Οι επιθέσεις τους γίνονται όλο και πιο οργανωμένες, όλο και πιο θρασείες. Η υπηρεσία άγριας ζωής της Κένυας (KWS) αναζητεί τώρα μια συμμορία λαθροθηρών, η οποία πιστεύεται ότι ευθύνεται για τη θανάτωση 11 ελεφάντων για τους χαυλιόδοντές τους. Εκτιμάται ότι πρόκειται για το χειρότερο τέτοιο συμβάν που έχει καταγραφεί ποτέ στη χώρα.
Οι ελέφαντες - μια ολόκληρη οικογένεια- πέθαναν από τα πυρά των λαθροκυνηγών, το περασμένο Σάββατο, στο Εθνικό Πάρκο Τσάβο, το μεγαλύτερο ενιαίο οικοσύστημα στη χώρα, όπου πιστεύεται ότι ζουν περίπου 13.000 ελέφαντες. Ανάμεσα στα νεκρά ζώα ήταν και ένα ελεφαντάκι μόλις 2 μηνών. Σύμφωνα με τις αρχές, η - τουλάχιστον δεκαμελής- συμμορία αφαίρεσε και πήρε μαζί της τους χαυλιόδοντες.
«Δεν έχουμε χάσει τόσους πολλούς ελέφαντες σε ένα συμβάν από τις αρχές της δεκαετίας του 1980», δήλωσε ο Πάτρικ Ομόντι, επικεφαλής του προγράμματος ελεφάντων στην KWS. «Πρόκειται για σαφή ένδειξη ότι η κατάσταση επιδεινώνεται». Το περιστατικό «δείχνει πού είναι διατεθειμένα να φθάσουν αυτά τα εγκληματικά καρτέλ για να εξασφαλίσουν ελεφαντόδοντο», πρόσθεσε από την πλευρά του ο εκπρόσωπος της υπηρεσίας Πολ Ούντο. «Είναι πραγματικά τραγικό».
Κάθε χρόνο στην Κένυα, λαθροκυνηγοί εξολοθρεύουν περίπου 100 ελέφαντες. Παρά την απαγόρευση του διεθνούς εμπορίου που έχει επιβληθεί από το 1989, οι χαυλιόδοντές τους μεταφέρονται συνήθως στην Ασία, όπου καταλήγουν ως διακοσμητικά. Ένα κιλό ελεφαντόδοντου στοιχίζει περίπου 2.500 δολάρια.
Στην περίπτωση των ρινόκερων, στην οποία η κατάσταση είναι ακόμη πιο δραματική, τα κέρατα χρησιμοποιούνται στην παραδοσιακή ιατρική.
Τα τελευταία χρόνια, η ζήτηση έχει αυξηθεί ιδιαίτερα, με αποτέλεσμα φτωχοί χωρικοί να έχουν τη δυνατότητα να κερδίσουν σχετικά μεγάλα ποσά για κάθε ελέφαντα που θανατώνουν και για κάθε ζεύγος χαυλιοδόντων που αφαιρούν.
Οι μέθοδοι και ο οπλισμός που χρησιμοποιούν οι λαθροκυνηγοί εξελίσσονται διαρκώς. Παρότι συνήθως είναι οπλισμένοι με Καλάσνικοφ, σε αυτήν την τελευταία επίθεση φαίνεται πως χρησιμοποίησαν πολλά και διαφορετικά όπλα που τους επέτρεψαν να διαπράξουν το έγκλημα και στη συνέχεια να διαφύγουν.