Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (04/08/2003) Μέρος 1/3

Δευτέρα, 04 Αυγούστου 2003 17:49
A- A A+

ΔΙΚΗ 17Ν

ΔΕΥΤΕΡΑ 4 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:05

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Α΄ ΜΕΡΟΣ

09:05 – 10:25

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα και καλή εβδομάδα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, ο κρατούμενος Ξηρός Σάββας αρνείται να έρθει στην αίθουσα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλώς. Κύριε Παπαδάκη αναλαμβάνετε την εκπροσώπηση. Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 137α παρ. 2 Ποινικού Κώδικα, παρ. 1, 7.2 και 19.3 του συντάγματος και άρθρα 3 και 6 της ΕΣΔΑ, των διατάξεων της διεθνούς σύμβασης του ΟΗΕ της Νέας Υόρκης του Δεκεμβρίου ’84 που κυρώθηκε με το νόμο 1782/84 και τα άρθρα 177.1, 178 στοιχείο δ’ και 366 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ., η ομολογία του κατηγορουμένου κατά την προδικασία που είναι αποτέλεσμα βασανιστηρίων, δηλαδή κάθε μεθοδευμένης πρόκλησης έντονου ψυχικού πόνου ή σωματικής εξάντλησης επικίνδυνης για την υγεία ή ψυχικού πόνου ικανού να επιφέρει σοβαρή ψυχική βλάβη, καθώς και κάθε παράνομης χρησιμοποίησης χημικών, ναρκωτικών ή άλλων φυσικών ή τεχνικών μέσων με σκοπό να κάμψουν τη βούληση του εξεταζόμενου καθώς επίσης και κάθε παράνομης προσβολής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, δεν αποτελεί νόμιμο αποδεικτικό μέσο και δεν είναι παραδεκτή η επίκλησή της ή η λήψη αυτής υπόψη, ούτε συνεπώς η εν όλω ή εν μέρει ανάγνωση της εκθέσεως εξέτασης του κατηγορουμένου που περιέχει μια τέτοια ομολογία ή γεγονότα επιβαρυντικά για άλλους συγκατηγορούμενους κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο.

Εξάλλου κατά την πάγια ερμηνεία από το Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η πρόσφατη απόφαση που μας έφερε ο συνήγορος, καθώς και οι παλαιότερες, η ερμηνεία λοιπόν σύμφωνα με το Δικαστήριο της διάταξης 3 της ΕΣΔΑ που απαγορεύει τα βασανιστήρια, παράγεται ισχυρό τεκμήριο ότι εφόσον κάποιος εμφανίζει κακώσεις καθ’ ο χρόνο τελούσε υπό τον πλήρη έλεγχο της αστυνομικής δύναμης ότι οι κακώσεις του προέρχονται από κακομεταχείρισή του από τα όργανα της αστυνομίας και απόκειται πλέον στην κρατική αρχή να παράσχει κάποια εύλογη εξήγηση για την προέλευση των κακώσεων, προσκομίζοντας και αποδείξεις, όταν οι δύο ισχυρισμοί του κρατούμενου στηρίζονται σε ιατρικά έγγραφα.

Εξάλλου, από τα άρθρα 97-100, 219.2 και 241Κ2δ, συνάγεται ότι η ανάκριση είναι έγγραφη και χωρίς δημοσιότητα, η παραβίαση δε της αρχής κατά την ανάκριση με την παρουσία τρίτου προσώπου, δεν παράγει κάποια ακυρότητα, εκτός αν κατά το 171 παρ. 1 ΚΠΔ, παρεμποδίζει την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων που του παρέχονται και με τις διατυπώσεις που επιβάλλει ο νόμος.

Ο Κ.Ποιν.Δ. δεν προβλέπει την παρουσία αστυνομικής δύναμης ούτε κατά την ανάκριση ούτε στο ακροατήριο σε περίπτωση που αποφασισθεί η συζήτηση να γίνει κεκλεισμένων των θυρών κατά το άρθρο 330. Παρόλα αυτά από κανέναν δεν αμφισβητήθηκε η νομιμότητα της παρουσίας αστυνομικής δύναμης κατά τη μυστική συνεδρίαση στο ακροατήριο (Μπουρόπουλος κτλ.).

Επίσης η διάταξη του 339.2 ΚΠΔ. κατά την οποία οι κατηγορούμενοι που κρατούνται προσωρινά παρίστανται χωρίς χειροπέδες και μόνο φυλάσσονται, πρέπει να τύχει ανάλογης εφαρμογής και επί απολογίας του κατηγορουμένου ενώπιον του ανακριτού. Μόνο δε επί επικίνδυνων και παράτολμων κατηγορουμένων δεν πρέπει να αφαιρούνται ούτε τα δεσμά, όπως μας λέει ο Ζησιάδης.

Παρ’ όλα αυτά, σε κάθε περίπτωση θα πρέπει in concreto να ερευνάται η επίδραση της παρουσίας αστυνομικής δύναμης κατά την απολογία, ανάλογα με τη φύση της υπόθεσης, τη συμπεριφορά των αστυνομικών και την επίδραση του εν λόγω περιστατικού επί της δυνατότητας της ελεύθερης έκφρασης του κατηγορουμένου και της εν γένει άσκησης των δικαιωμάτων του.

Στην προκειμένη περίπτωση, από τις καταθέσεις των μαρτύρων και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν καθώς και από τα διαδικαστικά έγγραφα της Δίκης, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Ο κατηγορούμενος Τζωρτζάτος εξετάστηκε ως κατηγορούμενος για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, ενώπιον της προανακρίνουσας αστυνομικής αρχής, στις 18/7/2002 όπου σε πολυσέλιδη κατάθεσή του φέρεται ότι αποδέχεται μέρος της κατηγορίας.

Την επόμενη μέρα οδηγήθηκε ενώπιον της Δ’ ανακρίτριας Πλημμελειοδικών Αθηνών, όπου ζήτησε να του παρασχεθεί πενθήμερη προθεσμία και διόρισε και συνήγορο. Στις 24/7 εμφανίστηκε ενώπιον της εν λόγω ανακρίτριας μαζί με τους συνηγόρους κ.κ. Τεντολούρη και Κούρκουλο και απολογήθηκε. Εν μέρει βελτίωσε υπέρ αυτού τη θέση του χωρίς να αρνηθεί τελείως τη συμμετοχή του και ζήτησε την υπέρ αυτού εφαρμογή της ευνοϊκής ρύθμισης του νόμου, διότι, όπως λέγει συνέβαλλε ουσιαστικά στην εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης.

Ο κατηγορούμενος μόλις στις 23/10/2002 ήτοι μετά τρίμηνο, σε συμπληρωματική του απολογία ενώπιον του ανακριτού, ανακαλεί τις δύο ανωτέρω προηγούμενες απολογίες του και προβάλλει ότι αυτές έχουν ληφθεί υπό συνθήκες που συνιστούν βασανισμό του και προσβολές της αξιοπρεπείας του και ιδίως ξυλοδαρμών και απειλών, επιδείνωσαν δε έτσι τη βαριάς μορφής δισκοπάθεια από την οποία πάσχει και μάλιστα έδωσε την αξονική του τομογραφία στο γιατρό των φυλακών του Κορυδαλλού για να του επιτρέπει να φορέσει ειδική ζώνη.

Επίσης ισχυρίστηκε στον Εφέτη ανακριτή ότι στις ομολογίες του που προαναφέρθηκαν, συνετέλεσε και η επίδραση ενδεχόμενων ουσιών –ενδεχόμενων δεν ξέρω τι θα πει- και ότι τα ανωτέρω δεν τα είπε νωρίτερα επισήμως αλλά περίμενε να εμφανιστεί ενώπιόν του να τα εκθέσει. Μόλις δε στα τέλη Δεκεμβρίου 2002 υπέβαλλε μήνυση για τις ανωτέρω πράξεις που ισχυρίζεται ότι τελέστηκαν εις βάρος του.

Κατά την κρίση του Δικαστηρίου δεν αποδείχθηκε στην προκειμένη περίπτωση ότι οι προσβαλλόμενες απολογίες του υπήρξαν αποτέλεσμα βασανιστηρίων ή κακομεταχείρισής του ή οφείλονται σε επίδραση ουσιών όπως εκτεταμένα υποστήριξε ο ίδιος και οι συνήγοροί του ειδικότερα στην απολογία του ενώπιον της ανακρίτριας, παρουσία των δύο συνηγόρων του που προαναφέρθηκαν, που δεν εξέθεσε περί κακομεταχείρισής του ή περί χρήσης ψυχοτρόπων ουσιών κατά τον προηγηθέντα χρόνο.

Είναι αξιοσημείωτο ότι οι εν λόγω συνήγοροί του είναι πολιτικοποιημένα πρόσωπα και πολύ ευαίσθητα στην προστασία των δικαιωμάτων του κατηγορουμένου και παρ’ όλα αυτά δε φαίνεται ούτε ο ίδιος να τους είχε πει ούτε να αντελήφθησαν ότι ενώπιόν τους μερική ομολογία του κατηγορουμένου μπορούσε καθ’ οιονδήποτε τρόπο να συνδεθεί με προηγηθείσα συμπεριφορά των αστυνομικών αρχών.

Επίσης οι εν λόγω συνήγοροι, ενόψει μάλιστα της δηλωθείσας στάσης του κατηγορουμένου, εύλογα θεώρησαν την παρουσία των αστυνομικών πλησίον της θύρας και των παραθύρων, ότι αποσκοπεί στην προστασία του ίδιου του κατηγορουμένου και των λοιπών παραγόντων της ανακριτικής διαδικασίας και ουδείς αντέλεξε στην παρουσία τους. περαιτέρω, ο κατηγορούμενος στον Εφέτη ανακριτή, ούτε ισχυρίστηκε ούτε στο σώμα του υπήρξαν ίχνη κακομεταχείρισης που προβάλλει και δεν έπραξε το πλέον εύλογο στις περιπτώσεις αυτές, να επιδείξει στον ανακριτή τα σημάδια του, να ζητήσει την άμεσο εξέτασή του από ιατροδικαστή και να ζητήσει τη δίωξη των υπαιτίων.

Η μετά τρίμηνο ανάκληση των απολογιών του εκτιμάται από το Δικαστήριο ως μεταβολή της υπερασπιστικής του γραμμής και δεν εδράζονται οι αιτιάσεις σε κάποια αποδεικτική βάση. Ούτε κάποιος ιδιώτης ιατρός της επιλογής του ή μέλος του προσωπικού των φυλακών κλήθηκε από τον ίδιον να επιβεβαιώσει τον ισχυρισμό του περί ύπαρξη εμφανών σημείων κακοποίησής του όπως λ.χ. μελανά σημεία στα πλευρά του κτλ.

Οι αόριστες βεβαιώσεις των συγκατηγορουμένων του περί βασανισμού του κρίνονται πολύ όψιμες και προερχόμενες από απόλυτα κατανοητή αλληλεγγύη προς αυτόν. Ομοίως και οι διαβεβαιώσεις των στενών με αυτόν συνδεομένων προσώπων, αδελφής του κτλ., που εξετάστηκαν στο ακροατήριο, αφού δεν υπάρχει κάποιο αντικειμενικό στοιχείο που να τις επιστηρίζει.

Για τους λόγους αυτούς, απορρίπτουμε την ένσταση.

(διαλογικές συζητήσεις)

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Επειδή το θέμα προχθές ανέκυψε ύστερα από ερώτηση κάποιου Εφέτου ο οποίος ζήτησε να γίνει η χρήση της προανακριτικής απολογίας, γι αυτό ρώτησα εγώ διευκρινιστικά αν η απόφασή σας είναι ολόκληρη ή περιοκπές.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι ολόκληρη.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Η από 18/7/2002 έκθεση εξέτασης του κατηγορουμένου κ. Τζωρτζάτου Βασιλείου.

«Μέχρι 17 ετών περίπου διέμενα στο Αιγάλεω όπου και γεννήθηκα. Μετά έφυγα από το Αιγάλεω και πήγα στην Κηπούπολη, στην οδό Ακακίας 42. Εκεί έμεινα μέχρι το 1988 περίπου. Μετά έμεινα στην Πετρούπολη έως το 1992 περίπου. Μετά πήγα Ζωγράφου, οδός Χρυσανθέμων 3 για δύο ή τρία χρόνια και έπειτα πήγα εκεί που μένω και σήμερα.

Το 1982, όταν έμενα στο πατρικό μου στην Κηπούπολη, ήταν περίοδος πολιτικοποίησης, μαζικών εργατικών και κοινωνικών διεκδικήσεων. Κάναμε συναντήσεις, σε ρεμπετομάγαζα, σε εκδηλώσεις Πανεπιστημίων, σε εκδηλώσεις εργατικών και κοινωνικών διεκδικήσεων. Μέσω ενός φίλου μου, του κ. Ζαμπόπουλου Κανέλλου, γνώρισα τον Χριστόδουλο Ξηρό όπου και με πλησίασε. Αρχίσαμε και κάναμε παρέα και μετά από χρονικό διάστημα, αρχές του 1985 μου είπε αν είμαι να κάναμε κάτι. Εγώ του είπα: «Δηλαδή τι να κάνουμε;› Εκείνος μου είπε για βόμβες και τέτοια πράγματα. Εγώ του είπα πως «Εμείς οι δυο; Οι δυο άσχετοι;› Η κουβέντα σταματούσε εκεί.

Αλλά ο Χριστόδουλος, ύστερα από κάποιες ημέρες μου είπε στα ίσια να μπω στην οργάνωση Ε.Ο. 17Ν. Εγώ δέχθηκα και μπήκα στην Οργάνωση. Μετά από λίγο χρονικό διάστημα μου γνώρισε ένα άλλο μέλος με το όνομα «Λουκάς›. Η συνάντησή μας με τον Λουκά έγινε σε ένα πάρκο της Αθήνας, δε θυμάμαι πού. Εκεί ο Χριστόδουλος με συνέστησε στον Λουκά με το ψευδώνυμο «Σταμάτης›. Το όνομα αυτό μου το είχε δώσει ο Χριστόδουλος πριν από τη συνάντηση. Εκεί μιλήσαμε για στόχους οικονομικούς, αμερικανικούς, πολιτικούς στόχους, στους οποίους μελλοντικά θα έπρεπε να κάνουμε κάποιες ενέργειες.

Συμφωνήσαμε και οι τρεις και η συζήτηση τελείωσε εκεί. Το όνομα «Λουκάς› ήταν ψεύτικο. Το πραγματικό του όνομα δεν το έμαθα ποτέ. Ήταν ένα άτομο γύρω στα 30, με ύψος 1.75 περίπου, με μαύρα μαλλιά, αδύνατος. Μετά από κάποιες μέρες ξανασυναντηθήκαμε κι οι τρεις μας, δηλαδή εγώ, ο Λουκάς και ο Χριστόδουλος που είχε το ψευδώνυμο «Μανόλης›. Οι συναντήσεις αυτές επαναλήφθηκαν αρκετές φορές, ώσπου κάποια μέρα αποφασίσαμε να σκοτώσουμε τον Μομφεράτο, εκδότη της εφημερίδας ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ.

Στην ενέργεια αυτή ήταν ο Μανόλης, ο Λουκάς, ο Αλέκος, εγώ και πιθανόν και κάποιος άλλος τον οποίο εγώ δεν είδα γιατί εγώ έκανα τον παρατηρητή, δηλαδή εμένα ο Λουκάς και ο Μανόλης με είχαν βάλει σε ένα δρόμο που δεν θυμάμαι, στο Κολωνάκι και όταν θα περνούσε από κει ο Μομφεράτος, θα σήκωνα ψηλά το χέρι μου για να καταλάβουν οι υπόλοιποι ότι έρχεται. Ο Μομφεράτος θα περνούσε με αυτοκίνητο το οποίο εγώ γνώρισα, γιατί πριν από δύο ή τρεις μέρες μου το είχαν δείξει να περνάει από το ίδιο σημείο.

Όταν πέρασε το αυτοκίνητο του Μομφεράτου και βεβαιώθηκα ότι ήταν μέσα αυτός, σήκωσα το χέρι μου και μετά από λίγο άκουσα πυροβολισμούς. Το σημείο που ήταν οι σύντροφοι και αυτό που ήμουν εγώ, απείχε 100 μέτρα περίπου. Μετά από τους πυροβολισμούς, εγώ έφυγα και πήγα σπίτι μου παίρνοντας ταξί μέχρι το Περιστέρι, όπου είχα τη μηχανή μου. Για την εκτέλεση του Μομφεράτου και του οδηγού του, το έμαθα από την τηλεόραση.

Αποφασίσαμε να εκτελέσουμε τον Μομφεράτο για τον κιτρινισμό της εφημερίδας του και για την έκφραση της μεγαλοαστικής τάξης. Την άλλη μέρα, όπως είχαμε συνεννοηθεί, συναντηθήκαμε σε κάποια πλατεία στην Αθήνα εγώ, ο Μανόλης και ο Λουκάς και κουβεντιάσαμε για την εκτέλεση, μένοντας όλοι ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα. Όταν φύγαμε, κλείσαμε όπως συνηθίζαμε ραντεβού για την επόμενη συνάντηση που θα γινόταν μετά 10ήμερο.

Ξέχασα να σας πω ότι εγώ στην εκτέλεση Μομφεράτου, δεν κρατούσε όπλο και δεν έμαθα ποιος τον είχε πυροβολήσει. Προκήρυξη για τον Μομφεράτο είχε βγει αλλά δε θυμάμαι αν την ρίξαμε ή αν αφέθηκε κάπου και πήραμε τηλέφωνο. Το 1985 στις εκδηλώσεις του Πολυτεχνείου, υπήρχε μία υπέρμετρη καταστολή και με αποκορύφωμα τη δολοφονία του Καλτεζά, πάρθηκε από την Οργάνωση η απόφαση να χτυπηθούν τα ΜΑΤ γιατί αυτές οι δυνάμεις χρησιμοποιούνται ως αντικείμενο καταστολής.

Δύο με τρεις μέρες μετά τη δολοφονία του Καλτεζά, είχαμε συναντηθεί εγώ, ο Λουκάς και ο Μανόλης σε κάποιο μέρος που δεν θυμάμαι. Ήταν κοντά στο ξενοδοχείο ΚΑΡΑΒΕΛ, δεν θυμάμαι πού ακριβώς. Εκεί ο Λουκάς είπε να χτυπήσουμε με βόμβα ένα λεωφορείο των ΜΑΤ. Οι υπόλοιποι συμφωνήσαμε να γίνει η δουλειά. Εννέα με δέκα ημέρες αν θυμάμαι καλά, μπορεί και λιγότερο, έγινε η ενέργεια αυτή. Εγώ είχα αναλάβει την κάλυψη των συντρόφων. Οπλοφορούσα με όπλο που είχε μύλο.

Η βόμβα που χτυπήσαμε το λεωφορείο των ΜΑΤ είχε φτιαχτεί και τοποθετηθεί μέσα σε ένα απαλλοτριωμένο αυτοκίνητο που είχε τοποθετηθεί από την απέναντι μεριά του ξενοδοχείου στο παρκάκι. Δεν ξέρω ποιος έφτιαξε τη βόμβα και την έβαλε στο αυτοκίνητο, ούτε ποιος το πάρκαρε εκεί. Με διάφορα συγκοινωνιακά μέσα φτάσαμε στην περιοχή και μαζευτήκαμε κοντά σε κάποια μαγαζιά, δε θυμάμαι ακριβώς την οδό. Αυτό έγινε μισή ώρα περίπου πριν σκάσει η βόμβα. Γνωρίζαμε ότι περίπου στις 9 το βράδυ θα περνούσαν λεωφορεία των ΜΑΤ. Προχωρήσαμε πεζή προς το αυτοκίνητο που είχε τη βόμβα. Ο Μανόλης με τον Λουκά πήγαιναν μπροστά και εγώ γύρω στα10-15 μέτρα πίσω τους για να τους καλύπτω.

Όταν ο Λουκάς με τον Μανόλη έφτασαν στο αυτοκίνητο τους είδα να απλώνουν ένα καλώδιο κάτω στο χώμα και ήρθαν προς το μέρος μου περίπου 50 μέτρα. Εγώ την ίδια ώρα τραβήχτηκα μαζί τους προς τα πίσω. Μετά από ένα τέταρτο περίπου, πέρασε ένα λεωφορείο των ΜΑΤ. Τότε κάποιος από τους συντρόφους, δεν είδα ποιος ήταν, ενεργοποίησε το μηχανισμό όταν το λεωφορείο είχε βρεθεί ακριβώς δίπλα στο αυτοκίνητο. Έγινε μεγάλη έκρηξη, τέτοια που φοβήθηκα γιατί δεν είχα ξαναδεί τέτοιο πράγμα. Το αυτοκίνητο είχε διαλυθεί και το λεωφορείο αφού έκανε λίγα μέτρα, σταμάτησε. Δεν είδα τίποτε παραπάνω γιατί μετά την έκρηξη φύγαμε.

Κοντά μας υπήρχε απαλλοτριωμένο αυτοκίνητο. Δε θυμάμαι ποιος οδηγούσε, μετακινηθήκαμε προς το Παγκράτι. Εκεί αφήσαμε το αυτοκίνητο και φύγαμε ο καθένας χωριστά με μέσα μαζικής μεταφοράς. Μετά από δύο-τρεις μέρες ξανασυναντηθήκαμε όπως συνηθίζαμε, χωρίς να θυμάμαι πού και συζητήσαμε για την ενέργεια και ότι πέτυχε ο σκοπός μας, που ήταν να δώσουμε ένα μάθημα στις δυνάμεις των ΜΑΤ. Θυμάμαι ότι είχε βγει προκήρυξη, δεν ξέρω όμως ποιος την έδωσε και πού την έδωσε.

Την άνοιξη του 1988, αρχές Απριλίου, έγινε συνάντηση που είχα εγώ, ο Λουκάς, ο Μανόλης και ο Αλέκος, επίσης ήταν και ο «Κόμης›, ο οποίος έχει πεθάνει απ’ ότι έμαθα, τον έβλεπα για πρώτη φορά, ήταν 35 χρόνων περίπου, με μαύρα μαλλιά. Το όνομα «Κόμης› δεν ήταν το πραγματικό του, ήταν ψευδώνυμο. Δεν ξέρω τα πραγματικά του στοιχεία. Στη συνάντηση αυτή αποφασίστηκε να εκτελέσουμε τον βιομήχανο Αγγελόπουλο ο οποίος έκφραζε τη λούμπεν μεγαλοαστική τάξη.

Σε αυτή την ενέργεια βρισκόμουν μαζί με τον Λουκά στο δεύτερο όχημα διαφυγής. Η ενέργεια θα γινόταν στο Κολωνάκι γιατί απ’ ότι θυμάμαι, πρέπει να έμενε εκεί. Στην εκτέλεση Αγγελόπουλου δεν ξέρω πώς έγινε η ενέργεια γιατί ήμαστε στη οδό Δαφνομύλη και δεν ακούσαμε ούτε τους πυροβολισμούς λόγω απόστασης. Η ενέργεια έγινε γύρω στις 8:30-9:00 το πρωί, στις αρχές Απριλίου. Κάποια στιγμή εμφανίστηκε ο Αλέκος με το Μανόλη, μπήκαν στο αυτοκίνητο που οδηγούσε ο Λουκάς και φύγαμε διά μέσω της Ασκληπιού, περάσαμε κάθετα την Αλεξάνδρας και σε κάποιο δρόμο εκεί, εγκαταλείψαμε το αυτοκίνητο και διασκορπιστήκαμε. Το αυτοκίνητο διαφυγής ήταν απαλλοτριωμένο. Στην ενέργεια αυτή είχα περίστροφο και εγκαταλείποντας το αυτοκίνητο το έδωσα στον Λουκά. Από τα ΜΜΕ έμαθα για τα αποτελέσματα της ενέργειας αυτής.

Αρχές του 1987, νομίζω Φεβρουάριο, κάναμε μία συνάντηση εγώ, ο Λουκάς και ο Αλέκος με σκοπό να εκτελέσουμε τον μεγαλο-ιδιώτη απατεώνα γιατρό Καψαλάκη που έπαιρνε υπέρογκα ποσά για νευρολογικές εγχειρήσεις και έπαιρνε μεγάλα ποσά από τα φτωχαδάκια προκειμένου να τα εξετάσει με τα μηχανήματα που είχε.

Τρεις-τέσσερις μέρες μετά τη συνάντηση αποφασίσαμε να γίνει η εκτέλεση (διαγράφονται τέσσερις λέξεις), να τον χτυπήσουμε στα πόδια για παραδειγματισμό. Η ενέργεια έγινε έξω από τα ιατρεία του στην περιοχή Χαλανδρίου. Ο Λουκάς τον πυροβόλησε στα πόδια με περίστροφο. Εγώ ήμουν λίγα μέτρα πιο πίσω και κάλυπτα τον Λουκά. Μετά τους πυροβολισμούς πήγαμε στο αυτοκίνητο που μας περίμενε ο Αλέκος και φύγαμε. Το αυτοκίνητο το αφήσαμε στον ηλεκτρικό σταθμό Ηρακλείου Αττικής και φύγαμε έπειτα με το τρένο. Σε αυτή την ενέργεια είχα περίστροφο που το έδωσα στον Λουκά όταν φτάσαμε στον ηλεκτρικό. Το αυτοκίνητο διαφυγής μας ήταν απαλλοτριωμένο και το οδηγούσε ο Αλέκος.

Στα μέσα Απριλίου 1987 σε συνάντηση που είχαμε εγώ, ο Λουκάς, ο Λάμπρος, δε θυμάμαι αν ήταν κι άλλος, αποφασίστηκε με πρόταση του Λουκά και του Λάμπρου, να χτυπηθεί λεωφορείο με Αμερικανούς αξιωματικούς σαν έκφραση ανάγκης του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Εγώ είχα αναλάβει να κινηθώ με την μηχανή μου και να προπορεύομαι του λεωφορείου για να δώσω σήμα ότι έρχεται. Η δουλειά έγινε μία βδομάδα αργότερα περίπου στον ¶γιο Ιωάννη Ρέντη στον Κηφισό.

Απ’ ότι έμαθα εκ των υστέρων είχε τοποθετηθεί βόμβα εκεί που θα περνούσε το λεωφορείο και δεν ξέρω ποιος την έφτιαξε, ποιος την τοποθέτησε και πώς πυροδοτήθηκε. Η βόμβα θα έσκαγε την στιγμή που το λεωφορείο θα βρισκόταν ακριβώς δίπλα τους και γι αυτό είχε συνδεθεί με καλώδια. Όταν εγώ πέρασα με την μηχανή μου και είχα απομακρυνθεί γύρω στα 500 μέτρα, άκουσα μία δυνατή έκρηξη.

Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου σε μία άλλη συνάντηση αποφασίσαμε μαζί με τον Λουκά και τον Μανόλη να γίνει η ενέργεια σε αμερικάνικο λεωφορείο με Αμερικανούς Αξιωματικούς. Η ενέργεια θα γινόταν στο Καβούρι και σε μένα ο Λουκάς ανέθεσε να τους περιμένω σε κάποια πλατεία στην Γλυφάδα με απαλλοτριωμένο αυτοκίνητο για την διαφυγή μας.

Λίγες μέρες αργότερα γύρω στις 17:00 και ενώ εγώ περίμενα στο αυτοκίνητο άκουσα μία έκρηξη και μετά από 5 λεπτά ήρθαν στο αυτοκίνητο ο Λουκάς και ο Μανόλης και απομακρυνθήκαμε αμέσως παίρνοντας την Βουλιαγμένης (διαγράφεται) στην παραλιακή. Το αυτοκίνητο εγκαταλείψαμε σε περιοχή Καλλιθέας και Μοσχάτου. Δεν θυμάμαι καλά και χωρίσαμε παίρνοντας διαφορετικές κατευθύνσεις αφού πρώτα δώσαμε το όπλο μας στον Λουκά.

Το καλοκαίρι του 1998 είχαμε βρεθεί σε καφενείο στην Κυψέλη εγώ, ο Μανόλης, ο Λουκάς, ο Μιχάλης και αποφασίσαμε με πρόταση του Λουκά να βάλουμε αυτοκίνητο παγιδευμένο με εκρηκτικά σε έναν δρόμο κάθετο στην Κηφισίας στο Κεφαλάρι και την ώρα που θα περνούσε από εκεί ένας Αμερικανός με αυτοκίνητο θα πυροδοτούσαμε τα εκρηκτικά με τηλεχειρισμό.

Σε μένα ο Λουκάς ανέθεσε να αφήσω σε προκαθορισμένο μέρος μία απαλλοτριωμένη μοτοσικλέτα που ήταν δρόμου KAWASAKI παλιά. Την μοτοσικλέτα την πήγα στο μέρος 8 η ώρα την ημέρα της έκρηξης, την άφησα και έφυγα. Μαζί μου ήταν και Μιχάλης. Ενώ βρισκόμουν αρκετά μέτρα αρκετά μακριά, άκουσα την έκρηξη. Η ενέργεια αυτή έγινε ενάντια στον αμερικανικό επεκτατισμό και όπως έμαθα μετά ο Αμερικανός είχε σκοτωθεί. Δεν ξέρω ποιος πυροδότησε τον μηχανισμό.

Ένα μήνα περίπου μετά την παραπάνω ενέργεια σε μία συνάντηση που συμμετείχα εγώ, ο Λουκάς και οι άλλοι δύο που δεν θυμάμαι αποφασίσαμε ύστερα από πρόταση που έκανε ο Λουκάς να απαλλοτριώσουμε το ταμιευτήριο της οδού Πατησίων κοντά στην διασταύρωση με την Λεωφόρο Γαλατσίου για να βγουν τα έξοδα της Οργάνωσης.

Έπειτα από 2-3 μέρες γύρω στις 15:30 όταν φτάσαμε εγώ και ο Λουκάς έξω από το Ταμιευτήριο έφτασαν σχεδόν την ίδια ώρα με απαλλοτριωμένο αυτοκίνητο άλλοι δύο που δεν θυμάμαι ποιοι ήταν. Εγώ και ο Λουκάς φορούσαμε περούκες, εγώ μία μαύρη και ο Λουκάς δεν θυμάμαι. Οι περούκες είχαν κοντό μαλλί.

Στο Ταμιευτήριο μπήκε πρώτα ο Λουκάς τραβώντας το πιστόλι του, έπειτα κάποιος άλλος σύντροφος και ακολουθούσα εγώ. Ο τέταρτος που δεν θυμάμαι ποιος ήταν έμεινε έξω για κάλυψη. Δεν πρόλαβα να μπω μέσα στο Ταμιευτήριο όταν άκουσα 4 έως 5 πυροβολισμούς. Φοβήθηκα και πανικοβλημένος έκανα κίνηση για να φύγω. Όταν σχεδόν αμέσως σταμάτησαν οι πυροβολισμοί πήγα να ξαναμπώ μέσα. Δεν πρόλαβα όμως γιατί εκείνη την ώρα έβγαινε ο Λουκάς κρατώντας τα χρήματα που δεν θυμάμαι αν τα είχε σε τσάντα ή σε σακβουαγιάζ.

Τον Λουκά τον ακολούθησε ο άλλος σύντροφος. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο όλοι και φύγαμε προς τον ηλεκτρικό σταθμό ¶νω Πατησίων. Περνώντας την γέφυρα στρίψαμε αμέσως αριστερά και κινηθήκαμε παράλληλα προς τις γραμμές. Το αυτοκίνητο το εγκαταλείψαμε κοντά στην Φοιτητική Εστία στον ¶γιο Λουκά.

Εκεί χωρίσαμε και τα λεφτά με τα όπλα που είχαμε τα πήρε ο Λουκάς. Απ’ ότι έμαθα αργότερα τα λεφτά που απαλλοτριώσαμε ήταν 5 έως 6 εκατομμύρια. Μετά από 20 ημέρες περίπου που ξανασυναντηθήκαμε εγώ, ο Μανόλης, ο Λουκάς και ο Λάμπρος αποφασίσαμε ύστερα από πρόταση του Λουκά και του Λάμπρου να απαλλοτριώσουμε το Αστυνομικό Τμήμα του Βύρωνα γιατί κάποιοι άλλοι σύντροφοι που το κοίταζαν έκριναν ότι ήταν πιο ακάλυπτο σε σχέση με άλλα και το σημείο που βρισκόταν ήταν απομονωμένο και είχε λίγο προσωπικό.

Τις επόμενες ημέρες πηγαίναμε μεσημεριανές ώρες και το παρατηρούσαμε από κοντινό εστιατόριο. 2-3 φορές πήγα εγώ με τον Λουκά και με κάποιον άλλον που δεν θυμάμαι. Την απαλλοτρίωση στο Αστυνομικό Τμήμα την κάναμε ημέρα Κυριακή, νωρίς το απόγευμα παραμονή 15Αυγούστο γιατί είχε λίγο προσωπικό και η κίνηση των πολιτών ήταν ανύπαρκτη.

Πήγαμε με ένα φορτηγάκι απαλλοτριωμένο κλειστό συνολικά 6 άτομα, εγώ, ο Λουκάς, ο Μανόλης, ο Μιχάλης, ο Αλέκος και ο Λάμπρος. Στο αυτοκίνητο έμεινε ο Λάμπρος για κάλυψη. Εκεί ο Λουκάς ήταν (διαγράφονται 4 λέξεις). Ο Λουκάς ντυμένος σαν αστυνομικός μαζί με τον Μανόλη που παρίστανε τον κρατούμενο μπήκαν πρώτοι στο Τμήμα. Όταν είδαμε ότι ακινητοποίησαν τους αστυνομικούς μπήκαμε και οι υπόλοιποι τρεις που ακολουθούσαμε σε κοντινή απόσταση.

Ο Μιχάλης και κάποιοι άλλοι που δεν θυμάμαι ανέβηκαν στους πάνω ορόφους και με την απειλή των όπλων κατέβασαν και τους υπόλοιπους αστυνομικούς και τους βάλαμε όλοι μαζί σε ένα γραφείο. Εγώ μαζί με τον Μανόλη και τον Λουκά φυλάγαμε τους αστυνομικούς. Οι υπόλοιποι έψαχναν παντού να βρουν όπλα ανοίγοντας συρτάρια, ντουλάπια και όσα έβρισκαν τα έβαζαν σε σακβουαγιάζ. Επίσης πήραμε στολές αστυνομικών, σφραγίδες, ασυρμάτους.

Όταν τελειώσαμε, βάλαμε τους αστυνομικούς στο κρατητήριο στον πάνω όροφο. Τους κλειδώσαμε και φορτώσαμε το όπλο στο φορτηγάκι όπου μπήκαμε κι εμείς. Πήγαμε προς το Παγκράτι και στην Δαμάρεως κατεβήκαμε εγώ, ο Λάμπρος, ο Μανόλης και ο Αλέκος. Στο φορτηγό έμειναν ο Λουκάς και ο Μιχάλης. Έβαλαν τα πράγματα σε άλλο όχημα και έφυγαν. Η ενέργεια στο Τμήμα έγινε για θέμα γοήτρου και ανανέωση οπλισμού.

Τον Ιανουάριο του 1989 συναντηθήκαμε εγώ, ο Λουκάς και ο Λάμπρος σε καφενείο της περιοχής Κυψέλης και ύστερα από πρότασή τους αποφασίσαμε να τραυματίσουμε στα πόδια τον Εισαγγελέα Ανδρουλιδάκη γιατί ήταν στυγνός Εισαγγελέας και για παραδειγματισμό των υπολοίπων. Η επίθεση έγινε μετά από μία εβδομάδα περίπου απ’ ότι θυμάμαι στο πρώτο δεκαήμερο του Γενάρη πρωινή ώρα κοντά στο σπίτι του στην περιοχή του Ζωγράφου.

Τον Εισαγγελέα πυροβόλησε στα πόδια ο Λουκάς 3-4 φορές τραυματίζοντάς τον κι εγώ βρισκόμουν λίγα μέτρα πίσω από τον Λουκά για κάλυψη. Φορούσαμε και οι δύο περούκες και γάντια. Αμέσως μετά φύγαμε από το σημείο με απαλλοτριωμένο αυτοκίνητο που οδηγούσε ο Λουκάς. Το αφήσαμε κοντά στο ΠΑΙΔΩΝ και χωρίσαμε με τα πόδια προς διαφορετικές κατευθύνσεις.

Το όπλο που είχα εγώ και τα γάντια τα έδωσα στον Λουκά. Ξέχασα να σας πω για την περίπτωση του βιομηχάνου Αθανασιάδη Μποδοσάκη Αλέξανδρου τον οποίο αποφασίσαμε να εκτελέσουμε την άνοιξη του 1998, στην συνάντηση μετείχα εγώ, ο Λουκάς και ο Λάμπρος. Ο Λουκάς με τον Λάμπρο πρότειναν να εκτελέσουμε τον βιομήχανο ως εκφραστή της μεγαλοαστικής τάξης.

Κάποιοι είχαν κοιτάξει πιο μπροστά ότι πέρναγε από συγκεκριμένο σημείο. Εγώ με τον Λουκά είδαμε το σημείο 2-3 φορές πριν την ημέρα της εκτέλεσης. Κάναμε παρατήρηση στους δρόμους διαφυγής, μετράγαμε τους χρόνους πόση ώρα ανοίγουν και κλείνουν τα φανάρια. Την ημέρα της εκτέλεση πρωινή ώρα μαζί με τον Λουκά πήγαμε και πήραμε απαλλοτριωμένη μηχανή που είχαμε προηγουμένως σταθμεύσει σε δρόμο στο Μαρούσι. Οδηγούσα εγώ και πήγαμε σε μία πλατεία κοντά στην Λεωφόρο Κηφισίας στο Μαρούσι. Περιμέναμε την ειδοποίηση από τον Μανόλη.

Ο Μανόλης ήρθε εκεί που περιμέναμε με μία μηχανή και ειδοποίηση ότι έρχεται και έφυγε. Εμείς ήμασταν έτοιμοι, φορούσαμε γάντια μηχανής. Από όπλα εγώ είχα ένα μύλο περίστροφο και ο Λουκάς είχε το παραδοσιακό 45άρι. Εγώ φορούσα κράνος και ο Λουκάς τραγιάσκα. Μόλις πέρασε ο Μποδοσάκης τον πλευρίσαμε πριν το φανάρι που βρίσκεται στα Σίδερα Χαλανδρίου. Κινούμενος ανάμεσα στα αυτοκίνητα και από την δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου εγώ σταμάτησα την μηχανή και ο Λουκάς έβγαλε το 45άρι και του έριξε από το τζάμι 4 έως 5 φορές.

Μετά φύγαμε ακολουθώντας το προκαθορισμένο δρομολόγιο. Εγκαταλείψαμε την μηχανή στον Παράδεισο Αμαρουσίου και μετά με αυτοκίνητο που είχαμε απαλλοτριώσει και αφήσει στο σημείο αυτό κινηθήκαμε προς το Πεντάγωνο. Έτσι χωρίσαμε σε διαφορετικές κατευθύνσεις αφού προηγουμένως έδωσα το περίστροφο και τα άλλα πράγματα στον Λουκά εγκαταλείποντας το αυτοκίνητο.

Στην επίθεση εναντίον του Βουλευτή Πέτσου εγώ η μόνη συμμετοχή που είχα ήταν αρκετές μέρες πριν το χτύπημα, με πήρε ο Λουκάς και πήγαμε να παρατηρήσουμε το σπίτι του. Δεν γνωρίζω ποιοι έκαναν το χτύπημα αυτό. Ο λόγος που επιλέχθηκε σαν στόχος ήταν το σκάνδαλο Κοσκωτά.

Για τον ίδιο λόγο σε συνάντηση που είχαμε στα μέσα Αυγούστου 1989 εγώ, ο Λάμπρος, ο Λουκάς και ο Μιχάλης με πρόταση του Λουκά και του Λάμπρου αποφασίσαμε την εκτέλεση του Βουλευτή Μπακογιάννη. Μέχρι την ημέρα της εκτέλεσης 2-3 φορές εγώ και ο Λουκάς κάναμε παρατήρηση στα γραφεία του Βουλευτή που βρίσκονταν στην οδό Σόλωνος και Ομήρου στο Κολωνάκι.

Σύμφωνα με το σχέδιο εδώ την ημέρα της εκτέλεσης πήρα στην οδό Σκουφά σε προκαθορισμένο σημείο και περίμενα μέσα σε απαλλοτριωμένο αυτοκίνητο. Την εκτέλεση έκαναν ο Λουκάς, ο Μιχάλης και ο Χάρης χωρίς να ξέρω ποιος πυροβόλησε. Μετά την εκτέλεση και οι τρεις ήρθαν πεζοί στο αυτοκίνητο που ήμουν εγώ και αφού μπήκαν μέσα κινηθήκαμε δια μέσου του περιφερειακού του Λυκαβηττού. Φτάσαμε στους Αμπελόκηπους όπου εγκαταλείψαμε το αυτοκίνητο και χωρίσαμε προς διαφορετικές κατευθύνσεις.

Σε αυτή την περίπτωση δεν χρησιμοποιήθηκε η ειδοποίηση γιατί από την παρατήρηση ξέραμε ότι αυτός άφηνε το αυτοκίνητο στο γκαράζ και πεζός πήγαινε στο γραφείο του. Πριν τα Χριστούγεννα του 1989 σε μία συνάντηση που κάναμε εγώ, ο Μανόλης, ο Μιχάλης, ο Λουκάς μας ανακοίνωσε ο Λουκάς ότι θα απαλλοτριώσουμε το στρατόπεδο στο Συκούριο Λάρισας. Ο λόγος ήταν να ανανεώσουμε και να ενισχύσουμε τον οπλισμό μας.

Από την Αθήνα φύγαμε το μεσημέρι της παραμονής των Χριστουγέννων. Εκεί φτάσαμε το βράδυ. Χωρίς καθυστέρηση αφήσαμε το απαλλοτριωμένο φορτηγάκι κάτω από τις σκοπιές οι οποίες δεν είχαν κανέναν σκοπό και ανενόχλητοι όλη η ομάδα που αποτελούνταν από μένα, τον Μανόλη, τον Μιχάλη, τον Λουκά, τον Στέλιο, τον Χάρη και τον Μάρκο πήγαμε στην αποθήκη του στρατοπέδου που είχαν τον οπλισμό.

Ο Μιχάλης σκαρφάλωσε σε 4-5 αποθήκες, άνοιγε κάτι σαν καταπακτές και έμπαινε μέσα. Από αυτές που επιλέχθηκαν, νομίζω 2 ή 3 σπάσαμε τα λουκέτα και μπήκαμε μέσα. Πήραμε μερικά κιβώτια που είχαν μέσα χειροβομβίδες, σφαίρες και ρουκέτες. Οι σφαίρες απ’ ότι θυμάμαι ήταν 38άρες και 45άρες. Η όλη δουλειά κράτησε 4 περίπου ώρες. Όλο αυτό το χρονικό διάστημα μόνο μία περίπολος του στρατού πέρασε από τις αποθήκες δίπλα μας σε απόσταση 3 μέτρων χωρίς να μας καταλάβει.

Ακούσαμε κάποια στιγμή «αλτ! τις ει;› αλλά θα προέρχονταν προφανώς από κάποια σκοπιά εκεί κοντά. Τα υλικά τα μεταφέραμε με τα χέρια στο φορτηγάκι που ήταν σταθμευμένο γύρω στα 300 μέτρα μακριά. Επιβιβαστήκαμε κι εμείς και πήγαμε στην Θεσσαλονίκη σε ένα σπίτι σε διεύθυνση που δεν θυμάμαι. Στο σπίτι αυτό δεν έμενε κανείς. Ήταν ημιυπόγειο διαμέρισμα κάποια πολυκατοικίας. Εκεί ξεφορτώσαμε τα κιβώτια με τον οπλισμό και επιστρέψαμε στην Αθήνα.

Το αυτοκίνητο δεν θυμάμαι πού το αφήσαμε και διασκορπιστήκαμε. Στις αρχές του 1990 σε μία συνάντηση που έγινε μεταξύ εμένα, του Λουκά, του Λάμπρου και του Μανόλη μας ανακοίνωσε ο Λουκάς ότι θα απαλλοτριώσουμε το Πολεμικό Μουσείο Αθηνών. Ο λόγος που πάρθηκε η απόφαση ήταν οι πυροσωλήνες που διέθετε για τις ρουκέτες που είχαμε πάρει από το Συκούριο.

Στις αρχές Φεβρουαρίου εγώ, ο Μιχάλης, ο Λουκάς, ο Μανόλης και ο Στάθης πήγαμε με απαλλοτριωμένο αυτοκίνητο που παρκάραμε απέναντι από το Μουσείο και μπήκαμε όλοι μέσα. Μπαίνοντας βγάλαμε τα όπλα μας. είπαμε σε 2-3 φύλακες να μην κάνουν τίποτα και πήγαμε στον ημιώροφο όπου πήραμε ένα μικρό και έναν μεγάλο πυροσωλήνα. Έπειτα αποχωρήσαμε με το αυτοκίνητο και πήγαμε προς το Παγκράτι. Εκεί εγκαταλείψαμε το αυτοκίνητο και κάποιος από την ομάδα πήρε μαζί του σε σακβουαγιάζ τους πυροσωλήνες. Τα όπλα που φέραμε τα παραδώσαμε στον Λουκά καθώς και τα γάντια με τις περούκες που φορούσαμε κατά την διάρκεια της απαλλοτρίωσης.

¶λλη περίπτωση που θυμάμαι είναι έκρηξη που προκαλέσαμε σε μία τσιμεντένια κολόνα της ΔΕΗ κοντά στο 20ο χιλιόμετρο της Εθνικής Οδού Αθηνών-Λαμίας στο ύψος της Εκάλης. Στην περίπτωση αυτή από κάποιο προκαθορισμένο σημείο πέρασε ο Μανόλης με ένα απαλλοτριωμένο βαν και πήρε εμένα. Μαζί του ήταν και ένας ακόμα σύντροφος. Και οι τρεις πήγαμε στην κολόνα της ΔΕΗ. Ο Μανόλης άφησε ένα καλάθι, δηλαδή βόμβα και φύγαμε.

Καθώς φεύγαμε με κατεύθυνση προς Αθήνα ακούστηκε ο θόρυβος της έκρηξης η οποία είχε προκληθεί με το άναμμα φιτιλιού και αφήσαμε το αυτοκίνητο και διαλυθήκαμε. ¶λλη περίπτωση ήταν η εκτόξευση με 3 ρουκέτες στην εταιρεία PROCTER στην Λεωφόρο Συγγρού στο ύψος της Νέας Σμύρνης. Στις αρχές του Ιούνη του 1990 σε μία συνάντηση που είχαμε εγώ, ο Λουκάς και Μιχάλης, μας πρότεινε ο Λουκάς και αποφασίσαμε να χτυπήσουμε τα γραφεία αυτής της εταιρείας για να δώσουμε ένα μήνυμα κατά των πολυεθνικών.

Μία βδομάδα περίπου αργότερα ημέρα Κυριακή βράδυ πήγαμε εκεί με ένα απαλλοτριωμένο φορτηγάκι, σταθμεύσαμε σε εσωτερικό παράλληλο δρόμο της Λεωφόρο Συγγρού και ο Μιχάλης εκτόξευσε μία ρουκέτα μικρή στα γραφεία που ήταν σε όροφο, δεν θυμάμαι σε ποιον. Αμέσως αποχωρήσαμε προς Αθήνα και κατευθυνόμενοι προς την Λεωφόρο Κηφισίας κάπου στο ύψος του Ψυχικού παρατήσαμε το απαλλοτριωμένο αυτοκίνητο και φύγαμε πεζοί.

Στα μέσα Δεκεμβρίου 1990 χτυπήσαμε με δύο ρουκέτες τα γραφεία της ΕΟΚ στην Αθήνα. Προηγήθηκε συνάντηση μια βδομάδα πριν το χτύπημα και συμμετείχαν εγώ, ο Λουκάς και ο Μιχάλης. Η επιλογή του στόχου έγινε για να χτυπήσουμε την Οικονομική Κοινότητα και η πρόταση έγινε από τον Λουκά. Επιλέξαμε τέτοια ώρα απ’ ότι θυμάμαι και ημέρα Κυριακή για να μην υπάρχει κόσμος μέσα στα γραφεία. Πήγαμε εκεί με απαλλοτριωμένο αυτοκίνητο που παρκάραμε απέναντι από τα γραφεία σε κάποιο στενό.

Από κάποιο κενό διαμέρισμα της απέναντι πολυκατοικίας στον α΄ όροφο ο Μιχάλης έριξε εναντίον των γραφείων δύο μεγάλες ρουκέτες κάνοντας χρήση πλαστικών σωλήνων αποχέτευσης, τις γνωστές γκρι σωλήνες. Όταν λέω «έριξε› εννοώ ότι ρύθμισε τον μηχανισμό που ήταν προσαρμοσμένος επάνω, λίγη ώρα αργότερα να πραγματοποιηθεί η εκτόξευση αφού θα είχαμε απομακρυνθεί. Το διαμέρισμα αυτό το είχαν βρει άλλοι σύντροφοι τους οποίους εγώ δεν γνωρίζω ποιοι ήταν. Φεύγοντας το αυτοκίνητο αφήσαμε στο Παγκράτι και φύγαμε.

Στις αρχές του 1991 εγώ μαζί με τον Λουκά και τον Μιχάλη στήσαμε μία σωλήνα κοντά σε ένα άγαλμα που βρίσκεται απέναντι από την Τράπεζα AMERICAN EXPRESS και αφού ρυθμίσαμε τον μηχανισμό να λειτουργήσει, λίγο αργότερα απομακρυνθήκαμε και φύγαμε. Η Τράπεζα αυτή ήταν κάπου στην οδό Πανεπιστημίου. Συμμετείχα στην έκρηξη βόμβας στο ρυμουλκό ΚΑΡΑΠΙΠΕΡΗΣ που ήταν αραγμένο στην Σκάλα Περάματος τον Απρίλη 1991. Την βόμβα την βάλαμε εγώ, ο Μιχάλης και ο Λουκάς σε χώρο μέσα στο ρυμουλκό.

Συμμετείχα στην εκτόξευση δύο ρουκετών κατά της εταιρείας ΧΑΛΥΨ που βρίσκεται στον Ασπρόπυργο τον Μάιο του 1991. Μαζί με μένα ήταν ο Μιχάλης και ο Λουκάς. Συμμετείχα στην επίθεση με παγιδευμένο με εκρηκτικά αυτοκίνητο κατά του Τούρκου Μπουλούκμπαση στο Ψυχικό τον Ιούλιο 1991 μαζί με τον Μιχάλη και τον Λουκά. Επίσης συμμετείχα μαζί με τον Μανώλη, τον Μιχάλη και τον Λουκά στο ρίξιμο μιας ρουκέτας και μιας χειροβομβίδας κατά λεωφορείο των ΜΑΤ στο πάρκινγκ που βρίσκεται απέναντι στα γραφεία του ΠΑΣΟΚ στην Χαριλάου Τρικούπη τον Σεπτέμβριο 1991.

Συμμετείχα μαζί με τον Μανώλη, τον Μιχάλη και τον Λουκά στην επίθεση Παλαιοκρασσά τον Ιούλιο 1992. Συμμετείχα με τον Λουκά και τον Μιχάλη στον τραυματισμό εναντίον του Βουλευτή Παπαδημητρίου τον Δεκέμβριο 1992 στο Μαρούρι. Τον πυροβόλησα εγώ με 38άρι περίστροφο και ο Μιχάλης με το 45άρι. Συμμετείχα με τον Αποστόλη, τον Λουκά, τον Μιχάλη, τον Λάμπρο στην ληστεία στα ΕΛΤΑ Αιγάλεω.

Στην γνωστή υπόθεση της Ριανκούρ στο φιάσκο της Αστυνομίας ήμουν κι εγώ εκεί με τον Λουκά, τον Μιχάλη και με κάποιους άλλους που δεν θυμάμαι. Λόγω διάρκειας της κατάθεσης και της κούρασής μου περισσότερο αναλυτικά στοιχεία θα καταθέσω ενώπιον των Ανακριτικών Αρχών›.

Ερώτηση: Αναγνωρίζεις τα πρόσωπα που εικονίζονται στις δύο φωτογραφίες που σου υποδεικνύονται, καθώς και στο ένα φωτοαντίγραφο φωτογραφίας που σου υποδεικνύεται;

Απάντηση: Ανεπιφύλακτα αναγνωρίζω στην μία ασπρόμαυρη φωτογραφία ότι το πρόσωπο που εικονίζεται είναι ο Στέλιος που σας ανέφερα παραπάνω. Επίσης ανεπιφύλακτα αναγνωρίζω στην έγχρωμη φωτογραφία ότι το πρόσωπο που εικονίζεται είναι ο Λάμπρος που επίσης σας προανέφερα. Τέλος (διαγράφεται μία λέξη) και προηγουμένως είδα εδώ στην υπηρεσία σας. Τέλος ανεπιφύλακτα αναγνωρίζω στο φωτοαντίγραφο της φωτογραφίας ότι το πρόσωπο που εικονίζεται είναι ο Χάρης όπου έχω προαναφέρει.

Από την ημέρα που δραστηριοποιήθηκα μέχρι σήμερα είμαι μέλος της Επαναστατικής Οργάνωσης 17Ν πλην όμως από το 1992 δεν έχω πάρει μέρος σε καμία ενέργεια και παρέμενα ανενεργό μέλος γιατί είχα προσαχθεί στην υπηρεσία σας. Μετανοώ για τις πράξεις μου και αποκηρύσσω τέτοιου είδους μορφή πάλης γιατί δεν οδηγεί πουθενά. Οδηγεί στην καταστολή του εργατικού κινήματος. ¶λλο τίποτα δεν έχω να προσθέσω και υπογράφω.

Προς πίστωση συντάχθηκε η παρούσα η οποία αναγνωσθείσα και βεβαιωθείσα υπογράφεται όπως έπεται.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να αναγνωσθεί ενώπιον της κας Ανακρίτριας. Έλαβε προθεσμία και λέει τι απολογείται σε απάντηση.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: (Διαβάζει)

«Αναφέρομαι στην από 18/7/2002 προανακριτική μου απολογία το περιεχόμενο της οποίας επιβεβαιώνω. Εισήλθα στην Ομάδα από το έτος 1985 γνωρίζοντας φυσικά ότι πρόκειται για την 17Ν μετά περίπου από ένα 4μηνο. Αυτό μου το δήλωσε ο Χριστόδουλος Ξηρός τον οποίο γνώριζα ως Μανόλη.

Παρέμεινα στην Ομάδα μέχρι το 1992. Μετά από κάποιο τυχαίο γεγονός στις 16/5/1993 οπότε προσήχθην στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία για ανάκριση, έπαψα πλέον να συμμετέχω στην Ομάδα. Το 1992 απέκτησα μία κόρη και άρχισα να αποστασιοποιούμαι από την Ομάδα γιατί έβλεπα το αδιέξοδο της ένοπλης πάλης μέσα σε ένα σύστημα δημοκρατικό.

Στην συνέχεια μετά από 6 μήνες περίπου συνέβη το περιστατικό με την προσαγωγή μου αλλά εγώ ήδη είχα αποφασίσει να αποσυρθώ. Από το 1992 μέχρι σήμερα δεν έχω συμμετάσχει σε καμία ενέργεια της Οργάνωσης ούτε σε κάποια συζήτηση για ενέργεια. Τον καιρό που συμμετείχα στις ενέργειες εγώ προσωπικά δεν χειριζόμουν τα όπλα, συνήθως οδηγούσα τις μηχανές.

Έφερα μαζί μου όπλο αλλά δεν το χρησιμοποίησα ποτέ σε καμία δολοφονία. Στις δολοφονίες που συμμετείχα δεν είχα δει ποτέ ποιος πυροβολούσε γιατί συνήθως ήμουν σε κάποια απόσταση και περίμενα στο αμάξι ή στην μηχανή για να πάρω τους υπόλοιπους και να φύγουμε. Στην δολοφονία του Αθανασιάδη συμμετείχαμε εγώ με τον Λουκά, εγώ ως οδηγός και ο Λουκάς ως συνοδηγός που κρατούσε το όπλο με το οποίο έγινε η δολοφονία.

Εμένα προσωπικά ήταν έξω από τα όριά μου να πυροβολώ και να εκτελώ γι αυτό και απέφευγα πάντα. Ως προς την ιεραρχία της ομάδας δεν γνωρίζω αν και ποιος υπήρχε σε ηγετικό επίπεδο. Όμως στην μεταξύ μας ομάδα που την αποτελούσαν εγώ, ο Λουκάς, ο Μανόλης και ο Λάμπρος, δηλαδή ο Κουφοντίνας, ο Χριστόδουλος Ξηρός και ο Γιωτόπουλος ήμασταν περίπου ισότιμα μέλη.

Βέβαια διανοητικά υπήρχαν ο Γιωτόπουλος και ο Κουφοντίνας. Ο Γιωτόπουλος θα μπορούσε να γράφει τις προκηρύξεις της ομάδας γιατί υπερείχε διανοητικά από όλους μας ενώ ο Λουκάς ήταν ικανός στον χειρισμό των ενεργειών. Πάντως τις προτάσεις για τις εκάστοτε ενέργειες που θα συμμετείχαμε τις έφερναν στην ομάδα συνήθως ο Λάμπρος με τον Λουκά τις οποίες στην συνέχεια συζητούσαμε.

Εγώ δεν είχα δει χειρόγραφες προκηρύξεις. Μας τις έφερναν δακτυλογραφημένες οι δύο προαναφερόμενοι. Απ’ ότι θυμάμαι οι ενέργειες που συμμετείχε ο Λάμπρος ήταν: στις 24/4/87 έκρηξη αυτοσχέδιου μηχανισμού κατά λεωφορείου Πολεμικής Αεροπορίας που μετέφερε Αμερικανούς Αξιωματικούς. Επίσης στις 10/8/87 στην Βούλα έκρηξη. Στην εισβολή στο ΙΘ΄ Αστυνομικό Τμήμα Βύρωνα το 1998, στις υποθέσεις Μπακογιάννη και Αθανασιάδη ο Λάμπρος δεν συμμετείχε στην ενέργεια αλλά είχε συναποφασίσει στο να προχωρήσουμε στην εκτέλεσή τους.

Στην ερώτησή σας για το αν πάντα συμφωνούσαμε με τις προτάσεις που μας εισήγαγαν οι Λουκάς και Λάμπρος είναι πως όχι γιατί κάθε φορά εξετάζαμε όλοι μαζί για το αν υπήρχε επικινδυνότητα για τρίτα πρόσωπα. Εάν ναι τότε αποφεύγαμε την ενέργεια. Έτυχε πολλές φορές 2 και 3 φορές και να πραγματοποιήσουμε την ενέργεια που σχεδιάζαμε για το λόγο ότι υπήρχαν έστω και σε απόσταση 100 μέτρων πρόσωπα που θα μπορούσαν να κινδυνεύσουν, περαστικοί κλπ.

Θέλω να δηλώσω ότι στην προανακριτική μου απολογία υπάρχουν φράσεις οι οποίες αναφέρονται στο παρελθόν όπως χρησιμοποιούντο τότε «απαλλοτριώσεις› κλπ με τις οποίες φυσικά δεν συμφωνώ σήμερα γιατί έχω αποκηρύξει αυτή την ιδεολογία. Δηλαδή οι φράσεις «απαλλοτριώσεις, μεγαλοαπατεώνας γιατρός, στυγνός Εισαγγελέας› κλπ.

Θέλω να δηλώσω ότι είμαι στην διάθεσή σας να απαντήσω σε οποιαδήποτε ερώτησή σας για την διευκόλυνση της ανάκρισης και την διαλεύκανση της υπόθεσης όπως άλλωστε από την αρχή της προανάκρισης βοήθησα και συνέβαλα ουσιαστικά στην εξάρθρωση της εγκληματικής αυτής Οργάνωσης. Επιθυμώ να υπαχθώ στην ευνοϊκή ρύθμιση του νόμου. ¶λλο τίποτα δεν έχω να προσθέσω›.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ενώπιον του κ. Επίκουρου Εφέτη Ανακριτή του κ. Πάνου Πετρόπουλου στις 23/10. Πρέπει να το διαβάσουμε και αυτό.

Β. ΚΟΥΡΚΑΚΗΣ: (Διαβάζει)

«Μία μέρα πριν με συλλάβει η Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία έκανα διακοπές στην Χιλιαδού Ευβοίας με την οικογένειά μου. Διαπίστωσα ότι με παρακολουθεί ένα τζιπ λευκό ΚΙΑ. Εκεί όπου έμενα είναι αδιέξοδο. Ήρθε δυο φορές το τζιπ και μας κοίταζαν οι επιβαίνοντες. Τους είδε μέχρι και η κόρη μου η 9χρονη. Την επόμενη ημέρα 18/7/2002 και ώρα 06:00 το πρωί την ώρα που κοιμόμασταν άνοιξαν την πόρτα γιατί δεν την κλείδωνα και μπήκαν στο σπίτι 10 κουκουλοφόροι ράμπο με μαύρες στολές και κουκούλες και προτεταμένα τα όπλα πάνω από το κεφάλι μου.

Παρόλο που ήξεραν ότι μπορούν να με συλλάβουν και μόνο μου διότι κυκλοφορούσα όλες τις ημέρες των διακοπών στην περιοχή μόνος μου. Η γυναίκα μου με την κόρη μου έπαθαν σοκ. Το παιδί μου έτρεμε, έκλαιγε και έκανε εμετό. Τους ρώτησα «τι συμβαίνει› και μου είπαν ότι «θα πάμε για μια φιλική συζήτηση στην Ασφάλεια›.

Ρώτησα να υπάρχει Εισαγγελέας και μου εμφάνισαν έναν υπάλληλο της Ασφάλειας με πολιτικά χωρίς να μου δείξει κανέναν έγγραφο και έκανε τον Εισαγγελέα. Μετά από αυτό, τον κύριο τον έβλεπα συνέχεια στην Ασφάλεια. Ντυθήκαμε γιατί ήμασταν από τον ύπνο. Την ώρα που ντυνόμασταν μας έβλεπαν ακόμη και την γυναίκα μου.

Βγήκαμε έξω και είδαμε έντρομοι άλλα 15 άτομα με όπλα και 6 αυτοκίνητα τζιπ παρκαρισμένα. Η γυναίκα μου είχε κανονίσει να φύγει το πρωί στις 07:00 με το παιδί γιατί την άλλη μέρα είχε εργασία στο σχολείο όπου εργάζεται σαν εκπαιδευτικός. Την πήραν μαζί με το παιδί με το ζόρι μέχρι την Ασφάλεια. Στην διαδρομή το τζιπ με το παιδί σταματούσε και έκανε εμετό. Μόλις φτάσαμε στην Ασφάλεια με πήγαν στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία και έκτοτε δεν ξαναείδα την γυναίκα και το παιδί μου.

Τους ζήτησα δικηγόρο και μου είπαν «αυτά που ήξερες να τα ξεχάσεις, ότι ο αντιτρομοκρατικός νόμος έχει αλλάξει και μου είπαν πούστη θα σε γαμήσουμε, δεν θα βγεις ζωντανός από εδώ›. Με έβαλαν σε ένα γραφείο, με έγδυσαν και με διακωμωδούσαν. Με έβαζαν να σκύβω με το ζόρι και μου έλεγαν πάλι την ίδια ακατονόμαστη έκφραση και μάλιστα μου είχαν φέρει και ένα γκλοπ και με φόβιζαν.

Με εξευτέλιζαν και με γρονθοκοπούσαν. Μετά από ώρα ντύθηκα, με πήγαν σε άλλο γραφείο με άλλους υπαλλήλους της Ασφάλειας, με κέρασαν πορτοκαλάδα και μου έδωσαν να πιω νερό. Ζήτησα πάλι τον δικηγόρο μου και ότι δεν έχω να τους πω τίποτα. Με ξαναπήγαν πάλι στο άλλο γραφείο και άρχισαν να με απειλούν με απαγωγή και βιασμό ιδιαιτέρως της κόρης μου και μου έλεγαν ότι και να βγω έξω ότι με περιμένει η CIA και ότι μου είπαν θυμάμαι τι έπαθαν ο Χριστόφορος Μαρίνος και ο Σορίν Ματέι. Οι απειλές με ξυλοδαρμούς συνεχίστηκαν μέχρι που βράδιασε.

Κάποια στιγμή ήρθε κάποιος που μου φάνηκε ανώτερος αξιωματικός. Του είπα τι συμβαίνει και μου είπε «δεν ξέρω, δεν είδα τίποτα›. Μου είπαν ότι ξέρουν ότι πάσχω από κλειστοφοβία και ότι θα με κλείσουν σε ένα κελί επί 2 μήνες. Ήπια πάλι υγρά, νερό και πορτοκαλάδα. Σε χάρτινο κουτί η πορτοκαλάδα η οποία είχε περίεργη γεύση.

Από το πολύ ξύλο μου είχαν επιδεινώσει και το πρόβλημα που έχω στην σπονδυλική στήλη και δεν μπορούσα να σταθώ όρθιος. Πάσχω από βαριάς μορφής δισκοπάθειας. Μάλιστα έχω δώσει και στον γιατρό του Κορυδαλλού αξονική τομογραφία για να μου επιτρέπει να φοράω ειδική ζώνη. Αυτό κράτησε μέχρι στις 00:00 με 01:00 το βράδυ. Κάποια στιγμή δεν άντεξα άλλο και τους είπα ότι είχα σχέση με την 17Ν και ότι είχα βοηθητικό και περιφερειακό ρόλο, ότι είχα σχέση με την 17Ν πριν 18 χρόνια.

Μου έλεγαν πάλι κάτι ακατονόμαστες εκφράσεις ότι «πούστη θα σε σκίσουμε αν δεν υπογράψεις αυτά που θα σου πούμε›. Κοιμόμουν σε ένα τραπέζι και με ξύπναγαν, ένοιωθα εξαρτημένος και είχα αρχίσει να βλέπω με συμπάθεια τους βασανιστές μου. Οι απειλές συνεχίστηκαν και κάποια στιγμή μου έφεραν και υπέγραψα κάποια χαρτιά και σε λίγο θυμάμαι ότι άρχισε και ξημέρωνε. Με απειλούσαν να μην πάρω τίποτα από αυτά που υπέγραψα και μου υπενθύμισαν πάλι τον Χριστόφορο Μαρίνο.

Το πρωί με έκλεισαν σε ένα κελί 1 Χ 2 και με απειλούσαν και με χτυπούσαν. Μου έλεγαν «να μην τολμήσεις να πάρεις τίποτα πίσω γιατί δεν θα ξαναδείς την οικογένειά σου›. Για να είμαι πιο ακριβής «μην τολμήσω να πάρω τίποτα πίσω μετά την προσαγωγή μου στον Ανακριτή και στον Εισαγγελέα και ότι αν κρατήσω αυτή την στάση σε 3 με 4 χρόνια θα είμαι έξω›.

Στο κελί που με χτυπούσαν πρέπει να το αντιλήφθηκαν και άλλοι κρατούμενοι. Θυμάμαι όταν με χτυπούσαν κάποια στιγμή με ανοιχτή την πόρτα με έβλεπε ο Χριστόδουλος Ξηρός από το παραθυράκι. Εκ των υστέρων μου είπε ο Θεολόγος Ψαραδέλλης ότι με χτύπησαν. Ακόμα και κατά την μεταφορά μου στην Ανακρίτρια και στον Εισαγγελέα όχι ράμπο με τις στολής με μετάφεραν αλλά κάποια άτομα της ανάκρισης που με χτυπούσαν ύπουλα και μου έσφιγγαν τέρμα τις χειροπέδες. Κάποιοι τους είδαν και τους πήραν από πάνω μου. Αυτά τα είδε και ο Ψαραδέλλης και ο Γιωτόπουλος γιατί ήμασταν και οι τρεις μαζί.

Στην Ανακρίτρια φοβόμουν πολύ. Ήταν από πάνω μου τρεις κουκουλοφόροι με όπλα, ένας υπάλληλος της Ασφάλειας με πολιτικά και ότι με ρωτούσε απαντούσα θετικά γιατί φοβόμουν και ήξερα ότι θα ξαναγυρίσω στην Ασφάλεια.

Μετά την ανακρίτρια και τον εισαγγελέα δεν με ξαναπείραξαν στην Ασφάλεια. Όλους όσους ψευδώς κατονόμασα χωρίς τη θέλησή μου και όσα ψευδή ομολόγησα ήταν καταναγκασμός υπογραφών και μέσα στο κλίμα τρομοκρατίας, εκβιασμών και απειλών για τη σωματική μου ακεραιότητα, εμένα και αγαπημένων μου προσώπων, αλλά και ψυχολογικών και σωματικών βασανιστηρίων και εξευτελισμών, τα οποία περιέγραψα σε συνδυασμό με την επίδραση ενδεχομένως ουσιών, οι οποίες με έκαναν να βλέπω με συμπάθεια τους βασανιστές μου.

Από την ημέρα που ήρθα στον Κορυδαλλό έχω ψυχικές διαταραχές, αϋπνίες, άγχος, κατάθλιψη, μείωση διανοητικής ικανότητας. Όλα αυτά δημιουργήθηκαν από αυτά που πέρασα στην Ασφάλεια, αλλά και από το καθεστώς απομόνωσης της φυλακής. Παίρνω αντικαταθλιπτικά χάπια, αγχολυτικά και ηρεμιστικά για να μπορέσω να επιβιώσω.

Δεν έχω καμία σχέση με τις ενέργειες που μου αποδίδονται και ότι αυτός που με είχε πλησιάσει το 1985 – 1986 ήταν ο Χριστόδουλος Ξηρός, ο οποίος με γνώρισε με τον Κουφοντίνα και τον Σάββα Ξηρό, όπου ο Κουφοντίνας μου είχε μιλήσει τότε για τη 17Ν. Ο ρόλος μου ήταν βοηθητικός και μάλιστα ενεργούσα από μόνος μου γιατί ο Κουφοντίνας και ο Σάββας Ξηρός μου είχαν προτείνει για κλέψιμο αυτοκινήτων να χρησιμοποιούμε όπλα και εγώ αρνήθηκα και τους είπα ότι «θα λειτουργώ από μόνος μου αν θέλω›. Είχα κλέψει 2 – 3 αυτοκίνητα και 3 – 4 φορές πινακίδες από άλλα αυτοκίνητα, τα οποία αυτά κατά διαστήματα πήγαινα και τους άλλαζα σημείο στάθμευσης.

Βρισκόμασταν κατά διαστήματα με το Σάββα Ξηρό, τον Κουφοντίνα και κουβεντιάζαμε πολιτικά σε καφενεία και σε καμιά ταβέρνα. Για όσα έχω πει που μου συνέβησαν στην Ασφάλεια, είχαν ενημερωθεί από την αρχή οι συγγενείς μου και τους είχα πει να μην πουν τίποτα πουθενά, γιατί φοβόμουν.

Από όσους φέρονται ως κατηγορούμενοι για την υπόθεση της 17Ν γνωρίζω μόνο αυτούς που ανωτέρω σας ανέφερα με τη διευκρίνιση ότι εγώ γνώριζα ως 17Ν το Σάββα Ξηρό και τον Κουφοντίνα. Αυτά που σας είπα για τις συνθήκες της προανακριτικής και ανακριτικής μου απολογίας δεν τα είπα νωρίτερα επισήμως, αλλά περίμενα να εμφανιστώ ενώπιόν σας για να τα εκθέσω. Δεν ξέρω ποιες διαδικασίες ακολουθήθηκαν στην Ασφάλεια για τους λοιπούς συγκατηγορουμένους μου, οι οποίοι αναφέρουν το όνομά μου. Τα περισσότερα από ό,τι έχω δει τα έχει πει ο Χριστόδουλος Ξηρός και δεν ξέρω κάτω από ποιες συνθήκες τα είπε αυτά.

Έχω τελειώσει το Δημοτικό και τεχνική επαγγελματική Σχολή. Επί Χούντας είχα προβλήματα με τους καθηγητές και είμαι ηλεκτρολόγος. Σε ηλικία 17 ετών συμμετείχα στην εξέγερση του Πολυτεχνείου. Εκπαίδευση στα όπλα είχα μόνο στο Στρατό, ήμουν οδηγός στο πυροβολικό ρυμουλκού.

Δεν γνωρίζω ποιος ήταν ο συντάκτης των προκηρύξεων όπως με ρωτάτε. Ούτε ρωτούσα, ούτε μου έλεγαν, από πού παίρνουν τις πληροφορίες για τους στόχους η 17Ν όπως με ρωτάτε. Όχι, εγώ δεν είχα συλλέξει ποτέ πληροφορίες για στόχους της 17Ν. Κανένας δεν μου είχε πει περί διάθεσης των χρημάτων της 17Ν. Για τα κρησφύγετα της 17Ν δεν γνωρίζω και ό,τι έμαθα το έμαθα από τις εφημερίδες. Για το Συκούριο που με ρωτάτε γνωρίζω μόνο ό,τι έμαθα από τις εφημερίδες.

Στις ταβέρνες πήγαινα εγώ, ο Κουφοντίνας και ο Σάββας Ξηρός, πρέπει να είχε έρθει μια φορά και Χριστόδουλος Ξηρός, αλλά δεν θυμάμαι ακριβώς. Το 1992 επειδή είχα καταλάβει ότι δεν προσέφερε αυτή η διαδικασία τίποτα στην κοινωνία, έφτιαξα οικογένεια και αποχώρησα. Ως διαδικασία εννοώ το βαθμό που βοηθούσα εγώ, μόνο στις κλοπές αυτοκινήτων.

Θέλω επίσης να προσθέσω ότι τα άρθρα που μνημονεύονται στην 4η και 5η σειρά, 2η σελίδα της προανακριτικής μου απολογίας, δηλαδή τα άρθρα 100, 101, 102, 103, 104, 105 και 273/δ και ό,τι δικαιούται να παρίσταται μετά συνηγόρου, να διαβαστούν τα έγγραφα της ανακρίσεως και του κατηγορητηρίου, να δοθούν αντίγραφα και ότι δικαιούται προθεσμία να απολογηθεί, δεν μου γνωστοποιήθηκαν.

¶λλο τίποτα δεν έχω να προσθέσω, θέλω να συμπληρώσω την ώρα της ανάκρισης στην ανακρίτρια διαμαρτυρήθηκαν οι δικηγόροι μου, αλλά τους είπα να μη δημιουργήσουν πρόβλημα γιατί φοβόμουν. Όσα έγιναν στην Ασφάλεια δεν τα είπα στους δικηγόρους›.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, θα παρακαλέσω να αναγνωσθεί κι άλλο ένα τμήμα από την έκθεση αυτή στο οποίο έχω αναφερθεί δυο-τρεις φορές στο Δικαστήριο, είναι μια παράγραφος μόνο και είναι στη σελίδα εκεί που τελειώνει η απαγγελία της κατηγορίας. Είναι σε αυτήν που διαβάσατε τώρα, στη 2η παράγραφο:

« Ο κατηγορούμενος δήλωσε ότι επιθυμεί και αιτείται προθεσμία 15 ημερών για να ετοιμάσει την απολογία του. Εμείς, ο ανακριτής, του χορηγήσαμε νέα προθεσμία μέχρι την 1/11 ημέρα Παρασκευή και ώρα 17:00 (δηλαδή δύο μέρες μετά την Τετάρτη 30/10). Τότε ο συνήγορός του δήλωσε ότι παραιτείται της προθεσμίας γιατί δεν τη θεωρεί επαρκή και ζήτησε να απολογηθεί τώρα αμέσως›.

Υπενθυμίζω ότι εμφανίστηκα μαζί με τον κ. Τζωρτζάτο έχοντας αναλάβει στις 25/10 την υπόθεση προκύπτει αυτό, ότι έχω διοριστεί εκείνη την ημερομηνία. Έχουμε 30/10 όταν εμφανίζομαι μαζί του στον κ. Εφέτη ανακριτή. Για να εκτιμηθεί εν πάση περιπτώσει η τήρηση των δικαιωμάτων και η επάρκεια των ευκολιών των υπερασπιστικών οι οποίες χορηγήθηκαν στον Τζωρτζάτο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Τζωρτζάτε ελάτε να μας πείτε, τι άλλο θέλετε να προσθέσετε; Φυσικά ετούτα εδώ τα έχετε ανακαλέσει εσείς?.

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Αυτό που θα αναρωτιέται κανείς είναι πώς είναι δυνατόν να συμμετέχω σε τόσες ενέργειες και να θυμάμαι μετά από 15 χρόνια χρονολογίες και μήνες. Αυτό είναι περίεργο, γιατί τουλάχιστον σε 20 ενέργειες αναφέρεται χρονολογία και ημερομηνία. Αυτό είναι πολύ περίεργο. Και στην ανακρίτρια ακόμα αναφέρω, παρόλο που ήμουν σε κατάσταση φόβου και απελπισίας, σε τελείως άσχημη κατάσταση, ανέφερα συγκεκριμένα 24/4/87, μια ημερομηνία που έγινε κάποια ενέργεια και άλλη ενέργεια 18/8/987. Επίσης πώς είναι δυνατό να δεχθώ και να υπογράψω στο τέλος ότι ήμουν μέλος μέχρι το 2002; Και αυτό είναι πάλι πολύ περίεργο.

Ένα άλλο που ήθελα να πω είναι ότι προχθές, ο κ. Εισαγγελέας προσπάθησε να δημιουργήσει εντυπώσεις λέγοντας ότι μου είχαν κατασχέσει σε έρευνα του ’93, προκήρυξη της ΛΕΑ και κάποια γραφομηχανή. Παρακαλώ θα ήθελα αν ήθελε ο κ. Εισαγγελέας να το φέρει, εκτός αν το έχει φέρει. Υπήρχε και συνέχεια όμως από τον κ. Εισαγγελέα. Αναφέρθηκε ότι είχα αγοράσει μια μηχανή αξίας 3 εκατομμυρίων τότε, όπου η μηχανή αυτή καινούργια είχε 1.800.000, εγώ την είχα πάρει 1.200.000, αφού είχα πουλήσει μια άλλη 1.800.000. Δεν έφτανε μόνο αυτό, είπε ότι είχα κι άλλη μοτοσικλέτα. Δεν είχα μοτοσικλέτα, είχα ένα παπί μεταχειρισμένο πολύ παλιό.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Και αυτοκίνητο.

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Και αυτοκίνητο το οποίο ήταν του ’73 μοντέλο, το είχα πάρει 300.000 το ’87.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τότε εργαζόσαστε;

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Βεβαίως και εργαζόμουν.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Στο ΙΚΑ έχετε ένσημα;

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Ήμουν ελεύθερος επαγγελματίας.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Έχετε κάποια αποδεικτικά στοιχεία; Ένα στοιχείο μόνο?.

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Ζήτησα από τους ανθρώπους που είχα κατασκευάσει κάποια έργα και φοβήθηκαν να έρθουν.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Γιατί είχατε δηλώσει ότι δεν εργάζεστε;

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Ποια χρονολογία;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Το ’93.

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Τι είχα δηλώσει το ’93;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ότι δεν εργάζεστε, διότι η γυναίκα σας είναι σε λοχεία.

Β. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΣ: Θα σας φέρω τα ένσημα ’93-’95. Αφού τα έχετε κ. Εισαγγελέα, γιατί το κρύβετε; Τα έχετε τα ένσημα, θα σας τα φέρω αύριο.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, θα παρακαλέσω πολύ, καταρχήν ανεξαρτήτως αν ο κ. Τζωρτζάτος επαναφέρει καλώς ή κακώς το θέμα του ’93, ο κ. Εισαγγελέας, οφείλει σεβόμενος την προχθεσινή απόφαση του Δικαστηρίου να μην επανέρχεται και να μην αναφέρεται σε έγγραφα και περιεχόμενα εγγράφων που δεν ανήκουν στη δικογραφία.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, η απόφασή σας να μην αναγνωσθεί περαιτέρω η δικογραφία Τζωρτζάτου του ’93?..

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι, μόνο η κατάθεσή του είπαμε το έγγραφο το διαβιβαστικό το αναγνώσαμε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εάν έχει αναγνωσθεί –όπως και πράγματι- μόνο το διαβιβαστικό αλλά δεν έχετε πάρει θέση στο θέμα της δικογραφίας, τότε ζητά τώρα την ανάγνωση της δικογραφίας. Δεν υπάρχει καμία δικονομική ακυρότης ούτε κανένα δικονομικό εμπόδιο.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, επειδή έχει γίνει συζήτηση γι αυτό το θέμα και δικαίως η Υπεράσπιση έχει διαμαρτυρηθεί ότι μιλάμε για μία δικογραφία από την οποία έχει αναγνωσθεί μόνο ένα έγγραφο, ετέθη ένα θέμα με κάποιες προκηρύξεις, νομίζω για την διασφάλιση και των δικαιωμάτων της Υπερασπίσεως, δεν ξέρω η Εισαγγελία τι άλλα έγγραφα έχει από αυτή τη δικογραφία, αλλά ό,τι άλλα έγγραφα υπάρχουν, μπορούν να εισαχθούν στη Δίκη και θα έλεγα μάλιστα ότι επειδή βρισκόμαστε στην αποδεικτική διαδικασία, ο Εισαγγελέας, εφόσον ζητά την ανάγνωση ενός ή περισσοτέρων εγγράφων, αυτό είναι υποχρεωτικό να γίνει, δεν είναι θέμα καν διακριτικής ευχέρειας.

Εάν η Εισαγγελική αρχή ή οποιοσδήποτε άλλος διάδικος ζητά σε αυτή τη φάση να αναγνωσθεί ένα ή περισσότερα έγγραφα και τέτοια είναι τα έγγραφα αυτής της δικογραφίας, η οποία άλλωστε δεν ευρίσκεται σε εκκρεμότητα ώστε να αναφύεται οιοδήποτε κώλυμα για την ανάγνωση των εγγράφων της, πρέπει αυτά να αναγνωσθούν. Είναι νομίζω και ένα θέμα δικονομικής τάξεως για να σταματήσει και αυτή η αβεβαιότητα και οι διαμαρτυρίες εν μέρει εύλογες των συναδέλφων της Υπερασπίσεως σχετικά με τα στοιχεία των οποίων γίνεται επίκληση και να μπορέσει και ο κ. Τζωρτζάτος να απαντήσει πιο συγκροτημένα στα θέματα τα οποία τίθενται.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να μας πει ο κ. Εισαγγελεύς ποια έγγραφα ειδικά θέλει να αναγνώσει και τι λένε περίπου αυτά για να ξέρουμε.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Αυτά που λέει το διαβιβαστικό.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να διαβάσουμε όλη τη δικογραφία σε αυτό το σημείο;

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Με συγχωρείτε, το διαβιβαστικό αναφέρεται σε μία έκθεση γραφολογική, την ανωμοτί είπαμε όχι, και μία έκθεση κατ’ οίκον έρευνας. Αυτά είναι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Στην οικία της συζύγου του κ. Τζωρτζάτου.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, με την επισήμανση ότι σε κάθε περίπτωση, το έγγραφο το διαβιβαστικό από 15/6/1994 ως κοινό μέσο αποδείξεως είναι επιτρεπτό να το χρησιμοποιήσουμε στην αγόρευσή μας. Τώρα εναπόκειται εάν θέλετε, εάν αποφασίσετε βεβαίως, κατά την πεφωτισμένη κρίση σας, αν θα αναγνωσθούν και τα υπόλοιπα που περιλαμβάνονται στον πίνακα του διαβιβαστικού αυτού εγγράφου, πλην της ανωμοτί για την οποία έχετε ήδη αποφανθεί.

Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, πρώτα θέλω να επισημάνω το εξής: Συνεχίζει ο αξιότιμος κ. Εισαγγελέας τη γνωστή τακτική, δε θα τη χαρακτηρίσω σήμερα, γιατί αυτά που ρώτησε περί δηλώσεως ανεπαγγέλτου ότι είπε δήθεν ο κ. Τζωρτζάτος ότι δεν δουλεύει, αν δεν κάνω και πάλι λάθος, δεν αναφέρονται πουθενά στο διαβιβαστικό. Ας μου το υποδείξει ο κ. Εισαγγελέας. Σημειώνω και πάλι την πλήρη παραβίαση της δικονομίας όταν και πάλι ο κ. Εισαγγελέας κάνει ερώτηση επικαλούμενος έγγραφο που δεν έχει αναγνωσθεί. Αυτό για την εισαγωγή.

Δεύτερον, συνεχίζει ο κ. Εισαγγελέας την τακτική του αιφνιδιασμού και έρχεται τώρα στο παρα δύο και μας λέει να διαβάσουμε και κάποια άλλα έγγραφα. Να μας προσδιορίσει επακριβώς ποια είναι αυτά τα έγγραφα αλλά με αφορμή αυτό, ζητάμε κι εμείς ως Υπεράσπιση να λάβουμε γνώση καταρχήν όλων των εγγράφων που αναφέρονται στο παράρτημα του διαβιβαστικού. Γιατί προέκυψε την προηγούμενη φορά ότι τα ξέρει η Εισαγγελία, τα ξέρει η Πολιτική Αγωγή, αναφέρθηκε μάλιστα ότι αναφέρεται στη γραφολογική πραγματογνωμοσύνη η προκήρυξη –από πού το ξέρει αυτό η Πολιτική Αγωγή άραγε; Οι μόνοι που δεν ξέρουμε αυτά τα έγγραφα είμαστε εμείς που δικαιούμαστε να τα ξέρουμε.

¶ρα, πριν αποφανθείτε σε οποιοδήποτε αίτημα του κ. Εισαγγελέα το οποίο πρέπει να εξειδικεύσει, να πει ότι «ζητώ την ανάγνωση αυτού και αυτού του εγγράφου›, εμείς ζητούμε να μας χορηγηθούν επιτέλους ως Υπεράσπιση, αντίγραφα όλων των εγγράφων που περιέχονται στον πίνακα και να προετοιμάσουμε την Υπεράσπισή μας. Γιατί δεν μπορεί να αιφνιδιαζόμαστε και να ερχόμαστε όταν έχει ολοκληρώσει την απολογία του ο κ. Τζωρτζάτος, στο τέλος της απολογίας να καλείται να τοποθετηθεί και αυτός και η Υπεράσπισή του επί εγγράφων που δεν τα γνωρίζει.

Γι αυτό, ανεξάρτητα από το αίτημα του κ. Εισαγγελέα που παρακαλώ να το εξειδικεύσει, θέλουμε να μας χορηγηθούν εμάς, ως Υπεράσπιση, όλα αυτά τα έγγραφα, να λάβουμε κι εμείς μετά την Εισαγγελία και την Πολιτική Αγωγή, γνώση επιτέλους αυτών των περίφημων εγγράφων, όλων των εγγράφων που αναφέρονται στον πίνακα που επισυνάπτεται στο διαβιβαστικό. Αυτό είναι ένα ξεχωριστό αίτημα που δεν έχει να κάνει με το αίτημα του κ. Εισαγγελέα.

Όσον αφορά το αίτημα του κ. Εισαγγελέα, θα ήθελα να μας αιτιολογήσει γιατί έρχεται τώρα, όταν έχει τελειώσει η απολογία του κ. Τζωρτζάτου και ζητά να αναγνωσθούν κάποια έγγραφα τα οποία θα μπορούσε να τα έχει προσκομίσει τουλάχιστον εδώ και δυο-τρεις μήνες. Γιατί αυτός ο αιφνιδιασμός της Υπεράσπισης; Εδώ παρακαλώ πολύ θα ήθελα μια ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία όπως οφείλει άλλωστε εκ του νόμου, να μας εξηγήσει γιατί τώρα έρχεται και ζητά την ανάγνωση κάποιων εγγράφων, τα οποία ο ίδιος προφανώς θα προσκομίσει τα οποία τα έχει στο συρτάρι του εδώ και πολλούς μήνες και κρίνει σκόπιμο μόνο τώρα να τα εμφανίσει και να ζητήσει την ανάγνωσή τους. Επ’ αυτού του ειδικού ερωτήματος παρακαλώ πολύ να έχουμε μια απάντηση.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Συμπληρωματικά θα ήθελα να πω τα εξής: Πραγματικά, είναι ένα μεγάλο δίλημμα, το ένα του σκέλος είναι η τήρηση της δικονομικής τάξης κατά την οποία έχω την άποψη ότι δεν επιτρέπεται η ανάγνωση και η χρήση κανενός από τα έγγραφα εκείνης της δικογραφίας επειδή ακριβώς αποτελούν δικογραφία η οποία έχει κλείσει και το αν για παράδειγμα κάποιοι ισχυρισμοί είναι βάσιμοι ή αβάσιμοι, έχει κριθεί αμετάκλητα από τις τότε επιληφθείσες αρχές και από την άλλη, διότι από όσα τουλάχιστον υπαινίσθησαν παράγοντες της Έδρας ή της Πολιτικής Αγωγής, το ένστικτό μου με οδηγεί ότι δεν έχω τίποτε να φοβηθώ από τη χρήση των εγγράφων αυτών.

Είναι πραγματικά ένα δίλημμα. Αλλά νομίζω ότι επί του παρόντος υπάρχουν δύο ζητήματα τα οποία τίθενται και τα έθεσε ο κ. Μυλωνάς και τα δύο και σ’ αυτά επανέρχομαι. Το ένα είναι ότι εφόσον επανέρχεται το ζήτημα και επανέρχεται μετά μανίας η οποία πρέπει κάποτε να εξηγηθεί, απαιτώ ως Υπεράσπιση να έχω κάποιες εξηγήσεις και από την Εισαγγελία και από την Πολιτική Αγωγή, του πώς τα έγγραφα αυτά τα γνωρίζει οιοσδήποτε άλλος πλην της Υπεράσπισης και κάνει χρήση τους. Υπάρχει ανοιχτή γραμμή μεταξύ Πολιτικής Αγωγής και Εισαγγελίας; Ή υπάρχει ανοιχτή γραμμή μεταξύ Πολιτικής Αγωγής και να μην πω τι άλλο;

Δεύτερον: Θα ήταν επιπόλαιο πραγματικά σε αυτή τη φάση της Δίκης, εάν η Υπεράσπιση δεν λάβει γνώση των εγγράφων αυτών, να πει οτιδήποτε παρά το γεγονός ότι εξακολουθώ να πιστεύω ότι δεν έχει τίποτα να φοβηθεί ο Τζωρτζάτος από αυτά τα έγγραφα, αντιθέτως αρκετοί εξ όσων τοποθετήθηκαν στο περιεχόμενο, προσπαθούν να βγουν αξιόπιστοι. Παρακαλώ λοιπόν να διακοπεί για έναν εύλογο χρόνο η Δίκη, να μας δοθούν τα αντίγραφα και επανερχόμενοι να τοποθετηθούμε περί της αναγνώσεώς τους και χρήσεώς τους, αφού βέβαια ακούσουμε τον κ. Εισαγγελέα να αιτιολογήσει τον λόγο για τον οποίο επιθυμεί τη χρήση τους.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ανεγνώσθη το διαβιβαστικό από το οποίο προκύπτουν ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τον κ. Τζωρτζάτο το 1993. Πληροφορίες οι οποίες συνδέονται με την κατηγορία της συμμετοχής σε εγκληματική ενέργεια. Στη βάση αυτού του εγγράφου, έκανα ορισμένες ερωτήσεις στον κ. κατηγορούμενο και έλαβα ορισμένες απαντήσεις. Ο κ. Τζωρτζάτος μπορούσε να μου απαντήσει ότι δεν είναι έτσι, δικαίωμά του. Εγώ τον ρωτώ και εκείνος μου απαντά. Αυτό είναι και δικό μου καθήκον και εκείνου δικαίωμα και ουδέν έτερον περαιτέρω.

Όσον αφορά τα άλλα έγγραφα, υπάρχουν ορισμένα έγγραφα τα οποία προτίθεμαι να προσαγάγω στο Δικαστήριό σας να αναγνωσθούν και ακολούθως να γίνει χρήση από όλους τους παρόντες της ποινικής διαδικασίας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το ζήτημα είναι απ’ ότι κατάλαβα κ. Εισαγγελεύ, ότι «ας τα δούμε κι εμείς για να δούμε αν πρέπει να τα διαβάσουμε ή όχι και να αντικρούσουμε›. Αυτό είπε ο κ. Μυλωνάς. «Εσείς έρχεστε και μου λέτε να προτείνουμε έγγραφα τα οποία εμείς δεν τα έχουμε δει ποτέ›.

Η. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, με το 364 κάθε διάδικο μέρος και ο Εισαγγελέας, έχει δικαίωμα στη διάρκεια της αποδεικτικής διαδικασίας να υποβάλλει οποιοδήποτε έγγραφο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το λέει ο νόμος, ναι.

Η. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτά αναγιγνώσκονται. Δεν καλούνται εδώ σε απολογία στον ανακριτή για να ζητούν προθεσμία, θα λάβουν γνώση του περιεχομένου των εγγράφων και από κει και πέρα ό,τι παρατηρήσεις έχουν να επιφέρουν, τις επιφέρουν. Δεν καταλαβαίνω δηλαδή αυτή τη συζήτηση περί αιφνιδιασμού. Λέει η δικονομία ότι τα έγγραφα πρέπει να υποβληθούν σε κάποιο στάδιο; Όσο διαρκεί η αποδεικτική διαδικασία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είπαν τέτοιο πράγμα.

Η. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μα θα τα ακούσουν κ. Πρόεδρε. Θα διαβαστούν, θα τα ακούσουν και θα πάρουν αντίγραφα. Τι άλλο; Δεν έχουν άλλο δικαίωμα πλην αυτού.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λοιπόν, ο κ. Εισαγγελεύς ας τα προσκομίσει και θα δούμε εμείς τι θα τα κάνουμε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Επιφυλάσσομαι κ. Πρόεδρε.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε κατ’ όμοιον τρόπον, όπως ο κ. Εισαγγελεύς γνωρίζει να αιφνιδιάζει ή δεν ξέρω γιατί το κάνει αυτό σ’ αυτή τη φάση, είναι θέμα δικό του, εμείς εκτιμούμε ότι ένα κομμάτι από τη δικογραφία κατά του ΕΛΑ, αφορά την αθώωση του πελάτου μας του κ. Τζωρτζάτου και θα ήθελα να παρακαλέσω ένα μεγάλο κομμάτι, ένα τμήμα που αφορά τις καταθέσεις των κατηγορουμένων του ΕΛΑ, να διαβαστούν εδώ πέρα, να αναγνωσθούν για να μπορέσουμε να τα εκτιμήσουμε κι εμείς

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ό,τι φέρετε εδώ πέρα θα το δούμε.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Ένα μεγάλο κομμάτι του Ε.Λ.Α.

(Διαλογικές συζητήσεις)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Εισαγγελεύς θα μας δώσετε τα έγγραφα ή να διακόψουμε για να τα δείτε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, επιφυλάχθηκα. Μην στενοχωρείται η Υπεράσπιση.

Δ. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε ζητώ τον λόγο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παραμένει εκκρεμές το θέμα.

Δ. ΜΥΛΩΝΑΣ: Ζητώ τον λόγο κ. Πρόεδρε μια στιγμή, αν επιτρέπετε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Με συγχωρείτε ένα λεπτό. Κύριε Πρόεδρε κάτι ακόμη, δικαιούται ο Εισαγγελέας να έχει στοιχεία και να τα κρατάει στο συρτάρι του, εάν μάλιστα τα στοιχεία αυτά είναι υπέρ του κατηγορουμένου. Πως μπορεί να ξέρει ο κατηγορούμενος ή οι άλλοι παράγοντες ότι αυτά τα στοιχεία θα λειτουργήσουν εναντίον του κατηγορουμένου; Μπορεί να λειτουργήσουν και υπέρ του κατηγορουμένου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν τα είπα εγώ;

Δ. ΜΥΛΩΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε θέλω πρώτον να κάνω μια επισήμανση και να συμπληρώσω το αίτημά μας. Η επισήμανση είναι σαφέστατη: είπε ο κ. Εισαγγελέας ότι βεβαίως έχει διαβαστεί το διαβιβαστικό. Φυσικά. Του διαβιβαστικού αυτού δικαιούται να κάνει χρήση. Όμως το λέω και πάλι στο διαβιβαστικό που έχει αναγνωστεί δεν υπάρχει καμία κουβέντα ότι είπε ο κ. Τζωρτζάτος ότι «είμαι άνεργος›. ¶ρα δεν κάνει χρήση του διαβιβαστικού ο κ. Εισαγγελέας στις ερωτήσεις του, κάνει χρήση άλλων εγγράφων.

Το αίτημά μας με αφορμή την τοποθέτηση του κ. Εισαγγελέα είναι αυτοτελές και συγκεκριμένο: η Υπεράσπιση του κ. Τζωρτζάτου ζητά από το Δικαστήριο ο κ. Εισαγγελέας να χορηγήσει στην Υπεράσπιση κατ’ αρχήν προς ενημέρωση και προς προετοιμασία της Υπεράσπισης, τα έγγραφα που αναφέρονται στον πίνακα του διαβιαστικού. Να τα μελετήσουμε εμείς ως Υπεράσπιση, το αν θα χρησιμοποιηθούν στο Δικαστήριο είναι ένα άλλο ζήτημα.

Εμείς ζητάμε να μας χορηγηθούν αυτά τα έγγραφα που τα ξέρει όλος ο άλλος ο κόσμος, πλην ημών. Ζητάμε λοιπόν αυτοτελώς να χορηγηθεί στην Υπεράσπιση του κ. Τζωρτζάτου κατ’ επιταγήν και του άρθρου 6 παρ. 3 της ΕΣΔΑ να χορηγηθούν τα συγκεκριμένα έγγραφα 1 έως 10, τα οποία αναφέρονται στον πίνακα του διαβασθέντος διαβιβαστικού, να τα μελετήσει η Υπεράσπιση και το αν θα αναγνωστούν στο Δικαστήριο, είναι ένα άλλο ζήτημα.

Εμείς έχουμε το συγκεκριμένο μας αίτημα να μας χορηγηθούν αντίγραφα προς μελέτη και προς προετοιμασία της Υπεράσπισης του κ. Τζωρτζάτου όλων των εγγράφων με αύξοντα αριθμό 1 έως και 10 τα οποία αναφέρονται στον πίνακα του διαβασθέντος διαβιβαστικού. Είναι ένα αυτοτελές αίτημα και παρακαλώ πολύ το Δικαστήριό σας να τοποθετηθεί επ’ αυτού.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από ποιον το ζητάτε από το Δικαστήριο; Μα δεν τα έχει φέρει ο Εισαγγελέας.

Δ. ΜΥΛΩΝΑΣ: Επειδή δεν μπορώ να ζητήσω από τον κ. Εισαγγελέα κατ’ ευθείαν ζητώ από το Δικαστήριο να μας προσκομίσει ο κ. Εισαγγελέας όλα αυτά τα έγγραφα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Μαρκής έχει τον λόγο.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: ¶κουσα το αίτημα και πραγματικά μου κάνει εντύπωση όταν προέρχεται από τον συγκεκριμένο συνήγορο. Δεν έχετε κανένα δικαίωμα να υποχρεώσετε τον Εισαγγελέα να ανοίξει την τσάντα του και να χορηγήσει ένα αντίγραφο ενός εγγράφου. Διότι στο επόμενο στάδιο φοβάμαι ότι το αντίγραφο που θα ζητηθεί, είναι των σημειώσεων που κρατάμε εδώ πέρα για το πώς θα αντιμετωπίζουμε την κατηγορία! Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά.

Δ. ΜΥΛΩΝΑΣ: Υπάρχουν πολλές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που δέχονται ότι στο άρθρο 6 εντάσσεται και η υποχρέωση της Εισαγγελίας να αποκαλύψει στην Υπεράσπιση όλα τα στοιχεία που αφορούν τον κατηγορούμενο. Είναι σαφές από τις τοποθετήσεις του κ. τακτικού Εισαγγελέα ότι όλα αυτά τα έγγραφα αφορούν τον κ. Τζωρτζάτο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ωραία.

Δ. ΜΥΛΩΝΑΣ: Έχουμε λοιπόν ένα σαφές αίτημα που βασίζεται κυρίως στο άρθρο 6 της ΕΣΔΑ και ζητάμε τα συγκεκριμένα έγγραφα να προσκομιστούν στην Υπεράσπιση. Είναι σαφέστατο κι έχει ένα σαφές νομικό έρεισμα. Τα όσα λέει προς δημιουργία εντυπώσεων ο κ. Μαρκής τα αφήνω ασχολίαστα.

(Διαλογικές συζητήσεις)

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, το θέμα αφορά βεβαίως τον κ. Τζωρτζάτο, αλλά είναι θέμα δικονομίας. ¶κουσα τον κ. Εισαγγελέα να λέει: να αναγνωστεί η ένορκη κατάθεση της συζύγου του κ. Τζωρτζάτου και είναι πραγματικά ερώτημα, πως θα αναγνωστεί η ένορκη κατάθεση της μάρτυρος στην άλλη δικογραφία. Το ένα ερώτημα είναι αυτό. Θα αναγνωστεί σαν τι; Σαν έγγραφο η ένορκη κατάθεση σε αυτό το στάδιο της δίκης;

Το δεύτερο ερώτημα που τίθεται είναι αν είχε αυτή την κατάθεση ο κ. Εισαγγελέας, γιατί όταν κατέθετε η μάρτυς εδώ και ήταν εδώ και μπορούσε να δώσει διευκρινίσεις σε οτιδήποτε θα προέκυπτε, δεν την προσκόμισε και την προσκομίζει τώρα, που έχει περάσει η διαδικασία εξετάσεως των μαρτύρων Υπεράσπισης για να αναγνωστεί.

Εγώ νομίζω ότι στάδιο και έδαφος ανάγνωσης μαρτυρικής κατάθεσης δεν υπάρχει με το 364. Οι ένορκες καταθέσεις δεν είναι έγγραφα με την έννοια του 364 για να αναγιγνώσκονται στο στάδιο αυτό της διαδικασίας. Εγώ αυτή την άποψη έχω κ. Πρόεδρε και σας τη θέτω υπό την κρίση σας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όπως βλέπετε σας άκουσα με μεγάλη προσοχή και σεβασμό.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θέτω υπό την κρίση σας ότι οι ένορκες καταθέσεις δεν είναι έγγραφα κατά την έννοια που θέλει το άρθρο 364 για να προσκομιστούν σε αυτό το στάδιο, πέραν των όσων μίλησαν για αιφνιδιασμό οι συνάδελφοι και αν μπορεί ο κ. Εισαγγελέας σε αυτό το στάδιο να προσκομίζει έγγραφα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Νομίζω ότι μπορούμε να διακόψουμε για 5 λεπτά να συγκεκριμενοποιήσει και το αίτημά του ο κ. Εισαγγελέας.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Δυο συμπληρωματικές σκέψεις έχω. Η μία είναι η εξής: ο κ. Εισαγγελέας εξακολουθεί να μην απαντά στο ερώτημα ότι εφόσον η περίπτωση του ’93 είναι γνωστή από πριν αρχίσει η δίκη, για ποιο λόγο το μεταχειρίζεται ως ένα άσσο από το μανίκι την τελευταία στιγμή.

Η δεύτερη είναι η εξής: η αποδεικτική διαδικασία βεβαίως διαρκεί και στη φάση των απολογιών, αλλά η αποδεικτική διαδικασία έχει μια σειρά που ορίζεται από τον Ποινικό Κώδικα και στη σειρά αυτή η ανάγνωση των εγγράφων έχει παρέλθει. Παραβίαση της σειράς δεν είναι δυνατό να νοηθεί κατά παραβίαση των υπερασπιστικών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου που απορρέουν από την 171 και την ΕΣΔΑ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει, είναι άλλο θέμα αυτό.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Μα συνδέεται με την παροχή των αναγκαίων υπερασπιστικών ευκολιών.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι πρόσθετο θέμα αυτό το οποίο μας απασχολεί.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Εμείς ζητάμε τα αντίγραφα κατά συνέπεια και παρακαλώ σε αυτό να υπάρχει απόφαση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διακόπτουμε για 5 λεπτά.

ΔΙΑΚΟΠΗ

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή