Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (04/09/2003) Μέρος 1/8

Πέμπτη, 04 Σεπτεμβρίου 2003 20:01
A- A A+

ΔΙΚΗ 17Ν

ΠΕΜΠΤΗ 4 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:00

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Διαβίβασα προχθές τα συλλυπητήρια σας στον κ. Ζαϊρη και θέλει να σας ευχαριστήσει.

Ν. ΖΑΪΡΗΣ: Αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω προς όλους σας εκ μέρους της ευρύτερης οικογένειάς μου και εμού προσωπικά τις πιο θερμές ευχαριστίες και ιδιαίτερα να αναφέρω τα μέλη του Δικαστηρίου στους κυρίους συνηγόρους, στους κυρίους κατηγορούμενους, στις κυρίες και κυρίους εκπροσώπους των ΜΜΕ και του Τύπου, στην φρουρά για την έκφραση των ειλικρινών αισθημάτων συμπάθειας στο πρόσωπό μου από την απώλεια μέσα σε 100 μέρες δυο προσφιλών προσώπων, της σεβάσμιας μάνας μας, μητέρας δέκα παιδιών και του μικρότερου αδελφού μου, ενός καταξιωμένου και ανιδιοτελή εργάτη στον τομέα της παιδείας.

Θα ήθελα επίσης να έχω την κατανόηση όλων σας και κυρίως και των κυρίων κατηγορούμενων, γιατί συνέβαλα στην παράταση της αγωνίας τους κατά τρεις μέρες με την δικαιολογημένη –πιστεύω- επιμήκυνση της διαδικασίας εξαιτίας αυτών των δύο θλιβερών και σημαντικών γεγονότων για εμένα. Θερμώς σας ευχαριστώ.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε θα θέλαμε να εκφράσουμε τη λύπη μας και για το θάνατο του πρώην Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και Υπουργού κ. Ευάγγελου Γιαννόπουλου, του οποίου οι αγώνες είναι ένα φωτεινό παράδειγμα για όλους μας.

Τέλος, για να επανέλθουμε στα καθ’ ημάς πριν αρχίσει η συνεδρίαση θα παρακαλέσω το εξής: υπάρχουν 15 άτομα έξω τα οποία λόγω χωρητικότητας δεν μπορούν να μπουν, να δώσετε την άδεια να μπορέσουν να παρακολουθήσουν τη δίκη.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι, διότι έχουμε λάβει απόφαση για τον αριθμό. Μάλλον προβλήματα θα έχουμε και να μην δημιουργήσουμε άλλα προβλήματα. Θα παρακαλούσα όλους σας τώρα που ο κ. Γιωτόπουλος θα απολογείται ούτε να πετάγεται κανένας, ούτε να γελάει, ούτε να επιδοκιμάζει, ούτε να διακόπτει.

Ας αφήσουμε τον άνθρωπο να πει ό,τι θέλει. Δεν μίλησε καθόλου, δεν ενόχλησε κανέναν σε όλη τη διαδικασία ας τον σεβαστούμε όλοι. Δηλαδή είναι θερμή παράκληση και προσωπική μου, όχι σαν θεσμικού οργάνου αλλά και σαν άνθρωπο. κάντε μου ένα χατίρι κι έμενα.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Σε αυτό που αίτημα που έθεσε ο κ. Παπαδάκης, νομίζω ότι έχει μια σημασία. Θυμάστε ότι και ο κ. Μαρκής το είχε θέσει όταν συζητούσαμε για την τηλεόραση σε αυτό το Δικαστήριο ότι ουσιαστικά συζητάμε σε μια άδεια αίθουσα, οπότε τι νόημα έχει να συζητάμε δηλαδή για περαιτέρω ενημέρωση όταν δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον εδώ. Όταν όμως υπάρχει αυτό το ενδιαφέρον νομίζω ότι πρέπει να το τιμούμε. Από αυτή την άποψη πιστεύω ότι ενόψει του ότι έχετε κενές θέσεις?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχουμε λάβει απόφαση ενόψει της πικράς εμπειρίας που είχαμε και ενόψει πικράς εξευτελιστικής για την ελληνική δικαιοσύνη εμπειρίας χειροκροτητών κλπ. Δεν θα τα ξανακάνουμε αυτά.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Αν πάρετε προληπτικά μέτρα?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι δεν θα βάλουμε αστυνομικό στον καθένα, έχουμε δημοκρατία εδώ πέρα. Εμείς θέλουμε το ακροατήριο να βλέπουμε τι κάνει, δεν επιτρέπονται αυτά τα πράγματα σας παρακαλώ πολύ. Σεβόμαστε όλους και παρακαλώ να σέβονται και οι άλλοι το θεσμό που λέγεται Δικαιοσύνη. Ξέρετε μερικοί κάνουν υπερβάσεις, δεν λέω ότι το κάνουν από κακό διότι έτσι πιστεύουν. Αλλά αυτό δεν δικαιολογεί τίποτα.

Ελάτε κ. Γιωτόπουλε σας παρακαλώ.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πριν από όλα πρέπει να απαντήσω στο ερώτημα?

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε με συγχωρείτε, η διαδικασία στο ακροατήριο όλα γίνονται προφορικά, ειδικότερα δε η απολογία του κατηγορούμενου η οποία είναι μέσω υπεράσπισης και μέσω απόδειξης. Επίσης άλλη αρχή εξίσου σημαντική, είναι η αμεσότητα των αποδεικτικών μέσων, η οποία βλάπτεται καίρια όταν παρεμβάλλεται το γραπτό κείμενο. Δεν μπορεί να νοηθεί απολογία κατηγορούμενου, όπως λέει ο νόμος, όταν ο κατηγορούμενος αντί απολογίας εμφανίζεται μ’ ένα γραπτό κείμενο και το διαβάζει.

Ο νόμος που απαιτεί την προφορικότητα και την αμεσότητα έχει στο νου του ακριβώς ένα: να διαπιστωθεί η ουσιαστική αλήθεια η οποία αναζητείται σε όλη τη διαδικασία και η οποία ουσιαστική αλήθεια βλάπτεται καίρια όταν ο κατηγορούμενος εμφανίζεται μ’ ένα γραπτό.

Είναι πρόδηλο ότι ο κατηγορούμενος με το γραπτό προσπαθεί να περάσει τα ψέματα και την απάτη του. Φοβάται την αλήθεια. Την τρέμει! Γι’ αυτό ακριβώς κύριοι Δικαστές και εμφανίζεται με το γραπτό. Και ποιος; Ο λαλίστατος ο κ. Γιωτόπουλος ο οποίος μια ζωή έχει μάθει να αγορεύει και να λέει αυτά που λέει στους διάφορους και σε διάφορες εποχές και χώρους.

Κύριε Πρόεδρε, θεωρώ προσβολή για το Δικαστήριο το να δεχτεί να διαβάσει ο κ. Γιωτόπουλος αυτά που έχει γράψει και τα οποία δεν είναι η απολογία του. Είναι οτιδήποτε άλλο, πλην ταύτης. Εναντιώνομαι και εισηγούμαι στο Δικαστήριο να απαγορεύσει αυτού του είδους την απολογία. Το μόνο που μπορεί είναι να χρησιμοποιήσει σημειώσεις εάν υπάρχουν θέματα ειδικά, τα οποία είναι δύσκολα και μόνο για την υποβοήθηση της μνήμης του.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όπως έχει το θέμα ήδη διατυπωθεί στην απόφαση σχετικά με την απολογία του κ. Τζωρτζάτου και τηρήθηκε σε όλους τους κατηγορούμενους το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να επιτραπεί η χρήση των σημειώσεών του, όχι όμως και η πλήρη ανάγνωση γραπτού κειμένου, όπως έγινε και με τους άλλους κατηγορούμενους. Τώρα βέβαια καταλαβαίνει και ο ίδιος. Έτσι είπαμε για τον κ. Τζωρτζάτο, έτσι είπαμε και για τον κ. Ξηρό, έτσι είπαμε για τον κ. Κουφοντίνα, να μην αλλάζουμε τώρα.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Ένα αίτημα ακόμη. Νομίζω ότι πρέπει να διατάξετε να διαγραφούν από τα πρακτικά οι εξυβριστικές φράσεις που απευθύνθηκαν στον κατηγορούμενο πριν ακόμη αρχίσει να απολογείται και εντελώς αναίτια και απρόκλητα. Χαρακτήρισε τον κατηγορούμενο ότι κάνει απάτες, ότι λέει ψέματα προκαταβολικά λες και ξέρει τι θα πει ο κατηγορούμενος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Εισαγγελεύς αναλαμβάνει την ευθύνη αυτών που λέει.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Επειδή όμως την ευθύνη των πρακτικών την έχει ο Πρόεδρος θα ήθελα σαν ένδειξη της απαξίας του Δικαστηρίου σε τέτοιες εξυβριστικές φράσεις να διαγραφούν από τα πρακτικά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το Δικαστήριο είναι ουδέτερο και απέναντί σας και απέναντι του κ. Εισαγγελέα.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Παρ’ όλο που είναι πολύ σημαντικό κατά τη γνώμη ότι με την αγόρευση αυτή του κ. Εισαγγελέα γίνεται ολοφάνερο και το κλίμα με το οποίο ήρθαμε εδώ και με το κλίμα με το οποίο δικαζόμαστε. Όταν ο κατηγορούμενος χαρακτηρίζεται απατεώνας και ψεύτης πριν ακόμη ακουστεί!

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ας αφήσουμε τώρα τον κατηγορούμενο να κάνει τη δουλειά του.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, διαγραφή από τα πρακτικά μπορεί να μην προβλέπεται. Προβλέπεται όμως η υπόδειξη από το διευθύνοντα σε όλους τους διαδίκους και στον κ. Εισαγγελέα, να τηρείται το απαραίτητο μέτρο στις εκφράσεις και αυτό δεν τηρήθηκε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είδατε ότι εγώ πριν ξεκινήσουμε τα είπα! Παρακαλώ όλα τα μέρη όπως λέει η δικονομία και ο κ. Εισαγγελεύς δεν θα διακόψει καθόλου, είπε τον κατηγορούμενο όσο αγόρευε. Αυτό ήταν πριν, είπε δυο κουβέντες, πάει τελείωσε αυτό. Νομίζετε ότι εμείς επηρεαζόμαστε από το τι θα πείτε εσείς, ή αν θα πει μια λέξη παραπάνω ή παρακάτω κανένας από τους παράγοντες; Δεν νομίζω. Φαντάζομαι ότι έχετε καταλάβει. Εμείς θέλουμε την ουσία της υπόθεσης, τηρουμένων των δικονομικών τύπων.

Ελάτε κ. Γιωτόπουλε.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πριν από όλα πρέπει να απαντήσω στο ερώτημα γιατί βρισκόμαστε στο εδώλιο, τόσο εγώ όσο και οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι?

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε θέλω να σημειώσω ότι ο κατηγορούμενος δεν απολογείται αλλά αναγιγνώσει το κείμενο που έχει μπροστά του και θέλω να πω ότι καταγγέλλω αυτή του τη συμπεριφορά και ότι εναντιώνομαι ρητώς.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακάτω.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κάθε φράση μου θα με διακόπτετε;

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Αυτό δεν ταιριάζει σε Δικαστήριο!

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πρέπει να πάρετε θέση κύριοι.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Θα πάρουμε κι εμείς θέση όμως.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Να πάρουμε όλοι θέση πριν ακουστεί, πριν πει μια κουβέντα ο κ. Γιωτόπουλος αμέσως ξεκίνησε?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δηλαδή από ότι κατάλαβα δεν θέλουμε να τελειώσει η απολογία του κ. Γιωτόπουλου.

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Εμείς δεν θέλουμε κ. Πρόεδρε;

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν θέλετε να μιλήσω! Δεν έχει κανένα επιχείρημα. Τα επιχειρήματά του είναι ο κ. Μπακατσέλος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχει 965 κατηγορίες μην το ξεχνάτε αυτό.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Να απολογηθείτε. Να πείτε την αλήθεια.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Εσείς τρεις λέξεις λέτε και τις διαβάζετε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εγώ δεν είμαι κατηγορούμενος.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Χειρότερο για σας που είστε Εισαγγελέας. Ακόμη χειρότερο!

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Παρακαλώ μην απαντάτε στον κ. Εισαγγελέα. Εγώ σας είπα να μην τα διαβάζετε?

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μα δεν μπορώ κ. Πρόεδρε έχω 960 κατηγορίες και χίλιες λεπτομέρειες.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το ξέρω αλλά δεν χρειάζεται να διαβάζετε από την πρώτη σειρά.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Όλοι έτσι έκαναν οι περισσότεροι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάντως μην τα διαβάζετε σειρά – σειρά αντιλέγει ο κ. Εισαγγελεύς κι έχει δικαίωμα να αντιλέγει.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Το καταγγέλλω κ. Πρόεδρε. Το καταγγέλλω ενώπιον στην ιστορία, ενώπιον του ελληνικού λαού αυτή τη αντιδημοκρατική συμπεριφορά, η οποία προσβάλει την αλήθεια περί της οποίας αγωνιζόμαστε. Προσβάλει την αλήθεια και τη δικαιοσύνη.

Α. ΛΥΚΟΥΡΕΖΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, θέλω να πω το εξής: είναι δεδομένο –και θα μου επιτρέψει ο κ. Εισαγγελέας να διαφοροποιηθώ- ότι ο κατηγορούμενος μπορεί και να σιωπά και να ψεύδεται. Κατηγορούμενος είναι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ασφαλώς.

Α. ΛΥΚΟΥΡΕΖΟΣ: Αλλά ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος ο κ. Γιωτόπουλος ο οποίος από την πρώτη στιγμή τηρεί αυτή τη στάση «Δεν γνωρίζω›, «Δεν ξέρω›, «Είμαι θύμα μια απίθανης σκευωρίας› έχοντας επιλέξει το δρόμο αυτό της σιωπής και της δειλίας, δεν έχει το θάρρος να αναλάβει την ευθύνη αυτών για τα οποία κατηγορείται, θα έπρεπε τουλάχιστον ο συντάκτης των προκηρύξεων θα έπρεπε να έχει το θάρρος και την συνέπεια να απολογηθεί και να πει ό,τι θέλει ή να σωπάσει αν θέλει, αλλά όχι διαβάζοντας ένα κείμενο προετοιμασμένο και γραμμένο για να μας εμφανίσει εδώ μια δεύτερη προκήρυξη. Τις κάνατε τις προκηρύξεις πριν όταν σκοτώνατε κ. Γιωτόπουλε κι όταν δίνατε εντολές!

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Σας ενοχλεί κι αυτό;! Αφήστε τα αυτά!

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Γίνεται αγόρευση για την απολογία του κατηγορούμενου πριν καν ξεκινήσει και μάλιστα από τον κ. Λυκουρέζο; Γιατί; Γιατί πριν καν ξεκινήσει ο συντάκτης των προκηρύξεων; Είναι απαράδεκτο.

(Διαλογικές συζητήσεις)

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, σε συνέχεια των όσων ανέπτυξε ο κ. Εισαγγελέας και ο συνάδελφός μου ο κ. Λυκουρέζος θέλω να υπογραμμίσω ότι αποτελεί βασική αρχή η αμεσότητα, η προφορικότητα και ταυτόχρονα πρέπει να βρούμε τη μεσαία λύση. Η μεσαία λύση είναι αυτή που βρήκε το Δικαστήριό σας. Όταν πρόκειται για λογιστικά θέματα, ή για αριθμούς, ή για εξειδικευμένα θέματα και πράξεις, τότε βεβαίως μπορεί να συμβουλεύεται.

Πέραν όμως αυτών θέλω να υπομνήσω στο Δικαστήριό σας ότι από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 274 παρ. 2 και 3 και σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 366?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Με συγχωρείτε, εμείς έχουμε πάρει απόφαση ότι δεν επιτρέπεται η ανάγνωση. Φαίνεται ότι δεν ακούει κανένας εδώ μέσα, φαίνεται ότι είναι όλοι κουφοί. Πήραμε απόφαση ότι πρέπει να επιτραπεί η χρήση σημειώσεων, όχι όμως η πλήρης ανάγνωση κειμένου. Τι να πω εγώ; Ανάγνωσε 50 λέξεις κι όχι 100; Τι να κάνω;

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Μα αυτές δεν είναι σημειώσεις, είναι κείμενο, είναι ένα νέο μανιφέστο. Αλλά πέρα από αυτό, φεύγω από αυτό το ζήτημα, σας υποβάλλω το αίτημα κύριοι Εφέτες και σας υπενθυμίζω ότι έχει πάρει θέση κι το Δικαστήριό σας κι έχει επιφυλαχθεί και ο κ. κατηγορούμενος όταν τελειώσει, υποβάλλω το αίτημα να εξεταστεί κατ’ αντιπαράσταση όπως το λέει και το άρθρο 205.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα το κάνουμε αυτό. Τι θα κάνουμε τώρα; Θα συνεχίσει η απολογία του ανθρώπου;

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Υπάρχει μια εμφανή πρόθεση διάλυσης της διαδικασίας η οποία ξεκίνησε από τον κ. Εισαγγελέα και υποβοηθάται από την Πολιτική Αγωγή με απλές ύβρεις και με μια προσπάθεια να φτιαχτούν προσχήματα για να γίνουν θέματα για λυμένα ζητήματα από το Δικαστήριό σας και μάλιστα για θέματα που οι ίδιοι της Πολιτικής Αγωγής και ο κ. Εισαγγελέας δεν αντέδρασαν όταν απολογήθηκε εδώ με γραπτό κείμενο ο κ. Σερίφης, ο κ. Παπαναστασίου κι άλλοι κατηγορούμενοι, εκεί δεν είχαν να πουν τίποτα, αλλά τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο και μόνο για λόγους εμπάθειας θέλουν να τον αποσυντονίσουν να μην μπορέσει να απολογηθεί τελικώς.

Αυτό που τους φοβίζει είναι να απολογηθεί ο κατηγορούμενος και προσπαθούν να φτιάξουν ένα κλίμα για να μην απολογηθεί ο κατηγορούμενος να ηλεκτρίσουν την ατμόσφαιρα και να πουν δεν απολογήθηκε ο κατηγορούμενος και όπως είδατε είναι συντονισμένο από το πρωί.

(Διαλογικές συζητήσεις)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας είπα, από την αρχή τον κατηγορούμενο ούτε δολοφόνο τον λένε, ούτε τον εμποδίζουν να απολογηθεί όπως αυτός θέλει. Σας παρακαλώ ό,τι λόγο έχει ας τον πει και θα το εκτιμήσει το Δικαστήριο. Δεν θα βγάλετε εσείς την απόφαση στο κάτω – κάτω, εμείς θα τη βγάλουμε! Αφήστε μας λοιπόν να κάνουμε τη δουλειά μας!

(Διαλογικές συζητήσεις)

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, τι θα γίνει;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας παρακαλώ μην απαντάτε.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μα με βρίζουν! Απολογήθηκαν όλοι και κανένας τους δεν μίλησε.

(Διαλογικές συζητήσεις)

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Όπως βλέπετε η σπάνις επιχειρημάτων οδηγεί σε αυτό το φαινόμενο που παρουσιάζεται. Δεν έχετε να πείτε τίποτα στην ουσία και προσπαθείτε να κάνετε πλάκα! Αυτό είναι το θέμα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ακούστε, κάποτε πρέπει να το πάρετε χαμπάρι όλοι. Το παιχνίδι έχει τελειώσει: θα καθίσουμε να ακούσουμε τον κατηγορούμενο, είτε σας αρέσει είτε δεν σας αρέσει, είτε σας αρέσει έτσι είτε σας αρέσει αλλιώς. Εγώ θα σεβαστώ τον κατηγορούμενο και το Δικαστήριο έχει λάβει απόφαση. Σας παρακαλώ πολύ αφήστε με να κάνω τη δουλειά μου!

Κάτι θέλει να προσθέσει ο κ. Πέτσος και τελειώσαμε.

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, όταν δόθηκε το δικαίωμα στην Πολιτική Αγωγή να εκφράσει επί του θέματος τη γνώμη της.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μα ήδη έχουμε λάβει απόφαση. Τι να πούμε τώρα; Επιτρέπουμε ή δεν επιτρέπουμε;

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Μην με διακόπτετε πέντε κουβέντες θα πω. Μολονότι διαφωνώ και με τον εκνευρισμό του κ. γιωτόπουλου και με όσα ελέχθησαν?

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Μα δεν είδατε τι είπαν;

Γ. ΠΕΤΣΟΣ: Επειδή πιστεύω ότι το Δικαστήριο αυτό το ενδιαφέρει κυρίως η ουσία της υπόθεσης, εγώ για πρώτη φορά θα διαφοροποιηθώ με την εισαγγελική πρόταση και θα πω: Αφήστε να κάνει ανάγνωση εκείνων που νομίζει ότι πρέπει να πει. Εσείς θα κρίνετε μετά, κατά πόσο αυτά είναι αληθή ή όχι. Το κατηγορητήριο αναφέρει τη συγκεκριμένη περίπτωση ότι ο κ. Γιωτόπουλος ως ηθικός αυτουργός έδωσε εντολή να εξαφανιστεί ο Πέτσος για την εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων. Έρχομαι τώρα και λέω: Αφήστε να απολογηθεί εγγράφως και να δώσει απαντήσει σε αυτά που περιμένει ο ελληνικός λαός.

Οι παραβάσεις της Δικονομίας σε αυτή την δίκη, αν θέλετε η ελαστικότητα των αποφάσεων και του τρόπου συμπεριφοράς όλων μας είναι δεδομένη. Είναι μία ιδιαιτερότητα αυτής της δίκης που στο κάτω-κάτω της γραφής έπρεπε να την σεβαστούμε όλοι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γι αυτό κ. Κουφοντίνα δεν είχε δικονομίες και δικηγόρους η 17Ν. Μόνη της αποφάσιζε, μόνη της τα έκανε. Βλέπετε εδώ τί γίνεται; Αποφασίζει το Δικαστήριο, κανένας δεν μας αφήνει να κάνουμε τη δουλειά μας. Αστεία το λέω.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Το Δικαστήριο να σεβαστεί την απόφαση που έχει πάρει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ασφαλώς. Να αφήσουμε τον άνθρωπο να απολογηθεί. Η απόφασή μας είναι – σας το επαναλαμβάνω – επιτρέπεται η χρήση σημειώσεων, όχι η πλήρης ανάγνωση γραπτού κειμένου. Όσα λοιπόν μπορείτε να τα πείτε προφορικά, εσείς είστε μορφωμένος άνθρωπος με ωραία κουλτούρα και μάλιστα γαλλική κουλτούρα.....

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: Δεν την ξέρουμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήρθαν οι μάρτυρες κι εγώ πείστηκα ότι έχει καλή κουλτούρα. Πείτε κ. Γιωτόπουλε, όσο μπορείτε πείτε απ’ έξω σας παρακαλώ.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πριν από όλα πρέπει να απαντήσω στο ερώτημα γιατί βρισκόμαστε στο εδώλιο τόσο εγώ όσο και οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι. Αν ρίξουμε μια απλή ματιά θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχει ένα κοινό στοιχείο σε όλους ή σχεδόν όλους. Δεν είναι ενταγμένοι σε επίσημους πολιτικούς οργανισμούς του συστήματος.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε με συγχωρείτε πάρα πολύ δεν είναι απολογία αυτή.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Κύριε Πρόεδρε είναι σκοπιμότητα καθαρή. Πάρτε μέτρα, εγώ δεν μπορώ να σας πω τίποτα άλλο. Αν έχετε ξαναδεί απολογία να διακόπτεται ανά μία φράση από τον Εισαγγελέα, είναι σκοπιμότητα καθαρή.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, εάν δεν μπορεί ας μην απολογηθεί.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτό θέλετε. Να με καταδικάσετε χωρίς να απολογηθώ. Αυτό θέλετε!

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Να απολογηθείτε όπως ορίζει η δικονομία, όχι διαβάζοντας μανιφέστα. Εγώ δεν μπορώ να κάνω τίποτα άλλο κ. Πρόεδρε.

Ι. ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Τα περί δικονομίας που αναφέρεται ο κ. Εισαγγελέας δεν έχουν καμία σχέση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να διακόψουμε για 5 λεπτά να συνεννοηθούμε κι εμείς. Συνεννοηθείτε κι εσείς με τον πελάτη σας.

(Διαλογικές συζητήσεις)

ΔΙΑΚΟΠΗ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Εγώ θέλω να τα ακούσω όλα και θα τα ακούσω με προσοχή. Η απόφαση είναι απόφαση. Δεν θα πείτε τίποτα, δόθηκε ο λόγος στον κατηγορούμενο.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: (Εκτός μικροφώνου)

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν είναι μανιφέστο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς τί δουλειά έχετε με τον κ. Γιωτόπουλο; Κυρία Κούρτοβικ, με έναν άνθρωπο άσχετο με την Οργάνωση τί δουλειά έχετε εσείς;

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: (Εκτός μικροφώνου)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αφήστε τον άνθρωπο. Αυτός έχει διαχωρίσει τη θέση. Είπε ότι είναι εγκλήματα αυτά που κάνατε κλπ.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: (Εκτός μικροφώνου) Ως δικηγόρος υπεράσπισης κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτός σας έχει καταδικάσει ότι είστε και εγκληματίες. Μην τον υποστηρίζετε κιόλας.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Υπάρχει ένας τρόπος με τον οποίο διεξάγεται αυτή η δίκη. Ή θα τον τηρήσετε με τον ίδιο τρόπο ως το τέλος ή αλλιώς έχουμε διαφορετική μεταχείριση κάποιων κατηγορούμενων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν νομιμοποιείστε να μιλάτε.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Νομιμοποιούμαι ως δικηγόρος που παρίσταται στα έδρανα....

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καθόλου. Έξω από δω πέρα να λέτε ό,τι σας αρέσει. Εδώ μέσα δεν δικαιούστε να τα λέτε αυτά. Δεν είστε συνήγορος. Η δίκη εδώ είναι μια ποινική δίκη. Στο δικό σας μυαλό είναι δίκη επικοινωνίας, τί ακούει ο κοσμάκης. Εδώ είναι μια ποινική δίκη. Ελάτε κ. Γιωτόπουλε.

Α. ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πριν απ’ όλα πρέπει να απαντήσω στο ερώτημα γιατί βρισκόμαστε στο εδώλιο τόσο εγώ όσο και οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι. Αν ρίξουμε μια απλή ματιά θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχει ένα κοινό στοιχείο σε όλους ή σχεδόν όλους: Δεν είναι ενταγμένοι σε επίσημους πολιτικούς οργανισμούς του συστήματος. Είναι αντισυστημικοί είτε από το αγωνιστικό παρελθόν τους, είτε από το παρόν τους.

¶λλοι όπως ο Σερίφης, ο Ψαραδέλλης και ο Γιωτόπουλος υπήρξαν αγωνιστές αντισυστημικών, αντιδικτατορικών Οργανώσεων. ¶λλοι υπήρξαν μέλη πολιτικών Οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. ¶λλοι είναι ανένταχτοι της Αριστεράς. Δεν έχουν προσχωρήσει σε κανένα πολιτικό Κόμμα του συστήματος ή αν είχαν προσχωρήσει αποχώρησαν απογοητευμένοι.

Το ίδιο αυτό κοινό στοιχείο υπάρχει σε όλους όσοι κατά καιρούς από το ΄74 μέχρι σήμερα υπήρξαν θύματα ανάλογων σκευωριών. Από την υπόθεση Σερίφη το ΄77, την υπόθεση στα Χανιά, στου Ζηρίνη, Μπουκετσίδη, Σκυφτούλη, Μπουκουβάλα, Σμυρναίο κλπ. Το ίδιο παρατηρείται και με όσους φωτογραφήθηκαν σαν αρχηγοί της 17Ν από τον Βότση, τον Καραμπελιά μέχρι τον Κοροβέση. Το κοινό αυτό κόκκινο νήμα που τους ενώνει είναι αυτό που τους καθιστά ευάλωτους εύκολα θύματα σκευωριών.

Για τους σκευωρούς η αντίθεση στο σύστημα σημαίνει ότι είναι εν δυνάμει ανατρεπτικοί επαναστάτες, τρομοκράτες ακόμη κι αν ιδιωτεύουν. Σε αυτό το χώρο ανήκει και υποκατηγορία των απογοητευμένων ανένταχτων της Αριστεράς που αριθμεί ορισμένες δεκάδες χιλιάδες και στην οποία ανήκω κι εγώ.

Γύρω στο ΄65 προσχώρησα στην ΕΔΑ ενώ ήμουν εργαζόμενος φοιτητής στο Παρίσι. Υπήρξα Αντιπρόεδρος και Γραμματέας του Συλλόγου Ελλήνων Φοιτητών στο Παρίσι ΕΠΕΣ. Ήταν η εποχή του πολέμου στο Βιετνάμ, των απελευθερωτικών Ιινημάτων του Τρίτου Κόσμου, της κουβανέζικης επανάστασης, των Ιουλιανών, των θεωρητικών αναζητήσεων του Μάη του ΄68.

Ήμασταν μαρξιστές υπέρ ενός σοσιαλισμού διαφορετικού, αντισταλινικοί χωρίς όμως να προωθούμε διμέτωπους. Απεχθανόμασταν το δογματισμό και τις ταμπέλες, ήμασταν υπέρ της ενότητας και ενάντια στις διάφορες σέκτες.

Αν αποχωρήσαμε το ΄67 από την ΕΔΑ λίγο μετά το πραξικόπημα, δεν το κάναμε γιατί θέλαμε ένα μαγαζάκι και να είμαστε αρχηγοί όπως υπαινίσσονται σήμερα διάφοροι φαιδροί συγγραφίσκοι αντιγράφοντας φακέλους ξένων Μυστικών Υπηρεσιών, αλλά γιατί είδαμε με τα μάτια μας τις δεκάδες εκατοντάδες εργάτες από τη Γερμανία και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες να είναι έτοιμοι να εγκαταλείψουν τις εργασίες τους για να κατέβουν στην Ελλάδα και να ενταχθούν στην αντίσταση κατά της Χούντας, γιατί είδαμε τους διάφορους ηγέτες της Αριστεράς να τους εμπαίζουν λέγοντάς τους ότι η Χούντα θα πέσει σε 2-3 βδομάδες γιατί ο βασιλιάς και οι στρατηγοί είναι εναντίον της.

Γιατί έπρεπε να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και δεν είχαμε καμιά εμπιστοσύνη στους πολιτικούς, που ενώ στα λόγια υποστήριζαν την αντίσταση, εγκατέλειπαν την Ελλάδα με πλαστά ή νόμιμα έγγραφα για ολιγόχρονες επαφές στο εξωτερικό -όπως έλεγαν- επέλεγαν ως τόπο μόνιμης διαμονής τις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις, ιδιωτεύοντας σε μια «χρυσή εξορία›, φλυαρώντας ακατάπαυστα περί αντίστασης, τη στιγμή που εμείς τελείως άπειροι και χωρίς καμία υλική βοήθεια, κάναμε το αντίστροφο ταξίδι. Εγκαταλείπαμε τις σπουδές μας και κατεβαίναμε παράνομα στην Ελλάδα για να οργανώσουμε αυτή την αντίσταση παίζοντας τη ζωή μας κορώνα γράμματα.

Ποτέ δεν επιχείρησα να περιαυτολογήσω για την αντιδικτατορική μου δράση. Το πασίγνωστο αηδιαστικό θέαμα της μεταπολίτευσης με τη πληθώρα των αντιστασιακών που εξαργύρωναν χωρίς αιδώ την όποια υπαρκτή ή ανύπαρκτη δράση τους με απέτρεψε από το να αναφερθώ απλά στην δική μου. Θεωρούσα την αντίσταση καθήκον μου και τίποτα περισσότερο.

Σήμερα όμως είμαι υποχρεωμένος να μιλήσω γι αυτή την δράση μου για δυο λόγους. Ο πρώτος έχει σχέση με το ψευδώνυμο που χρησιμοποίησα μέχρι σήμερα και είναι το ίδιο που χρησιμοποίησα στη διάρκεια της δικτατορίας μετά το ΄70. Ο δεύτερος είναι πιο ουσιαστικός: Αυτοί που φιλοτέχνησαν αυθαίρετα το προφίλ του αρχηγού, που έπρεπε να είναι ο Γιωτόπουλος, αγνόησαν εσκεμμένα το αντιστασιακό παρελθόν μου.

Σήμερα όμως που αυτό αποκαλύπτεται και τους χαλάει αυτό το προφίλ, προσπαθούν να το διαγράψουν, να ξαναγράφουν την ιστορία. Όχι! Ο Γιωτόπουλος Αλέξανδρος που καταδικάστηκε από το Στρατοδικείο της Θεσσαλονίκης γύρω στο ΄70 για αντιδικτατορική δράση δεν ήταν ο Γιωτόπουλος παρότι το δηλώνουν οι υπόλοιποι καταδικασθέντες. Όχι, δεν έγιναν βομβιστικές ενέργειες από την ΛΕΑ ενάντια στο Χούντα. Δεν ήταν ο Γιωτόπουλος που έβαλε τη βόμβα στην Αμερικάνικη Πρεσβεία το ΄72 παρότι το γνωρίζουν από πολλές πηγές.

Είναι αναγκασμένοι από τα πράγματα να με συκοφαντούν ανοιχτά διαγράφοντας αυτό το παρελθόν μου και τις αντιστασιακές ενέργειες για να στηρίξουν το κατασκευασμένο ψευδοπροφίλ τους. Όπως πάντα σε αυτές τις υποθέσεις πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν αυτοί οι μαθητές, οι υπάλληλοι αυτών που όχι μόνο δεν είχαν καμία αντιδικτατορική δράση αλλά υπήρξαν τα βασικά στηρίγματα, οι συνεργάτες και οι θεραπαινίδες της Χούντας, κρίνοντας εξ ιδίων σκέφτηκαν ότι αφού αυτοί που φωνασκούσαν στη μεταπολίτευση είχαν ασήμαντη ή ανύπαρκτη αντιστασιακή δράση θα είναι εύκολο να πειστούν οι νεώτεροι ότι ο σιωπηλός τότε Γιωτόπουλος δεν είχε καμία δράση.

Δεν προσπαθώ να παρουσιαστώ σαν ο μόνος αντιστασιακός. Αυτό που λέω είναι ότι υπήρξα ένας από τους λίγους αντιστασιακούς της χουντικής 7ετίας που βρίσκονταν στην Ελλάδα, οργάνωναν και συμμετείχαν σε αντιδικτατορικές δραστηριότητες και σε μια σειρά βομβιστικές ενέργειες κατά της Χούντας και των Αμερικάνων υποστηριχτών της που πέτυχε τον άθλο για την εποχή να παραμείνει ασύλληπτος, άθλος που σήμερα αποδείχθηκε μοιραίος αφού είχε σαν συνέπεια να παραμείνω άγνωστος και ανώνυμος.

Όσα θα αναφέρω περιληπτικά εδώ στηρίζονται αποκλειστικά στην μνήμη μου αφού δεν μπορώ να έχω στη διάθεσή μου τα απαραίτητα ντοκουμέντα. Συνεπώς δεν μπορεί παρά να είναι αποσπασματικά και όχι τελείως ακριβή, πράγμα που είναι φυσικό για γεγονότα που συνέβησαν πριν από 3 δεκαετίες.

Η αντιστασιακή μου δράση αναπτύχθηκε στα πλαίσια δύο οργανώσεων, του Κινήματος της 29ης Μαίου και κυρίως της ΛΕΑ. Το Κίνημα της 29ης Μαίου που ιδρύθηκε ένα μήνα μετά το πραξικόπημα στο Παρίσι δεν κατόρθωσε να πραγματοποιήσει αξιόλογες αντιστασιακές πράξεις όπως ήταν φυσικό, λόγω της απειρίας και των χτυπημάτων της Αστυνομίας στην Ελλάδα. Διαλύθηκε γύρω στο ΄69 μετά από συλλήψεις στη Θεσσαλονίκη κι ενώ είχα καταδικαστεί μαζί με άλλους από στρατοδικείο για αντιδικτατορική δράση ερήμην με το όνομα Ιατρόπουλος Αλέξανδρος φοιτητής στο Παρίσι χωρίς να έχω χρησιμοποιήσει ποτέ αυτό το όνομα. Πράγμα, που μας οδήγησε στο συμπέρασμα ότι έγινε εσκεμμένα για να μας παραπλανήσουν και ότι γνώριζαν το πραγματικό μου όνομα.

Παρόλα αυτά το Κίνημα της 29ης Μαίου υπήρξε η απαραίτητη μαγιά από την οποία αναπτύχθηκε η πολύ πιο σημαντική δράση της ΛΕΑ. Αυτή ιδρύθηκε γύρω στο ΄70. Με βάση τα διδάγματα από τα λάθη του Κινήματος της 29ης Μαίου είχε αξιόλογη δράση και μια πορεία που μπορεί να χαρακτηριστεί σαν πετυχημένη.

Στα τρία χρόνια της δράσης της είχε αντιδικτατορική δράση. Πραγματοποίησε περίπου 15 βομβιστικές επιθέσεις πετυχημένες χωρίς να συλληφθεί κανένα μέλος της, πράγμα που αποτελεί άθλο για τις συνθήκες της εποχής όταν τα πεπειραμένα στην παρανομία στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος συλλαμβάνονταν πριν προλάβουν να κάνουν οτιδήποτε. Κι ενώ είχαμε δεχθεί δύο ισχυρά αλλά τυχαία χτυπήματα. Πρώτο από τη Γαλλική Αστυνομία το ΄71 και δεύτερο από τη χουντική τον Αύγουστο του ΄73 σε μια τυχαία έκρηξη-εμπρησμό σε σπίτι μέλους της ΛΕΑ στην Αθήνα. Χτυπήματα που μας αποδιοργάνωσαν και μας πήγαν πίσω αλλά που δεν οδήγησαν σε συλλήψεις χάρις τα γρήγορα και εύστοχα μέτρα που πήραμε και στην υποδομή που είχαμε προετοιμάσει.

Από τις βομβιστικές αντιστασιακές ενέργειες της ΛΕΑ οι σημαντικότερες είναι οι εξής: το καλοκαίρι του ΄71 ενάντια στο Υπουργείο Προεδρίας της Κυβέρνησης του οποίου Υπουργός ήταν ο αδελφός του δικτάτορα και βρίσκονταν στην πλατεία Καρίτση εκεί όπου σήμερα βρίσκονται οι υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού. Η βόμβα τοποθετήθηκε στην είσοδο και έσκασε γύρω στις 02:00 τη νύχτα. Δύο βόμβες σε δύο βυτία της ESO PAPAS στον ¶γιο Ιωάννη Ρέντη το ΄71. Η βόμβα που έσκασε στην Ελληνοαμερικανική Ένωση το χειμώνα του ΄72, αυτή που έσκασε στην Τράπεζα AMERICAN EXPRESS στην οδό Ευριπίδου το χειμώνα του ΄72. Τρεις βόμβες που κατέστρεψαν ισάριθμα αυτοκίνητα σε αμερικάνικη στρατιωτική αποστολή στη Βούλα την ημέρα της άφιξης του Αντιπροέδρου των ΗΠΑ Agnew. Η βόμβα που κατέστρεψε το ΄73 το άγαλμα του Μεταξά στην Κοκκινιά και είχε καμουφλαριστεί σε δάφνινο στεφάνι που το περάσαμε στο κεφάλι του αργά το βράδυ.

Τέλος η σημαντική, η βόμβα που βάλαμε στην Αμερικάνικη Πρεσβεία τον Αύγουστο του ΄72. Βόμβα από περίπου 2,5 κιλά εκρηκτικής ύλης που είχε ωρολογιακό μηχανισμό αλλά ήταν και παγιδευμένη. Είχε κρεμαστεί από σωλήνα που βρίσκονταν μέσα από εσωτερικό τοίχο και θα έσκαγε αν κάποιος την τράβαγε για να την απενεργοποιήσει. Ειδοποιήσαμε τηλεφωνικά για όλα αυτά για να αδειάσει η Πρεσβεία και η βόμβα έσκασε γύρω στις 14:30 το μεσημέρι χωρίς θύματα.

Από το ΄69 δηλαδή 2 χρόνια μετά την πρώτη παράνομη κάθοδό μου στη Θεσσαλονίκη το Σεπτέμβρη του ΄79 είχε αρχίσει να διαρρέει σε ορισμένους κύκλους στο Παρίσι αυτό το ταξίδι μου και αναγκάστηκα για λόγους στοιχειώδους ασφάλειας να απομακρυνθώ από τα γνωστά στέκια.

Όταν πια έγινε γνωστή η καταδίκη μου σαν Ιατρόπουλος αναγκάστηκα να αποκοπώ από τους παλιούς γνωστούς μου για να μην εντοπιστώ από χουντικούς που θα έψαχναν παίρνοντας το ψευδώνυμο «Μιχάλης›.

Το καλοκαίρι του ΄71 η Γαλλική Αστυνομία ανακάλυψε τυχαία σε κάποια διαμέρισμα Γάλλου μια βαλίτσα που είχε τοποθετήσει κάποιος σύντροφος που περιείχε ένα τμήμα του αρχείου και σημαντικά έγγραφα της Οργάνωσης της ΛΕΑ. Συνέλαβε δυο συντρόφους μας τους οποίους ανέκρινε και φυλάκισε για λίγο τον έναν. Μέσα στη βαλίτσα υπήρχαν διάφορα χειρόγραφα δικά μου αλλά και ένα πλαστό διαβατήριο με την φωτογραφία μου που έδειχνε ότι είχε ταξιδέψει το χειμώνα με αυτοκίνητο στην Ελλάδα γεγονός από το οποίο συμπέραναν ότι μετέφερα υλικά. Έτσι όλη η ανάκριση περιστράφηκε γύρω από το πρόσωπό μου και γι αυτούς έγινα ο υπ’ αριθμόν 1 Έλληνας καταζητούμενος.

Υπήρχε σοβαρός κίνδυνος μετά από ενδεχόμενη σύλληψή μου ακόμη και να εκδοθώ στην Ελλάδα αφού δεν διέθετα την κάλυψη που είχαν οι δυο συλληφθέντες σύντροφοι. Έτσι από τότε έγινα Μιχάλης Οικονόμου και αραίωσα την εμφάνισή μου στα στέκια του Παρισιού. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι λίγοι Έλληνες με συνάντησαν στο Παρίσι μετά από αυτή την ημερομηνία. Μέσα στην βαλίτσα υπήρχαν και ορισμένες λεπτομερείς φωτογραφίες της τοποθεσίας δύο κρυπτών σε ερημικές περιοχές της Ελλάδας όπου είχαμε τοποθετήσει υλικά που είχαμε μεταφέρει με πολλούς κόπους και κινδύνους.

Εκτιμώντας ότι θα πέρναγε κάποιος χρόνος μέχρι να ειδοποιήσουν οι Γάλλοι αστυνομικοί τους Έλληνες αποφασίσαμε να κινηθούμε γρήγορα προσπαθώντας να σώσουμε τα υλικά και ότι όντας ο μόνος που γνώριζε και τις δύο τοποθεσίες έπρεπε να πάω το γρηγορότερο με έναν άλλο σύντροφο να τα πάρουμε. Όταν όμως φτάσαμε μετά από μερικές μέρες διαπιστώσαμε ότι ο χώρος ήταν φρεσκοσκαμμένος και οι κρύπτες άδειες. Κάποιοι μας είχαν προλάβει και είχαν πάρει τα υλικά.

Προς στιγμή μέσα στο δάσος σκεφτήκαμε ότι η χουντική Αστυνομία μας είχε παγιδεύσει και ότι σε λίγο θα μας έπιανε. Όταν φτάσαμε στο κέντρο της Αθήνας διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρχε κανένας πίσω μας και συμπεράναμε ότι αυτοί που είχαν αδειάσει τις κρύπτες δεν ήταν Έλληνες αφού τότε θα μας είχαν συλλάβει και ότι ήταν ξένοι πράκτορες και συνειδητοποιήσαμε ότι αν τυχαία πέφταμε πάνω τους μέσα στο ερημικό δάσος –πράγμα πολύ πιθανό– θα πηγαίναμε σαν το «σκυλί στ’ αμπέλι› αφού αυτοί σαν επαγγελματίες ξένοι πράκτορες παρανομούσαν σε ξένη χώρα και δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ζωντανούς μάρτυρες στις παρανομίες τους.

Τον Αύγουστο του ΄73 δεχθήκαμε το δεύτερο χτύπημα ισχυρότερο από το πρώτο. Μια απότομη άνοδος της θερμοκρασίας προκάλεσε την ανάφλεξη και έκρηξη μιας χημικής ουσίας που είχαμε αποθηκεύσει σε ένα πατάρι μονοκατοικίας, ουσία που χρησιμοποιούσαμε για την κατασκευή εκρηκτικής ύλης.

Οι δυο σύντροφοι κατόρθωσαν να φύγουν γρήγορα πριν συλληφθούν. Τους κρύψαμε σε σπίτια που διαθέταμε και στη συνέχεια πέρασαν με πλαστά διαβατήρια στο εξωτερικό. Η χουντική Αστυνομία έκανε τότε επιδρομές σε μερικές δεκάδες σπίτια φίλων τους και ανακάλυψε προκηρύξεις, τρικ, διάφορα έγγραφα της ΛΕΑ όπως και χειρόγραφα δικά μου.

Καταφέραμε και πάλι να σώσουμε τους συντρόφους μας και να μην συλληφθεί κανείς αλλά είχαμε δεχθεί ένα ισχυρό χτύπημα: Ένα τμήμα της Οργάνωσης είχε εξουδετερωθεί ενώ ορισμένοι για λόγους ασφαλείας δεν μπορούσαν να βοηθήσουν παρότι στη συνέχεια συμμετείχαν στην κατάληψη του Πολυτεχνείου σαν άτομα και ξυλοκοπήθηκαν άγρια μετά την εισβολή και τις συλλήψεις. Το χτύπημα αυτό ήταν η αιτία της αδράνειάς μας στην τελευταία φάση της δικτατορίας.

Το γεγονός λοιπόν ότι δεν έγινα γνωστός δεν ευθύνεται στο ότι η ΛΕΑ δεν είχε αξιόλογη αντιστασιακή δράση, αλλά στο ότι είχε πετύχει τον άθλο για την εποχή να μην έχει ούτε ένα συλληφθέντα παρά τα δύο ισχυρά τυχαία χτυπήματα που δέχθηκε. Πράγματι -και χωρίς να θέλω να μειώσω κανέναν αντιστασιακό- οι περισσότεροι απέκτησαν φήμη όχι τόσο από την δράση τους, αλλά από το ότι συνελήφθησαν, βασανίστηκαν, δικάστηκαν, καταδικάστηκαν σε βαριές ποινές που εξέτισαν στις φυλακές πριν προλάβουν πολλές φορές να κάνουν τίποτα ή έχοντας μια πολύ μικρή δράση.

Η επιτυχία της ΛΕΑ συνίσταται στο αντίθετο ακριβώς. Είχε σημαντική δράση χωρίς κανένα συλληφθέντα και άρα όλα τα μέλη της ήταν παντελώς άγνωστα. Αυτή η επιτυχία της ήταν και το αδύνατο σημείο της.

Κατά την διάρκεια της μεταπολίτευσης όταν η πολιτική κατάσταση ήταν ακόμη θολή, οι χουντικές δυνάμεις έλεγχαν σημαντικά τμήματα του κρατικού μηχανισμού και υπήρχαν διάφοροι κίνδυνοι πισωγυρίσματος, οι πολιτικοί που άλλαζαν σπίτι σχεδόν καθημερινά, οι αντιστασιακοί που έπαιρναν διάφορα μέτρα προφύλαξης ή οπλοφορούσαν είχαν σαν βασικό πλεονέκτημά τους ότι ήταν πασίγνωστοι και είχαν πίσω τους λαϊκές δυνάμεις και πολιτική κάλυψη από τα Κόμματά τους.

Οποιαδήποτε ενδεχόμενη απόπειρα εναντίον τους θα συναντούσε άμεση μαζική απάντηση που θα είχε πολιτικές επιπτώσεις για την δράση της. Αντίθετα εγώ που κινδύνευα εξίσου όντας άγνωστος δεν είχα καμία κάλυψη από πουθενά.

Μετά τη διάλυση της Οργάνωσης ΛΕΑ που δεν είχε πια λόγω ύπαρξης και όταν φάνηκε σύντομα ότι ο πολιτικός στόχος μας στις νέες συνθήκες, η δημιουργία ενός νόμιμου μαζικού πολιτικού φορέα που θα συνένωνε όλες τις Οργανώσεις της άκρας Αριστεράς ήταν απραγματοποίητος και ο καθένας μας πήρε τον δρόμο του η κατάσταση για μένα παρουσιάζονταν ως εξής:

Η Γαλλική Αστυνομία ήξερε ότι ήμουν ένας από τους κυριότερους ακτιβιστές της ΛΕΑ. Ήξερε ότι η ΛΕΑ είχε βάλει την βόμβα στην Αμερικάνικη Πρεσβεία το ΄72. Ήταν γνωστό ότι οι Αστυνομίες των μεγάλων χωρών ανταλλάσσουν πληροφορίες και άρα ότι οι Αμερικάνοι κάποια στιγμή θα το μάθαιναν από τους Γάλλους και ήταν σίγουρο ότι οι Αμερικάνοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα με εκδικούνταν.

Το δίλημμα ήταν: ή πήγαινα στο στρατό να κάνω τη θητεία μου όπως όφειλα με κίνδυνο να βρεθεί κάποια μέρα σε κάποιο χαντάκι θύμα τροχαίου ένας άγνωστος Γιωτόπουλος για τον οποίο δεν θα διαμαρτύρονταν κανείς ή προφύλαγα τον εαυτό μου κρατώντας προς το παρόν το ψευδώνυμό μου. Στις συνθήκες της εποχής η μόνη συνετή λύση ήταν η δεύτερη.

Προς επίρρωση αυτών θυμίζω ότι ο συγγραφέας Πέτρος Αντέος που είναι ψευδώνυμο, στο βιβλίο του: «Συμβολή στην ιστορία της ΕΠΟΝ›, έκδοση 1977 αναφέρεται στη σελίδα 86 σε ένα μέλος ενός τριμελούς ιδρυτικού πυρήνα της ΕΠΟΝ με τα αρχικά «Λ.Π› ισχυριζόμενος ότι σήμερα επιβιώνουν –το ΄77 δηλαδή– τέτοιες συνθήκες, ώστε πολλοί αγωνιστές δεν επιθυμούν την αποκάλυψη του ονόματός τους 36 ολόκληρα χρόνια μετά.

Στην ερώτηση «γιατί αργότερα δεν πήρα το πραγματικό μου όνομα› η απάντηση είναι απλή. Για τον ίδιο λόγο που ο Ζεύγος, ο Πάμπλο, ο Στήνας, ο Σάββας Μιχαήλ και δεκάδες άλλοι αγωνιστές εδώ και στο εξωτερικό είχαν κρατήσει το ψευδώνυμό τους. Αφού το έχεις χρησιμοποιήσει μερικά χρόνια γίνεσαι γνωστός με αυτό και δεν είναι εύκολο να το αποβάλεις ακόμα κι αν το θέλεις.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή