Σύμφωνα με το σενάριο των αμερικανών νεοσυντηρητικών που σχεδίαζαν εδώ και χρόνια τον πόλεμο στο Ιράκ, τα πράγματα θα ήταν απλά: Μια αποφασιστική στρατιωτική εκστρατεία θα εκδίωκε τον Σαντάμ, οι Ιρακινοί, ανακουφισμένοι, θα υποδέχονταν τους Αμερικανούς ως ελευθερωτές, και η Βαγδάτη θα αποκτούσε μια μορφή δημοκρατίας που θα αποτελούσε πρότυπο για την υπόλοιπη Μέση Ανατολή.
Το σενάριο αυτό διαψεύστηκε και οι νεοσυντηρητικοί πέρασαν στην άμυνα, ενώ το πάνω χέρι στην αμερικανική κυβέρνηση πήραν οι αντίπαλοί τους.
Οι τελευταίοι, σημειώνει ο Ντανιέλ Βερνέ στη «Le Monde», υποστηρίζουν μια πιο παραδοσιακή εξωτερική πολιτική, προσανατολισμένη προς την υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ αμφισβητούν και τη θαυματουργή στρατιωτική δράση, προτιμώντας τις ενέργειες περιορισμένης εμβέλειας.
Σύμφωνα με τους «New York Times» τα παλιά στελέχη της κυβέρνησης του πατέρα Μπους ανησυχούν με τον τρόπο που ο γιος Μπους παρασύρθηκε από μια «ιδεαλιστική αντίληψη του διεθνισμού». Πριν από τις 20 Μαρτίου, είχαν ήδη εκφράσει τις επιφυλάξεις τους για έναν πόλεμο που δεν είχε σαφείς αιτίες, και που οι συνέπειές του θα ήταν πιθανόν επικίνδυνες. Το αντάρτικο στο Ιράκ, ο πολλαπλασιασμός των επιθέσεων εναντίον των αμερικανικών δυνάμεων και των ιρακινών συμμάχων τους, αλλά και η κατάρρευση του «οδικού χάρτη» για το Παλαιστινιακό, φαίνεται να τους δικαιώνουν.
Καθώς πλησιάζουν οι εκλογές, οι Δημοκρατικοί που ως τώρα ήταν σιωπηλοί αρχίζουν να κατηγορούν την κυβέρνηση Μπους είτε για αφέλεια, είτε για δογματική τύφλωση.
Μιλώντας στην επιτροπή της Γερουσίας για τις ένοπλες δυνάμεις, ο αναπληρωτής υπουργός Αμύνης Πολ Γούλφοβιτς δήλωνε: «Οι εχθροί μας ελπίζουν ότι, όπως στη Σομαλία και στη Βηρυτό, έτσι και τώρα θα ετοιμάσουμε τις βαλίτσες μας και θα πάμε σπίτι. Δοκιμάζουν τη θέλησή μας».
Η ολοκλήρωση της δουλειάς θα είναι λοιπόν μακροχρόνια και δαπανηρή. Το Ιράκ, λένε οι νεοσυντηρητικοί, αποτελεί την πρώτη πρόκληση της μεταψυχροπολεμικής εποχής. Είναι δηλαδή ο Τζόρτζ Μπους ο πνευματικός κληρονόμος του προέδρου Τρούμαν;