Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (14/10/2003) Μέρος 7/8

Τρίτη, 14 Οκτωβρίου 2003 21:07
A- A A+

Γίνονται όμως και κάποιες άλλες ερωτήσεις, των οποίων οι απαντήσεις αντί να ξεδιαλύνουν συγχέουν πράγματα. «Από πού έφυγε αυτός;› «Αυτός που πυροβόλησε από το αριστερό μέρος του αυτοκινήτου›. «Προχώρησε μπροστά;› «Μόλις τελείωσε τη δουλειά του έφυγε πάλι από το αριστερό μέρος και μπήκε στο αυτοκίνητο›. «Πόσο μακριά ήταν από εκείνο;› «Το αυτοκίνητο ή εγώ;› «Το αυτοκίνητο›. «Εκεί που πυροβόλησε αυτός μέχρι εκεί που πήγε περπατώντας. Ήταν στη μέση της Βουκουρεστίου. Το αυτοκίνητο που μπήκε αυτός ήταν στην αρχή της Τσακάλωφ, από την άλλη μεριά όμως της Βουκουρεστίου που χάθηκε πια ανεβαίνοντας τη Δημοκρίτου›. Πρόεδρος: «Θυμάστε το χρώμα; Σκούρο; Ανοιχτό; Τί μάρκα;› «Δε θυμάμαι μάρκα, ήταν ένα μικρό αυτοκίνητο›.

Παπαδάκης: «Κα μάρτυς θα ήθελα το εξής να ρωτήσω γιατί βλέπω εδώ την προηγούμενη κατάθεσή σας. Είπατε προηγουμένως για το αυτοκίνητο στο οποίο μπήκαν οι δράστες όταν έφυγαν. Θέλω να σας ρωτήσω το εξής: Λέτε εδώ ‘ούτε το χρώμα ούτε τη μάρκα του αυτοκινήτου δε μπόρεσα να συγκρατήσω. Προσπάθησα να πάρω τον αριθμό κυκλοφορίας τους αλλά και αυτόν από την ταραχή μου τον ξέχασα. Εκείνο που θυμάμαι με βεβαιότητα είναι ότι η πινακίδα κυκλοφορίας δεν είχε γράμματα παρά μόνο αριθμούς, ήταν δηλαδή από τις παλιές πινακίδες. Με επιφύλαξη δε λέω ότι τα δύο πρώτα νούμερα πιθανό να ήταν 32..› «Τα επιβεβαιώνετε παρακαλώ;› «Ναι, δεν υπάρχει τίποτα με σιγουριά να αναφέρω›. «Αυτό που λέτε εδώ ότι είχε μόνο αριθμούς και όχι γράμματα›. «Ό,τι είπα εκείνη τη στιγμή›.

Αυτό που είπε εκείνη τη στιγμή ήταν λοιπόν ότι το αυτοκίνητο που είχε δει να φεύγουν οι δράστες, είχε παλιές πινακίδες που δεν είχαν γράμματα αλλά μόνο αριθμούς. Προσπάθησε να πάρει τον αριθμό κυκλοφορίας και συγκράτησε τα δύο πρώτα νούμερα, τα λέει και πρώτα γιατί αν τα έλεγε τελευταία θα μπορούσαμε να πούμε ότι κάνει ένα λάθος και δεν κοίταξε το αριστερό μέρος της πινακίδες που είναι τα γράμματα, αλλά λέει ότι τα πράγματα γράμματα ήταν το «32› και προκύπτει από την έκθεση αυτοψίας και ανευρέσεως του αυτοκινήτου με το οποίο φέρεται ότι διέφυγαν οι δράστες, ότι έφερε κλεμμένη βεβαίως, όχι την αυθεντική, τη δική του πινακίδα κυκλοφορίας με αριθμό ΥΜ 5719 η οποία και γράμματα και αριθμούς.

Δεν θεωρώ αναξιόπιστη την κυρία Αρσένη, κάθε άλλο, το είχα πει και τότε στο σχόλιό μου ότι είναι αξιόπιστη, αλλά ποια δικανική πεποίθηση έχετε ότι παρεμβλήθηκε κάποιο αυτοκίνητο, όποιο και αν ήταν αυτό, ακινητοποίησε ή ανέκοψε την πορεία του Μομφεράτου και διευκόλυνε τους δράστες στο να του επιτεθούν, σ ‘αυτόν και στον Ρουσέττη;

Η εκδοχή ότι υπήρχε το αυτοκίνητο που ο κ. Μποροβάς το είδε να τρέχει, καταρρίπτει το ότι εκείνο το αυτοκίνητο είχε τρία άτομα εν αντιθέσει με όλα τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης και τα οποία δε θα ήταν δυνατόν βέβαια να προλάβουν να τρέχουν, να κατέβουν και να κάνουν ό,τι έκαναν. Από το γεγονός ότι δεν είχε λόγο να τρέχει άμα είχε τη MERCEDES μπροστά του ούτε είχε λόγο να τρέχει άμα την είχε πίσω του ιλιγγιωδώς και από το γεγονός ότι πού θα προλάβαινε να αναπτύξει ταχύτητα άμα ήταν παρκαρισμένο στον τόπο του συμβάντος;

Από τις καταθέσεις των άλλων μαρτύρων προκύπτει ότι κάποιοι είδαν το αυτοκίνητο αυτό, όλοι όμως το είδαν μετά από τους πυροβολισμούς. Υπάρχει αντίφαση μεταξύ τους διότι άλλος το τοποθετεί και άλλος το τοποθετεί στο βάθος της οδού Τσακάλωφ προς τα κάτω, προφανώς ήταν σε μία κάποια απόσταση από τη MERCEDES για να μπορούν αυτοί που πυροβολούν να διαφύγουν και υπάρχει και η κα Αρσένη η οποία είναι καταφανώς άλλο το αυτοκίνητο το οποίο είδε από εκείνο το οποίο μας ενδιαφέρει.

Υπάρχει η κατάθεση όσων μαρτύρων ερωτήθηκαν εάν είδαν αυτό το αυτοκίνητο να φράζει το δρόμο που λένε «όχι›, οι οποίοι βεβαίως μάρτυρες ίσως αντιλήφθηκαν σε μεταγενέστερη χρονική στιγμή τα συμβάντα, αλλά δεν υπάρχει απόδειξη γι αυτό το πράγμα. Βεβαίως, δεν είναι δυνατόν πρακτικά να υπάρχει δυνατότητα αποκοπής της εμπροσθοπορείας σ’ έναν δρόμο πλάτους δύο μέτρων που είναι παρκαρισμένα όλα τα αυτοκίνητα και να πηγαίνουν παράλληλα.

Και κατ’ εμένα δεν υπάρχει ανάγκη δίοτι σε εκείνο το δρόμο, ένα αυτοκίνητο υποχρεωτικά πηγαίνει σιγά, ιδίως όταν είναι MERCEDES η οποία είναι δυσκίνητη κι έχει τόσο πλάτος και πρέπει και να στρίψει σε μία πάρα πολύ στενή στροφή, σε μία κλειστή διασταύρωση με παρκαρισμένα αυτοκίνητα, με κόσμο που κυκλοφορεί διότι είναι καρναβάλι και με όλα αυτά τα πράγματα.

Έχω λοιπόν την εκτίμηση ότι ταλαιπωρήθηκε πάρα πολύ το Δικαστήριο από μία δικογραφία η οποία συντάχθηκε βασισμένη στη μαρτυρία ενός ανθρώπου ο οποίος κάθε άλλο παρά εισέφερε στη διαδικασία αυτή, στο εύρημα του αυτοκινήτου διαφυγής και –δε μπορώ να μην το πω- πάντοτε στην προσπάθεια της αστυνομίας να διογκώνει τα περιστατικά, διότι η διόγκωση των περιστατικών και η διόγκωση της ανάδειξης της εγκληματικής δράσης ελαφρύνει κάπως και τη θέση της όταν δεν μπορεί να πιάσει αυτούς οι οποίοι έδρασαν.

Και αν ακόμα δεχτούμε ότι οι μάρτυρες αυτοί οι οποίοι είδαν αυτό το αυτοκίνητο, είδαν πράγματι το FIAT εκείνο με το οποίο οι δράστες διέφυγαν, δε νομίζω ότι αποδεικνύεται στο Δικαστήριο τίποτε περισσότερο από το ότι το αυτοκίνητο αυτό υπήρχε και χρησίμευσε ως όχημα διαφυγής και μόνο. Ως όχημα διαφυγής το οποίο παρέλαβε τους δράστες από το σημείο εκείνο χωρίς προηγουμένως να χρειαστεί να μπορέσει να παίξει κάποιο ρόλο σε ό,τι αφορά την ακινητοποίηση του αυτοκινήτου του Μομφεράτου και συνεπώς όποιος και αν είναι ο οδηγός του δεν είναι παρά μόνο απλός συνεργός στο αδίκημα αυτό και όχι βεβαίως άμεσος.

Έρχομαι τώρα στο δεύτερο αποδεικτικό ζήτημα το οποίο μας ενδιαφέρει στην υπόθεση αυτή, το οποίο είναι ποιος είναι ο ρόλος του Τζωρτζάτου μέσα σε όλα αυτά τα περιστατικά. Δεν υπάρχει κανένα νόμιμο αποδεικτικό μέσο εναντίον του. Δεν υπάρχουν μάρτυρες οι οποίοι να τον έχουν αναγνωρίσει, δεν υπάρχουν έγγραφα ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία εναντίον του ή δακτυλικά αποτυπώματα, θα μπορούσαν να έχουν ληφθεί από το αυτοκίνητο που ανευρέθη εκεί πέρα και όχι μόνο αυτό, αλλά υπάρχει κι ένας συγκατηγορούμενός του ο οποίος δεν τον αναφέρει: ο Χριστόδουλος Ξηρός.

Στην προανακριτική απολογία του που βεβαίως την έχει ανακαλέσει και την έχει καταγγείλει πλην όμως θα πρέπει και αυτή να τη λάβω υπόψη εφόσον είναι πιθανό να επηρεάσει την κρίση σας και να ληφθεί υπόψη επιβαρυντικά για τον εντολέα μου, ο Χριστόδουλος Ξηρός λέει το εξής: «Τον Ιανουάριο του 1985 ο Λάμπρος πρότεινε σε άλλα μέλη της ομάδας ως επόμενο στόχο τον τότε εκδότη της εφημερίδας ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ Μομφεράτο, πράγμα που το δεχθήκαμε όλοι. Στην επίθεση αυτή πήραμε μέρος εγώ ως οδηγός μοτοσικλέτας μάρκας HONDA με επιβάτη τον Λουκά, ο Νικήτας ως οδηγός της άλλης μοτοσικλέτας τύπου VESPA και συνεπιβάτη τον Αλέκο. Ο Λάμπρος είχε το ρόλο για την ειδοποίηση όταν ο στόχος ξεκίνησε από το σπίτι. Ο Λουκάς μας εφοδίασε με οπλισμό, γάντια κτλ. και πυροβόλησαν εναντίον του Μομφεράτου και του οδηγού του ο Αλέκος και ο Λουκάς με 45άρια πιστόλια. Στη συνέχεια επιβιβάστηκαν στις μοτοσικλέτες και απομακρυνθήκαμε εγκαταλείποντας τις κλεμμένες μοτοσικλέτες στην περιοχή Νεάπολης Εξαρχείων και στη συνέχεια επιβιβαστήκαμε σε κλεμμένο αυτοκίνητο μάρκας FIAT το οποίο και αυτό το εγκαταλείψαμε κτλ. Ο τρόπος ειδοποίησης έγινε με προσυνεννοημένη χειρονομία από απευθείας οπτική επαφή›.

Λέω λοιπόν εγώ καταρχήν ότι είναι μία κατάθεση ανακληθείσα, έτσι κι αλλιώς δε μπορεί να ληφθεί ενοχοποιητικά για κανέναν εφόσον αντικρούει στο άρθρο 6 παρ. 2 περίπτωση δ’ της ΕΣΔΑ διότι μαρτυροποιούμε έναν κατηγορούμενο που έχει ανακαλέσει τη μαρτυρία του και τη χρησιμοποιούμε κατά τρόπο ο οποίος δεν κατέστησε δυνατή την άσκηση των υπερασπιστικών δικαιωμάτων του ενοχοποιούμενου από αυτόν κατηγορουμένου, των όποιων ενοχοποιούμενων για να υποβάλλουν τα δικαιώματά τους.

Εν τούτοις ο Χριστόδουλος Ξηρός δεν αναφέρει τίποτα περί Τζωρτζάτου ή δεν αναφέρει τίποτα περί «Σταμάτη› αν θεωρήσουμε ότι «Σταμάτης› είναι το ψευδώνυμο του Τζωρτζάτου. Αναφέρει για διαφυγή με μηχανές, θα πρέπει να σας πω ότι υπήρξαν, δεν κλητεύθηκαν στο ακροατήριο αλλά υπάρχουν και κάποιοι μάρτυρες που είχαν τότε καταθέσει προανακριτικά και μιλούσαν για μηχανές ή μιλούσαν για πεζούς οι οποίοι έτρεχαν προς τον ¶γιο Διονύσιο.

Μιλά για άλλα πρόσωπα, το μόνο το οποίο ταιριάζει με κάποια πράγμα που μας ενδιαφέρουν πιο κάτω, είναι ότι ο τρόπος ειδοποίησης έγινε με προσυνεννοημένη χειρονομία, με απευθείας οπτική επαφή. Κρατήστε το αυτό. Δεν αναφέρει λοιπόν ο Χριστόδουλος Ξηρός τον Τζωρτζάτο κι όχι μόνο δεν τον αναφέρει εδώ, αλλά σε κάποιο άλλο αδίκημα που είναι το αμέσως επόμενο με το οποίο θα ασχοληθώ, στα ΜΑΤ Καισαριανής, 26/11/85 που είναι η δεύτερη κατά χρονική σειρά ενέργεια του Τζωρτζάτου για τις οποίες κατηγορείται στην Οργάνωση, εκεί ο Χριστόδουλος λέει ότι τότε γνώρισα και τον «Σταμάτη› ο οποίος ήρθε για πρώτη φορά.

Αυτά λέει ο Χριστόδουλος. Να δούμε τώρα τον ίδιο τον Τζωρτζάτο, τί φέρεται να λέει στις 18/7/2002. Θα κρίνετε ποια από αυτά τα σημεία της ομολογίας του περιέχουν πραγματικά περιστατικά τα οποία είναι νέα και τα οποία δεν ήταν δυνατόν να γραφούν από την προηγούμενη γνώση της δικογραφίας του οιουδήποτε ανακριτικού υπαλλήλου.

18/7/2002 Τζωρτζάτος: «Οι συναντήσεις αυτές επαναλήφθηκαν αρκετές φορές ώστε κάποια μέρα αποφασίσαμε να σκοτώσουμε τον Μομφεράτο εκδότη της εφημερίδας «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ›. Στην ενέργεια αυτή ήταν ο Μανώλης, ο Λουκάς, ο Αλέκος, εγώ και πιθανόν και κάποιος άλλος τον οποίο εγώ δεν είδα γιατί έκανα τον παρατηρητή. Δηλαδή εμένα ο Λουκάς και Μανώλης με είχαν βάλει σε δρόμο που δεν θυμάμαι στο Κολωνάκι και όταν θα περνούσε από κει ο Μομφεράτος θα σήκωνα ψηλά το χέρι μου για να καταλάβουν οι υπόλοιποι ότι έρχεται. Ο Μομφεράτος θα περνούσε με αυτοκίνητο το οποίο εγώ γνώρισα γιατί πριν 2-3 μέρες μου το είχαν δείξει να περνάει από το ίδιο σημείο. Όταν πέρασε το αυτοκίνητο του Μομφεράτου και βεβαιώθηκα ότι ήταν μέσα αυτός, σήκωσα το χέρι μου και μετά από λίγο άκουσα πυροβολισμούς. Το σημείο που ήταν οι σύντροφοι και αυτό που ήμουν εγώ απείχε 100 μέτρα περίπου. Μετά τους πυροβολισμούς εγώ έφυγα και πήγα σπίτι μου παίρνοντας ταξί μέχρι το Περιστέρι όπου είχα την μηχανή μου. Για την εκτέλεση του Μομφεράτου και του οδηγού το έμαθα από την τηλεόραση›.

Ποιο είναι το καινούριο περιστατικό το οποίο εισφέρει η ομολογία του Τζωρτζάτου; Είναι ότι κάποιος και εν προκειμένω λέει ότι το έκανε αυτός. Παρακολουθούσε σε προηγούμενο σημείο της διαδρομής την πορεία του Μομφεράτου και όταν αντιλήφθηκε το αυτοκίνητο να έρχεται σήκωσε το χέρι του και έκανε σήμα στους επόμενους που ήταν για να πυροβολήσουν ότι έρχεται.

Γιατί όλα τα άλλα περιστατικά, ότι δηλαδή συζητήσαμε αορίστως να σκοτώσουμε τον Μομφεράτο γιατί ήταν κακός εκδότης κλπ αυτά ο καθένας μπορεί να τα πει χωρίς ιδιαίτερη φαντασία όπως επίσης και τον τόπο του αδικήματος. Αυτά τα δύο δεν είναι νέα στοιχεία που εισφέρονται στην δικογραφία. Το νέο στοιχείο είναι το σήμα. Το νέο στοιχείο υπάρχει στην κατάθεση του Χριστόδουλου Ξηρού ότι ο τρόπος ειδοποίησης έγινε με προσυνεννοημένη χειρονομία με απευθείας οπτική επαφή.

Έρχεται ο ανακριτικός υπάλληλος που συντάσσει την ομολογία του Τζωρτζάτου, την εξειδικεύει και του δίνει γα κάποιους λόγους που θα δούμε μετά το ρόλο αυτόν. Πάμε στην μαρτυρία-απολογία του κ. Πάτροκλου Τσελέντη, στις απολογίες μάλλον διότι είναι πολλές και όχι πάντοτε συγκλίνουσες μεταξύ τους.

Θέτω καταρχήν ένα θέμα ερμηνείας του 211α, προτού ανοίξω την κατάθεση του Τσελέντη η οποία είναι επιτρεπτό αποδεικτικό μέσο κατά το άρθρο 211α όταν συνοδεύεται με άλλα αποδεικτικά στοιχεία βεβαίως και στο μέτρο της αξιοπιστίας της αλλά πριν περάσω σε αυτή ρωτώ το εξής: τι λέει ο Τσελέντης; Ότι ο Τζωρτζάτος οδηγούσε το αυτοκίνητο που απέκοψε την πορεία, ότι δηλαδή διέπραξε κάποιες πράξεις οι οποίες στοιχειοθετούν άμεση συνέργια στο αδίκημα που είναι μία βαριά μορφή συμμετοχής και τιμωρείται όπως τιμωρείται με την ποινή του βασικού αυτουργού.

Φέρεται να ομολογεί ο ίδιος ο ενοχοποιούμενος ότι ναι μεν ήμουν εκεί αλλά αυτό το οποίο έκανα, το «αλλά› το λέω εγώ, δεν είναι το ύφος της απολογίας. Αυτό έκανα ήταν τσιλιαρόδος, να δω πότε έρχεται για να σηκώσω το χέρι μου να τους ενημερώσω ότι έρχεται να δράσουν. Περιστατικό το οποίο αληθές ή υποτιθέμενο βγάζει απλή συνέργια, άλλης ποινικής μεταχείρισης, ελαφρύτερης.

Βεβαίως τρίτο αποδεικτικό στοιχείο δεν υπάρχει. Ούτε καν άλλου συγκατηγορουμένου ομολογία ακόμα και με αυτούς που διαχωρίζουν τον ενικό και τον πληθυντικό, ούτε μαρτυρία, ούτε πειστήριο, ούτε ίχνος, ούτε ένδειξη, ούτε τίποτα. Μπορεί να καταδικαστεί για άμεση συνέργια και η κρίση περί ενοχής για αυτόν τον βαθμό συμμετοχής να στηρίζεται μόνο στην μαρτυρία του συγκατηγορουμένου; Όταν δεν μπορεί να γίνει το μείζον που είναι καθ’ ολοκληρία να καταδικαστεί ενώ κατά τα λοιπά είναι αθώος. Μπορεί να γίνει το έλασσον, που είναι δηλαδή να καταδικαστεί για βαρύτερη μορφή συμμετοχής από εκείνη την οποία αναδίδουν τα υπόλοιπα και υποχρεωτικά συνδυαζόμενα αποδεικτικά στοιχεία; Δεν μπορεί να γίνει το έλασσον.

Έχει σημασία αυτή η κρίση, θα την ξαναπούμε. Στον Τζωρτζάτο υπάρχουν το λιγότερο 7-8 τέτοιες περιπτώσεις. Θα τις δούμε στην συνέχεια. Να δούμε τώρα τον Τσελέντη τι λέει με χρονική σειρά. Στις 25/7/2002 που είναι η πρώτη του προανακριτική απολογία ο κ. Τσελέντης λέει ότι εκείνη την εποχή ο Τύπος έγραφε ότι ο Μομφεράτος ( τα αντιπαρέρχομαι αυτά). «Την ημέρα της εκτέλεσης εγώ πήγα με τα πόδια σε προκαθορισμένο σημείο στην περιοχή Δεξαμενής στο Κολωνάκι και συναντήθηκα με τον Λουκά ο οποίος μου έδωσε ένα μουστάκι, πάνινα γάντια και ένα περίστροφο. Κατεβήκαμε κάτι σκαλοπάτια και σε απόσταση 20 περίπου μέτρων μπήκαμε σε ένα υπερυψωμένο παρκάκι. Εκεί ήταν ο Μανώλης που καθόταν σε ένα παγκάκι και κάθισα δίπλα του. Πρέπει να ήταν εκεί και ο Σταμάτης τον οποίο εγώ έβλεπα για πρώτη φορά. Καθόμασταν εκεί και κοιτάζαμε με κατεύθυνση προς το Λόφο του Λυκαβηττού. Ο Λουκάς καθόταν σε κοντινή απόσταση σε ένα παγκάκι και είχε οπτική επαφή με το δρόμο από κάτω στον οποίο υπήρχε πιθανόν κάποιο άλλο άτομο που θα ειδοποιούσε με προσυνεννοημένη χειρονομία τον Λουκά ότι έρχεται ο Μομφεράτος. Κάποια στιγμή σηκώθηκε από το παγκάκι ο Λουκάς και αυτό για μας σήμαινε ότι έπρεπε να περπατήσουμε και να πάμε στο σημείο που ήταν παρκαρισμένο ένα κλεμμένο FIAT μπλε σκούρου χρώματος το οποίο σύμφωνα με το σχέδιο θα έκλεινε το αυτοκίνητο που επέβαινε ο Μομφεράτος. Όταν φτάσαμε στο σημείο ο Σταμάτης μπήκε στο αυτοκίνητο και όταν πλησίασε το αυτοκίνητο του Μομφεράτου ο Σταμάτης με το FIAT του έκλεισε τον δρόμο. Εγώ βρισκόμουν από την πλευρά του συνοδηγού και πάνω από το δρόμο και έβλεπα μήπως έρθει κανένα περιπολικό της Αστυνομίας›.

Εδώ μας είπε ότι πήγε και πυροβόλησε από κείνο το σημείο..«Ο Λουκάς και ο Μανώλης πλησίασαν το αυτοκίνητο του Μομφεράτου κλπ. Κοντά στο τέλος της οδού? μετά μπήκαμε στο αυτοκίνητο και φύγαμε όλοι μαζί›. Ας την αξιολογήσουμε. Πρώτα απ’ όλα δεν το λέει με βεβαιότητα αλλά λέει ότι πρέπει να ήταν εκεί και ο Σταμάτης τον οποίο εγώ έβλεπα για πρώτη φορά. Το ότι τον έβλεπε για πρώτη φορά, το ότι δεν τον είχε ξαναδεί προηγουμένως δηλαδή, πράγμα που για μένα ενδεχομένως θα ήταν μία ένδειξη συμμετοχής του στο αδίκημα αυτό εφόσον τον είχε δει σε κάποιες συζητήσεις οι οποίες προπαρασκεύαζαν την ενέργεια αυτή πώς θα γίνει, το έχει πει εδώ στο ακροατήριο σε ερώτηση του κ. Ραχιώτη.

Ο κ. Ραχιώτης ρωτάει για τον Μομφεράτο και ρωτάει μεταξύ άλλων «αυτές δηλαδή οι συζητήσεις γίνονταν σε ένα συλλογικό επίπεδο, οι συζητήσεις του πυρήνα ας το πω έτσι, δηλαδή 3-4-5 ατόμων ή ανά 2 ανά ζεύγη, πώς γίνονταν αυτές οι συζητήσεις;›. Τσελέντης: «Θυμάμαι εγώ, ο Κουφοντίνας, ο Γιωτόπουλος και ο Χριστόδουλος,, νομίζω ο Τζωρτζάτος ήρθε μόνο στην ενέργεια, πιο μετά δηλαδή παρουσιάστηκε. Μπορεί πάλι και να μην θυμάμαι καλά όμως›.

Η μνήμη του κ. Τσελέντη δεν τον έχει βοηθήσει καίτοι είναι προϊούσα να θυμηθεί αν τελικά είχε δει τον Τζωρτζάτο πριν σε οποιαδήποτε προπαρασκευαστική συνάντηση ή αν τον είδε για πρώτη φορά στην ενέργεια. Και στην ενέργεια δεν λέει κατηγορηματικά ότι τον είδε, λέει «πρέπει να ήταν εκεί›. Αλλά δεν είναι μόνο το «πρέπει›. «Καθόμασταν και κοιτάζαμε το λόφο του Λυκαβηττού, ο Λουκάς καθόταν σε κοντινή απόσταση κλπ›.

Είχα πει στο Δικαστήριο τότε που εξέταζα τον κ. Τσελέντη και εν πάση περιπτώσει είναι πασίδηλο ότι οπτική επαφή από το σημείο εκκίνησης του Μομφεράτου, δηλαδή το σπίτι του που ήταν στην οδό Ηροδότου δεν υπάρχει από την πλατεία της Δεξαμενής που είναι τα παγκάκια. Υπάρχει μόνο από ένα πρανές που είναι στο κάτω μέρος της πλατείας της Δεξαμενής από το οποίο πράγματι αν σταθεί κάποιος φαίνεται το βάθος που είναι η αρχή της οδού Ηροδότου πλην όμως δεν έχει ούτε παγκάκια, ούτε τίποτα εκεί πέρα. Εδώ λοιπόν υπάρχει μια σαφέστατη ασάφεια.

Το δεύτερο σημείο: ειδοποιήθηκαν – επισημάνθηκε και από τον κ. Μυλωνά και από τον κ. Παρασκευόπουλο είχε επισημανθεί στην αγόρευσή του – και ξεκίνησαν όλοι μαζί. Μα θα ξεκινούσαν όλοι μαζί και εκείνος που θα πήγαινε στο αυτοκίνητο να το βάλει μπροστά, να προετοιμαστεί και να περιμένει να ανακόψει την πορεία και εκείνοι που έπρεπε να είναι πεζοί στον τόπο της εκτέλεσης; Δεν θα έπρεπε να ξεκινήσει πρώτα ο οδηγός να πάει στο αυτοκίνητο να ετοιμαστεί ή δεν θα έπρεπε να είναι έτσι κι αλλιώς οι δράστες στον τόπο που θα εκδήλωναν την επίθεση; Γιατί περίμεναν και οι 3 και οι 4 μαζί εκεί πέρα; Δεν αρκούσε ο ένας για να ειδοποιήσει τον οδηγό και ο οδηγός να πάει εκεί αν είναι έτσι;

Τρίτο σημείο: ο Σταμάτης μπήκε στο αυτοκίνητο και όταν πλησίασε το αυτοκίνητο του Μομφεράτου με το FIAT του έκλεισε τον δρόμο. Δεν μας λέει ούτε πού ήταν ακριβώς το αυτοκίνητο, ούτε με ποιον τρόπο, από ποια μεριά του έκλεισε τον δρόμο, ούτε τίποτα από αυτά. Το μόνο που λέει βεβαίως ήταν ότι ήταν παρκαρισμένο εκεί, δηλαδή στην οδό Τσακάλωφ και αυτό επιβεβαιώνει αυτό που έλεγα πριν ότι δεν θα ήταν δυνατόν να αναπτύξει υπερβολική ταχύτητα ούτε βεβαίως γίνεται αναφορά σε περισσότερους επιβάτες μέσα στο αυτοκίνητο πλην του ιδίου του οδηγού.

Στις 21/10/2002 έχει πει ότι για την ανθρωποκτονία των Μομφεράτου-Ρουσσέτη δεν είδα ποιος έκανε σήμα όταν πλησίαζε το αυτοκίνητο του Μομφεράτου. Εδώ μας το είπε και αυτό. Στις 30/7/2002 όπου απολογείται στον κ. Τακτικό Ανακριτή λέει: «Με την βοήθεια της Αστυνομίας θυμήθηκα ότι συμμετείχα στην δολοφονία του εκδότη της εφημερίδας της «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗΣ› Νικολάου Μομφεράτου. Κάποια στιγμή που δεν μπορώ πάλι να θυμηθώ ο Δημήτριος Κουφοντίνας μου γνώρισε και κάποιο άλλο άτομο ονόματι Σταμάτης χωρίς να είναι το κανονικό του όνομα›. Ο Τσελέντης τα λέει αυτά στις 30/7 στον Ανακριτή.

Βεβαίως εκεί θυμόταν ότι ο Κουφοντίνας του γνώρισε κάποιο άλλο άτομο ονόματι Σταμάτης, εδώ δεν θυμάται πότε τον πρωτογνώρισε κλπ. Στις 25 του μηνός λέει πρέπει να ήταν ο Σταμάτης που τον έβλεπα για πρώτη φορά, στο ακροατήριο βεβαιώνει ότι δεν τον είχε ξαναδεί σε προηγούμενες συναντήσεις, βεβαιώνει στο «νομίζω και στο απ’ ότι θυμάμαι›.

Όσον αφορά τις συνθήκες και τα περιστατικά της εκτελέσεως, αναφέρομαι στην απολογία μου κλπ και δεν λέει κάτι καινούριο σε ότι αφορά τον Τζωρτζάτο. Έρχεται στο ακροατήριο εδώ πέρα και λέει απολογούμενος πριν ακόμα το στάδιο υποβολής των ερωτήσεων: «Το δικό μας το αυτοκίνητο βγήκε σιγά και σταμάτησε στη μέση διασταύρωσης έτσι ώστε να μην επιτρέψει στο αυτοκίνητο του θύματος να μην περάσει και στρίψει αριστερά αλλά και αν κάποιο αυτοκίνητο ερχόταν από πάνω να μην του επιτρέψει να περάσει, να έχει ελεύθερο τον δρόμο μπροστά που θα φεύγαμε. Ξεκίνησε το δικό μας το αυτοκίνητο. Δεν είμαι σίγουρος ποιος το οδηγούσε αλλά νομίζω ότι το οδηγούσε ο Τζωρτζάτος, ο Σταμάτης›.

Αφήνω κατά μέρος την αντίφαση το ότι το αυτοκίνητο βγήκε σιγά κλπ που ξεκίνησαν όλοι μαζί και που κατά τον μάρτυρα το αυτοκίνητο ανέπτυξε ιλιγγιώδη ταχύτητα και πάω στον Σταμάτη. Δεν είναι σίγουρος εάν το οδηγούσε. Τον ρωτά ο κ. Γεωργαντόπουλος: «¶δεια οδήγησης είχατε εκείνο το διάστημα και τι οχήματος;›. Απάντηση: «Πριν γίνω μέλος είχα για μοτοποδήλατο και μοτοσικλέτα. Κάποια στιγμή έβγαλα και άδεια για το αυτοκίνητο›. Γεωργαντόπουλος: «Σας ερωτώ γιατί χθες είπατε ότι μάθατε τελικά να οδηγείτε αυτοκίνητο στην υπόθεση Κηφισού-Ρέντη›. Τσελέντης: «Κάπου εκεί. Στην υπόθεση Μομφεράτου π.χ. δεν οδηγούσα. Έβγαλα άδεια οδήγησης, δεν απέκτησα δικό μου αυτοκίνητο όμως για να έχω εμπειρία. Είχα την άδεια αλλά δεν είχα την εμπειρία να οδηγώ σε δρόμους της Αθήνας›.

Γεωργαντόπουλος: «Σε κάποια από τις ενέργειες που λέτε ότι είχατε καθ’ οιονδήποτε τρόπο συμμετοχή Ι.Χ επιβατικό αυτοκίνητο οδηγήσατε και σε ποια υπόθεση;›. Τσελέντης: «Βέβαια, στου Καψαλάκη, στον Νορντίν, στην Κηφισιά, στον Κάρος. Οδηγούσα και αυτοκίνητα που ήταν κλεμμένα για να τους αλλάζουμε θέση. Πρέπει να πήρα μέρος για να κλέψω 2-3 αυτοκίνητα›.

Όλως περιέργως εκεί που ο κ. Τσελέντης θυμάμαι πάρα πολύ καλά ότι οδηγούσε είναι όλες εκείνες οι περιπτώσεις των αδικημάτων που η οδήγηση του οχήματος είναι χαρακτηρισμένη ως απλή συνέργια στο κακουργηματικό περιστατικό και καμία ως άμεση. Δεν θυμάται που δεν θυμάται τόσα και τόσα, είναι όμως τα αντανακλαστικά του ενεργοποιημένα. Δεν ερωτάται από τον κ. Γεωργαντόπουλο για παράδειγμα αν οδήγησε στην υπόθεση Μομφεράτου. Τα αντανακλαστικά όμως τον πάνε να το πει μη τυχόν και διαφύγει, εκεί δεν οδηγούσα εγώ, εκεί δεν ήμουν εγώ. Όπως τα αντανακλαστικά τον πάνε και σε άλλα αδικήματα που θα δούμε στου Ρέντη και στον Νορντίν, εκεί οδηγούσα εγώ, εδώ απαλλάσσει και τον πελάτη μου από κατηγορία σε κάτι τέτοια.

Το αυτοκίνητο που κατηγορείται ο Τζωρτζάτος ότι το πήγε στον Νορντίν λέει ο κ. Τσελέντης ότι το είχε πάει και άλλα πολλά. Ξαναρωτά ο κ. Γεωργαντόπουλος: «Επειδή είπατε χθες ότι για τις μεταφορές, τις μετακινήσεις των αυτοκινήτων δεν χρειαζόταν και πολύ μεγάλη εμπειρία, ήταν μικρές οι αποστάσεις 300 μέτρα, 1.000 μέτρα το πολύ. Έτσι είχατε πει›. Τσελέντης: «Σωστά, αλλά για να οδηγήσει κανείς σε μία ενέργεια θέλει άλλη εμπειρία διότι υπάρχει η ταραχή της στιγμής. Υπάρχει το απρόβλεπτο γεγονός. Δεν είναι εύκολο›.

Ερωτώ, σωστή η κρίση, η οδήγηση δεν χρειάζεται κανείς να είναι Δικαστής για να το καταλάβει ή δικηγόρος ή οτιδήποτε. Πρώτα απ’ όλα ιδίως η οδήγηση μέσα στο κέντρο της Αθήνας έχει ένα σοβαρό στάδιο ψυχολογικής προσαρμογής και χρειάζεται μία προσαρμογή τέτοια και όπως λέει ο κ. Τσελέντης μία άλλη εμπειρία διότι υπάρχει η ταραχή της στιγμής, το απρόβλεπτο γεγονός. Ερωτώ: ο ρόλος αυτός σε ένα καινούριο μέλος αδοκίμαστο στην Οργάνωση θα εναπετίθετο;

Όλοι λένε και το κατηγορητήριο ότι είναι η πρώτη ενέργεια την οποία φέρεται να έχει διαπράξει χρονικά ο κ. Τζωρτζάτος αφότου έχει ενταχθεί στην 17Ν και προσθέτω κι εγώ ότι είναι η πρώτη ενέργεια της 17Ν απ’ όλες που περιλαμβάνονται στην δικογραφία παραγεγραμμένες και μη που γίνεται στο κέντρο της Αθήνας, σε ώρα αιχμής και με χίλιους δυο κινδύνους και στην διαφυγή και στην κυκλοφορία και στην κίνηση.

Εάν λοιπόν ο ρόλος του οδηγού δεν ήταν απλώς και μόνο η οδήγηση του οχήματος διαφυγής η οποία εν πάση περιπτώσει κατά βάση προϋποθέτει μία ετοιμότητα την ώρα του εγκλήματος και μία ικανότητα για μετά και μία γνώση των δρόμων διαφυγής αλλά είναι και η ετοιμότητα και η αποκοπή της πορείας του αυτοκινήτου θα το αναλάμβανε αυτό ο νεώτερος σε χρόνο ένταξης ως μέλος της Οργάνωσης; Ήταν μία διεκπεραιωτική υπόθεση; Ήταν μία δοκιμαστική συμμετοχή; Όχι προφανώς.

Αυτό το «όχι› το λέω δανειζόμενος την πολύ λογική σκέψη την οποία αναπόφευκτα ο κ. Τσελέντης έκατσε και είπε στην ερώτηση του κ. Γεωργαντόπουλου ότι θέλει μία άλλη εμπειρία διότι υπάρχει η ταραχή της στιγμής, υπάρχει το απρόβλεπτο, δεν είναι εύκολο. Δεν αρκεί να ξέρεις οδήγηση αλλά χρειάζεται και κάτι άλλο. Το τι είναι εκείνο που τον κάνει να θυμάται ή μάλλον να νομίζει (όχι να θυμάμαι, να νομίζει) κατά συμπέρασμα όχι κατά αφήγηση πρωτότυπη η οποία απορρέει από αυτά που πράγματι θυμάμαι ότι ήταν ο Τζωρτζάτος ο οδηγός, αυτό προκύπτει, προέκυψε αργότερα δια της εις άτοπον απαγωγής.

Τον ρωτώ: «Να θυμηθούμε όλοι τι είπατε. Εκεί ήταν και ο Μανώλης που καθόταν σε ένα παγκάκι και κάθισα δίπλα του. Πρέπει να ήταν εκεί και ο Σταμάτης τον οποίο εγώ έβλεπα για πρώτη φορά›. Πρέπει να ήταν εκεί. Και στο ακροατήριο δεν έχει ο κ. Τσελέντης σε ότι αφορά την συμμετοχή του Τζωρτζάτου «πρέπει να ήταν εκεί›.

«Καθόμασταν και κοιτάζαμε τον Λυκαβηττό› κλπ. Αυτό του το διαβάζω εγώ από αυτό που είπε και απαντά: «Μπορεί να ήταν και έτσι. Ήταν όμως από τους υπόλοιπους ο πιο έμπειρος οδηγός. Κι εγώ μπορεί να ήξερα λίγο να οδηγώ και ο Κουφοντίνας αλλά δεν είχαμε εμπειρία σε αυτοκίνητα, δεν είχαμε δικά μας αυτοκίνητα, δεν είχαμε εμπειρία›.

Ερώτηση: «Ξέρετε πότε έβγαλε δίπλωμα αυτοκινήτου ο Τζωρτζάτος;›. «Δεν γνωρίζω γιατί για μένα δεν είναι κριτήριο αυτό. Γιατί εγώ μπορεί να είχα βγάλει πριν αλλά δεν είχα αυτοκίνητο και δεν οδηγούσα›. ¶ρα λοιπόν το συμπέρασμα του κ. Τσελέντη είναι ότι ο Τζωρτζάτος επειδή κατά την άποψή του ήξερε να οδηγεί καλύτερα από τους άλλους είχε αυτόν τον ρόλο. Δεν το λέει γιατί το θυμάται. Σε οποιαδήποτε στιγμή δεν θυμάται να ήταν στις προπαρασκευαστικές συναντήσεις, πρέπει να ήταν στα παγκάκια την ώρα που ξεκινήσαμε, πρέπει να ήταν αυτός ο οδηγός του αυτοκινήτου και μετά. Αλλά μετατρέπει κ. Πρόεδρε και με τις αντικρουόμενες καταθέσεις ιδίως όταν προέρχονται από έναν άνθρωπο που έχει κάθε λόγο να είναι αυτός που ο νομοθέτης θέλει να αποκλείσει από την αποδεικτική αξιοποίηση και γι αυτό έχει θεσπίσει το άρθρο 211α και ιδίως όταν είναι ένας άνθρωπος ο οποίος θυμάμαι περιστατικά με οργανογράμματα της Αστυνομίας. Προσθέτει συμμετόχους και προσθέτει ρόλους από απολογία σε απολογία.

Μας λέει ευθέως στην απολογία του εδώ ότι δεν αποκλείεται να θυμηθώ και άλλα εάν ερωτηθώ και στην συνέχεια διότι η μνήμη μου εμένα επανέρχεται σταδιακά εν αντιθέσει με τους κανόνες της λογικής που λένε ότι η μνήμη των ανθρώπων είναι φθίνουσα με την πάροδο του χρόνου. Εξάλλου σε ότι αφορά τον Τζωρτζάτο αυτά λέει και στις ερωτήσεις του κ. Ποταμίτη.

Ποταμίτης: «Είστε βέβαιος ότι οδηγούσε;›. «Σχεδόν›. Ποταμίτης: «Τι θα πει αυτό;›. «Θυμάμαι ότι αυτός ήταν στην θέση του οδηγού αλλά καμιά φορά άνθρωπος είμαι μπορεί να κάνω κάποιο λάθος αλλά σχεδόν είμαι βέβαιος ότι ήταν αυτός›. Ποταμίτης: «Κάποιος το οδηγούσε, έτσι δεν είναι;›. Τσελέντης: «Οπωσδήποτε, εγώ δεν οδηγούσα›. Πάλι, δεν είμαι εγώ. «Μπορεί να ήταν ο Κουφοντίνας;›. «Όχι› Αυτού του έχουμε δώσει άλλο ρόλο. «Μπορεί να ήταν ο Χριστόδουλος Ξηρός;›. «Δεν οδηγούσε αυτοκίνητο νομίζω και αυτός›.

Ποταμίτης: «¶ρα δια της εις άτοπον απαγωγής πρέπει να ήταν ο κ. Τζωρτζάτος. Ο Γιωτόπουλος μπορεί να ήταν;›.«Όχι, δεν ήταν καθόλου στην φάση αυτή›. Και αυτού του έχει δώσει άλλο ρόλο. Νομίζω ότι δεν υπάρχει καμία όχι μόνο αξιοπιστία αλλά δεν υπάρχει και καμία συνοχή στις διάφορες καταθέσεις του κ. Τσελέντη και στον τρόπο με τον οποίον περιγράφεται η συμμετοχή του Τζωρτζάτου στο αδίκημα αυτό. Δεν υπάρχει καμία πειστικότητα ούτως ή άλλως. Θα πρέπει να λάβετε υπόψη ότι οι φράσεις «νομίζω, πρέπει, δεν πρέπει, θυμάμαι, δεν είμαι σίγουρος κλπ› όταν λέγονται από ανθρώπους που παρακολουθούν 8 μήνες την Δίκη αυτή έχουν μέγιστη ακρίβεια διότι έχουν αναλυθεί και εξαντληθεί στην διαδικασία της εξέτασης των μαρτύρων κατηγορίας τα ποσοστά, οι βεβαιότητες και όλα αυτά τα πράγματα και κατά συνέπεια όταν μετά ταύτα ακόμα και στις αρχές του Αυγούστου που ο κ. Τσελέντης απολογείται επιμένει και δεν είναι κατηγορηματικός και δεν θυμάται και δεν πείθει.

Τότε η κατάθεση αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη σε βάρος του, ακόμα και αν συνυπήρχε με άλλο νόμιμο αποδεικτικό στοιχείο, που δεν υπάρχει ούτε νόμιμο αποδεικτικό στοιχείο άλλο εις βάρος του, εκτός από την ομολογία του ιδίου του Τζωρτζάτου που είναι προϊόν όσων είπαμε και η οποία βεβαίως μηδαμινής αξιολογικής χρησιμότητας είναι σ’ ότι αφορά τα πραγματικά περιστατικά, διότι απλώς και μόνον προσυπογράφει ο όρος δεν είναι εν προκειμένω τεχνικός, αλλά είναι ουσιαστικός, ένα σενάριο το οποίο προϋπήρχε και συντίθεται από τα σενάρια των προηγουμένων καταθέσεων και της δικογραφίας και έρχεται ο Τζωρτζάτος απλώς και μόνο να πει, εγώ ήμουν εκεί.

Θυμίζω όμως και πάλι ότι ο Τζωρτζάτος αυτά που φέρεται να έχει ομολογήσει, είναι περιστατικά απλής συνέργιας και δεν είναι περιστατικά άμεσης συνέργιας, τα οποία του αποδίδει μόνο ο συγκατηγορούμενός του Τσελέντης και μάλιστα εν αντιθέσει με τον επίσης συγκατηγορούμενο Χριστόδουλο Ξηρό που δεν κάνει καμιά αναφορά στον Τζωρτζάτο, στην προκειμένη περίπτωση.

Και ένα τελευταίο επιχείρημα που ακούστηκε από την πολιτική αγωγή, ότι λέει ψέματα ο Τζωρτζάτος σε εκείνη την απολογία διότι, εκείνη την ημέρα είχαν απεργία τα ταξί, λέει ότι πήρε ταξί για να πάει σπίτι του, άρα τον τσακώσαμε να λέει ψέματα.

Κάνει λάθος ο συνάδελφος της πολιτικής αγωγής, επικαλείται την μαρτυρία της χήρας κας Ρουσσέτη, η οποία αυτή το είπε αυτό το πράγμα εδώ. Δεν είναι το πιο αξιόπιστο αποδεικτικό στοιχείο η κατάθεσή της, όχι για λόγους σκοπιμότητας, αλίμονο η γυναίκα έχει τον πόνο της, έχει τα βάσανά της, δεν θέλω να την αμφισβητήσω σε τίποτα, απλά έχετε δυο τρόπους να το ελέγξετε άριστους.

Βεβαίως η πολιτική αγωγή του κ. Ρουσσέτη ήταν επιμελέστατη και θα σας είχε φέρει κάποια βεβαίωση από το Σύνδεσμο Αυτοκινητιστών Αθηνών η οποία να λέει ότι υπήρχε απεργία στα ταξί εκείνη την ημέρα. Έχουν κατατεθεί όμως δημοσιεύματα πολλά στο Δικαστήριό σας των ημερών αυτών, της επόμενης του συμβάντος επ’ ευκαιρία της κατάθεσης του περιβόητου μάρτυρα Μπακατσέλου, σας θυμίζω εκείνο που έλεγε, σας θυμίζω δηλαδή για ποιο λόγο είχε κατατεθεί το δημοσίευμα. Ήταν που έλεγε ότι ήταν στα γραφεία του ατελιέ της φωτοσύνθεσης των ΝΕΩΝ και είχε ζέστη και γι’ αυτό ήταν με ανοιχτά τα παράθυρα και βγήκαν στην μπαλκονόπορτα και έτσι πρόλαβε και τα είδε όλα. Και καταθέσαμε εγώ και ο κ Ραχιώτης ένα δημοσίευμα, που έλεγε ότι είχε εφαρμοστεί το σχέδιο Ξενοκράτης, λόγω κακοκαιρίας τότε, σε όλη την Ελλάδα.

Και από το δημοσίευμα αυτό, είχε κατατεθεί ολόκληρη η εφημερίδα, μπορείτε να δείτε αν λέει ή δεν λέει τίποτα για την απεργία των ταξί. Η κυρία Ρουσσέτη πάντως στην προανακριτική της κατάθεση δεν είχε πει τίποτα, το λέει τώρα και νομίζω ότι είναι όψιμο, κατανοητό μεν, αλλά δεν νομίζω ότι εξ αυτού συνάγεται οτιδήποτε αξιόπιστο που να διαψεύδει την εκδοχή αυτή. Ή εν πάση περιπτώσει και αν ακόμα, ήταν πράγματι δική του ομολογία αβίαστη κλπ, να την βγάζει εκτός.

Όλα τα στοιχεία νομίζω ότι συνηγορούν στο ότι δεν υπάρχει κανένα νόμιμο αποδεικτικό μέσο το οποίο να μας δοθεί στην απόδειξη, είτε της απλής συνέργιας, είτε πολύ περισσότερο της άμεσης. Εδώ θα παρακαλέσω πέντε λεπτά ένα διάλειμμα να επανέλθουμε μετά για τα άλλα και να κλείσουμε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πέντε λεπτά διακοπή.

ΔΙΑΚΟΠΗ

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Κλείνοντας λοιπόν την υπόθεση Μομφεράτου δυο ακόμα στοιχεία. Το ένα είναι ότι, δεν αποδείχθηκε ούτε το υπόλοιπο μέρος της κατηγορίας του βουλεύματος το οποίο λέει ότι μετέβη μαζί τους ένοπλος με πιστόλι στον προκαθορισμένο τόπο, ανέμενε, επιτηρούσε το χώρο, προκειμένου να εξασφαλίσει βοήθεια κλπ, αυτά δεν προκύπτουν από καμία κατάθεση και βεβαίως δεν προκύπτουν ούτε από την απολογία του κ. Τσελέντη, η οποία απολογία του κ. Τσελέντη βαρύνεται επίσης και με την ακόλουθη αντίφαση.

Ότι πώς είναι δυνατόν από την μια μεριά να λέει, πρέπει να ήταν ο Σταμάτης εκεί, τον οποίο πάντως για πρώτη φορά συνάντησα εκεί. Και αυτός τον οποίον τον συνάντησε για πρώτη φορά να ξέρει ότι είχε εμπειρία μεγαλύτερη από τους άλλους στην οδήγηση και συνεπώς επελέγη από την οργάνωση να οδηγήσει, επειδή είχε τη μεγαλύτερη εμπειρία; Ποιοι δηλαδή συνωμοτικοί κανόνες εν πάση περιπτώσει, συνάδουν με μια τέτοια λογική, όταν όπως έχει περιγράψει τη λειτουργία της οργάνωσης, γνωρίζει κάποιο μέλος της προ μιας ενεργείας της οργάνωσης και ξάφνου εξ αυτού γνωρίζει και ότι αυτός είναι κατάλληλος οδηγός, έχει εμπειρία και γι αυτό το λόγο θα οδηγήσει.

Όλα αυτά τα πράγματα είναι εκ των υστέρων συναγόμενα και είναι συναγόμενα επειδή εν πάση περιπτώσει ο ίδιος θέλει μ’ αυτό τον τρόπο να εισφέρει στη διαδικασία. Αγαπητέ κ. Τακτικέ Εισαγγελέα, εκτός από τις αποδοκιμασίες των επιχειρημάτων μου, με τα οποία είναι προφανές ότι δεν συμφωνείτε, θα αναμείνω την αιτιολογημένη πρότασή σας, σχετικά με την ενοχή του εντολέα μου, διότι μέχρι στιγμής αυτό που άκουσα, όπως προείπα, ήταν μη πρόταση.

Ήταν μια απλή και μόνο επανάληψη των στοιχείων του βουλεύματος και καμιά αξιολόγηση της αποδεικτικής διαδικασίας, που ήταν το ξαναλέω, από τις πιο δύσκολες που έχει να αντιμετωπίσει αυτό το Δικαστήριο.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή