Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (21/10/2003) Μέρος 1/5

Τρίτη, 21 Οκτωβρίου 2003 20:00
A- A A+

ΤΡΙΤΗ 21 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003

ΔΙΚΗ 17Ν

ΤΡΙΤΗ 21 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:10

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Α΄ ΜΕΡΟΣ

09:10 – 10:35

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλημέρα σε όλους. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, οι κρατούμενοι κ.κ. Γεωργιάδης και Ξηρός Βασίλειος θα έρθουν σε λίγα λεπτά στην αίθουσα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Χριστόδουλος είναι εδώ και νομίζω γιορτάζει σήμερα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)

Χ. ΞΗΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευχές σε όλους τους εορτάζοντες γενικά. Για τους απόντες τι λέτε κ. Εισαγγελεύ;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Να εκπροσωπηθούν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να εκπροσωπηθούν και όλοι όσων απουσιάζουν οι συνήγοροι εκπροσωπούνται από τον παρόντα συνήγορο. Κύριε συνήγορε, να κάνω μία παράκληση ότι όσο μπορούμε να είμαστε σύντομοι σε τούτο το Δικαστήριο διότι σαν υπεράσπιση έχετε εισφέρει πάρα πολλά αλλά όλα σε ορισμένα πλαίσια ας τηρηθούν. Εμείς θέλουμε να τα μαζεύουμε αυτά τα πράγματα και να μαζεύουμε και το μυαλό μας τι απόφαση ενδεχομένως θα βγάλουμε στο τέλος.

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Να σας καλημερίσω. Πράγματι κ. Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές η έννοια την οποία δίδει ο κ. Πρόεδρος είναι απόλυτα απαραίτητη όχι υπό την έννοια διότι ποτέ δεν πίεσε κανέναν υπερασπιστή στην άσκηση των καθηκόντων του, αντίθετα θα έλεγα δημιούργησε ένα πνεύμα άνεσης στην παράθεση των ισχυρισμών κάτι για το οποίο εκ των προτέρων πρέπει να ευχαριστήσουμε και τον κ. Πρόεδρο ως διευθύνοντα την συζήτηση αλλά και όλους τους Δικαστές διότι πολλές φορές με εκφράσεις, με ερωτήσεις δίδουν και μία ένταση στον υπερασπιστή έτσι ώστε αυτός πολλές φορές κάτω και από την συναισθηματική του φόρτιση να μην μπορεί να δώσει τον καλύτερο εαυτό του γιατί αυτό ζητάει η υπεράσπιση του κατηγορουμένου, τον καλύτερο πάντοτε εαυτό του στην μάχη με την αλήθεια, στην μάχη με την επικοινωνία του και κυρίως αυτό το οποίο να θέλει να αποδείξει.

Μάχη με την αλήθεια με την έννοια ότι πολλές φορές η αλήθεια να είναι υποκειμενικό μέγεθος. Η αλήθεια πολλές φορές όπως σας είπα και χθες δεν είναι το αντικείμενο της ποινικής δίκης. Την ξέρει μόνο αυτό ο οποίος βρίσκεται πάνω από εσάς και όλους μας και κυρίως είναι ένα μέγεθος το οποίο έχει εγκαταλειφθεί πια στο ποινικό δίκαιο εδώ και 70 χρόνια αν δεν με απατά η σκέψη μου και η μνήμη σε όσα έχω μελετήσει πάνω στο θέμα αυτό.

Σκοπός πάντοτε της ποινικής δίκης είναι η προστασία της έννομης κοινωνικής ειρήνης, η προστασία των συμφερόντων του κατηγορουμένου με την έννοια ότι εάν κάποιον ένοχο τον αθωώσουμε έχουμε μία δικαστική πλάνη. Εάν όμως καταδικάσουμε έναν αθώο έχουμε ένα έγκλημα.

Είναι μια διττή παραβατική συμπεριφορά που αναβλύζει και αναδύεται μέσα στις αίθουσες των ποινικών δικαστηρίων και εκείνο που προστατεύει πιστεύω την έννομη κοινωνική ειρήνη είναι όταν τελειώσει οποιαδήποτε υπόθεση και αυτή να πιστεύουν όλες οι πλευρές ότι προσπάθησε ο Δικαστής μας με τα μέσα που του δίνει ο νόμος, το Σύνταγμα, η συνείδησή του να βρει την αλήθεια κι αν δεν την βρήκε ότι και οι δύο πλευρές έμειναν με την εντύπωση ότι δεν διαπράχθηκε τίποτα εις βάρος του και ότι δεν έχουμε μία δικαστική πλάνη.

Ένας ανηφορικός δρόμος, ένας δύσκολος δρόμος, δρόμος του Γολγοθά και της αμφισβητήσεως έτσι όπως πολλοί Δικαστές μας τον ορίζουν κι εμείς θέλουμε πάντοτε να μην ακούγεται αυτό που λένε πολλοί ότι είναι ένας Γολγοθάς που τον ανεβαίνει μεν ο Δικαστής αλλά το τετέλεσθαι το λέει ο κατηγορούμενος. Πιστεύουμε ότι σε αυτή την περίπτωση δεν θα έχουμε τέτοια αποτελέσματα.

Οριοθετώντας την σκέψη μου πάνω στο πολιτικό έγκλημα και με την άνεση την οποία μου δώσατε ολοκληρώνω σήμερα την αναφορά μου με μία συμπληρωματική αναφορά και μάλιστα τέτοια που να σας πω ότι αισθάνομαι και πάλι στην ανάγκη να το τονίσω τη μεγάλη χαρά και τιμή που έχω να αναφέρομαι σε σας. Το λέω αυτό γιατί σε μία δίκη αξιών όπως είναι η παρούσα Δίκη ο Δικαστής μου είναι για μένα η μεγαλύτερη δυνατότητα να εκφέρω τις απόψεις μου, να πω τις σκέψεις μου και κυρίως να προβάλλω με τα φτωχά μέσα μου τους υπερασπιστικούς μου ισχυρισμούς.

Κύριε Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές μίλησα για μία ολοκλήρωση του πολιτικού εγκλήματος έτσι όπως το είδαμε στις δύο αυτές θεωρίες. Βέβαια μέσα μου έχω την εντύπωση ότι η οποιαδήποτε παρεμπίπτουσα απόφασή σας με την απόρριψη του συγκεκριμένου ισχυρισμού δεν παύει να είναι ένας έλεγχος ουσίας του ισχυρισμού που προβλήθηκε με την έννοια της ενστάσεως.

Δηλαδή εάν θυμάμαι καλά και από τα πρακτικά τότε η έννοια είχε ότι είναι πολιτικό το έγκλημα, του χαρακτηρισμού του πολιτικού εγκλήματος με την έννοια της ενστάσεως. Ότι δηλαδή είναι κάτι το οποίο με συγκίνησε, υπάρχει στα Αμιγή Ορκωτά στην Αγγλία όπου υπάρχει νερό για όλους τους παράγοντες και είδα ότι ο αγαπητός επιμελητής έφερε και σε μένα ένα ποτήρι νερό. Είναι κάτι το οποίο πραγματικά το χρειαζόμαστε. Είναι κάτι το οποίο το είχα συναντήσει στο Αμιγές Ορκωτό της Αγγλίας όπου εκεί υπάρχουν πάντοτε και στους Προέδρους και στους Γραμματείς και σε όλους και ιδίως στους υπερασπιστές πάντοτε μία κανάτα με νερό. Σας ευχαριστώ γιατί αυτό δείχνει και την ποιότητα με την οποία μας αντιμετωπίζεται και στους κατηγορουμένους?.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Είμαι σίγουρος ότι και αυτοί υπέστησαν την βάσανο του Δικαστηρίου και έτσι έπρεπε να γίνει διότι αυτός είναι ο ουσιαστικός έλεγχος. Εάν λοιπόν δούμε την έννοια της απορρίψεως της οποιασδήποτε ενστάσεως σε οποιοδήποτε θέμα και στάδιο υπεβλήθη, η έννοια του πολιτικού εγκλήματος έρχεται να χαρακτηρίσει σαν παρεμπίπτουσα απόφασή σας ή ότι οι συγκεκριμένες πράξεις δεν είναι πολιτικό αδίκημα, δεν είναι δηλαδή πολιτικό έγκλημα (είναι ίσως η μία μορφή) ή επειδή εισάγεται η υπόθεση στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων δεν μπορούμε να δικάσουμε πολιτικό έγκλημα με την έννοια ότι κατά το άρθρο 97 του Συντάγματος το πολιτικό έγκλημα έτσι όπως αναφέρεται και προσδιορίζεται κατ’ είδος προς ορισμόν υπάγεται στην αρμοδιότητα των Μικτών Ορκωτών Δικαστηρίων.

Έχουμε δηλαδή αυτές τις δύο σκέψεις οι οποίες είναι και οι δύο ανάλογες της ποιότητας των Δικαστών μας που μας δικάζουν και λέμε ότι ο 2928 οριοθετεί το οργανωμένο έγκλημα μέσα στη συγκεκριμένη δικαιοδοσία του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων το οποίο μάλιστα Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων καθίσταται αρμόδιο έτσι όπως είναι δικονομικά η διάταξη και για αδικήματα τα οποία διεπράχθησαν πριν από την ψήφιση του νόμου.

Έχουμε δηλαδή μία αναδρομικότητα που επιτρέψατέ μου μπορεί να γίνει αφού το άρθρο 7 του Συντάγματος λέει ότι ποινή βαρυτέρα εκείνης της οποίας προβλέπεται κατά την τέλεση της πράξεως δεν μπορεί να επιβληθεί. Κατά συνέπεια η σκέψη μου είναι, μπορεί να κάνω και λάθος, ότι αφού έχουμε το βαρύτερο έγκλημα το οποίο είναι η αφαίρεση ζωής που προβλέπεται είτε ήταν Μικτό Ορκωτό ισόβια κάθειρξη με τα ελαφρυντικά ή όχι και τις διαβαθμίσεις και στον 2928 υπάρχει η ανθρωποκτονία εκ προθέσεως υπό την έννοια της συστάσεως τότε σε αυτή την περίπτωση εφόσον το αδίκημα αυτό δεν έχει βαρυτέρα ή ελαφρυτέρα ποινή που να έρχεται κόντρα με την συγκεκριμένη διάταξη του άρθρου 7 άρα το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων δεν καθίσταται με την έννοια αυτή, η όλη διαδικασία συνθέσεως και συγκροτήσεώς του κόντρα με το γράμμα της συνταγματικής επιταγής αφού οι ποινές είναι της αυτής βαρύτητας.

Βέβαια είναι εκ των πραγμάτων ατελέσφορο να πούμε ότι ο κατηγορούμενος μπορεί να επιλέξει τον φυσικό του Δικαστή αφού ο φυσικός του Δικαστής ήταν μεν το Μικτό Ορκωτό αλλά με την τροποποίηση αυτή την οποία έγινε των διατάξεων των συγκεκριμένων της δικονομίας και με την αποκλειστική αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων ως Δικαστήριο που δικάζει τα αδικήματα του 2928 δίδεται η δυνατότητα το 7 και το 8 του Συντάγματος να μην έρχονται κατευθείαν έτσι όπως φαίνεται σε πρώτη φάση κόντρα με τις συγκεκριμένες διατάξεις αλλά περισσότερο με την σύμβαση της Ρώμης περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Αυτή είναι η μία σκέψη την οποία προσεγγίζω, την παρεμπίπτουσα ίσως απόφασή σας της οποίας το περιεχόμενο θυμάμαι διαβάζοντας τότε στα πρακτικά γιατί δεν είχα την χαρά και την τιμή να παρίσταμαι στις ωραίες εκείνες στιγμές με τα μεγάλα νομικά θέματα που πρώτη φορά ετέθησαν και κλήθηκε το Δικαστήριό σας να αποφασίσει.

Κατά συνέπεια η έννοια της αρμοδιότητός σας σαν Δικαστηρίου είναι ότι αφού εισάγεται με τον 2928 η υπόθεση δεν μπορεί να είναι πολιτικό έγκλημα η πράξη γιατί εάν πούμε εμείς ότι είναι πολιτικό έγκλημα τότε στην περίπτωση αυτή θα θέσουμε εκ ποδών την συνταγματική διάταξη του άρθρου 97 η οποία λέει ότι τα πολιτικά εγκλήματα υπάγονται στην αρμοδιότητα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου.

Αυτό σημαίνει ότι εκ προοιμίου ο Δικαστής που έχει στην σύνθεση του 2928 που ανήκει δηλαδή στο Δικαστήριο το οποίο δικάζει υποθέσεις του 2928 δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να υπεισέλθει κατ’ ουσίαν εις στην έρευνα και εξέταση ενός αδικήματος το οποίο μπορεί να έχει και χαρακτήρα πολιτικό.

Είναι μία θέση που πιστεύω ότι είναι ανεπιστημονική. Γιατί εάν η τρομοκρατία έχει πολιτογραφηθεί ιστορικά σαν πολιτικό έγκλημα, η ουσία του ελέγχου του τι είναι πολιτικό έγκλημα δεν μπορεί να μπει μέσα από συγκεκριμένες διατάξεις αλλά αποτελεί ουσία μιας μείζονος πρότασης που είναι η δικιά σας θέση πάνω στο τι είναι πολιτικό έγκλημα.

Δηλαδή κάθε θέμα το οποίο τίθεται δεν παύει να έχει μία μείζονα πρόταση που είναι ο συγκεκριμένος κανόνας δικαίου τον οποίο παραθέτετε στην απόφασή σας και λέτε ότι αυτό είναι πολιτικό έγκλημα. Έρχεται δηλαδή ο Δικαστής μας ελέγχοντας με το 177 και τα άλλα λοιπά μέσα αποδείξεως και λέει ότι πολιτικό έγκλημα θεωρώ ότι είναι αυτό, μία από τις τρεις κατηγορίες του Μικτού, του υποκειμενικού και του αντικειμενικού.

Διατυπώνει δηλαδή ο Δικαστής τις ουσίες, ποια είναι η θέση του πάνω στο πολιτικό έγκλημα λέγοντας ότι θεωρώ στην μείζονα πρότασή μου που είναι απαραίτητο πιστεύω να τεθεί με βάση το ότι μία απόφαση είναι αιτιολογημένη για να υπάρχει και το θέμα τι θεωρώ πολιτικό έγκλημα. Διότι έτσι θέτει εκ ποδών όλες τις διατάξεις και το κουτί της Πανδώρας που λέγεται 177 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας κατά την ουσιαστική ζήτηση της αληθείας.

Δεν μπορεί λοιπόν να πει ότι εγώ δεν δικάζω το πολιτικό έγκλημα επειδή είμαι Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων άρα εάν πιάσω την διάταξη αυτή περί πολιτικού εγκλήματος είμαι αναρμόδιο να δικάσω τέτοιες πράξεις γιατί η αρμοδιότητα τότε θα ήταν ένα θέμα το οποίο πιστεύω πρώτοι εσείς και χωρίς να χρειάζονται οι ενστάσεις των διακεκριμένων συναδέλφων να ελέγξετε και δεύτερον, κανείς δεν θα έλεγε ότι ένας Δικαστής μπορεί να πει: δεν χαρακτηρίζω ένα έγκλημα το ότι ανήκει στο πολιτικό έγκλημα επειδή με την διάταξη του άρθρου 97 την οποία εάν το κάνω ο 2928 θέτει εκ ποδών ως αντισυνταγματική την διάταξη του άρθρου 97 του Συντάγματος και κατά συνέπεια δεν μπαίνω καθόλου στο θέμα.

Εγώ πιστεύω ότι η αντισυνταγματικότητα της διατάξεως δεν κρίνεται από την θεωρία ούτε από τα ΜΜΕ, ούτε πολύ περισσότερο αξιότιμοι κ.κ. Δικασταί από κείνους τους αυτόκλητους σχολιαστές που έξω από την αίθουσα αυτή έλεγαν περί πολλών και τύρβαζαν περί πολλών και έλεγαν ότι θέλετε, ανοησία ή όχι.

Το Δικαστήριο λοιπόν στον καθορισμό του τι είναι πολιτικό έγκλημα πρέπει και έχει την δυνατότητα κατά την αιτιολογία της αποφάσεώς του που οπωσδήποτε είναι υποχρεωτική από το Σύνταγμα (γιατί τα λες, εμείς τα ξέρουμε καλύτερα) να θέσει μία μείζονα πρόταση η οποία να λέει ότι πολιτικό έγκλημα είναι αυτό. Αυτό εγώ θεωρώ πολιτικό έγκλημα.

Κατά συνέπεια έχουμε ρήση επί της ουσίας που σημαίνει ότι έχουμε την δυνατότητα με την μείζονα πρόταση αφού ξεκαθαρίσουμε ότι δεν δεσμευόμεθα από το 97 του Συντάγματος να χαρακτηρίσουμε ένα αδίκημα ότι είναι πολιτικό. Έχουμε την δυνατότητα επίσης από τον 2928 να πούμε αν είναι πολιτικό ή όχι και δεύτερον, να περάσουμε στην ελάσσονα πρόταση που αποτελεί την πεμπτουσία των αποδείξεων με όλη την ποιότητα που δώσατε ακροαματική διαδικασία.

Έχουμε λοιπόν την ακροαματική διαδικασία η οποία μας δίδει τα μέσα εκείνα μέχρι και να ολοκληρωθεί να αποδείξουμε ότι σαν υποκείμενο αποδείξεως που είστε στον κατηγορούμενο αφού ολοκληρωθεί και ολοκληρώνεται πιστεύω η ελάσσονα πρόταση αφού τελειώσει και η τελευταία αγόρευση του συνηγόρου υπερασπίσεως με τις δευτερολογίες των κ.κ. Εισαγγελέων, των διαδίκων και των υπερασπιστών. Δεν ξέρω πόσο χρόνο θα δώσετε, μισή ώρα είχα ακούσει. Ίσως είναι και πολύ, ίσως είναι και λίγο. Αυτά θα τα δείτε εσείς.

Εκεί να τεθεί και πάλι το θέμα αφού ολοκληρωθεί και αυτή η διαδικασία και ακούσετε μέχρι και τον τελευταίο αυτοτελή υπερασπιστικό ισχυρισμό που μέχρι και την αγόρευση του συνηγόρου υπερασπίσεως μπορεί με το 141 να τεθεί στα πρακτικά, την ελάσσονα αυτή πρόταση τι ακριβώς είναι οι θέσεις σας ως προς το πολιτικό έγκλημα.

Το λέω αυτό με πολύ ταπεινή φωνή και θα δείτε ότι σε όλα θα είμαι συντομότατος, για ποιο λόγο; Διότι εάν το οργανωμένο έγκλημα το αποχωρίσουμε από την έννοια του πολιτικού εγκλήματος σημαίνει ότι το οργανωμένο έγκλημα δεν είναι εκείνο το οποίο έχει όλες τις υφές και τις θέσεις του πολιτικού εγκλήματος. Διότι αν δεν είναι οργανωμένο το πολιτικό έγκλημα το οποίο στοχεύει ακόμα και με την αντικειμενική θεώρηση να χτυπήσουμε το ίδιο το κρατικό ιμπέριουμ δηλαδή την υφή της πολιτειακής εξουσίας τι άλλο είναι οργανωμένο;

Αυτό από την φύση του ακόμα αν θέλετε να το ονομάσετε τρομοκρατία, ακόμα κι αν θέλετε να το ονομάσετε ότι είναι μία έκφραση της αναρχικής δράσης ορισμένων από αυτών όσων πιστεύουν στην αντικρατική πάλη τότε και σε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει το οργανωμένο έγκλημα να ενταχθεί οπωσδήποτε κατά το σχηματισμό της δικανικής σας πεποίθησης στο πολιτικό έγκλημα αφού η οργάνωσή του, ο τρόπος τελέσεως, οι ληστείς, οι ανθρωποκτονίες αποτελούν στοιχεία προσβολής του κρατικού ιμπέριουμ με την διαδικασία αυτή.

Εάν λοιπόν ο 2928 σας απαγορεύει για τον οποιοδήποτε λόγο να ασχοληθείτε με την έννοια του πολιτικού εγκλήματος θα πρέπει εσείς έχοντας προ οφθαλμών την κατ’ ουσία εξέταση της υποθέσεως και με το άρθρο 79 και με το θέμα της αρμοδιότητός σας και με τις περιπτώσεις των ελαφρυντικών και με τις περιπτώσεις της ενδεικτικής απαριθμήσεως των μέσων αποδείξεως να συλλέξετε εκείνα τα στοιχεία τα οποία θα σας οδηγήσουν αβίαστα ότι μία τρομοκρατική δράση (ας την ονομάσουμε έτσι αν ηχεί καλύτερα στο νομικό συλλογισμό μας ότι έχει όλα τα στοιχεία του πολιτικού εγκλήματος γιατί τι άλλο είναι το οργανωμένο έγκλημα; Είναι μία μορφή δράσης οργανωμένη απέναντι στην ανατροπή ενός καθεστώτος.

Ακόμα και στις ακραίες αυτές θέσεις που θα πάρουμε ότι είναι το πολιτικό έγκλημα δηλαδή η ανατροπή ενός καθεστώτος έτσι όπως υποστηρίζεται και μέσα στην αντικειμενική θεώρηση που πιστεύω ότι έρχεται περισσότερο κοντά στην σκέψη της Έδρας (έτσι υποθέτω) και τότε έχουμε οργάνωση μιας παρατάξεως, οργάνωση μιας ομάδος η οποία στοχεύει σε πράξεις οι οποίες προσπαθούν να πλήξουν την πολιτειακή σχέση και εξουσία.

Με βάση αυτά εάν περάσουμε στην διαδικασία του χαρακτηρισμού κύριος παράγων είναι η ελεύθερη σκέψη του Δικαστή μας, ανεπηρέαστη από οποιαδήποτε άλλη φαλκίδευση της με το ότι είναι αντισυνταγματικό, με το ότι είναι αναρμοδιότητα, με το ότι δεν μπορούμε να ασχοληθούμε κλπ.

Η κρίση του πολιτικού εγκλήματος είναι κρίση ουσιαστική και δεν εισάγεται σε καμία περίπτωση με δικονομικές απαγορεύσεις. Είπα ότι ο 2928 είναι οργανωμένο και γι αυτό το λόγο δεν μπορούμε να θέσουμε εμείς τέτοιες σκέψεις πάνω στο θέμα αυτό. Αντίθετα καμία αναρμοδιότητα δεν έχετε, καμία προσβολή με την απόφασή σας έμμεσα να κηρύξετε τον 2928 αντισυνταγματικό επειδή με την εφαρμογή του απαγορεύει την εφαρμογή του 97 του Συντάγματος αφού το Σύνταγμα είναι ύπατος νόμος. Με το 97 και με το 28 δεν προσεβλήθη από καμία συμβατική διάταξη με την έννοια ότι ο 28 αποτελεί με το Σύνταγμα οποιαδήποτε σύμβαση υπέρ νόμο. Κατά συνέπεια η αρμοδιότητα αυτή παραμένει αυτούσια και είναι κρίση επί της ουσίας.

Βέβαια η μάχη για το πολιτικό έγκλημα δεν δίδεται έτσι και εκεί ως έτυχε. Είναι θέματα τα οποία μας αγγίζουν, είναι θέματα τα οποία πονάει κάθε πολίτη να δούμε πολίτες με σοβαρότατες παραβατικές συμπεριφορές, γι αυτό δικάζονται άλλωστε, δεν είπε κανένας ότι δικάζονται επειδή απλώς είναι εχθροί του λαού, να μην δικάζονται μέσα στα πλαίσια που πρέπει. Αυτό έχει τονιστεί από συναδέλφους, στην κρίση σας είναι.

Την θέση την ξέρετε και από κει και πέρα να τους δούμε κάποια στιγμή με (επιτρέψατέ μου) όχι ελαφρά την καρδία αλλά να χρησιμοποιήσω τον όρο conditio sine qua non από την απόφασή σας να ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου και να έχουμε παραδείγματα ντροπής για τα οποία βέβαια η απόφασή σας δεν έχει καμία σχέση αλλά να που θα βρουν πάτημα και αυτός είναι και ο ρόλος του Δικαστή σαν αρετή να αποτρέψει φαινόμενα τέτοια πολιτών μας με παραβατική συμπεριφορά καταδικασθέντες από σας να οδεύσουν προς άλλες χώρες.

Τα νύχτα είναι γαμψά, τα νύχια έχουν βγει, έχουν ξεγυμνωθεί ήδη οι σκέψεις και όριο δεν έχουν. Επιτρέψατέ μου σύντομα να σας διαβάσω το άρθρο 13 της συμβάσεως την οποία ο Υπουργός Δικαιοσύνης δεν τόλμησε καν να φέρει στη Βουλή και για την οποία σύμβαση όπως είπα και χθες, το Ευρωκοινοβούλιο ζήτησε και πήρε θέση ότι βιαστικά και χωρίς να ενημερωθεί το Ευρωκοινοβούλιο, η απόφαση των Υπουργών περί υπογραφής της συνθήκης αυτής με τις ΗΠΑ που αφορά την έκδοση Ευρωπαίων πολιτών, αποτελεί ένα όνειδος για το οποίο επιφυλάχθηκαν να ασκήσουν τα νόμιμα έτσι όπως, με τα φτωχά μου αγγλικά διάβασα τότε.

«Όταν το αδίκημα για το οποίο ζητείται η έκδοση τιμωρείται με θάνατο, σύμφωνα με το Δίκαιο του αιτούντος κράτους αλλά όχι σύμφωνα με το Δίκαιο του προς ο η αίτηση κράτους, δηλαδή εμάς, το προς ο η αίτηση κράτος μπορεί να εγκρίνει την έκδοση υπό τον όρον ότι δεν θα του επιβληθεί θαναιτκή ποινή ή για δικονομικούς λόγους το αιτούν κράτος δεν μπορεί να συμμορφωθεί με αυτόν τον όρο, ότι και αν επιβληθεί θανατική ποινή δεν θα εκτελεστεί›.

Δίκιο είχατε που με διορθώσατε εχθές κ. Πρόεδρε διότι πράγματι ο όρος «του επιβληθεί› δεν σας ξεφεύγει ποτέ τίποτα, έτσι όπως διαβάζετε και σκύβετε πάνω στα νομικά, με μια γενική θεώρηση και ποιότητα –γιατί το να διαβάζεις, πολλοί διαβάζουμε, το τί αποκομίζουμε, το τί μετουσιώνουμε είναι αυτό που σας διακρίνει. Ιδιαίτερα για τον Εισαγγελέα τον κ. Λάμπρου, ξέρω ότι σκύβει πάνω στα νομικά θέματα , το αποδεικνύει και δεν υπάρχει καμία αντίρρηση γι αυτό.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Το λιβανωτό δεν ήταν ποτέ στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του είδους μου. Όταν στάθηκα απέναντι στο χειμαζόμενο, όταν χειρίστηκα υποθέσεις χωρίς να πάρω ούτε μία δραχμή, όπως ήταν η υπόθεση του Ρωμιόπουλου επί πέντε χρόνια, όταν διαφώνησα και αποχώρησα γι αυτό το λόγο από το Υπουργείο Εθνικής ¶μυνας που ήμουν άμισθος νομικός σύμβουλος, δεν είχα ποτέ κανένα λιβανωτό, ούτε και στην υπόθεση Λυμπέριος, όταν ήρθα σε ευθεία κόντρα τότε με τον Υπουργό, τον κ. Γιαννόπουλο. Το λιβανωτό να το ψάξετε να το βρείτε σε άλλες θέσεις, σε άλλες παρατάξεις.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Στο Υπουργείο άφησα καλή εποχή εννοείτε ότι ψηφίστηκαν οι δύο κώδικες της στρατιωτικής δικαιοσύνης, που για πρώτη φορά η στρατιωτική δικαιοσύνη έγινε ανεξάρτητη. Επί 9 μήνες δούλευα μέχρι τις 4 το πρωί και παραλίγο να κατατεθεί αίτηση διαζυγίου από τη σύζυγό μου διότι υπέπεσε σε άλλες καταστάσεις αυτό το 4 το πρωί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Ολοκληρώνοντας λοιπόν την απάντησή μου προς τον κ. Εισαγγελέα, γιατί ξέρει ο κ. Λάμπρου πόσο τον σέβομαι και πόσο τον εκτιμώ, να πω και κάτι άλλο: Οι Δικαστές μας δικάζουν. Εκείνοι για τους οποίους μπορούμε να αισθανθούμε μία τάση να τους εξευμενίσουμε, είναι οι Δικαστές. Εγώ τον Εισαγγελικό Λειτουργό σαν δικαστικό λειτουργό ποτέ δεν τον ξεχώρισα και στις αναφορές μου με το 177 και μάλιστα απαιτούσα να έχει κι αυτός την ίδια σχέση με εμάς.

Αλλά, κ. Εισαγγελέα, όταν ετέθη το θέμα του αποκεφαλισμού σας, όταν ετέθη το θέμα –και πολλές φορές- ο Εισαγγελέας να είναι η πεμπτουσία της συνείδησης του λαού αλλά ξαφνικά όταν φτάνει στον ¶ρειο Πάγο να του αφαιρείται η δυνατότητα πολλές φορές της φυσικής του εξελίξεως και να καταλαμβάνει την Έδρα του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και όχι να μένει Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου και όχι δικαστής αφού πια είχαμε τις παλιές ρυθμίσεις, ότι ο Εισαγγελέας αφορούσε και στις αστικές υποθέσεις και όχι, εγώ και δημόσια τότε, όταν υπήρχε μια κίνηση, διατύπωσα την άποψή μου και είπα, καίτοι ο Εισαγγελέας δεν δικάζει, οι δικαστές με δικάζουν, οι δικαστές είναι τρεις ή πέντε, όπως ερωτήθηκαν και άλλοι νομικοί, είπα ότι αποκλειστικά θα έπρεπε να υπάρχει η ρύθμιση αυτή και ο Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου να γίνεται Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου και όχι να προέρχεται από την καθημένη δικαιοσύνη.

Ήταν μια άποψή μου την οποία εγώ διατύπωσα ελεύθερα με απόλυτο σεβασμό στους Δικαστές μας. Απλά έχω τον ίδιο σεβασμό και στην Εισαγγελία και δεν τους διακρίνω τους Εισαγγελικούς λειτουργούς, επειδή από τους μεν κρέμεται η τύχη μου και οι άλλοι απλώς προτείνουν. Εγώ λοιπόν λιβανωτό δεν διάλεξα ποτέ.

Να συνεχίσω: «Αν το αιτούν κράτος δεχθεί την έκδοση υπό όρους κατ’ εφαρμογή του παρόντος άρθρου, συμμορφώνεται με τους όρους αυτούς. Αν το αιτούν κράτος δε δεχθεί τους όρους η αίτηση έκδοσης μπορεί να απορριφθεί.›.

Το άρθρο 9 αναφέρεται για πρώτη φορά σε ένα, όπως χαρακτηρίστηκε από τα ΜΜΕ περίεργο και κατ’ άλλους «άρθρο της ντροπής›.: «Προσωρινή παράδοση› -δε μιλά για έκδοση- «Αν εγκριθεί η αίτηση έκδοσης στην περίπτωση προσώπου το οποίο διώκεται ή εκτίει ποινή στο προς ο η αίτηση κράτος, το προς ο η αίτηση κράτος μπορεί να παραδώσει προσωρινά το πρόσωπο του οποίου ζητείται η έκδοση στο αιτούν κράτος για τους σκοπούς της δίωξης. Το παραδοθέν πρόσωπο κρατείται στο αιτούν κράτος και επιστρέφεται› -το αντικείμενο, το δέμα- «στο προς ο η αίτηση κράτος, αμέσως μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών κατά του προσώπου αυτού σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται με αμοιβαία συμφωνία του αιτούντος και του προς ο η αίτηση κράτους. Ο χρόνος της κράτησης στο έδαφος του αιτούντος κράτους εν αναμονή της άσκησης δίωξης στο εν λόγω κράτος είναι δυνατό να αφαιρείται από το χρόνο που απομένει για την αίτηση›.

Είναι πια δεδομένο και μετά τις δηλώσεις τις οποίες έχουν γίνει, μετά τις θέσεις, υπάρχουν πάμπολλα δημοσιεύματα, ότι πολλοί θα ασχοληθούν με το θέμα αυτό. Και βέβαια η ενασχόλησή τους δε σημαίνει τίποτα καλό για μας και σημαίνει αντίθετα ότι θα προσπαθήσουν να αποσπάσουν Έλληνες πολίτες με τον μη χαρακτηρισμό του πολιτικού εγκλήματος. Υπάρχει λοιπόν και αδήριτη ανάγκη στον Δικαστή μας να δει και την προέκταση της πλευράς αυτής.

Παλαιότερα, τα Δικαστήρια βάζοντας και επιβάλλοντας τη θανατική ποινή, εξέφραζαν στο διατακτικό της αποφάσεώς τους και μια σκέψη, μία ευχή: Επιθυμούμε να μην του επιβληθεί η ποινή του θανάτου. Να μην εκτελεστεί η ποινή του θανάτου. Κατά συνέπεια, εκείνο το οποίο προέχει, είναι ότι μπορεί και έχετε τη δυνατότητα, έστω αν εγώ το λέω άποψη, εσείς με την πείρα σας –και το περιμένω κι από την Εισαγγελική Έδρα στη δευτερολογία της-, μπορεί δηλαδή να σημαίνει ότι δικάζω και επιβάλλω δις και τρις ισόβια, τετράκις, όσες θέλετε, γιατί σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι το πολιτικό έγκλημα μπορεί από τον τρόπο με τον οποίο τελέστηκε να μην είναι ειδεχθές. Δε λέει κανένας ότι το ειδεχθές δεν είναι στοιχείο του πολιτικού εγκλήματος, όπως λένε μερικοί «δεν είναι πολιτικό έγκλημα γιατί είναι ειδεχθές έγκλημα›.

Το στοιχείο λοιπόν του ειδεχθούς, ο τρόπος και ο κίνδυνος δεν αποτελούν στοιχεία του πολιτικού εγκλήματος. ¶ρα δεν σημαίνει ότι ένας ο οποίος χαρακτηρίζεται ότι έδρασε πολιτικά με την έννοια του πολιτικού εγκλήματος δεν πρέπει να αντιμετωπίσει όπως έλεγαν παλιά, βαρύ τον πέλεκυ της δικαιοσύνης. Οπωσδήποτε, συνέπεια όμως έχουμε ότι εάν το πολιτικό έγκλημα εκφραστεί έστω και με την έννοια της ευχής ως προς την μη έκδοση, έχετε θέσει έναν μείζονα κανόνα, έχετε δώσει μία αβελτηρία συζητήσεως και πιέσεως και προς εκείνους τους ντόπιους διαχειριστές της εξουσίας, όποτε αποφασίσουν να αναρπάσσουν μέσα από το ελληνικό έδαφος και να τους παραδώσουν στους υπερατλαντικούς συμμάχους μας, ανθρώπους οι οποίοι?..

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: (εκτός μικροφώνου)

(διαλογικές συζητήσεις)

Φ. ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ: Ευχαριστώ τον κ. Εισαγγελέα διότι αντέδρασε όπως πρέπει να αντιδράσει κάθε Έλληνας πολίτης και βεβαίως τον ευχαριστώ γιατί έδειξε την ευαισθησία που πρέπει να δείξει και ο απλός Έλληνας πολίτης. Και βεβαίως τον ευχαριστώ γιατί ένας αναιρετικός πια Εισαγγελέας αντιδρά κατ’ αυτόν τον τρόπο και το βλέπει ότι δεν είναι δυνατόν ποτέ να περάσει από το μυαλό κανενός ότι θα παραδώσουμε Έλληνες πολίτες.

Επειδή όμως κ.κ. Δικαστές πέρασε και υπεγράφη αυτή η σύμβαση και δεν είναι σχέδιο πια ούτε και πρόκειται με τη διαδικασία που επέλεξε ο Υπουργός Δικαιοσύνης να περάσει υπό έγκριση στη Βουλή αλλά μόνο να συζητηθεί σε επίπεδο ενημερώσεως μεταξύ των Κομμάτων, έχουμε μία σύμβαση η οποία είναι απόλυτα ισχυρή και λειτουργεί πια. Είναι νόμος και με το άρθρο 28 του συντάγματος αποτελεί και υπερνόμο.

Μία ratio, μία εξουσία η οποία πηγάζει άνωθεν και έρχεται και εισάγεται μέσα στο δικό μας δικαιϊκό σύστημα με προφανώς ηυξημένα αποτελέσματα. Μόνο λοιπόν για τις διαδικασίες της εκδόσεως και μόνον εφόσον υπάρχουν τέτοιες διαδικασίες οι οποίες απεργάζονται ήδη, ξέρετε γιατί ο δικαστής λαμβάνει πάντοτε γνώση και των δημοσιευμάτων και όλων των θεμάτων και ενημερώνεται κτλ., μπορούμε να πούμε στην απόφασή σας ότι θεωρούμε πολιτικό το έγκλημα με την έννοια της μη εκδόσεως Ελλήνων πολιτών.

Μία απλή διάταξη και βλέπουμε ότι η μείζων πρόταση μπορεί μεν να μην το χαρακτηρίζει, ευχή όμως δίδουμε σαν Δικαστήριο ότι το έγκλημά τους εφόσον τεθούν θέματα εκδόσεως, κρίνεται υπό την έννοια και μόνον αυτή, ότι είναι πολιτικό το έγκλημα και δεν έχει άλλες διαστάσεις του κοινού Ποινικού Δικαίου. Δεν βάζουμε προϋποθέσεις αμνηστίας ούτε και τις θέλουμε. Μάλιστα ο Σάββας Ξηρός ζήτησε επίμονα να μην του αναγνωριστούν ελαφρυντικά.

Όταν τον εξέταζαν τότε οι ψυχίατροι, είπε «σας παρακαλώ να θεωρήσετε εκ των προτέρω ότι δεν θα χρησιμοποιήσω τα έγγραφα αυτή για ανήκεστη βλάβη. Θα υποστώ την φυλάκιση, την τιμωρία την οποία μου επέβαλλαν, εγώ διάλεξα αυτό τον μοναχικό δρόμο του επαναστάτη, δεν πρόκειται να πέσω, δεν πρόκειται να εκλιπαρήσω, δεν πρόκειται ποτέ να ζητήσω κάτι άλλο από αυτό το οποίο θα μου επιβάλλει η μοίρα μου, ο θεός και οι δικαστές›.

Έχουμε λοιπόν τη δυνατότητα γιατί με το άρθρο 177 δεν έχετε κανένα περιορισμό να διατυπώσετε οποιαδήποτε πρόταση, αφού η μείζων πρόταση τέθηκε, η ελάσσων πρόταση αποτελεί όλη αποδεικτική διαδικασία, μπαίνει το θέμα σαν ισχυρισμός ότι μπορεί να προκληθεί από τον χαρακτηρισμό του εγκλήματος ως μη πολιτικού έκδοση Ελλήνων πολιτών και ο Έλληνας δικαστής, πάνω απ’ όλους, χωρίς να έχει κανέναν ανάγκη, εξοπλισμένος από τη δύναμη του ελληνικού λαού, μπορεί να κάνει και αυτή τη σκέψη σαν την τελευταία προσπάθεια να πούμε όλοι μας ότι για την περίπτωση εκδόσεως τα εγκλήματά τους πρέπει να θεωρούνται πολιτικά.

Αυτή είναι η γνώμη του Δικαστηρίου, κόντρα με τον 2928, αλλά μέσα στο 97 του συντάγματος, το οποίο θεωρούμε ότι δεν απεμπολείται με τον χαρακτηρισμό του πολιτικού εγκλήματος όπως εξήγησα με τα φτωχά μου νομικά στην προηγούμενη σκέψη μου. Έτσι θα δώσετε μία ευχέρεια σε οποιουσδήποτε θέλουν, γιατί μπορεί και να μη θέλουν, να αντισταθούν στον τόπο αυτό, στις γρήγορες και αποφασισμένες ενέργειες ¶γγλων και Αμερικανών, να τεθεί ένα θέμα μη εκδόσεως Ελλήνων πολιτών.

Και το αν θα υπάρξει Υπουργός που θα βάλει τα στήθια του μπροστά, αν θα υπάρξει Πρωθυπουργός ο οποίος κάνει δηλώσεις τώρα, αυτά είναι δηλώσεις πολιτικών και στις δηλώσεις των πολιτικών, αν θέλετε να έχετε την αλήθεια, περιμένετε τις διαψεύσεις τους. Εάν δηλαδή πείτε ότι οι διαψεύσεις είναι το πραγματικό, έχετε πραγματικά εκτιμήσει τα πολιτικά στοιχεία που κυβερνούν τον τόπο μας.

Ξέρω ότι δεν θέλετε, ξέρω ότι το απεύχεστε, αλλά όταν θα φτάσει η ώρα, εσείς θα είστε μακριά, δεν θα έχετε καμία αρμοδιότητα, παρά θα είστε μια φωνή ανάμεσα στις άλλες που θα υψωθούν και θα φωνάζουν αυτό το «όχι› απέναντι στην τροπή που εξελίσσεται. Αυτοί όμως που ασκούν την εξουσία δεν θα σας ακούσουν και οι ανθρώπινες αλυσίδες γύρω από τον Κορυδαλλό δεν μου λένε εμένα τίποτα. Ενώ έτσι, ξέρετε πολύ καλά, εγώ μπορεί να το είπα άκομψα, εσείς που έχετε διατυπώσει εκατοντάδες, ίσως παραπάνω αποφάσεις, όλοι οι Δικασταί που σας πλαισιώνουν κ. Πρόεδρε, δεν μπορούν να βρουν έναν πιο κομψό νομικά και ωραίο τρόπο, ώστε μέσα από τη διαδικασία αυτή να περάσουμε έστω και με την έννοια της ευχής, στο πολιτικό έγκλημα;

Να ακουμπήσουμε τις παρυφές του, να ακουμπήσουμε την έννοιά του, να δώσουμε αν θέλετε μία εξήγηση, ότι για τους λόγους της εκδόσεως οι οποίοι –όχι ότι απειλούνται πιθανώς μετά την υπογραφή της σύμβασης, και η υπογραφή μιας σύμβασης είναι ορατός κίνδυνος, γιατί υπεγράφη, δε μιλάει αυτό το πράγμα για αλλοδαπούς, μιλά για Έλληνες πολίτες. Περιλαμβάνει αν θέλετε και τους Έλληνες πολίτες. Έτσι, το άρθρο 45 νομίζω του συντάγματος που αποκλείει την απέλαση, την έκδοση αλλοδαπού, ας βρει και ένα μικρό χιτώνιο προστασίας μέσα από την απόφασή σας γιατί εσείς είστε που θα αποφασίσετε, εσείς είστε η ελπίδα όχι μόνο των συγκεκριμένων κατηγορουμένων, αλλά του λαού μας ολόκληρου.

Δώστε λοιπόν αυτή την ποιότητα δεδομένη μέσα από τις αποφάσεις σας. Και πραγματικά είμαι βέβαιος στη δευτερολογία των κ.κ. Εισαγγελέων, πάλι θα εξεταστεί αυτό το πράγμα. Ας είπε ο Τακτικός κ. Εισαγγελέας ότι δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Ξέρω ότι δεν ανησυχώ εγώ περισσότερο από εκείνον. Ξέρω ότι και ο Αναπληρωτής κ. Εισαγγελέας δεν ανησυχεί γι αυτό το ενδεχόμενο.

Γιατί να μην είμαστε ίσοι; Γιατί να μην έχουμε τη συνείδησή μας ήσυχη; Θα την έχετε κι εσείς ήσυχη, αλλά να ξέρετε ότι πάνω στην απόφασή σας, στον μη χαρακτηρισμό του πολιτικού εγκλήματος, κάποιοι θα το εκμεταλλευτούν κάποιοι θα πατήσουν, κάποιοι θα οδηγήσουν πολίτες μας μέσα στις διαδικασίες αυτές.

Υποβάλλεται λοιπόν σ’ αυτό το στάδιο, θα διατυπωθεί και εγγράφως ο υπερασπιστικός ισχυρισμός για να καταχωρηθεί με το άρθρο 141 στα πρακτικά, αίτημα να χαρακτηρίσει τουλάχιστον ως προς τις περιπτώσεις εκδόσεως τον κίνδυνο της εκδόσεως ορατό μετά την υπογραφή της σχετικής συμβάσεως που ονομάζεται συμφωνία μεταξύ της Ε.Ε. και των ΗΠΑ σχετικά με την έκδοση.

Κείμενο το οποίο έχει πια ισχύ νόμου με το άρθρο 28 του συντάγματος, το οποίο δεν γνώρισε τον βάσανο της Βουλής μας, όσες και να είναι οι διαμαρτίες της δεν έφτασε καν εκεί, ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή και πριν ολοκληρωθεί ο Β’ βαθμός, και πριν καταστεί αμετάκλητη η απόφασή σας, ορισμένοι εκ των κατηγορουμένων –εγώ μιλώ για τον Σάββα Ξηρό-, να οδεύσουν και σε χώρες που επιβάλλεται αλλά να μην εκτελεστεί λένε η θανατική ποινή ή και αν εκτελεστεί δεν κατάλαβα ποια είναι τα μέτρα που θα λάβουμε εμείς ως Ελλάδα απέναντι στην προσβολή της ζωής ενός Έλληνα πολίτη όταν θα εκτελείται στην Αμερική.

Δεν κατάλαβα, δεν έχω πεισθεί ποια είναι τα μέτρα που η τότε Ελληνική κυβέρνηση θα λάβει κατά της Αμερικής για να την πιέσει, να την εκβιάσει, να την σύρει σε μία επαναφορά του Σάββα Ξηρού στην Ελλάδα. Όλα ηχούν πολύ αστεία αν πιστεύουμε ότι υπάρχουν εδώ ντόπιοι που θα ορθώσουν το παράστημά τους. Θα τους παραδώσουν και δεν πρόκειται ποτέ να ζητήσουν την επάνοδό τους γιατί δεν έχουν πια την δυνατότητα να επαναφέρουν τους ανθρώπους αυτούς στο ελληνικό έδαφος.

Κύριε Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές δι’ ολίγον και όταν λέω δι’ ολίγον το εννοώ θα καταθέσω τον προβληματισμό μου πάνω στην εφαρμογή του 211α που αφορά θέσεις που ιδιαίτερα εμένα με την ανάγνωση απολογιών του πελάτη μου Σάββα Ξηρού δεν έθεσαν μόνο το θέμα της μαρτυροποιήσεως ενός κατηγορουμένου αλλά του προσήψαν κατά την προσπάθεια ίσως όχι δικαστικών κύκλων αλλά με την έννοια την οποία προσπάθησαν να αμαυρώσουν το παράστημά του το ηθικό ότι είσαι ένας άνθρωπος ο οποίος κατέδωσες τους συντρόφους σου.

Αυτό δεν το είδα στα μάτια ποτέ κανενός συντρόφου του Σάββα Ξηρού. Αντίθετα το ήθος και η αγάπη με την οποία περιβάλλεται από όλους αποτελεί την καλύτερη αποστομωτική απάντηση σε όσους επιχείρησαν να θίξουν το ηθικό στοιχείο, το μεγαλείο του ανθρώπου αυτού. Ενός ανθρώπου που όσα είπε τα είπε κάτω από βασανιστήρια, ενός ανθρώπου ο οποίος όσα είπε τα είπε χωρίς να ελέγχει το βουλητικό στοιχείο, ενός ανθρώπου ο οποίος κομματιασμένος δεν προσπάθησε από τους γιατρούς και άλλους επίορκους να θεραπευθεί αλλά να γίνει μία πηγή πληροφοριών ντροπή όχι μόνο για τον πολιτισμό μας, ντροπή για κάθε αξία την οποία εμείς σαν έθνος ποτίζοντας με τους πνευματικούς μας χυμούς μια ολόκληρη ανθρωπότητα επιτρέψαμε στις αρχές της 3ης χιλιετίας να λαμβάνουν χώρα τέτοια πράγματα.

Όλα κύλαγαν μπροστά στα μάτια μας, η έπαρση της εξουσίας, η οίηση δεν τους άφηνε τότε να πάρουν και κάποια μέτρα προφυλάξεως αλλά μέσα από εφημερίδες, από περιοδικά, από ποικίλη ύλη, από τα ΜΜΕ έχαιραν πάνω σε έναν άνθρωπο κομματιασμένο, σε έναν άνθρωπο τον οποίο προσπαθούσε να συγκολληθεί πνευματικά και σωματικά να του επιβάλλουν τέτοιες επιθέσεις βαρβαρότητος. Αν μιλάμε για κρατική βία, η περίπτωση του ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ δεν έχει προηγούμενο.

Ακούστηκε και πιστεύω να μην ξανακουστεί και όσο λιγότερο ακούγεται στις αίθουσες αυτές θα πρέπει να σας προβληματίζει ότι η έννοια του 211α, δηλαδή η έννοια του ότι σαν δικονομική διάταξη αναφέρεται στον ενικό και όχι στον πληθυντικό, μα τα λένε και καθηγητές Πανεπιστημίου. Βέβαια θα μου πείτε οι καθηγητές Πανεπιστημίου σήμερα είναι κάτι διαφορετικό από αυτούς που είχαμε εμείς και καμιά φορά και κάποια πολλά μηδενικά βλέπετε κ. Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές άλλα να λένε, άλλα να διδάσκουν και άλλα να λένε στις γνωμοδοτήσεις τους. Να ένα περίεργο φαινόμενο. Λες τώρα τι διδάσκει, τι εκπροσωπεί, τι παριστάνει η ανώτατη αυτή βαθμίδα που λέγεται καθηγητής Πανεπιστημίου κι εγώ τον βάζω αμέσως μετά από σας αφού δίδει όλο το επιστημονικό προσωπικό δηλαδή την αιχμή του δόρατος ενός κράτους μέσα από ψυχικές και πνευματικές διεργασίες.

Εάν είναι πληθυντικός, εάν είναι πολλοί οι κατηγορούμενοι – διατυπώθηκε και σε άλλα ακροατήρια αυτό – τότε το 211α έχει μέσα την έννοια της εφαρμογής ότι μόνο για έναν κατηγορούμενο μιλάει κι αν το λένε πολλοί κατηγορούμενοι τότε πρέπει να ληφθεί υπόψη. Πουθενά ούτε σε δικονομική διάταξη, ούτε στο ουσιαστικό ποινικό ο πληθυντικός δεν απετέλεσε την οριοθέτηση μιας εννοίας, μιας αντικειμενικής υποστάσεως, μια δικονομικής επιταγής. Ο ενικός ήταν εκείνος ο οποίος προσιδιάζει και δεν μπορούν να λέγονται τέτοιες αστειότητες ότι όπου υπάρχει πληθυντικός άρα κατά την έννοια αυτή σημαίνει ότι όταν έχουμε πολλούς κατηγορούμενους ισχύει το 211α υπό την έννοια ότι πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τις απολογίες και τις μαρτυρικές καταθέσεις, έχουν τότε νομική ισχύ, έχουν δικονομική οντότητα, παράγουν αποτέλεσμα ενώ όταν είναι ένας δεν μπορούν.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή