολάου. Πόσων ετών είστε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: 36.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εδώ γεννηθήκατε στην Αθήνα;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα στην Αθήνα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και κατοικείτε στην Αθήνα. Θέλετε να ορκιστείτε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Βεβαίως.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι δουλειά κάνετε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Λιθογράφος, υπάρχει μια μικρή διαφοροποίηση από τον τυπογράφο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια.›

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ορκίζομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα σας ρωτήσει ο κ. Σταμούλης πρώτα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Γνωρίζετε τον Κωνσταντίνο Καρατσώλη;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα τον γνωρίζω.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Από πότε τον γνωρίζετε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ήμασταν συνάδελφοι τον γνωρίζω από τις αρχές του 1990, όταν προσλήφθηκα και εγώ στην επιχείρηση που ήδη δούλευε ο Κώστας.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Και έκτοτε εργαστήκατε μαζί συνεχώς;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Συνεχώς μέχρι τότε που αποχώρησε στο τέλος του 2000 νομίζω.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Τι δουλειά έκανε ο Καρατσώλης στην επιχείρηση;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ήταν εκτυπωτής offset την ίδια ακριβώς δουλειά που κάνω και εγώ. Έτσι λέγεται εξειδικευμένα η εργασία.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μπορείτε να περιγράψετε στο Δικαστήριο πώς γίνεται η εκτύπωση με την μέθοδο offset;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Μάλιστα. Η εκτύπωση γίνεται με την βοήθεια μηχανήματος εκτυπωτικής μηχανής offset. Χρησιμοποιούμε μελάνι και νερό και τυπώνουμε πάνω σε χαρτί. Αυτό για να τυπωθεί πάνω στο χαρτί, αποτυπώνεται πάνω σε κάποιους τσίγκους που λέμε εμείς, αλουμίνια, κάποιων διαστάσεων, αποτυπώνεται η δουλειά που θέλουμε να τυπώσουμε, γράμματα, ή φωτογραφίες, ή οτιδήποτε, οποιοδήποτε περιοδικό διαβάζετε δηλαδή, γίνεται κατ’ αυτό τον τρόπο. Και στη συνέχεια μέσα από μια διαδικασία περνάει και τυπώνεται πάνω στο χαρτί. Αυτή είναι εν ολίγοις και σε γενικές γραμμές η δουλειά.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Αυτό το υλικό που λέτε που το ονομάζετε τσίγκος τι διαστάσεις έχουν συνήθως αυτές οι πλάκες του τσίγκου;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Υπάρχουν διαφοροποιήσεις αλλά θα έλεγα ότι μια γενικότερη είναι εκεί, 80Χ105 για πόντους μιλάω. 70Χ100, είναι μια μεγάλη επιφάνεια, λιγότερη από τετραγωνικό.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Υπάρχουν τεμάχια μικρότερα, δηλαδή έχετε ανάγκη και μικροτέρων τεμαχίων;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι καθαρά θέμα διαστάσεων μηχανής. Δηλαδή υπάρχει μηχανή που τυπώνει μικρότερο χαρτί, οπότε λογικά χρειάζεται?

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Συγκεκριμένες μηχανές που είχατε στην επιχείρηση. Τι διαστάσεις τσίγκου θέλανε αυτές;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτές ήταν82 Χ 106, με μια μικρή επιφύλαξη τώρα, αλλά αυτή ήταν περίπου η διάστασή τους.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Τώρα να σας ρωτήσω κάτι. Είχατε καμιά σχέση εσείς ή ο Καρατσώλης με μεταξοτυπία, η επιχείρηση είχε κλάδο μεταξοτυπίας;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι δεν υπήρχε κλάδος μεταξοτυπίας, είναι άλλη ειδικότητα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Και η ειδίκευση είναι δηλαδή?.

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Χρειάζεται κανείς να έχει εξειδικευθεί στον συγκεκριμένο τομέα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Γνώσεις μεταξοτυπίας είχε ο Καρατσώλης ή εσείς στην επιχείρηση;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι. Γιατί δεν είχε δουλέψει ποτέ σε άλλο μαγαζί, την δουλειά και αυτός και εγώ την μάθαμε εκεί.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Αυτή ήταν συνεχής η απασχόλησή του εκεί ως τυπογράφος.

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Και συγκεκριμένα σε offset μηχανές.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Τώρα να σας ρωτήσω για το εάν και πότε έλαβε χώρα μια διάρρηξη στο κατάστημα που εργαζόσαστε και ποιες ήταν, τι εκλάπη από εκεί;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Απ’ όσο γνωρίζω είχε γίνει το ’98 νομίζω του Αγίου Πνεύματος, γιατί ήταν και αργία. Εκλάπησαν ένας όγκος τσίγκων, δηλαδή τέτοιων, αυτά που χρησιμοποιούμε εμείς και απ’ όσο θυμάμαι εκλάπησαν περισσότερο χρησιμοποιημένοι τσίγκοι τους οποίους εμείς τους πετάμε, ή τους αγοράζουν κάποιοι πλανόδιοι τους αφήνουμε. Και νομίζω ότι εκλάπησαν και καινούργιοι τσίγκοι μέσα σε κουτιά.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Να ρωτήσω κάτι άλλο, οι χρησιμοποιημένοι τσίγκοι μπορούν να ξαναχρησιμοποιηθούν;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι μετά πηγαίνουν για ανακύκλωση.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Και είπατε ότι μεταξύ των κλαπέντων ήταν και χρησιμοποιημένοι;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι βέβαια, ως επί το πλείστον απ’ όσο ξέρω χρησιμοποιημένοι.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Και αχρησιμοποίητοι;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι και αχρησιμοποίητοι.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Όταν έγινε αυτή η διάρρηξη ήρθε η αστυνομία εκεί; Το Αστυνομικό Τμήμα Μεταμορφώσεως δηλαδή;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι ήρθε.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Και η Σήμανση για να διαπιστώσει αν τελικά υπήρχαν ίχνη αποτυπωμάτων;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι πιστεύω πώς ήρθε και η Σήμανση.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μπορείτε να δώσετε μια εικόνα στο Δικαστήριο για τα χρονικά όρια εργασίας του Καρατσώλη και τα δικά σας βεβαίως στην επιχείρηση, τι ωράριο είχατε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, η δική μας η δουλειά συνήθως δουλεύουμε και υπερωριακά, διότι υπάρχει πολύ δουλειά, ως επί το πλείστον δουλεύουμε βάρδιες, δυο βάρδιες ή και τρεις, αναλόγως το φόρτο εργασίας. Αλλά επειδή πολλές φορές δεν υπήρχε τρίτη βάρδια, δουλεύαμε και υπερωριακά, από τις 7 το πρωί μέχρι το 7 το απόγευμα κάποιος. Και από τις 7 το απόγευμα κάποιες φορές, αρκετές θα έλεγα για μια μεγάλη περίοδο μέχρι τις 7 το πρωί. Και Σαββατοκύριακα πολύ συχνά.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μπορείτε να δώσετε μια εικόνα για την παρουσία του Καρατσώλη στη δουλειά του; Είχε απουσίες, είτε δικαιολογημένες, είτε αδικαιολόγητες ανεξήγητες;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι. Και να ήθελε κανείς, ήταν λίγο δύσκολο, με την έννοια δηλαδή ότι εάν υπήρχε κάποιο πρόβλημα οπωσδήποτε θα λείψεις, ασθένειας ή οτιδήποτε. Αλλά επειδή ο φόρτος εργασίας ήταν συνήθως μεγάλος, ήταν λίγο δύσκολο να λείψει κανείς αδικαιολόγητα, με την λογική ότι δεν θα υπάρξει παραγωγή, δεν υπάρχει ακολουθία, δεν υπάρχει συνέχεια. Δεν μπορούσε να τον αντικαταστήσει και κάποιος άλλος, γιατί ο άλλος θα έπρεπε να κάνει το επόμενο 8ωρο ή το επόμενο 12ωρο. Ήταν αρκετά δύσκολο να λείψουμε χωρίς να υπάρξει λόγος.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Την οικογενειακή του κατάσταση την ξέρετε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δηλαδή;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Γνώριζα ότι είναι παντρεμένος, ότι έχει δυο παιδιά.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μήπως έχετε υπόψη σας από πότε; Τα παιδιά τι ηλικίας είναι;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ξέρω ότι παντρεύτηκε προς το τέλος του ’91, τα παιδιά του είναι 12 και 7 κάπου εκεί, το Σταύρο το μεγάλο του το γιο τον έκανε αμέσως μετά που παντρεύτηκε.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Έτσι όπως τον ζήσατε από κοινού εργαζόμενοι στην επιχείρηση, μπορείτε να πείτε στο Δικαστήριο εάν σας δημιουργείτε έστω και απλή υποψία ότι μπορεί να είχε δραστηριότητες συνωμοτικές, παράνομες, ξέρετε ότι κατηγορείται για συμμετοχή του σε δραστηριότητες?

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Προσωπικά εγώ νομίζω ότι αυτό μου είναι αδιανόητο, με τη λογική ότι η τετριμμένη φράση του «πέσαμε από τα σύννεφα› άγγιξε και εμένα , γιατί ήμασταν πολλά χρόνια μαζί και είχαμε και κάποιες κοινωνικές επαφές, δηλαδή με την οικογένειά του και αυτός με την οικογένειά μου, δεν είχε δώσει ποτέ κάποιο τέτοιο δείγμα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Να σας ρωτήσω και κάτι άλλο. Ο Καρατσώλης ήταν ένα παιδί, ένας νέος οικογενειάρχης βεβαίως, εργαζόμενος, ο οποίος είχε και ενδεχομένως και πολιτικά ενδιαφέροντα, ή δεν ήταν καν; Στις κουβέντες που κάνατε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Οι κουβέντες που κάναμε, ήταν όπως κουβεντιάζουν φαντάζομαι ο καθένας, δηλαδή όχι με την έννοια της θεωρίας, ή του τέτοιου περιεχομένου, αλλά τα θέματα της καθημερινότητας οπωσδήποτε τα κουβεντιάζαμε και μέσα σ’ αυτά τα κοινωνικά πλαίσια ήταν και κάποιες πολιτικές ενδεχομένως συζητήσεις. Αλλά όχι συνέχεια, δεν είχε δώσει κάποιο στίγμα σε μένα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Από πλευράς τοποθετήσεων ήταν, ήταν θιασώτης συντηρητικής παρατάξεως, δημοκρατικής, προοδευτικής, τι εντύπωση σας έδινε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Προοδευτικές οι απόψεις του, αυτό θα έλεγα. Χωρίς να μπορέσω να το εντάξω εγώ κάπου, να το χαρακτηρίσω.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Από πλευράς συνδικαλιστικής, είχε ενδιαφέροντα συνδικαλιστικά;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Συνδικαλιστικά στο σωματείο μας, στο οποίο ανήκαμε όλοι έτσι κι αλλιώς. Στο Σωματείο Τυπογράφων που μας καλούσε στις αρχαιρεσίες κλπ, μ’ αυτή την έννοια.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μετείχε δηλαδή;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι ιδιαίτερα σε διοικήσεις και τέτοια πράγματα;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι μέλη, όπως κάθε επάγγελμα έχει και ένα όργανο υπ’ αυτή την έννοια.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Συνεπώς κύριε μάρτυς θα ήθελα απευθυνόμενος στην συνείδησή σας και στην κρίση σας, μπορείτε να θεωρήσετε ότι έχει καμία σχέση με όλες αυτές τις κατηγορίες που του απεδόθησαν και τον συνέλαβαν από τον περασμένο Ιούλιο καθ’ ον τρόπον τον συνέλαβαν;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να το πιστέψω. Δεν μπορώ να το πιστέψω.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Εγώ δεν έχω άλλη ερώτηση κύριε Πρόεδρε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε μάρτυς όταν έγινε η διάρρηξη, εσείς ήσασταν εκεί;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι ήταν κλειστό το μαγαζί.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πότε το μάθατε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Την επόμενη ημέρα που πήγαμε για εργασία.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δώσατε κατάθεση εσείς;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Για τους τσίγκους τώρα, πόσα τεμάχια ή συσκευασίες τσίγκου αφαιρέθησαν;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν το ξέρω ακριβώς, αλλά μια πρόχειρη εκτίμηση που έκανε την επόμενη ημέρα ο εργοδότης, ότι το ύψος ας πούμε ήταν κοντά στο ένα εκατομμύριο όπως το είδε, το τι είχε μέσα το μαγαζί και τι δεν είχε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εκτός από τσίγκους κλέψανε τίποτα άλλο;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Απ’ όσο ξέρω όχι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δεν υπήρχε τίποτα άλλο να κλέψουν, κάτι άλλο πιο αξίας;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Και βέβαια και τα μελάνια ακριβά είναι. Κοιτάξτε, αν θέλετε την άποψή μου, πιθανόν η διάρρηξη που έγινε, να χρησίμευε μόνο ως προς πώληση των τσίγκων σαν κάποιος μεταπράτης, δηλαδή για αναλώσιμο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τα μελάνια δεν πουλιούνται τα μελάνια;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Μπορεί να μην είχε την δυνατότητα να τα πουλήσει.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: ¶λλα πράγματα, χρήματα;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι δεν νομίζω ότι υπήρχαν χρήματα μέσα στο εργοστάσιο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μόνο τσίγκους είχε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Τι να σας πω, το χαρτί, αλλά το χαρτί δεν μετακινείται, θέλεις φορτηγά, θέλεις?

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δε πουλιέται;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Πουλιέται αλλά δεν μετακινείται εύκολα, είναι σε παλέτες μεγάλες, είναι δύσκολο. Θέλω να πω ότι εδώ έρχεται ένα φορτηγό κατεβαίνει, έχουμε κλαρκ, έχουμε παλετοφόρα κλπ.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αυτός που έκανε την κλοπή την έκανε μόνος του, ή με παρέα; Τι σας είπαν, τι ακούσατε, τι μάθατε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν θα πρέπει να ήταν ένας άνθρωπος μόνος του, αλλά και πώς μπορώ να ξέρω άλλωστε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Λέω απ’ αυτά που ξέρετε.

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Τι να σας πω.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ο κλέφτης βρέθηκε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Απ’ ότι ξέρω όχι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αποτυπώματα βρέθηκαν εκεί των κλεφτών;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι δεν είχα πληροφόρηση εγώ τέτοια.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ούτε αποτυπώματα. Καλά αυτός που κλέβει δεν αφήνει αποτυπώματα, τι γάντια είχε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν γνωρίζω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ορίστε από την έδρα.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κάτι είπατε και δεν το έχω συγκρατήσει και θέλω να σας ρωτήσω ευθέως, τον τσίγκο που έχετε μεταχειριστεί σύμφωνα με τον προορισμό του, τον έχετε βάλει στο μηχάνημα, τον βγάζετε και τον πετάτε κάπου εκεί σε μια άκρη. Αυτό μπορεί να ξαναχρησιμοποιηθεί για την ίδια δουλειά;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο εάν έχει περάσει από μια διαδικασία φύλαξης. Αλλά αυτοί οι τσίγκοι που θέλαμε εμείς να τους χρησιμοποιήσουμε εκ νέου, ανατύπωση, τους βάζαμε σε άλλο χώρο, προστατευμένο μέσα από μια διαδικασία. Αυτούς εκεί που πετάγαμε σ’ αυτό εκεί να το πούμε σε κάποια άκρη, ήταν μόνο για ανακύκλωση.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Τώρα πώς το βλέπετε, είναι λογικό αυτό το πράγμα, ο κλέφτης που μπήκε μέσα να κλέψει αυτούς τους τσίγκους που είναι για ανακύκλωση, να τους κάνει τι;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Να τους πουλήσει, για ανακύκλωση.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ξέρετε γιατί; Την ώρα που ερχόσασταν μέσα είχε προηγηθεί μια ερώτηση σε συνάδελφό σας, που είπε ότι αυτά που εκλάπησαν εκείνη την ημέρα ήταν συσκευασμένοι τσίγκοι μέσα στα χαρτόκουτα.

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Υπήρχαν και τέτοια και νομίζω ότι το προείπα, εκλάπησαν και αυτού του τύπου, δηλαδή αχρησιμοποίητοι.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κάνατε παρέα και έξω, βλέπω περίπου συνομήλικοι είστε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι είναι ένα χρόνο μεγαλύτερός μου.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Οι επαφές που είχατε αναπτύξει σας επέτρεψαν να έχετε και μια επαφή έξω από το χώρο της δουλειάς σας;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι κατά καιρούς, συνήθως είμαστε και ανάποδη βάρδια και δεν ήταν και εύκολο να βρεθούμε. Αλλά ναι. Και στο σπίτι του είχα πάει και στο σπίτι μου είχε έρθει.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Με τις επαφές τις κοινωνικές, τις φιλικές, έτυχε ποτέ να πάτε στα βαφτίσια του παιδιού του και να δείτε κάποιους άλλους; Δηλαδή έχετε γνωρίσει σ’ αυτές τις εκδηλώσεις κάποιον από τους άλλους κατηγορουμένους και ειδικά δυο που εμφανίζονται ως φίλοι του συγκάτοικοί του σε κάποια φάση, γνωστοί του, συγχωριανοί του;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι στο σπίτι που είχε τα βαφτίσια ή γιορτές κλπ, τον κ. Κωστάρη τον είχα δει και τον κ. Παύλο Σερίφη τους είχα δει τους κυρίους. Είχανε επαφές, ήταν φίλοι.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Καλώς δεν θέλω τίποτα άλλο.

κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: Παρακαλώ το ωράριο εργασίας της επιχειρήσεως μπορείτε να μου πείτε ποιο είναι;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Το ακριβές ωράριο ήταν 7-3 το μεσημέρι και 3-11.

κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: ¶ρα δεν δουλεύατε συνέχεια μαζί, είπατε είχατε βάρδιες.

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, όχι δεν είχα ότι δουλεύαμε συνέχεια μαζί. Ο καθένας είχε την βάρδιά του.

κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: Αυτό ισχύει για όλους τους υπαλλήλους;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Κοιτάξτε να δείτε όταν λέμε βάρδια σε μια μηχανή, αποτελείται από ένα τεχνικό και δυο βοηθούς του.

κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: Είναι απλό, δουλεύατε με τον κ. Καρατσώλη σε βάρδιες;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Είχαμε δουλέψει κατά καιρούς, σε διαφορετικές ως επί το πλείστον, αλλά είχαμε δουλέψει και μαζί, γιατί αυτά εναλλάσσονταν με τις άδειες το καλοκαίρι κλπ.

κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: Παραμονή της Παναγίας δουλεύει η επιχείρησή σας;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Την Παραμονή της Παναγίας όχι, δεν θυμάμαι να είχαμε δουλέψει ποτέ.

κ. ΣΙΔΕΡΗΣ: 29/6 ξέρετε εάν ο κ. Καρατσώλης είχε πρωινή βάρδια το 1989 ή απογευματινή εάν ήσασταν μαζί;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Το ’89 δεν ήμουν στην επιχείρηση.

κ.ΣΙΔΕΡΗΣ: Τίποτα άλλο κ. Πρόεδρε, ευχαριστώ.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Κύριε Γιαννόπουλε να σας ρωτήσω, στην επιχείρησή σας ήταν αδιανόητο να πάρει κανείς άδεια;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι καθόλου.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Όχι την κανονική άδεια που παίρνουμε το καλοκαίρι ή ενδεχομένως, ήταν αδιανόητο να πάρει κανείς άδεια π.χ. μια μέρα τον Δεκέμβρη;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι βέβαια .

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Επίσης θέλω να μου πείτε, είπατε κάτι εδώ και το σημείωσα, όταν είχαν χρησιμοποιηθεί οι τσίγκοι μετά πηγαίνανε για ανακύκλωση. Αλλά μπορούσαν κάτω από ορισμένους όρους μιας διαδικασίας, να ξαναχρησιμοποιηθούν. Τι εννοείτε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν καταλάβατε τι είπα, είπα ότι εάν υπήρχε η ανάγκη να ξαναχρησιμοποιηθούν οι τσίγκοι γνωρίζοντάς το εκ των προτέρων?

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Τι εννοείτε λέγοντας γνωρίζοντάς το εκ των προτέρων;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Τυπώνουμε αυτή τη στιγμή ένα περιοδικό, το περιοδικό αυτό πρέπει να ξανατυπωθεί, ένα διαφημιστικό δικό σας π.χ. εσείς θέλετε να το ξανατυπώσετε πάλι. Βάζουμε κάποια υλικά επάνω, τα καθαρίζουμε τα μελάνια, βάζουμε και χώμα που λέμε εμείς και μπορεί να διατηρηθεί σε σκοτεινό μέρος για να μην το βλέπει ο ήλιος, μπορεί να διατηρηθεί για να το ξανατυπώσουμε μετά από ένα μήνα. Εάν δεν έχει γίνει αυτή η διαδικασία άμεσα, αφού τελειώσει η παραγωγή δηλαδή, αυτό που έχουμε τυπώσει, μετά οξυδώνεται ο τσίγκος. Μπορεί να ξανατυπωθεί, αλλά θα έχει πάνω μελάνια που δεν θα βγαίνουν, δεν θα είναι η πρέπουσα εκτύπωση.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Μάλιστα κατάλαβα, ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ορίστε παρακαλώ.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Κύριε Γιαννόπουλε συμπληρωματικά να ρωτήσω κάτι, ξεκαθαρίστε μας, εκλάπησαν δηλαδή και χύμα και συσκευασμένες λαμαρίνες;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Απ’ όσο είχαν πει οι εργοδότες, ότι εκλάπησαν, πάντα υπήρχε στο μαγαζί και ένας όγκος αχρησιμοποίητων τσίγκων για να χρησιμοποιηθούν στην πορεία.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Εάν γίνει η σχετική έρευνα τώρα πάνω στην λαμαρίνα που έχει κατασχεθεί, υπάρχει το ενδεχόμενο να βρεθούν αποτυπώματα δικά σας ή άλλων συναδέλφων σας;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Κοιτάξτε η προηγούμενη συνάδελφος που ασχολιόταν μ’ αυτό καθαυτό το είδος, την παραγωγή των τσίγκων είναι δεδομένο ότι θα είναι επάνω τα αποτυπώματά της, εάν το είχα τυπώσει εγώ μπορεί να ήταν και τα δικά μου, αν το είχε τυπώσει ο κ. Καρατσώλης θα ήταν και τα δικά του, ή των βοηθών του.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Σε μια συσκευασμένη λαμαρίνα, όταν την βγάζει κανείς από την συσκευασία της, χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη προσοχή; Έχει κάποια ευαισθησία δηλαδή το αντικείμενο αυτό;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Στο φως.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Αν εκτεθεί στο φως του ήλιου;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν χρησιμοποιείται πλέον, θα καει και θα φύγει αυτή η επικάλυψη που έχει που είναι η αναγκαία για να αποτυπωθεί το φιλμ επάνω.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Εάν αποτυπωθεί παλαμικό αποτύπωμα, δηλαδή εάν αγγίξει η παλάμη την επιφάνεια της λαμαρίνας αυτής, αλλοιώνεται ή περιορίζεται η χρησιμότητά της;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ναι, δεν τον πιάνουμε μέσα στην μέση που θα πάει η δουλειά, μπορεί να το πιάσει αυτός που θα το χρησιμοποιήσει, αχρησιμοποίητο που λέτε που θα τον δουλέψει, θα το πιάσει στην άκρη κάπως.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Πώς το πιάνει δηλαδή την λαμαρίνα ακριβώς, μπορείτε να μας περιγράψετε;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Και με τα δυο χέρια αλλά όσο γίνεται έξω απ’ εκεί που θα χρησιμοποιηθεί για δουλειά.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Το λέω κύριε Πρόεδρε, γιατί το παλαμικό αποτύπωμα είναι πάνω στην λαμαρίνα ακριβώς. Και μια τελευταία ερώτηση, η λαμαρίνα αυτή μόνη της μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνη η λαμαρίνα;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι πρέπει να περάσει μέσα από μια διαδικασία. Να φωτιστεί, να μπει το φιλμ επάνω?

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Επάνω πού να μπει;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Επάνω στον τσίγκο. Το φιλμ μπαίνει πάνω στον τσίγκο, μπαίνει σε μια ειδική μηχανή η οποία το φωτίζει, το αποτυπώνει.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Τι μηχάνημα είναι αυτό;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Φωτιστικό μηχάνημα λέγεται.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Δηλαδή χρειάζονται και άλλα μηχανήματα;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Θα πρέπει να περάσει και εμφάνιση και γόμα, είναι αρκετά πράγματα τα οποία πρέπει να γίνουν.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Μάλιστα ευχαριστώ πολύ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Με φιλμ που βγαίνουν είναι άλλη τεχνική αυτή;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Τι εννοείτε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πως τυπώνονται;

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Θα πρέπει να περάσει κι από αυτή τη διαδικασία. Απλά τώρα υπάρχει ηλεκτρονικό μοντάζ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτό λέω. Γίνεται με το φιλμ, έτσι; Αλλά θα περάσει και σε τσίγκο οπωσδήποτε. Χωρίς τσίγκο δεν γίνεται.

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν γίνεται. Τώρα δεν ξέρω αν έχει προχωρήσει η τεχνολογία τόσο πολύ κι εγώ δεν το ξέρω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τέλος πάντων, θα τα δούμε, θα μας τα πουν άλλοι. Να πάτε στο καλό.

Κ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ: Ευχαριστώ πολύ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Μήτσης να έρθει τον παρακαλώ πολύ. Είναι ο κ. Μήτσης Περικλής του Ελευθερίου. Το ’67 έχει γεννηθεί. Που γεννηθήκατε;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Αθήνα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επάγγελμα;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Αυτή τη στιγμή διατηρώ ένα κατάστημα με ζώα. Ένα μικρό pet shop έχω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κατάστημα με ζώα. Δηλαδή τι, μικρά ζώα;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα. Σκυλάκια, γατάκια, πουλάκια, ψαράκια.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μέχρι και φίδια.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι τουλάχιστον εγώ, δεν είναι δικιά μου ιδεολογία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ακούω σε φιλικά μου σπίτια μέχρι φίδια έχουν.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Αυτό το βλέπω λίγο αρρωστημένο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει δεν τα φοβόμεθα, του σπιτιού είναι, αλλά ?

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Αυτά δεν λέγονται κατοικίδια.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το χέρι σας στο Ευαγγέλιο. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ορκίζομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Σταμούλη έχετε το λόγο.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Κύριε μάρτυς, τον γνωρίζετε τον Κώστα Καρατσώλη και από πού;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Τον Κώστα τον ήξερα πάρα πολλά χρόνια. Δουλεύαμε μαζί και με είχε παντρέψει κάποια στιγμή όταν ήμουν παντρεμένος. Από το ’88 αν θυμάμαι καλά.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Εργαστήκατε μαζί που και επί πόσο διάστημα;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δουλέψαμε μαζί από το ’88 μέχρι το ’99 στην εταιρεία γραφικών τεχνών «Oscar Press?.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μπορείτε να πείτε τι δουλειά έκανε ο Καρατσώλης;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Είχαμε το ίδιο αντικείμενο. Ήμασταν και οι δύο εκτυπωτές offset. Τη μια βάρδια είχα εγώ, την άλλη βάρδια είχε ο Κώστας.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Η επιχείρηση στην οποία εργαζόσαστε είχε μεταξοτυπία;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ποτέ. Εταιρεία γραφικών τεχνών. Μόνο με χαρτί ασχολούμασταν.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Η τεχνική σας ήταν offset.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ναι, offset εκτύπωση.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Εκεί χρησιμοποιούσατε για τη δουλειά σας αυτή τι πρώτη ύλη;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Το χαρτί, το μελάνι. Αυτή είναι η πρώτη ύλη. Τους τσίγκους.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Να σταθούμε στους τσίγκους. Αυτοί οι τσίγκοι βρίσκονται στην επιχείρηση συσκευασμένοι ή όχι;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Εξαρτάται ποιοι τσίγκοι. Οι τσίγκοι που είναι για πέταμα;

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Προς της χρησιμοποίησής τους.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Είναι συσκευασμένοι.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Από πλευράς διαστάσεων;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ανάλογα με το σχήμα της μηχανής.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Στη συγκεκριμένη περίπτωση;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Εμείς είχαμε ωφέλιμο 70 Χ 100 ήταν κάτι παραπάνω ο τσίγκος ώστε να μπορεί να κουμπώνει στη μηχανή.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μπορείτε να πείτε στο δικαστήριο αν έλαβε χώρα στην επιχείρηση κάποια χώρα κάποια διάρρηξη πότε και τι αφαιρέθηκε;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Έγινε μια διάρρηξη τον Ιούνιο του ’98.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Σε εργάσιμη μέρα ή σε αργία;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Σε αργία.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δεν ήταν κανείς δηλαδή στο κατάστημα.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι. Πήγαμε την επόμενη μέρα, πήρε η πρωινή βάρδια για την ακρίβεια και βρήκε το μαγαζί ανοιχτό, διερρηγμένο.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Το αφεντικό;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα. Εγώ ήρθα πιο μετά.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Έγινε καταγγελία στην Αστυνομία;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Ήρθαν εκεί αστυνομικοί;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ναι.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Βρέθηκε τίποτε που να μπορούσε να οδηγήσει στην αποκάλυψη των δραστών;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστεί δράστης;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Τι αφαιρέθηκε κατά τη διάρρηξη;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Από ό,τι μας είπαν -γιατί εμείς πήγαμε το μεσημέρι όπως σας είπα- τσίγκους.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Αυτούς τους αχρησιμοποίητους μόνο;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Αν θυμάμαι καλά έκλεψαν και παλιούς τσίγκους.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Αφαιρέθηκαν δηλαδή και παλιοί τσίγκοι.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Μπορείτε να πείτε στο δικαστήριο οι παλιοί τσίγκοι δηλαδή πιάνονται με τα χέρια και έχουν αποτυπώματα πάνω των εργαζομένων που ασχολούνται με αυτή την ιστορία;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Σίγουρα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Συνεπώς ο Καρατσώλης ο οποίος εργαζόταν εκεί ως τυπογράφος, θα είχε χρησιμοποιήσει.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μπορεί να είχε και τα δικά μου και του Κώστα σίγουρα και των βοηθών μας.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Εκείνο το οποίο ήθελα είναι να δώσετε μια εικόνα για την όλη προσωπικότητα του Καρατσώλη. Είστε γνωστοί από το 1988 μπορείτε να δώσετε στο δικαστήριο από πλευράς οικογένειας τι έχει, ποιες ήταν οι συνήθειές του;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Για εμένα ο Κώστας είναι και θα παραμείνει ένα πάρα πολύ καλό παιδί. Κοιτούσαμε τη δουλειά μας, είχαμε μερικές κοινές εξόδους, κάποια γλέντια. Θυμάμαι ακόμη ότι όταν πρωτο-ήρθε με την Ντίνα και παντρεύτηκαν, τις δυσκολίες που είχαν με το πρώτο παιδί που ήρθε τον Σταύρο. Αυτή την εντύπωση που είχα και έχω για τον Κώστα είναι ότι είναι ο οικογενειάρχης, που αγαπάει τη δουλειά του, που αγαπάει την οικογένειά του κι έχω πέσει κι εγώ από τα σύννεφα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Ενδεχομένως το μόνο κακό που έκανε στη ζωή του ήταν ότι σας πάντρεψε. Σας κρέμασε δηλαδή! Έτσι δεν είναι;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Εγώ ήθελα να ήταν καλό αυτό, αλλά για άλλους λόγος έγινε κακό.

(Διαλογικές συζητήσεις)

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Να παρακαλέσω κάτι άλλο. Πέστε μου οι συντροφιές σας, είστε κουμπάροι συνεπώς λογικά πρέπει να έχετε τις ίδιες συντροφιές, μπορείτε να μας πείτε αν έχει κανένα συγγενή εκ των παρισταμένων εδώ;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Νομίζω ότι ο Ηρακλής τον έχει παντρέψει.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Ο Ηρακλής έχει παντρέψει τον Κώστα;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα είναι κουμπάροι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πολλοί κουμπάροι εδώ πέρα!

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Η κακοποιός δράση τους είναι οι παντρειές!

Κύριε μάρτυς να ρωτήσω κάτι άλλο. Πέστε μου εν γένει για τη δραστηριότητά του. Ξέρετε για τι κατηγορείται, ο κ. Εισαγγελεύς του λέει ότι είχε παράνομη, συνωμοτική δραστηριότητα, έχει λάβει μέρος σε αξιόποινες πράξεις κλπ. Εσείς τι απαντάτε επ’ αυτού στον κ. Εισαγγελέα;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Με τις κουβέντες που κάναμε και με τις ώρες που σπαταλούσαμε εκεί μέσα, γιατί τύχαινε να μπούμε μέσα 7 η ώρα το πρωί και να φύγουμε 11 η ώρα το βράδυ, τύχαινε να μπούμε 7 η ώρα το απόγευμα και να φύγουμε 7 η ώρα το πρωί, μετά όλοι πρέπει να κοιτάξουμε τις οικογένειές μας, τα σπίτια μας. Κοινή δραστηριότητα τι είναι; Να πάει ένας σε ένα ταβερνάκι με ένα φίλο του να πιει ένα κρασί; Και αυτό το έχω ακούσει. Τίποτα άλλο δεν είχαμε συζητήσει με τον Κώστα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Συνεπώς μπορείτε να πείτε στο δικαστήριο εάν τελικά η προσωπική σας πεποίθηση όχι απλώς κρίση από την εν γένει παρακολούθηση του τρόπου ζωής και δουλειάς του Κώστα Καρατσώλη, μπορείτε να αποδώσετε έστω και ελάχιστο ψόγο ότι είναι δυνατό αυτές οι κατηγορίες που του αποδίδονται να έχουν σχέση με την πραγματικότητα;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δεν το πιστεύω.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Αυτή η πεποίθησή σας είναι επειδή ξέρετε απλώς τον χαρακτήρα ή επειδή τον έχετε ζήσει ως συνάδελφο από κοντά;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Τον έχω ζήσει και ως συνάδελφο και ως φίλο.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Από πλευράς ανταποκρίσεώς του στα υπηρεσιακά του καθήκοντα, στη δουλειά του, τι ήταν; Ήταν υποδειγματικός;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δεν είχαμε κανένα πρόβλημα. Γιατί αναγκαστικά συνεργαζόμασταν. Μου παρέδιδε και του παράδιδα.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Να πάμε σε μια άλλη πλευρά. Από πλευράς πολιτικοποιήσεως ή ενασχόλησής του με το συνδικαλισμό τι έχετε διαπιστώσει. Ήταν ο άνθρωπος ο οποίος δεν ήταν αδιάφορος για τα πολιτικά πράγματα του τόπου;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Πολιτικές κουβέντες δεν κάναμε. Αν λέγεται πολιτική κουβέντα η ακρίβεια που υπάρχει, αν πούμε ότι πολιτική κουβέντα το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης που μας είχαν ανεβάσει γι’ αυτά τα πράγματα ναι συζητούσαμε.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Αυτά είναι περισσότερο συνδικαλιστικά. Τέτοια ενδιαφέροντα υπήρχαν;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ναι. Πολιτικά όχι.

Ι. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ: Δεν έχω άλλη ερώτηση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Σοφός έχει τον λόγο.

κ. ΣΟΦΟΣ: Είπατε ότι ήσασταν από τις 7 το απόγευμα μέχρι τις 7 το πρωί μαζί και δουλεύατε. Το εκτυπωτικό μηχάνημα χωρίς το χειριστή του μπορεί να λειτουργήσει; Μπορεί να φύγει ο χειριστής του δηλαδή και να συνεχίσει η λειτουργία του;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Αν θέλει να αυτοκτονήσει ο χειριστής και να χάσει τη δουλειά του, ναι. Είναι πράγμα αδύνατο. Το μηχάνημα αυτό βγάζει παραγωγή και παράλληλα ποιότητα.

κ. ΣΟΦΟΣ: Μπορεί να λείψει δηλαδή για μισή ώρα 9 με 9:30 το βράδυ για παράδειγμα, ή 5 με 5:30 το απόγευμα και το μηχάνημα να δουλεύει;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι για εμένα είναι πολύ μεγάλο αυτό το χρονικό διάστημα.

κ. ΣΟΦΟΣ: Πόσο χρόνο μπορεί να λείψει;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Να πεταχτώ να πάρω ένα πακέτο τσιγάρα ή ένα σάντουιτς από την καντίνα ναι.

κ. ΣΟΦΟΣ: Ευχαριστώ πολύ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Εισαγγελεύς έχει τον λόγο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε μάρτυς κατά το χρόνο που έγινε η διάρρηξη εσείς εργαζόσασταν εκεί;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα. Ακόμη εργαζόμουν.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εξεταστήκατε σαν μάρτυρας στην υπόθεση αυτή;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Από την Αστυνομία εννοείτε που ήρθε;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ναι.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Από κάποιον άλλον;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Κανένας. Μόνο το αφεντικό που μας ρώτησε. «Τι έγινε ρε παιδιά; Μας έκλεψαν›.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τι είδατε εσείς που να λέει ότι έγινε διάρρηξη;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Σας είπα ότι εμείς πήγαμε το μεσημέρι γιατί είχαμε βάρδια, δουλεύαμε βάρδια. Το μόνο που είδαμε ήταν από την πίσω πλευρά του εργοστασίου υπήρχε ένα γκαζόν κάποιες ροδιές πάνω στο γκαζόν.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Λέτε ότι έκλεψαν τσίγκους;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πολλούς;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δεν θυμάμαι να σας πω ακριβώς νούμερο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: ¶λλο τίποτα έκλεψαν;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Υπήρχαν άλλα πράγματα να κλέψουν;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Πράγματα τεχνικής φύσεως.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πράγματα αξίας, που να έχουν εμπορική αξία δηλαδή.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ούτε για μελάνι είπαν τίποτα, ούτε για χαρτί που ήταν αποθηκευμένο μέσα στο μαγαζί.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ακριβό το χαρτί;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ανάλογα με την ποιότητα. Είναι πολλά τα είδη του χαρτιού.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αυτό το χαρτί που χρησιμοποιεί η επιχείρηση;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Η επιχείρηση δεν χρησιμοποιούσε ένα είδος χαρτιού. Ανάλογα με τη δουλειά πήγαινε το βάρος και η ποιότητα. Ξεκινάει από 60 γρ. και φτάνει μέχρι 250.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αυτό που ήταν την ημέρα εκείνη της κλοπής;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Η κλοπή έγινε το 1988 και έχουμε 2003. Με συγχωρείτε, αλλά δεν θυμάμαι ποιο χαρτί και ποια δουλειά τύπωνε συγκεκριμένα εκείνη την ημέρα η μηχανή.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ας πούμε για το μελάνι. Τι αξία έχει το μελάνι;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δεν ξέρω. Δεν θυμάμαι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Περίπου;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: 3 χιλιάδες το κιλό.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πόσα κιλά μελάνι ήταν εκεί;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Με συγχωρείτε αλλά δεν θυμάμαι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ένα νούμερο περίπου;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Υπήρχαν φορές που η αποθήκη ήταν γεμάτη, που να είχε πάνω από 60 κιλά μελάνι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Την ημέρα εκείνη που έγινε η κλοπή;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δεν θυμάμαι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Είπατε ότι έκλεψαν και μεταχειρισμένους τσίγκους;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ναι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Έβλεπαν ότι οι μεταχειρισμένοι τσίγκοι;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που έρχονταν ανά διαστήματα στην επιχείρηση και αγόραζαν αυτούς τους παλιούς τσίγκους, όσους είχαμε για πέταμα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μεταξύ παλιού και καινούριου τσίγκου ποιος είναι προτιμητέος;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ο παλιός τσίγκος μπορεί να πουληθεί και να ανακυκλωθεί.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ένας ο οποίος ενδιαφέρεται για τσίγκους και έχει τον παλιό που μπορεί να ανακυκλωθεί και τον καινούριο, ποιον θα προτιμήσει;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Εξαρτάται τι θέλει να κάνει με τον τσίγκο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τη δουλειά αυτή που κάνει ο τσίγκος.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δεν καταλαβαίνω την ερώτηση.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Την κατά προορισμό του τσίγκου χρήση.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ο μεταχειρισμένος τσίγκος κάνει μόνο για ανακύκλωση.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ανακύκλωση γιατί;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Με συγχωρείτε δεν καταλαβαίνω.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αν έχουμε 5 κιλά τσίγκο μεταχειρισμένο και 5 μη μεταχειρισμένο, ποιος θα υπερέχει σαν εμπορική αξία;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Αγοράς ο καινούριος. Λογικά ο καινούριος άμα θα πάει σε ένα εργοστάσιο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ξέρετε γιατί σας το λέω αυτό; Μου κάνει εντύπωση γεμάτος ο τόπος και κλέβουν –όπως είπατε- το μεταχειρισμένο και δεν κλέβουν μελάνι. Έτσι λέτε. Δεν κλέβουν το χρηματοκιβώτιο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Γεωργαντόπουλος έχει τον λόγο.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε μάρτυς θυμάστε πότε περίπου παντρεύτηκε ο κ. Καρατσώλης;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Το ’91;

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Παρατήρησα –και αν είναι λάθος να μου το πείτε- και εσείς αλλάξατε επάγγελμα και ο κ. κατηγορούμενος.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ήταν δική σας επιλογή ή σας έδιωξε ο εργοδότης;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Εγώ είχα ένα σοβαρό ατύχημα το 1999 και αναγκάστηκα να αλλάξω δουλειά.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ο κ. Καρατσώλης μόνος του έφυγε και έγινε κτηματομεσίτης, αν καλά κατάλαβα ή για κάποιους λόγους της εργοδοσίας απολύθηκε, αν το ξέρετε.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δεν απολύθηκε ο Κώστας. Τα παράτησε μόνος του.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πέστε μου δυο λόγια για το χαρακτήρα του. Τι άνθρωπος είναι;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Εμένα με έχει βοηθήσει πάρα πολύ, με έχει υποστηρίξει σε πολλά πράγματα.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Υποστηρίζει τις απόψεις του παραδείγματος χάρη ή τη δουλειά του; Γι’ αυτό σας ρώτησα αν έφυγε μόνος του, μήπως ήταν βαριά η δουλειά εκεί.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: ¶ντεχε. Δουλεύαμε συνέχεια.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μπορούσε να τον εκφοβίσει ο εργοδότης του και να σηκωθεί να φύγει;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μπορούσε να τον πιέσει με κάποιο δικό του τρόπο και να πει «άντε στο καλό σηκώνομαι και φεύγω›.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι γιατί εμείς αποδίδαμε, δουλεύαμε, δεν είχαμε τέτοια προβλήματα με τον εργοδότη μας. Του κάναμε τη δουλειά του.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Θέλω να πω σαν χαρακτήρας τι άνθρωπος είναι; Είναι μια συγκροτημένη προσωπικότητα; Υποστηρίζει τις απόψεις του, τις θέσεις του; Αντέχει στην κούραση;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Αντέχει.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Στον πόνο; Στην ψυχολογική πίεση;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Φυσικά. ¶μα δουλεύουμε 16 ώρες μέσα σ’ ένα εργοστάσιο με συνθήκες δύσκολες, αυτό είναι μια σκληραγώγηση για μας.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δηλαδή ήταν σκληραγωγημένος;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Ναι. Από ότι ξέρω πριν έρθει στη δουλειά, δούλευε και οικοδομή, που σημαίνει πάλι σκληραγώγηση.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Επειδή έγινε μετά κτηματομεσίτης που μια πιο ελαφρά δουλειά, θέλει βέβαια ίσως περισσότερο τρέξιμο, αλλά ίσως είναι πιο ξεκούραστη.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Προσωπικά εγώ δεν θα μπορούσα να την κάνω αυτή τη δουλειά, δεν ξέρω το αντικείμενο.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ο καθένας ό,τι μπορεί. Αλλά ήταν ένα σκληραγωγημένο άτομο και μπορούσε να υποστηρίξει τις απόψεις του, άντεχε δηλαδή και στην κούραση.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Στη δουλειά μπορούσε να αντέξει, άντεχε στην κούραση, άντεχε στην πίεση της δουλειάς, στη δυσκολία της δουλειάς, γιατί δεν είναι όλες οι δουλειές εύκολες. Υπήρχαν φορές που μπαίναμε εκεί πέρα το πρωί και φεύγαμε το βράδυ και δεν είχαμε πιει τον καφέ μας ακόμη.

κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν έχω άλλη ερώτηση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Ζαϊρης έχει τον λόγο.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Από το ελεύθερο εμπόριο μπορούσε να πάει κάποιος και να αγοράσει 5 κομμάτια;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Εννοείτε να πάει κάποιος ιδιώτης;

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Ιδιώτης.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δεν νομίζω και σας το λέω αυτό βάσει του δικού μου αντικειμένου. Εγώ πουλάω ζωοτροφές. Δεν μπορεί κάποιος ιδιώτης να πάει να αγοράσει ζωοτροφές αν δεν υπάρχει...

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Το συγκεκριμένο αντικείμενο οι τσίγκοι μπορούσε να πάρει κανείς 5 κομμάτια;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δεν νομίζω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Ευαγγελάτος έχει τον λόγο.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Από το ’88 γνωρίζετε τον κ. Καρατσώλη;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Μάλιστα.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Ξέρετε που έχει γεννηθεί;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Δεν μπορώ να σας απαντήσω με σιγουριά. Ξέρω ότι οι δικοί του ήταν χρόνια στη Γερμανία και δούλευαν.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Ξέρετε αν κατάγεται από τη Θεσπρωτία;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Αυτό το ξέρω γιατί κι εμένα η καταγωγή μου είναι από την Ήπειρο.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Έχετε πάει στο χωριό του; Σας έχει ποτέ φιλοξενήσει εκεί;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Με είχε προσκαλέσει πάρα πολλές φορές ο Κώστας, αλλά το πρόβλημά μας ήταν όταν ο Κώστας έφευγε, έπρεπε να κρατάω εγώ τη βάρδια μετά.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Δεν πήγατε.

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Συνηθίζεται στην Ελλάδα να υπάρχουν οικογένειες που δεν γίνονται γνωστές σε μια περιοχή αν δεν τους πεις με το παρατσούκλι τους. Τον είχατε ακούσει ποτέ να τον αποκαλούν με κάποιο άλλο ιδιαίτερο όνομα;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Παραδείγματος χάρη Στέλιο;

Π. ΜΗΤΣΗΣ: Όχι.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Τίποτα άλλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευχαριστούμε να πάτε στο καλό. Συνεχίζουμε με τους δικούς σας μάρτυρες. Το Δικαστήριο διακόπτει για αύριο.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή