Πρέπει να πω ότι όπου αλλού η νομολογία μας βρέθηκε αντιμέτωπη με το ζήτημα αυτό έκρινε με απόλυτα πολιτικά και ιδεολογικά κριτήρια. Μάλλον ούτε καν απόλυτα πολιτικά. Έκρινε υπό καθεστώς πιέσεων, δεσμεύσεων και – με επιφύλαξη να το πω – πιθανότατα νομίζω ας πούμε και εντολών.
Η ελληνική δικαιοσύνη βρέθηκε στη περίπτωση Πόλε, πιστεύω ότι υπήρχαν εντολές. Η περίπτωση Πόλε, μιλάμε για μια περίπτωση μια περίοδο στην οποία είμαστε στο αμέσως μεταδικτατορικό κλίμα, αυτό ακριβώς το οποίο διέψευδε τους νέους της εποχής που πιστεύανε σε μια πραγματική πολιτική αλλαγή και που τους έσπρωχνε σε ακραίες επιλογές και σε ακραίους δρόμους και μονοπάτια, η περίπτωση Πόλε είναι μια τέτοια περίπτωση.
Γιατί δεν μπορώ να φανταστώ πώς αλλιώς μέσα από τον ίδιο τον ¶ρειο Πάγο θα μπορούσε να βρίσκεται η γερμανική αστυνομία να παραλάβει τον κρατούμενο και να τον οδηγήσει στο αεροδρόμιο όπου περίμενε ειδικά γι’ αυτό τον εκζητούμενο και περίμενε ειδικά γι’ αυτόν αεροπλάνο για να τον μεταφέρει κατευθείαν στην Γερμανία. Όπου λοιπόν η Ελλάδα βρέθηκε αντιμέτωπη με τους ισχυρούς μας συμμάχους, υποχώρησε και συναίνεσε, τουλάχιστον στο επίπεδο που η συναίνεση αυτή δίνεται από την ελληνική δικαιοσύνη στην έκδοση.
Είναι οι περιπτώσεις των εκδόσεων των αιτημάτων έκδοσης Ρασίντ και των σχετικών αποφάσεων που βγήκαν και είναι και οι περιπτώσεις των σχετικών αιτημάτων για τον Πόλε και των αποφάσεων που βρήκαν. Στην απόφαση Πόλε υπενθυμίζω, ιδιαίτερα στην εφετειακή, επιβεβαιώθηκε ο πολιτικός χαρακτήρας της δράσης του συγκεκριμένου ατόμου. Επιβεβαιωνόταν ήδη από την γερμανική απόφαση βάση της οποίας ζητείτο και η έκδοση.
Όπου όμως μπορούσε να αναπτύξει πρωτοβουλία, όταν βρέθηκε απέναντι στην ανεκτική ιταλική δημοκρατία στη περίπτωση Μπιάνκο είχε το θάρρος να βγει και να αρνηθεί την έκδοση. Όποτε βρέθηκε απέναντι στην αυταρχική Τουρκία, με ακόμα μεγαλύτερη ευκολία, με ακόμα λιγότερο έλεγχο των εγγράφων, με ακόμα λιγότερους ενδοιασμούς, κατηγορηματικά θα έλεγα, αρνήθηκε την έκδοση. Είναι προς τιμήν σας αυτό. Δεν το λέω με άλλη έννοια, είναι προς τιμήν σας το όποτε αρνηθήκατε την έκδοση και δεν εκδόθηκαν άνθρωποι, πρόσφυγες στην Τουρκία με βάση τα αιτήματά τους.
(Διαλογικές Συζητήσεις)
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Η Εισαγγελική αρχή για μας είναι απρόσωπη, ενιαία και αδιαίρετη. Να τοποθετηθώ λίγο στο ζήτημα, μας προβλήθηκε ότι για να μπορέσει να γίνει δεκτή αυτή η άποψη?
(Διαλογικές Συζητήσεις)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί τα αναπτύσσετε λέει ο κ. Πρόεδρος αφού δεν τα ζητάει.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Να σας πω πολύ συγκεκριμένα, θεωρώ ότι το ζήτημα των αιτίων, των αφετηριών και των σκοπών αυτής της δράσης που κρίνεται εδώ μέσα, πρέπει να το περιλάβετε και να το αποτιμήσετε στη δικαστική σας απόφαση. Δεν ζητάμε επιείκεια, δεν ζητάμε ελαφρυντικά, ζητάμε όμως να κατοχυρώσετε στη δικαστική σας απόφαση, ότι αυτή η δράση έχει πολιτικές αφετηρίες και έχει πολιτική στόχευση. Γι’ αυτό γίνεται όλη αυτή η ανάλυση.
(Διαλογικές Συζητήσεις)
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Να πω ότι είναι σαφές αυτό που λέω και αν το σκεφθείτε κιόλας παραπάνω θα καταλάβετε και γιατί το λέω. Η αποτίμηση υπό μορφή επιείκειας και ελαφρυντικών δεν μας ενδιαφέρει. Μας ενδιαφέρει όμως αυτή η απόφαση να καταγράφει αυτό που ζείτε, νιώθετε και καταλαβαίνετε, απ’ αυτή τη δίκη που κάνετε. Ότι είναι μια δίκη πολιτική, πολιτική δράση δικάζετε, αυτό το πράγμα μας ενδιαφέρει να φανεί στην απόφασή σας. Γι’ αυτό το πράγμα θέσαμε ότι θέσαμε από την αρχή της δίκης, γι’ αυτό παλεύουμε από την αρχή της δίκης θα εξακολουθήσουμε να το παλεύουμε. Αυτό το πράγμα δεν έχει συνέπειες μόνο στην ποινή κ. Δικαστές που θα επιβάλλετε, έχει συνέπεια και για άλλα πράγματα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διακόπτουμε για μισή ώρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Να συνεχίσω λοιπόν με τα ζητήματα που τέθηκαν σε σχέση με τα κίνητρα, από την πλευρά της πολιτικής αγωγής. Αναφέρθηκε πρώτα το ζήτημα της κρατούσας κοινωνικής ηθικής. Είπαν ότι δεν μπορεί, μια δράση η οποία αντιβαίνει στα κριτήρια τα κοινωνικά κριτήρια για την ηθική, σ’ αυτό που λέμε κρατούσα κοινωνική ηθική και είναι μια πολύ ωραία φράση, να θεωρείται με οποιονδήποτε τρόπο ότι συνιστά μη ταπεινά κίνητρα.
Νομίζω ότι ο ισχυρισμός αυτός πάσχει. Πάσχει πρώτον, διότι αυτό που ερευνούμε και για να ολοκληρώσω τη θέση και κυρίως η αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής που αντιβαίνει προφανώς και καταφανώς με την κρατούσα κοινωνική ηθική και με τους βαθύτερους ανθρώπους νόμους, δεν μπορεί να θεωρηθεί με οποιονδήποτε τρόπο ότι μπορεί να έχει μη ταπεινά, να έχει ευγενείς αφετηρίες ή να έχει ευγενείς σκοπούς. Νομίζω ότι είναι μια λάθος προσέγγιση. Είναι μια λάθος προσέγγιση γιατί καταρχήν όταν μιλάμε για τα αίτια της πράξης, αφετηρίας και σκοπούς, δεν μιλάμε για την ίδια την πράξη.
Μιλάμε για κάτι διαφορετικό. Η ίδια η πράξη είναι πάντοτε ένα έγκλημα. Όταν φθάνουμε σε ένα δικαστήριο να τεθεί για την αξιολόγηση της ποινικής δράσης το ζήτημα των κινήτρων, έχουμε πάντα διάπραξη ενός εγκλήματος. Επομένως η κρατούσα κοινωνική ηθική, πρέπει να ερευνηθεί όχι ως προς το έγκλημα, την πράξη αυτή καθεαυτή, η πράξη αυτή καθεαυτή είναι πάντα μια πράξη που ενέχει ποινική απαξία και εφόσον ενέχει ποινική απαξία, αντιτίθεται και ενέχει και κοινωνική απαξία, αντιτίθεται και στα κριτήρια της κοινωνίας ως προς την πράξη. Είναι ένα άλλο ζήτημα το να ερευνήσουμε τις αφετηρίες και τους σκοπούς.
Το δεύτερο πράγμα είναι ότι αυτό που λέμε καθολικό αίσθημα περί ηθικής είναι ένα πλάσμα, ένα ιδεολόγημα. Διότι οι ηθικές αξίες δεν είναι καθολικές, δεν είναι καθολικά τα κριτήρια περί ηθικής. Η ηθική είναι ένα ζήτημα ιδεολογικό, η κρατούσα κοινωνική ηθική είναι αυτή που επιβάλλει η κρατούσα ιδεολογία, η κυρίαρχη ιδεολογία και δεν συμπίπτει πάντα μ’ αυτό που αποτελεί ηθικό για τις τάξεις των μη εχόντων, μη κατεχόντων, μη διοικούντων και μη κυβερνώντων.
Αυτό μπορούμε να το δούμε στο τρόπο με τον οποίο εφαρμόζει η κοινωνία, αυτό διαφέρει μάλλον, είναι αισθητό όταν κοιτάξουμε τον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται τα ίδια ζητήματα, την ίδια στιγμή σε όμοιες κοινωνίες, να μην συγκρίνουμε την δική μας κοινωνία με την κοινωνία του Αφγανιστάν, μπορούμε όμως να συγκρίνουμε την δική μας κοινωνία με την κοινωνία των άλλων βιομηχανικών και μεταβιομηχανικών κρατών, μπορούμε να το δούμε και συγκρίνοντας σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους, αντίστοιχων όμως καταστάσεων.
Ας έρθουμε ας πούμε σε εκείνο που είχα αναφέρει στην αρχή, το παράδειγμα του πιλότου της Σερβίας. Ένας πιλότος της Σερβίας, δεν ήταν ο αιχμάλωτος αμερικανός πιλότος της Σερβίας που είχε βομβαρδίσει την αυτοκινητοπομπή με τους πρόσφυγες ήταν ένας άλλος πιλότος. Ο πιλότος αυτός βομβάρδισε μια αυτοκινητοπομπή με αμάχους που κατέφυγαν στην Αλβανία, δεν θυμάμαι ακριβώς προς τα πού κατευθυνόταν με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δεκάδες άμαχοι, κοντά στους 80 νομίζω ήταν, ένας μεγάλος αριθμός.
Αυτός ο πιλότος γυρίζοντας στη χώρα του, πρέπει να αντιμετωπιστεί, αντιμετωπίστηκε φαντάζομαι σαν ήρωας. Και πρέπει να αντιμετωπιστεί, αν όχι σαν ήρωας, σαν ένας έντιμος και καλός στρατιώτης που εκτέλεσε σαν τέτοιος το καθήκον του, υπάκουσε στις εντολές.
Αν όμως ενδιάμεσα υπάρχει μια μεταστροφή του κλίματος στην Αμερική, αντίστοιχη ας πούμε μ’ αυτή που υπάρχει σήμερα και στην Αμερική, αλλά κυρίως στην Αγγλία. Έχουμε έναν πληθυσμό ο οποίος υπερασπίζεται την υπόθεση ενός επεμβατικού πολέμου, και στη συνέχεια διαπιστώνει ότι οι αιτίες πάνω στις οποίες δομήθηκε η συναίνεσή του, είναι λανθασμένες, είναι ψευδείς.
Και αρχίζει να μεταστρέφεται εναντίον της κυβέρνησης. Αν λοιπόν ο πιλότος αυτός γυρίσει στη χώρα του, όταν γυρίσει στη χώρα του, έχει υπάρξει μια τέτοια μεταστροφή, ο πιλότος αυτός δεν θ’ αντιμετωπιστεί σαν ήρωας και κανονικά θα πρέπει να δικαστεί. Αν ο πιλότος αυτός την ώρα που έπαιρνε την εντολή για να βομβαρδίσει τους άμαχους αντιστεκόταν και έλεγε, όπως αντιστάθηκε αν θυμάμαι τότε και είπε, μα αυτοί είναι άμαχοι που κινούνται από κάτω δεν είναι στόχος, τότε γυρίζοντας στη χώρα του θα έπρεπε να δικαστεί και θα είχε την απαξίωση της κοινωνίας γιατί έκανε κάτι που ήταν αντίθετο με τις αξίες, τα συμφέροντα της Αμερικής, της χώρας του, της οποιασδήποτε χώρας του.
Αν όμως γύριζε στη χώρα του όταν θα είχε υπάρξει αυτή η μεταστροφή και τυχόν από τη θέση του εκεί είχε πει ότι εγώ δεν βομβαρδίζω, εγώ δεν χτυπάω, αυτοί είναι άμαχοι, τότε γυρίζοντας στη χώρα του θα ήταν ένας ήρωας. Τα κριτήρια λοιπόν για την ηθική δεν είναι όμοια στην ίδια κοινωνία την ίδια στιγμή. Πόσο μάλλον όταν πάμε σε διαφορετικές τάξεις, σε διαφορετικά κοινωνικά στρώματα.
Τις ίδιες παρατηρήσεις για τα ζητήματα της ηθικής, θα είχα να κάνω σε σχέση μ ’ αυτό που τίθεται το ζήτημα της ζωής του σεβασμού της ανθρώπινης ζωής, ακριβώς το ζήτημα των κινήτρων είναι αυτό που λέμε, δεν αφορά την ίδια την πράξη, η κορυφαία πράξη παραβίασης των ανθρώπινων και των θείων νόμων είναι η στέρηση της ανθρώπινης ζωής. Όμως στην αξιολόγηση και δεν μιλάμε για την αποτίμηση αυτού καθεαυτού του γεγονότος από πολιτική πλευρά, όπως συζητάγαμε πριν, όμως στο σύνολο των επιχειρημάτων εκείνων, τα οποία σας εξέθεσα, ισχύουν και εφαρμόζονται και σ’ αυτή τη περίπτωση, σ’ ότι αφορά τις αφετηρίες και τα κίνητρα, που θεμελιώνουν , που δίνουν μάλλον μια διάσταση διαφορετική στην ανθρωποκτονία που γίνεται για πολιτικούς λόγους και από πολιτικά κίνητρα, πολιτικές αφετηρίες, σε σχέση με αυτή που γίνεται από μίσος, εμπάθεια, φθόνο, για λόγους χρηματισμού σε εκτέλεση συμβολαίων, στα πλαίσια εκκαθάρισης λογαριασμών κλπ.
Με τα ίδια όλα επιχειρήματα εκείνα, νομίζω ότι πρέπει να κριθούν τα στοιχεία αυτά τα οποία αντιφάσκουν, ανατρέπουν τη λογική, περί μιας καθολικής ηθικής αξίας που δεν επιδέχεται σε καμιά περίπτωση αμφισβήτηση.
Αντιτάχθηκε επίσης στο ζήτημα των κινήτρων, αναφέρθηκε και ένα άλλο επιχείρημα. Το ζήτημα της αναλογικότητας, αν η δράση είναι ανάλογη με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Θα έλεγα βεβαίως ότι και σ’ αυτή τη περίπτωση η αναλογικότητα της δράσης είναι ένα κριτήριο πολιτικό. Λέμε ότι το δίκαιό μας αναγνωρίζει και δικαιολογεί την τυραννοκτονία ποιος όμως αποφασίζει ποιος είναι τύραννος; Και με ποια κριτήρια θα αποφασίσει ποιος είναι ο τύραννος;
Γιατί αυτοί που στηρίζουν τον τύραννο έχουν διαφορετική άποψη απ’ αυτούς που είναι εναντίον του. Ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι προέκυψαν από εκλογές. Αν κάποιος τους εκτελούσε θα έκανε τυραννοκτονία; Ο έλληνας δικτάτορας ο Γ. Παπαδόπουλος είχε διεξαγάγει εκλογές, αν κάποιος μετά απ’ αυτό, επιχειρούσε να τον χτυπήσει, να τον εκτελέσει, θα ήταν αυτό νόμιμο και ποιος θ’ αποφάσιζε για το πώς; Τι είναι αυτό με το οποίο κρίνεται; Είναι πολιτικά τα κριτήρια με τα οποία κρίνεται το εάν αυτός είναι ο τύραννος και αν αυτός πρέπει να τεθεί εκ ποδών. Θα μπορούσε αντίστοιχα να μεταφέρει αυτή την υπόθεση κάποιος, στις περιπτώσεις εκείνες που έχουμε ηγέτες χωρών, λαών, κοινωνιών, οι οποίοι δεν εκλέγονται αλλά έχουν παρόλα αυτά αποδοχή.
Θα μου πείτε το κριτήριο είναι η κοινωνική αποδοχή. Όταν δεν υπάρχει η διαδικασία της κρίσης όμως της λαϊκής, πώς, πού στηρίζεται; Γιατί όλοι οι μακρόχρονης παρουσίας στην εξουσία ηγέτες, που δεν καταφεύγουν στη διαδικασία των εκλογών, θεωρούν ότι έχουν τη λαϊκή αποδοχή.
Θα έλεγα ότι σ’ αυτό το σημείο βεβαίως αξίζει να θυμηθούμε και αυτό το παράδειγμα που ανέφερα προηγούμενα. Είναι προσβολή των νόμων του Θεού η ανθρωποκτονία, οι ιερείς όμως, οι εκπρόσωποι του Θεού επί της γης, ευλογούν αυτούς που πάνε να σκοτώσουν. Και όχι μόνο, έχουμε παραδείγματα στην ιστορία που οι ιερείς στρατεύθηκαν μαζί μ’ αυτούς που θα έθεταν, που θα απειλούσαν την ανθρώπινη ζωή. Στην ελληνική κατοχή, στα αντάρτικα της Λ. Αμερικής, η περίφημη θεολογία της απελευθέρωσης, σε άλλα σημεία, σε άλλες στιγμές του κόσμου, οι έλληνες και οι έλληνες παπάδες ο κλήρος ο χαμηλός και ο αντίστοιχος κλήρος εκεί στις χώρες στη Λ. Αμερική, στρατεύθηκε πήρε το όπλο μαζί με τους αντάρτες και ανέβηκαν στο βουνό.
Είναι αυτό μια διαφορετική αξιολόγηση, μια διαφορετική προσέγγιση των ζητημάτων που τίθενται ενώπιόν σας. Και να έρθω σε ένα δικό μας παράδειγμα, την έκρηξη στο Σύνταγμα. Η έκρηξη στο Σύνταγμα που οδήγησε στον άδικο χαμό ενός νέου παιδιού και στον τραυματισμό κάποιων ανθρώπων, και πράγματι πρέπει να πω ότι και εμένα με άγγιξε η περίπτωση του κ. Κήλη που είχε χάσει το μάτι του και με άγγιξε και η αξιοπρέπειά του με την οποία στέκεται, η αξιοπρέπεια με την οποία στάθηκε απέναντι στην υπόθεση, απέναντι στο γεγονός.
Πράγματι υπάρχει μια τραγική αναντιστοιχία. Όμως αναντιστοιχία υπάρχει και στις περιπτώσεις εκείνες όπου πλήττεται αυτό που λέμε οριζόντια τρομοκρατία, που πλήττεται ένας αόριστος αριθμός θυμάτων από μια ενέργεια. Η 17Ν δεν έχει κάνει ποτέ μια πράξη τέτοια. Ποτέ δεν έχει κάνει μια ενέργεια που μπορεί, όπως προκύπτει από το κατηγορητήριο τουλάχιστον, όπου μπορεί να είχε αόριστο αριθμό θυμάτων.
Παρόλα αυτά η ιστορία μας μετράει τέτοιες πράξεις, τις οποίες κατέγραψε με εντελώς διαφορετικά κριτήρια, αντιμετώπισε με εντελώς διαφορετικά κριτήρια και τις θεώρησε αντίστοιχες με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Η σφαγή της Τριπολιτσάς, για να πάω σε ένα μακρινό και πολύ ηχηρό παράδειγμα, υπήρχε και μια πρόσφατη αναφορά, υπήρχε και μια πρόσφατη έκδοση πάνω σ’ αυτό, στη σφαγή της Τριπολιτσάς, δεν χτυπήθηκαν, δεν σφαχτήκανε μόνο οι τούρκοι ένοπλοι, σφάχτηκε ο άμαχος πληθυσμός της πόλης., τα γυναικόπαιδα των τούρκων της πόλης.
Αλλά δεν σφάχτηκαν μόνο οι τούρκοι της πόλης, σφάχτηκαν και οι εβραίοι της πόλης. Εξαφανίστηκε η εβραϊκή κοινότητα της Τριπολιτσάς με την είσοδο των Ελλήνων. Ήταν αντίστοιχο αυτό το έγκλημα; Ήταν εντελώς αναντίστοιχο μ’ αυτό που επιδιωκόταν. Η ιστορία όμως δεν απονομιμοποίησε τους επαναστάτες γι’ αυτό. Η ίδια ακριβώς περίπτωση είναι και η ανακοίνωση που έγινε στην ΕΣΠΟ για την οποία σας μίλησε προηγούμενα. Έχουμε εκεί μια κλασική πράξη οριζόντιας τρομοκρατίας. Αναντίστοιχη είναι. Δεν θα φεύγανε οι γερμανοί επειδή τινάχτηκε η ΕΣΠΟ, δεν θα σταμάταγε η λειτουργία της απέναντι στους έλληνες. Θα πήγαινε να στηθεί εκατό μέτρα παραπέρα.
Αυτό δεν απονομιμοποίησε όμως τους ανθρώπους που ηρωικά έκαναν αντίσταση, τους νομιμοποίησε η ιστορία. Αντίστοιχα, θα μπορούσαμε να πάμε στη περίοδο της δικτατορίας. Οι βόμβες που μπήκανε στην περίοδο της δικτατορίας είναι πράξεις που είναι είπατε πολλές φορές ότι εμείς είμαστε οι παράνομοι, πολλές, μια φορά το είπατε, αλλά πολλές φορές κάνατε αναφορές. Είπατε εμείς ήμασταν οι παράνομοι τότε, όχι εσείς, που βάζατε τις βόμβες, οι βόμβες όμως στην δικτατορία σκοτώσανε ανθρώπους. Και δεν σκοτώσανε ένστολους, δεν σκοτώσανε εκπροσώπους κάποιας τάξης, κάποιου, σκοτώσανε απλούς ανθρώπους περαστικούς.
Τα ίδια πράγματα θα μπορούσαμε να τα δούμε, είναι διαφορετικές βέβαια οι κοινωνικές συνθήκες, στη περίπτωση των Παλαιστίνιων καμικάζι των βομβών αυτοκτονίας. Βόμβες αυτοθυσίας τις αποκαλούν οι ίδιοι. Και είναι ήρωες αυτοί που το κάνουν. Και η οικογένειά τους τιμάται σαν οικογένεια ηρώων. Και έχουν παρασύρει στο θάνατο ανήλικα παιδιά, μωρά παιδιά και έχουν ακρωτηριάσει ανθρώπους. Και εμείς όμως και η δική μας πραγματικότητα, δεν θα τολμούσε ποτέ να απονομιμοποιήσει τον αγώνα του Παλαιστινιακού λαού, επειδή είναι αναγκασμένος να καταφεύγει σε τέτοιες μεθόδους για να υπερασπιστεί τη γη του.
Θα έρθω σε μια άλλη κατηγορία σε ένα άλλο ζήτημα που τέθηκε, σε σχέση με τα κίνητρα, σε σχέση με την ποιότητα της δράσης. Είναι αυτό που ο κ. Αναγνωστόπουλος έβαλε, το ζήτημα της ενέδρας, της υπουλίας μας είπε πολλές φορές. Ακούστηκε πολλές φορές ο ηρωισμός σ’ αυτή την αίθουσα και ήταν εμφανές ότι πολλοί έχουμε στερεότυπα. Αναρωτιέμαι, για να πάρω κιόλας και την φράση του είπε ότι σκοτώνανε, δεν κοίταζαν στα μάτια το θύμα τους. Δεν θέλω να νομιμοποιήσω τις ενέργειες και το ξαναλέω, δεν θέλω να τις κρίνω, δεν μου αντιστοιχεί να τις κρίνω. Αλλά υπάρχει ένα ζήτημα. Αυτοί που βομβαρδίζουν άμαχους τους κοιτάζουν στα μάτια; Αυτοί που σκοτώνουν τους Ιρακινούς αιχμάλωτους δεμένους πισθάγκωνα στη γη τους κοιτάνε στα μάτια; Ή μήπως κοιτάνε και αν τους κοιτάνε στα μάτια, έχει καμιά διαφορά όταν αυτοί που σκοτώνονται είναι άοπλοι, γυμνοί, ξυπόλυτοι και αυτός που σκοτώνει είναι πάνοπλος; Τι σημασία, τι έννοια έχει η επίκληση της υπουλίας και η αναφορά στην ενέδρα για να αποτιμήσουμε ηθικά μια τέτοια πράξη. Ο θάνατος είναι θάνατος, είναι πάντα πολύ σκληρός.
Αν δηλαδή γινόντουσαν μονομαχίες σήμερα, θα τις τιμούσαμε, ως χώρα, ως δίκαιο, ως κοινωνία, επειδή θα γινόντουσαν κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον στα μάτια;
Ή μήπως κοίταζαν οι αντάρτες μας τους γερμανούς στο πρόσωπο, όταν έκαναν τις ενέργειες που έκαναν; Ή μήπως κοίταζε ο Παναγούλης τον δικτάτορα όταν πάτησε το κουμπί; Και θα μπορούσε κανείς να αναφέρει δεκάδες τέτοια παραδείγματα. Νομίζω ότι αυτό το επιχείρημα κάνει μια αναφορά, αυτός ο χαρακτηρισμός ενέχει μια αναφορά σε ένα επιχείρημα, σε μια ισότητα των όπλων που πρέπει να παράσχει στον αντίπαλο, έχει στο μυαλό του προφανώς ο συνάδελφος την μονομαχία, την ισότητα των δυνατοτήτων που πρέπει να παράσχεις στον αντίπαλο όταν πρόκειται να τον αντιμετωπίσεις.
Την ισότητα των δυνατοτήτων ανάμεσα στον επιτιθέμενο και τον δεχόμενο την επίθεση. Προϋποθέτει όμως μια πραγματική δυνατότητα ισότητας των όπλων. Ο τρόπος δράσης, όλων αυτών των κινημάτων που καταγράφονται στην ιστορία, σαν κινημάτων που χρησιμοποίησαν μαζική ή μειοψηφική βία, για να επιδιώξουν τους σκοπούς τους, σκοπούς πολιτικούς πάντα, μιλάμε πάντα για την πολιτική δράση με τους όρους που σας εξέθεσα προηγούμενα, για όλα αυτά τα κινήματα υπήρχε ένα δεδομένο. Δεν υπήρχε καμιά περίπτωση σε κανένα επίπεδο, να υπάρχει ισότητα των όπλων, ανάμεσα στον εχθρό που αντιμετώπιζαν και ανάμεσα στα μέσα που μπορούσαν οι ίδιοι να χρησιμοποιήσουν.
Τι ισότητα μπορεί να υπάρχει ανάμεσα σε ένα πάνοπλο στρατό και ανάμεσα σε ένα αντάρτικο; Σε ένα αντάρτικο ξυπόλυτων που παίρνουν κάποιο καριοφίλι και βγαίνουν στο βουνό; Η ηθική που ζητάει απ’ αυτούς να αντιμετωπίσουν σαν ίσος προς ίσο τον εχθρό τους είναι η ηθική του αντίπαλου. Είναι η ηθική που απαιτεί να σταθούν απέναντί του για να τους συντρίψει. Δεν υπάρχει ισότητα, δεν υπάρχει περίπτωση στην ένοπλη σύγκρουση αυτού του τύπου να υπάρχει οποιαδήποτε δίκαιη αντιπαράθεση των δύο δυνάμεων που αντιπαρατίθενται.
Θέλω να προσθέσω δυο πράγματα σ’ αυτό για να το κλείνω. Ότι η ιστορία του γυμνασίου μας κ. Δικαστές είναι γεμάτη από ενέδρες που στήσανε οι ήρωες της ιστορίας μας ενάντια στους εχθρούς τους, νικηφόρες ενέργειες, νικηφόρες πράξεις που καταγράφτηκαν σαν πράξεις αυτό που είπα, ηρωικές. Να πω ακόμα ότι, το ίδιο το δίκαιο του πολέμου είναι ένα δίκαιο ένα δίκαιο συμβάσεων, που ρυθμίζει τους όρους υπό τους οποίους διεξάγονταν οι πόλεμοι. Είναι ένα δίκαιο το οποίο, ανέτρεξα στην παγκόσμια εγκυκλοπαίδεια και βρήκα μια ενδιαφέρουσα αναφορά, είναι ένα δίκαιο που σήμερα καταπατείται κυνικά όταν ο αντίπαλος δεν είναι ισότιμος. Οι συμβάσεις, οι διεθνείς συνθήκες του πολέμου, εφαρμόζονται μόνο όταν αντιπαρατίθενται ισότιμα περίπου κράτη. Όταν αυτά δεν είναι ισότιμα, οι συμβάσεις αυτές καταπατούνται. Δεν λογοδοτούμε στους Ιρακινούς αν συγκρουστούμε με μια ισότιμη δύναμη λογοδοτούμε, εκεί υπάρχουν και δικαστήρια, υπάρχουν και άλλα πράγματα. Σε λαούς όμως οι οποίοι δεν είναι ισότιμοι, δεν λογοδοτούμε.
Και σύμφωνα με τις θεωρίες του πολέμου αυτή ήταν η αναφορά στην παγκόσμια εγκυκλοπαίδεια, σύμφωνα με τις θεωρίες των θεωρητικών του πολέμου, η παραβίαση των αρχών του πολέμου, αν οδηγεί σε γρήγορα αποτελέσματα, είναι θεμιτή, είναι νόμιμη κατά την ηθική των νικητών και αν η ασύμμετρη καταστροφή επιφέρει την ταχύτερη επίτευξη των αποτελεσμάτων, το ίδιο.
Να προχωρήσω και να κλείσω: Υπάρχει ένα στοιχείο που κάνει τον άνθρωπο να κάνει το πανί σημαία: είναι το δέον, είναι η ιδέα που κινεί την ιστορία. Μία μάρτυρας που πέρασε από αυτή την αίθουσα, μία μάρτυρας, όταν τη ρωτήσατε για τον Δημήτρη Κουφοντίνα, είπε ότι είναι ο καλύτερος άνθρωπος στον κόσμο και ένας άλλος μάρτυρας όταν τον ρωτήσατε σας είπε περίπου το ίδιο και πρόσθεσε κάτι: είπε ότι μόνο ένας άνθρωπος σαν κι αυτόν θα μπορούσε να είναι στη 17Ν. Σε εξέπληξε, σας προκάλεσε, ήταν δεδομένο.
Ωστόσο είναι μια διατύπωση που θα άξιζε τον κόπο να προσεγγίσετε. Πολλές φορές στη διάρκεια της διαδικασίας νιώσαμε ότι υπήρχε μια επικοινωνία ανάμεσα σε εσάς και στον κατηγορούμενο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Με ποιον;
Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Με όλους κ. Πρόεδρε.
Στους διαλόγους εκείνους τους πολύ ενδιαφέροντες ανάμεσα στον Έκο και στον καρδινάλιο Μαρτίνι στους οποίους με παραπέμψατε, συζητώντας καταρχήν ο λαϊκός με την έννοια της σχέση με το θείο Έκο και ο καρδινάλιος Μαρτίνι, αντιπαρατίθενται στα ζητήματα της ηθικής. Σε κάποιο σημείο λοιπόν ο Έκο παραθέτει μία φράση που κάποιους του είπε, μιλούσε λέει με ενθουσιασμό για τον Πάπα Ιωάννη και κάποια στιγμή είπε: «Ο Πάπας Ιωάννης πρέπει να είναι άθεος γιατί μόνο ένας άθεος μπορεί να αγαπά τόσο πολύ τους ανθρώπους›.
Ο Έκο και ο Μαρτίνι, έχουν την ίδια άποψη για τον κόσμο, ξεκινώντας από διαφορετικές αφετηρίες και από διαφορετικές διαδρομές, αποβλέπουν στον ίδιο σκοπό, ο τελικός σκοπός είναι η αγάπη του ανθρώπου, είναι ο δικαιότερος κόσμος λέω εγώ. Ο κατηγορούμενος κι εμείς όλοι, όσοι άλλοι βρισκόμαστε σ’ αυτή την αίθουσα, ξεκινώντας κι εμείς από διαφορετικές αφετηρίες και από διαφορετικές διαδρομές, έχουμε το ίδιο δέον, αυτόν τον δικαιότερο κόσμο. Γι αυτόν τον δικαιότερο κόσμο ο κατηγορούμενος βρίσκεται εκεί που βρίσκεται. Γι αυτό το δέον στο οποίο πιστεύει. Γι αυτό το δέον στο οποίο πιστεύετε κι εσείς, θα τον καταδικάσετε.
Θα ήθελα να σας διαβάσω –θα μου επιτρέψετε, τελειώνω έτσι κι αλλιώς- ένα κομμάτι από την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ στις 6/8/2003, ένα κομμάτι του καθηγητή Κώστα Μπέη. Έχει τον τίτλο «Τραγωδία σε θολό τοπίο, προβληματισμοί από τη διαδικασία του Κορυδαλλού›:
«Έχει άραγε περιθώρια ηθικής δικαίωσης η παρορμητική καταφυγή στο έγκλημα, στο φόνο, του ανθρώπου που νιώθει να τον συνθλίβουν η κοινωνική αδικία και η αναξιοπιστία της λειτουργίας αρκετών πολιτειακών θέσεων; Φυσικά για το θετικό δίκαιο ο φόνος είναι έγκλημα και διώκεται και τιμωρείται. Όμως σ’ ένα επίπεδο ηθικής φιλοσοφίας το ερώτημα μένει μετέωρο. Ο σεβασμός της ανθρώπινης ζωής συνιστά αξία με απόλυτη ή μόνο με σχετική δεσμευτικότητα;
Η παράσπονδη σφαγή των άμαχων γυναικόπαιδων αμέσως μετά τη συμφωνημένη παράδοση της Τριπολιτσάς το 1821, ήταν ένα άγριο έγκλημα, συνιστούσαν όμως εγκλήματα και οι φονικές μάχες των απελπισμένων αγωνιστών του ’21 που είχαν ξεσηκωθεί ενάντια στον ξένο δυνάστη; Υποθέτω ότι δύσκολα μπορεί να υποστηριχθεί καταφατική εκδοχή, έτσι όμως ο προβληματισμός οξύνεται όταν καλείται να απαντήσει στην παρατήρηση ότι για τη μαχητική Αριστερά, ο ηθικά δικαιωμένος φονικός αγώνας, δεν περιορίζεται μόνο στα πεδία των πολεμικών συγκρούσεων αντίπαλων κρατών αλλά έχει εξίσου τη θέση του και στις περιπτώσεις του αίματος και της δυστυχίας που αφήνει πίσω στο βάναυσο διάβα της η αναλγησία του κρατούντος συστήματος κοινωνικής συμβίωσης.
Είναι ο σεβασμός της ζωής του άλλου απόλυτη αξία ακόμα και αν η αφαίρεση της ζωής του άλλου είναι ο μοναδικός τρόπος για να διαφυλαχτούν άλλα αγαθά; Ένα ακραίο παράδειγμα αυτού του προβληματισμού θα μπορούσε να είναι το ακόλουθο: γύρω από ένα τραπέζι είναι συγκεντρωμένοι ο πατέρας και τα 4 από τα 5 παιδιά του. Ξαφνικά εισβάλλει το πέμπτο παιδί σε κατάσταση παροξυσμού κρατώντας φονικό όπλο, έτοιμο να σκοτώσει τα αδέρφια του. Ο πατέρας συνειδητοποιεί πως μόνο σκοτώνοντας το παρανοϊκό παιδί μπορεί να διασώσει τα άλλα. Δικαιούται ηθικά να βγάλει το πιστόλι και να σκοτώσει τον εξαγριωμένο γιο;
Έχω την εντύπωση ότι όσοι θα ένιωθαν ώριμοι να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα, δεν θα έδιναν ομόφωνη απάντηση, διαψεύδοντας έτσι την εκδοχή ότι ο σεβασμός της ανθρώπινης ζωής έχει τον χαρακτήρα απόλυτης ηθικής αξίας. Πίεσα τον εαυτό μου να πάρει θέση και κατέληξα πως σε μία τέτοια τραγική στιγμή, θα σκότωνα το επικίνδυνο παιδί μου και αμέσως μετά θά αφαιρούσα και τη δική μου ζωή. Ο κόσμος των δικών μου ηθικών αξιών, δεν θα μου άφηνε περιθώρια. Θέλω με αυτό να πω ότι ναι μεν υπάρχουν ακραίες περιπτώσεις κατά τις οποίες ηθικώς δικαιολογείται η αφαίρεση της ζωής, υπάρχουν όμως και περαιτέρω τραγικές κυρώσεις και για τον δράστη›.
Όταν η μητέρα Αξαρλιάν κατέθετε εδώ μέσα, ο κατηγορούμενος σηκώθηκε και ζήτησε συγνώμη με συντριβή. Δήλωσε και μέσα στην απολογία του και με όλη του τη στάση εδώ μέσα ότι αυτοί οι κώδικες, αυτές οι αξίες που είναι για εμάς ιερές, είναι και γι αυτόν ιερές. Αν όμως νιώθει ότι οφείλει να καταφύγει σ’ αυτή τη δράση για τις ανάγκες των κοινωνικών αγώνων, αν νιώθει ότι πρέπει να καταφύγει σε αυτή τη δράση, οφείλει να το κάνει και θα το κάνει. Οφείλει να το κάνει κι έτσι το έκανε.
Πριν 13 μήνες ο Δημήτρης Κουφοντίνας παραδόθηκε και δήλωσε ότι αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη για τη δράση του σαν μέλος της 17Ν, δήλωσε ότι αποδέχεται τον πολιτικό και ιδεολογικό της λόγο, δήλωσε την αλληλεγγύη του σε όλους αυτούς που κρατούνταν, παρασυρμένοι από τη θύελλα αυτή που παρέσυρε αθώους και ένοχους το προηγούμενο καλοκαίρι.
Δεν διεκδίκησε τίποτα, δεν άσκησε κανένα δικαίωμα, δεν υπέβαλλα κανένα αίτημα. Αντιμετωπίζει το βαρύτερο κατηγορητήριο που είδε το φως από την εποχή του εμφύλιου μέχρι σήμερα. Χτυπήθηκε με κακία, τα βέλη του μίσους στράφηκαν ενάντια και σε ό,τι τον άγγιζε, στράφηκαν ενάντια στη σύντροφο και στο παιδί του. Η απολογία του αντιμετωπίστηκε σαν μανιφέστο. Η σπονδή στον Παλαμά παρέσυρε και τον Παλαμά στη δίνη του μίσους και της ανοησίας.
Λογοδοτεί φυσικά για τη δράση του, λογοδοτεί στην κοινωνία, λογοδοτεί σ’ αυτούς που παλεύοντας στα ίδια οράματα, θύμωσαν μαζί τους, αγανάκτησαν μαζί τους, τους κάλεσαν να σταματήσουν. Λογοδοτεί σ’ αυτούς που πόνεσαν απ’ τη δράση τους, στις οικογένειες που βύθισαν στη θλίψη, πολλές φορές μάλιστα χωρίς να το θέλουν, σ’ αυτούς που έγιναν στόχος της δράσης τους. Είχε βαρύτατες συνέπειες η δράση τους, είχε βαρύτατες διαστάσεις ποινικές.
Βάλτε όμως το χέρι στην καρδιά και σκεφτείτε: Μπορείτε να δικάσετε αυτόν τον άνθρωπο σύμφωνα μ’ αυτό που νιώθετε γι αυτόν; Μπορείτε να δικάσετε αυτόν τον άνθρωπο σύμφωνα με αυτό που σκέφτεστε γι αυτόν; Μπορείτε να σταθμίσετε σ’ αυτή την αίθουσα τις πολλές και αντικρουόμενες αλήθειες που απλώθηκαν μπροστά σας; Η ιστορία λέει ο Ντεμπρέ, έχει διαφορετικά κριτήρια για το δίκαιο και το άδικο. Είναι λοιπόν οι δυνάμεις του κακού οι κατηγορούμενοι;
Κύριοι Δικαστές, είναι μπροστά σας η 17Ν, είναι μπροστά σας ο Δημήτρης Κουφοντίνας. Δικάστε τον.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευχαριστούμε πάρα πολύ την κα Κούρτοβικ. Έχει τον λόγο ο κ. Καρύδης.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Θα ήθελα κύριε Πρόεδρε να έχω μια ενιαία τοποθέτηση, να μη διακοπώ. Ζητώ να αρχίσω αύριο την αγόρευσή μου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ προσωπικά το αρνούμαι αυτό. Κύριε Εισαγγελεύ τί λέτε;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, να διακόψουμε για λίγο και ν’ αποφασίσουμε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το Δικαστήριο διακόπτει για 5 λεπτά.
ΔΙΑΚΟΠΗ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί. Συνεχίστε κ. Καρύδη.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Πρέπει να πω ότι ειλικρινά ήταν απροσδόκητο στο βαθμό που σε αντίστοιχες περιπτώσεις της Πολιτικής Αγωγής το επιτρέψατε, ούτε ζητήσατε από τον κ. Μαρκή να μιλήσει στη συνέχεια του κ. Τακτικού Εισαγγελέως, αλλά περιμένατε το επόμενο πρωί. Εκφράζω το παράπονό μου γι αυτό.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η Πολιτική Αγωγή είναι 35 άνθρωποι και αυτοπεριορίστηκαν σε 10 ημέρες. Εσείς δεν θα τελειώσετε ποτέ.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Εγώ δεσμεύομαι ότι αύριο στις 12 το πρωί θα σας έχω απαλλάξει.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, δεν μπορώ να δεχτώ αυτό το πράγμα, είναι διακριτική μεταχείριση απέναντι στην Πολιτική Αγωγή. Δηλαδή θα προτιμούσατε την υποκρισία μας, να βγει έξω ο κ. Καρύδης και να πει «ξέχασα τα χαρτιά μου›; Εφόσον δείξατε αυτή τη συμπεριφορά απέναντι στην Πολιτική Αγωγή πρέπει να κάνετε το ίδιο και εδώ. Κι εγώ δεν συμφωνώ να διακοπεί στη μέση η αγόρευση του κ. Καρύδη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να δούμε τί θα προτείνει ο κ. Εισαγγελεύς.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αν με ρωτάτε εμένα κ. Πρόεδρε όπως και όλοι οι παράγοντες της Δίκης, επιθυμώ να τελειώνει η ιστορία αυτή.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Εγώ δεσμεύομαι, επαναλαμβάνω, ότι θα οργανώσω το υλικό μου να μην ακούτε πάλι τα ίδια και σας ταλαιπωρώ και στις 12 το πρωί θα σας απαλλάξω.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, εγώ συμφωνώ, να δεχθείτε αυτό που είπε ο κ. Καρύδης, να διακόψετε για αύριο το πρωί στις 9.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα μιλήσετε λοιπόν αύριο το πρωί και θα συνεχίσει η υπεράσπιση των αδελφών Ξηρών.
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Αν τελειώσουμε δύο ημέρες αργότερα δηλαδή κ. Πρόεδρε τί θα γίνει; Μιλάμε για μισή ώρα, για μία ώρα, για τρία τέταρτα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είναι έτσι κ. Μυλωνά, μετρήσετε συνολικά πόσες ώρες μίλησε η κα Κούρτοβικ και έχουμε τρεις ημέρες στην ουσία.
Ι. ΜΥΛΩΝΑΣ: Τί κατηγορίες αντιμετωπίζει ο κ. Κουφοντίνας; Δύο κακουργήματα ή τρία; Πόσες κατηγορίες είναι; Εγώ προστατεύω το Δικαστήριο να μην εκτεθεί, γιατί η εικόνα προς τα έξω είναι ότι ο κ. Πρόεδρος βιάζεται και δεν αφήνει την Υπεράσπιση να μιλήσει. Εσείς εκτίθεστε όταν λέτε να κάνουμε γρήγορα να τελειώσουμε....
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λοιπόν, διακόπτουμε για αύριο το πρωί στις 9.