Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (11/11/2003) Μέρος 8/8

Τρίτη, 11 Νοεμβρίου 2003 21:08
A- A A+

Έτσι ο τρόπος και τα μέσα, επαναλαμβάνω γίνονται στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος της ηθικής αυτουργίας, και χρειάζονται να καλύπτονται και από τον αντίστοιχο δόλο και να αναφέρονται ώστε να είναι αιτιολογημένη η τυχόν καταδίκη σε ηθική αυτουργία.

Και θα επικαλεστώ ένα επιχείρημα κ. Πρόεδρε από ένα άλλο άρθρο του ποινικού κώδικα. Ο νομοθέτης, επειδή γνωρίζει ότι δεν αρκεί από μόνη της η εκφορά του προκλητικού λόγου για την θεμελίωση της ηθικής αυτουργίας, αλλά χρειάζεται και να πειστεί με κάποιο τρόπο και με κάποια μέσα ο φυσικός αυτουργός, καθόρισε στο άρθρο 186 ΠΚ και τι γίνεται όταν υπάρχει πρόκληση σε τέλεση ορισμένου πάντα κακουργήματος και δεν πειστεί ο προκαλούμενος, ή καθόρισε επίσης και τι γίνεται και όταν υπάρχει προσφορά ορισμένου ξαναλέω κακουργήματος.

Στο άρθρο αυτό, όπως γνωρίζετε κ. Δικαστές, η έννοια της προκλήσεως ή της παρότρυνσης, είναι πολύ ευρύτερη της προκλήσεως που πρέπει να υπάρχει, για να στοιχειοθετείται η ηθική αυτουργία. Καθόρισε λοιπόν ο νομοθέτης τι γίνεται και σε ένα προστάδιο της ηθικής αυτουργίας, πριν και αυτή την απόπειρα ηθικής αυτουργίας.

Είναι σαφές ότι, δεν αρκεί για την θεμελίωση της ηθικής αυτουργίας, μόνο η πρόταση. Χρειάζονται και άλλες προϋποθέσεις και συνθήκες, ιδίως δε όταν έχετε να κάνετε με κατά την έννοια του νόμου εγκληματική οργάνωση, ιδία οργάνωση ιδεολογική της οποίας τα μέλη είναι αποφασισμένα να δράσουν, σύμφωνα με τους σκοπούς της οργάνωσης.

Θα επισημάνω κ. Δικαστές επίσης στο Δικαστήριό σας, ότι και το άρθρο 186 το ίδιο άρθρο, ομιλεί για σπουδαία πρόκληση ή παρότρυνση με οποιονδήποτε τρόπο κάποιοι να διαπράξουν ορισμένο κακούργημα. Δεν ομιλεί για πρόκληση, ή παρότρυνση διάπραξης αορίστων κακουργημάτων ή πλημμελημάτων.

Τέτοια περίπτωση γενικού δόλου δεν υπάρχει, ούτε στις συμπεριφορές που προβλέπει το άρθρο αυτό. Γιατί τέτοια διάταξη με τέτοιο περιεχόμενο θα οδηγούσε μοιραία σε ποινικοποίηση και τιμώρηση του φρονήματος, για αυτό μιλάει πάντα για ορισμένο. Συνεχίζω ακριβώς με την διέγερση. Δεν είναι δε τυχαία και η ρύθμιση του άρθρου 184 του ΠΚ, όπου προβλέπεται ότι, τιμωρείται η πρόκληση ή διέγερση, αορίστου αριθμού ανθρώπων στην διάπραξη μη ορισμένου κακουργήματος, ή πλημμελήματος, πότε μόνο κ. Πρόεδρε όμως; Μόνο όταν γίνεται δημόσια, όχι όταν γίνεται ιδιωτικά.

Το άρθρο αυτό δεν προβλέπει περίπτωση οιονεί γενικής ηθικής αυτουργίας όπως έχει εσφαλμένως και κατά την γνώμη μου υποστηριχθεί, αφού η γενική ηθική αυτουργία, χωρίς αναφορά σε διάπραξη ορισμένης πράξης, δεν νοείται.

Και ακριβώς όμως επειδή προβλέπεται αυτό ειδικά από το ποινικό νόμο, οδηγούμεθα εξ αντιδιαστολής στο συμπέρασμα, ότι ακόμα και η πρόκληση, η διέγερση, όχι δηλαδή η υπόδειξη, γιατί θα αναφερθώ σ’ αυτό παρακάτω, άλλο πρόκληση, άλλο υπόδειξη, η πρόκληση ή διέγερση σε διάπραξη μη ειδικά καθορισμένου αδικήματος που γίνεται ιδιωτικά, δεν συνιστά αξιόποινη πράξη, διότι έτσι θα οδηγηθούμε σταδιακά στην τιμώρηση του φρονήματος και των ιδιωτικών συζητήσεων.

Για τον ίδιο λόγο όμως, συνεχίζω την ανάπτυξη της ηθικής αυτουργίας, επειδή δηλαδή θα πρέπει να διαπιστώνεται ο τρόπος και τα μέσα με τα οποία προκλήθηκε η απόφαση για τέλεση ορισμένης ξαναλέω, άδικης πράξης στο φυσικό αυτουργό, θα πρέπει να διαπιστώνεται και η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου, μεταξύ της δράσης του ηθικού αυτουργού και της τελεσθείσας ορισμένης άδικης πράξης.

Κατά την κρατούσα νομολογιακώς στην Ελλάδα άποψη, που ακολουθείται τα πορίσματα της θεωρίας του ισοδυνάμου των όρων, θα έλεγα όμως υπό την παραλλαγή της ενεργού αιτίας, για την θεμελίωση της ευθύνης του ηθικού αυτουργού θα πρέπει, η πράξη του, που κατά νόμο συνδέεται με την πράξη του ηθικού αυτουργού, να υπήρξε ένας από τους παραγωγικούς όρους του αποτελέσματος, χωρίς τον οποίον δεν θα επερχόταν το αποτέλεσμα, αδιάφορα εάν συνέβαλαν και άλλοι όροι, άμεσα ή έμμεσα.

Το αποτέλεσμα κατά την ομολογία μας καταλογίζεται στον δράστη μόνο αν η πράξη και εδώ η πράξη του ηθικού αυτουργού έδρασε, ως ενεργός αιτία για την επέλευση του αποτελέσματος. Στην περίπτωση λοιπόν της ηθικής αυτουργίας λέω, ότι θα πρέπει η δράση του ηθικού αυτουργού να προκάλεσε και όχι απλώς να ενίσχυσε την ήδη ληφθείσα απόφαση του φυσικού αυτουργού για ορισμένη άδικη πράξη, διότι τότε πρόκειται περί απλής ψυχικής συνέργιας.

Επίσης δεν αρκεί μια απλή αιτιώδης πρόκληση που μπορεί να αποτελέσει κίνητρο εγκλήματος. Η ηθική αυτουργία δεν είναι όρος για την επέλευση ενός αποτελέσματος. Είναι πράξη με τα δικά της χαρακτηριστικά. Θα σας πω λοιπόν στο σημείο αυτό, ότι κανείς από τους κατηγορουμένους, όσοι ομολόγησαν την ενοχή τους, αλλά και από τις προανακριτικές και ανακριτικές ομολογίες δεν είπε, ότι προκλήθηκε σ’ αυτόν η απόφαση να συμμετάσχει, σε μια συγκεκριμένη ενέργεια από την δράση ενός ανθρώπου. Αντιθέτως όλοι κατέθεσαν ότι ήταν αποφασισμένοι ήδη, από τη στιγμή που πήραν την απόφαση να ενταχθούν στην οργάνωση, να δράσουν σύμφωνα με τους σκοπούς της.

Κανείς δεν απέδωσε ρόλο ηγέτη επινοητή των ενεργειών σε ένα μέλος, όποιο και αν ήταν αυτό. Κανείς δεν μίλησε για ιεραρχική δομή που να δίνει σε ένα μέλος τη δυνατότητα να αποφασίσει για τις πράξεις, κανείς δεν αναγνώρισε διανοητική υπεροχή σε άλλο μέλος της οργάνωσης που του έδινε την πρωτοκαθεδρία και τη δυνατότητα να ορίζει πότε θα γίνει κάτι και ποιος θα κάνει τι, ή που θα είχε την αποκλειστική ευθύνη κατάστρωσης σχεδίων.

Κανείς δεν αναγνώρισε την δυνατότητα ενός μέλους να επιβάλει κυρώσεις, τις οποίες άλλωστε καθόλου δεν προσδιορίζει το βούλευμα ποιες ήταν αυτές. Κανείς δεν μίλησε για τρόπο πειθούς και πρόκλησης της απόφασης.

Θα έλεγα δε ότι, όλοι οι κατηγορούμενοι που μίλησαν για την ένταξή τους και την συμμετοχή τους στην οργάνωση, πιο πολύ μίλησαν για τον εσωτερικό τους κόσμο, για την στάση ζωής και την εσωτερική τους ηθική, που τους ώθησε να συμμετέχουν για τις ιδέες που τους οδήγησαν να πράξουν και καθόλου για άνθρωπο.

Μέλος ως ηθικό αυτουργό των όσων το κάθε μέλος έπραξε, ή θα δεχθείτε εσείς ότι έπραξε, σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Ακόμα θα έλεγα ότι και όσοι ζήτησαν συγνώμη από τη κοινωνία, για τα όσα έπραξαν, δεν είπαν ότι παρασύρθηκαν από έναν άνθρωπο. Για τις ιδέες που είχαν απολογήθηκαν και ζήτησαν συγνώμη και έδειξαν μεταμέλεια για όσα έπραξαν.

Και θα έλεγα κ. Δικαστές ότι στο σημείο αυτό, πάσχει αθεράπευτα το βούλευμα, το οποίο ήδη κατά την περιγραφή της κατηγορίας για τον εντολέα μου, δεν προσδιορίζει πουθενά, πότε, που, πώς, προκάλεσε με πειθώ και φορτικότητα όπως λέει το βούλευμα, εγώ δεν θα μείνω σ’ αυτό, το βούλευμα τα λέει, την απόφαση, σε οιοδήποτε αυτουργό ή συνεργό μιας πράξης.

Δεν περιγράφει πράξεις, ενέργειες, συμπεριφορά του φερομένου ως ηθικού αυτουργού το βούλευμα για τις συγκεκριμένες πράξεις. Εμείς λέμε ότι η διαδικασία απέδειξε, ότι αποφάσισε ύστερα από συζητήσεις μεταξύ των μελών, συλλογικά, είτε η οργάνωση όλη, είτε οπωσδήποτε η υποομάδα των αυτουργών που εκτελούσε την ενέργεια.

Σίγουρα δεν αποφάσισε, δεν είχε την πρωτοβουλία μόνο ένας άνθρωπος ή ένα μέλος. Θα ήθελα όμως να δούμε το συλλογισμό του κατηγορητηρίου κ. Δικαστές. Έχουμε την συμμετοχή όλων όσων εσείς θα δεχθείτε ότι συμμετείχαν στην εγκληματική οργάνωση ως μέλη. Θα τους δικάσετε, γιατί συμμετείχαν εκεί.

Τι σημαίνει εντάσσομαι και συμμετέχω σε εγκληματική ομάδα; Δε θέλει ατομική απόφαση του καθενός και μετά ένταξη και συμμετοχή του καθενός στην ζωή της ομάδας; Ο σχεδιασμός των ενεργειών δεν είναι μια από τις πολλές υλικές εκδηλώσεις της στάσης του μέλους; Δεν θα τους τιμωρήσετε για το λόγο αυτό όλους όσους εσείς θα δεχθείτε, ότι συμμετείχαν στην ζωή της οργάνωσης;

Έχουμε στο τέλος, δράση συναυτουργών ομάδος υποομάδας και αυτενέργεια. Καμία ενέργεια, καμία αξιόποινη πράξη δεν διαπράχθηκε από ένα άτομο. Ομάδα ή υποομάδα στην αρχή λοιπόν, ομάδα ή υποομάδα στην κάθε πράξη. Και τι μας λένε από την αρχή αυτής της υπόθεσης μέχρι τώρα;

Ότι στην απόφαση για την κάθε ενέργεια στους συναυτουργούς που θα πράξουν, η ομάδα εξαφανίζεται, δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο ένας, δήθεν ηθικός αυτουργός γιατί είναι αρχηγός, δεσπόζουσα προσωπικότητα, καθοδηγητής διανοούμενος, γκουρού, μαθηματικός εγκέφαλος, ότι θέλετε. Έχετε μια συνεχή ομαδική δράση και στο ενδιάμεσο, εξαφανίζεται η ομαδική δράση δεν υπάρχει, ένας μόνο υπάρχει.

Σε μερικές δε ενέργειες σας είπαν ότι, συναποφάσισαν δυο και προκάλεσαν από κοινού την απόφαση στους λοιπούς, οπότε αρχίζει και το σχήμα, ή κατά μόνας, ή κατά συναυτουργία, ηθικής αυτουργίας στους κάθε φορά υπόλοιπους δράστες, που συμμετέχουν σε μια ενέργεια με την γνωστή κατασκευή της αλυσιδωτής ηθικής αυτουργίας.

Αυτά είναι αυθαίρετα κατά την γνώμη μου. Πρέπει να εξηγήσετε εάν δεχθείτε την εκδοχή αυτή, γιατί εξαφανίζεται η ομάδα, η συλλογική σκέψη και η συναπόφαση, στην λήψη απόφασης για την κάθε ενέργεια. Και να το εξηγήσετε, όχι με επιχειρήματα του τύπου του κ. Γιαννίδη, δεν μπορεί έτσι πρέπει να είναι, γιατί δεν μπορεί να είναι διαφορετικά. Ή επιχειρήματα του τύπου ότι, η προσωπικότητα του Γιωτόπουλου, όπως την ζήσαμε και στην αποδεικτική διαδικασία, συμπληρώνει την απουσία πραγματικών γεγονότων ηθικής αυτουργίας του ενός, ή των δυο, σε επιμέρους συγκεκριμένες πράξεις, στα οποία κατέφυγαν οι πλείστοι των συναδέλφων της πολιτικής αγωγής.

Πρέπει να το εξηγήσετε αναφορικά και με την έλλειψη ιεραρχικής δομής της οργάνωσης, που από την διαδικασία προέκυψε. Η άποψή μου είναι ότι, ακόμα και εάν αποδεικνυόταν κάθετη ιεραρχική δομή, πάλι το σχήμα αυτό της αλυσιδωτής ηθικής αυτουργίας, δεν είναι αρκετό από μόνο του για να δομήσει την έννοια της ηθικής αυτουργίας, γιατί έχουμε να κάνουμε με αποφασισμένους δράστες και ότι είναι αποφασισμένο κύριοι Εφέται, δεν επιδέχεται ηθική αυτουργία.

Γιατί και τότε θα έπρεπε, για να έχουμε και τότε ηθική αυτουργία, δηλαδή πρόκληση απόφασης για ορισμένη άδικη πράξη, να προκύπτει διαφωνία, δισταγμός, φόβος, ταλάντευση κάποιου για ορισμένη άδικη πράξη και άρση της διαφωνίας ή του δισταγμού, από τον έχοντα την ηγετική θέση με κάποιο τρόπο και συνεπώς πρόκληση της απόφασης στο τυχόν διαφωνών μέλος, οπότε θα μπορούσε, εάν αποδεικνυόντουσαν αυτά, να γίνει λόγος για ηθική αυτουργία.

Εδώ αναφέρεται και το παράδειγμα του Χίτμαν με την παροχή αμοιβής σε αυτόν. Όπως βλέπετε κ. Πρόεδρε προχωρώ και σ’ αυτό. Από τη διαδικασία, δεν αποδείχθηκε κ. Δικαστές τέτοιο σχήμα, ούτε ύπαρξη διαφωνιών, ούτε άρση αυτών από κάποιο μέλος. Δεν μπορεί όμως να γίνει και σύγκριση με το παράδειγμα του Χίτμαν, διότι απουσιάζει η αμοιβή.

Στο παράδειγμα της αμοιβής του Χίτμαν, δεν ανταποκρίνεται στο πραγματικό της προκειμένης υποθέσεως, γιατί απουσιάζει και η αμοιβή και η ομαδική δράση σύμφωνα με το φρόνημα. Εδώ δεν υπήρχαν τέτοιες αμοιβές. Αντιθέτως, υπήρχε δράση στα πλαίσια της οργάνωσης, αντίθετα με το προσωπικό συμφέρον του καθενός που τους υπαγόρευε να ιδιωτεύσουν και να ασχοληθούν με την προσωπική τους επιτυχία στη ζωή.

Η απόφαση για δράση ήταν σύμφωνα με όσα σας είπα, ειλημμένη για το κάθε μέλος που συμμετείχε στην δράση, με επιταγές της δικής τους εσωτερικής ηθικής. Και η ψήφος του κάθε μέλους, στον προσχηματισμό και τελικώς ομοφώνως λαμβανομένη απόφαση, ήταν ισότιμη μ’ αυτή όλων των άλλων μελών, και εξίσου καθοριστική για το σχηματισμό συλλογικής απόφασης.

Είναι τελείως διαφορετικά πράγματα ο Χίτμαν και τελείως διαφορετικό πραγματικό υλικό αυτό που αποδεικνύει η παρούσα αποδεικτική διαδικασία για να μπορείτε να πείτε εσείς, ότι και με αυτό το παράδειγμα το οποίο κ. Δικαστές το αναφέρουν τα βιβλία και ο κώδικάς σας το λέει και άλλα βιβλία το λένε, αλλά η αναφορά που γίνεται στα βιβλία, γνωρίζετε πολύ καλά ότι είναι αναφορά σε συνθήκες εργαστηρίου, τα γράφουμε για να κατανοήσουμε.

Εδώ έχουμε να κάνουμε με συγκεκριμένες συνθήκες. Αυτές θα κρίνετε, αυτές θα αξιολογήσετε, όχι με την απλή αναφορά. Πολλά παραδείγματα γράφουν, πολλά βιβλία, αυτό δεν σημαίνει ότι εφαρμόζονται έτσι ανεξαρτήτως των περιστάσεων. Πρέπει να βλέπουμε πάντα το συγκεκριμένο υλικό.

Εγώ θα σας έλεγα πάντως κ. Δικαστές, ότι αυτό το παράδειγμα του Χίτμαν, είναι υποτιμητικό να το λένε, για μια ομάδα της επαναστατικής αριστεράς. Ότι δρούσαν αυτοί οι άνθρωποι έτσι μ’ αυτό τον τρόπο. Και όχι γιατί είναι υποτιμητικό γιατί μπορεί και ο κ. Εισαγγελεύς να μην θέλει να αποκαλέσετε κύριο κανένα από τους κατηγορουμένους, υποτιμά την πραγματικότητα υποτιμά την φύση του πράγματος. Σας λέω λοιπόν ότι, η δομή της οργάνωσης ήταν οριζόντια και όχι ιεραρχική.

Δηλαδή αποδείχθηκε ότι επρόκειτο για ολιγομελή οργάνωση που λειτουργούσε και έπαιρνε αποφάσεις με καθεστώς άμεσης δημοκρατίας, όπου το κάθε αποφασισμένο για δράση μέλος, έπαιρνε μέρος στη συζήτηση στην οποία αυτοβούλως είχε προσέλθει για την λήψη απόφασης που δεν ήταν προειλημμένη από κανένα ανώτερο ή μη κέντρο και έπρεπε να συμφωνήσει για την εκτέλεση της ενέργειας και μόνο εάν συμφωνούσε αυτή θα γινόταν, αφού σε περίπτωση διαφωνίας, έπρεπε ή να μην γίνει η ενέργεια, ή να αποχωρήσει ο διαφωνών.

Η ομοφωνία στη λήψη των αποφάσεων, αποκλείει κατά την άποψη του ομιλούντος και την ηθική αυτουργία. Η απουσία διαφωνιών, αποκλείει την ηθική αυτουργία. Αποδείχθηκε επίσης κ. Δικαστές, ότι δεν υπήρχε μοντέλο λήψης αποφάσεων όπου, οι προτάσεις για πιθανούς συγκεκριμένους στόχους, πάμε σιγά – σιγά και στο συγκεκριμένο θα φθάσω, άφησα τον κ. Μανωλεδάκη τελευταίο, όπου οι αποφάσεις για πιθανούς συγκεκριμένους στόχους, μαζεύονταν από όλους, τις έθεταν υπόψη κάποιου αρχηγού ή κέντρου και το κέντρο έδινε εντολή, επέλεγε αυτό που θα γινόταν.

Αυτό το γεγονός, καταρρίπτει την υπόθεση του βουλεύματος, αλλά και της εισαγγελικής πρότασης και της πρότασης της πολιτικής αγωγής προς το Δικαστήριό σας, ότι η δομή, η ηγετική θέση του ενός μέλους, που αυτός ήταν δήθεν ο Γιωτόπουλος στην οργάνωση, ήταν το μέσο με το οποίο έπειθε κάθε φορά τους συναυτουργούς μιας ενέργειας.

Γι’ αυτό αναφέρθηκα προηγουμένως και στην δομή με ειδικό και συγκεκριμένο τρόπο. Γιατί τέτοια δομή σαν αυτή που λέει το βούλευμα, δεν σας την έδωσε η αποδεικτική διαδικασία. Και δεν σας έδωσε όχι μόνο την δομή, αλλά δεν σας έδωσε καν τις διαφωνίες. Γιατί και ο κ. Κονδύλης είπε κάποια στιγμή, δεν συνέβηκε ποτέ.

Αποδείχθηκε δηλαδή, το άλλο μέσο που λέμε ότι ήταν που έπειθε, ήταν η διανοητική υπεροχή, σ’ αυτό θα αναφερθώ παρακάτω, το θεωρώ και έτσι κάπως δευτέρας τάξεως επιχείρημα την διανοητική υπεροχή από μόνη της έτσι μέσον για την ηθική αυτουργία σε συγκεκριμένες πράξεις.

Μάλιστα στο συγκεκριμένο που έχουμε εδώ, αποδείχθηκε δηλαδή ότι υπήρχε στην απόφαση από τα μέλη της 17Ν ασχέτως ποιος έκανε την πρόταση. ¶ρα το γεγονός της πρότασης, από όποιον και να γινότανε, δεν μπορεί να υπαχθεί στην διάταξη του άρθρου 46 και να αναχθεί η πρόταση κατά τη διάρκεια συζητήσεων των μελών της οργάνωσης, για συγκεκριμένη δράση από μόνη της σε πράξη ηθικής αυτουργίας του ενός στους υπολοίπους ήδη αποφασισμένους να δράσουν δράστες, και αυτοβούλως προσελθόντες στη συνάντηση και ισοτίμως συμμετέχοντες στην συζήτηση και ισοτίμως συναποφασίζοντες για την λήψη της απόφασης.

Οι συζητήσεις μεταξύ των μελών μιας εγκληματικής – ιδεολογικής το λέω εγώ, οργάνωσης, δεν τυποποιούνται ως έγκλημα και δεν συνιστούν αμοιβαίες ηθικές αυτουργίες. Και ακριβώς επειδή είναι συζητήσεις μελών, δεν συνιστούν τίποτα περισσότερο απ’ αυτό που είναι, συζητήσεις αποφασισμένων να δράσουν μελών. Αν αυτό δεν το δεχθείτε και δεχθείτε τα αντίθετα, έχω την άποψη κ. Δικαστές, ότι θα διαπλάσετε ένα, θα μου επιτρέψετε να πω, ένα νομικό τερατούργημα ηθικής αυτουργίας και θα σας εξηγήσω το γιατί.

Η Εισαγγελική αρχή όμως και η πολιτική αγωγή έθεσαν ένα άλλο ζήτημα, στην προσπάθεια να ξεπεραστούν οι ελλείψεις του βουλεύματος και η αποδεικτική αδυναμία στοιχειοθέτησης της κατηγορίας. Είπε δηλαδή ότι ναι, ήταν όλοι αποφασισμένοι να δράσουν, δηλαδή να διαπράττουν ανθρωποκτονίες, εκρήξεις, ληστείες, κλοπές όπλων και πυρομαχικών και ως προς αυτό δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί η ηθική αυτουργία, αλλά τον ποιον κάθε φορά θα επιλέξουν ως στόχο, τον ποιον θα σκοτώσουν, ή που θα γίνει μια έκρηξη σ’ αυτόν ή στον άλλον στόχο, ή που θα γίνει μια ληστεία, αυτή ή την άλλη τράπεζα, ή που θα πάρουμε όπλα απ’ αυτό το Α.Τ. ή από το άλλο, το αποφάσιζε πάντα ένας, ο Γιωτόπουλος και συνεπώς αφού αυτός συγκεκριμενοποιούσε, δηλαδή υπεδείκνυε σε αποφασισμένους ήδη δράστες το ποιον στόχο θα πλήξουν αυτός είναι ο ηθικός αυτουργός και ο νους της οργάνωσης.

Επομένως, είτε μόνος ο Γιωτόπουλος, όπου υπάρχουν απολογίες, μαρτυρίες, είτε και αν δεν υπάρχουν απολογίες μαρτυρίες, όταν ο κ. Κουφοντίνας κατά τις απολογίες το πρότεινε, ή ακόμα και όταν ένα άλλο μέλος το πρότεινε, είχε προηγηθεί επίδραση στη σκέψη και πρόκληση της απόφασης στο μυαλό του κ. Κουφοντίνα, ή του άλλου μέλους και αυτός με τη σειρά του έπειθε τα υπόλοιπα μέλη και γινότανε η ενέργεια. Αυτό μας είπε η πολιτική αγωγή.

Επικαλέστηκε δε για την θεμελίωση της άποψης αυτής και την γνώμη του καθηγητού κ. Μανωλεδάκη, όπως δήθεν την έχει εκφράσει στο γνωστό σύγγραμμά του, λέω δήθεν και θα εξηγήσω γιατί λέω δήθεν. Στο γνωστό σύγγραμμά του, αποσπάσματα του οποίου και εγώ θα χρησιμοποιήσω. Θα πω ότι οι απόψεις του κ. Μανωλεδάκη διαστρεβλώθηκαν, από όσους τις εξέφρασαν και θα σας πω γιατί. Πουθενά και σε κανένα σημείο του βιβλίου του, ο κ. Μανωλεδάκης δεν είπε ότι η υπόδειξη ενός στόχου μεταξύ αποφασισμένων για δράση συναυτουργών εγκληματικής οργάνωσης, συνιστά και πρόκληση απόφασης.

Ή ότι, οι συζητήσεις μεταξύ αποφασισμένων δραστών, στα πλαίσια εγκληματικής – ιδεολογικής οργάνωσης, συνιστούν αμοιβαίες ηθικές αυτουργίες, καθώς και ότι, ότι είναι αποφασισμένο, επιδέχεται και ηθική αυτουργία. Πουθενά δεν το έχει πει ο κ. Μανωλεδάκης αυτό. Όταν ο κ. Μανωλεδάκης γράφει στο βιβλίο του στη σελίδα 640, ότι ο ηθικός αυτουργός από ουσιαστική άποψη ως δράστης δηλαδή συγκεκριμένα επικίνδυνης ενέργειας για συγκεκριμένη μονάδα εννόμου αγαθού, ηθικός αυτουργός είναι αυτός, είναι το πρόσωπο που κατευθύνει, στρέφει την φυσική δύναμη του φυσικού αυτουργού προς τη συγκεκριμένη μονάδα του εννόμου αγαθού, η οποία προσβάλλεται με το έγκλημα.

Και όταν διευκρινίζει ότι ενώ, ο φυσικός αυτουργός έχει στα χέρια του την πραγμάτωση του εγκλήματος, ο ηθικός αυτουργός επαφύεται γι’ αυτό στο πρόσωπο του φυσικού αυτουργού, παραμένοντας στο εγκληματικό παρασκήνιο, μ’ αυτό, δεν θέλει να πει τίποτα άλλο, παρά μόνο, να αποδώσει την αληθή, ουσιαστική έννοια της ηθικής αυτουργίας που δεν είναι ότι εξωθεί στο δρόμο του εγκλήματος, έναν άλλον άνθρωπο, όπως έλεγε η θεωρία του κ. Ανδρουλάκη, που διδαχθήκαμε εμείς στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, για το επιπλέον ουσιαστικό άδικο της ηθικής αυτουργίας.

Στην παράγραφο 642 αμέσως μετά, αναφέρεται η θεωρία του κ. Ανδρουλάκη. Όταν λέει λοιπόν την λέξη «στρέφει› δεν εννοεί υποδεικνύει, θέλει να αποδώσει την αληθή έννοια, μάλλον το ουσιαστικό άδικο της ηθικής αυτουργίας σε αντιπαράθεση, η Σχολή της Θεσσαλονίκης με την Σχολή των Αθηνών. Η Σχολή της Θεσσαλονίκης λέει όχι, το ουσιαστικό άδικο της ηθικής αυτουργίας είναι ότι στρέφει σε μία άλλη φυσική δύναμη κατά ενός εννόμου αγαθού. Αυτή είναι η έννοια της λέξεως «στρέφει›.

Εδώ θα μου επιτρέψετε να κάνω και μία κάπως παρενθετική δήλωση. Να εκφράσω παραθετικά μία άποψη. Ότι ναι μεν κατά την θεωρία ο ηθικός αυτουργός παραμένει την στιγμή της πράξης στο παρασκήνιο όπως λένε τα βιβλία για να καταλαβαίνουν οι φοιτητές τι σημαίνει ηθική αυτουργία αλλά κατά την αποδεικτική διαδικασία στο Δικαστήριό σας όπως αντιλαμβανόμαστε εμείς οι νομικοί της πράξης ο ηθικός αυτουργός έρχεται στο προσκήνιο και μόνο αν η πράξη του, δηλαδή η πρόκληση απόφασης αποδειχθεί στην ακροαματική διαδικασία να καταδικάζεται.

Μην θεωρήσουμε λοιπόν ότι και κατά την ακροαματική διαδικασία χωρίς αποδεικτικά στοιχεία παραμένει στο παρασκήνιο και ας μην αποδεικνύεται τίποτα για τον ηθικό αυτουργό στην ακροαματική διαδικασία αυτόν τον καταδικάζουμε διότι τον έχουμε εντάξει από την αρχή στο παρασκήνιο όπως γράφουν τα βιβλία.

Όταν λοιπόν λέει ο κ. Μανωλεδάκης ότι στρέφει συγκεκριμενοποιεί, δεν εννοεί ο κ. Μανωλεδάκης ότι στοιχειοθετείται η ηθική αυτουργία και μεταξύ αποφασισμένων για δράση δραστών στα πλαίσια συζητήσεων σε Οργάνωση του 187. Εδώ θα ήθελα την προσοχή σας κ. Πρόεδρε. Ούτε εννοεί ο κ. Μανωλεδάκης ότι ο όρος «πρόκληση› σημαίνει ή και μπορεί να αντικατασταθεί με τον όρο «υπόδειξη›.

Η πρόκληση ως έννοια είναι πολύ στενότερη από την υπόδειξη ως έννοια. Αυτή η ερμηνεία του όρου «πρόκληση› είναι condra legen ερμηνεία που παραβιάζει το άρθρο 7 παράγραφος 1 του Συντάγματος αφού είναι άλλο πράγμα η υπόδειξη μιας άδικης πράξης ή η παρότρυνση στην τέλεση μιας άδικης πράξης και άλλο η πρόκληση απόφασης τέλεσης μιας άδικης πράξης.

Αν ήθελε ο νόμος η υπόδειξη ή η παρότρυνση να συνιστά ηθική αυτουργία θα το έλεγε. Θα έλεγε δηλαδή κ.κ. Δικαστές ότι ηθικός αυτουργός είναι όχι όποιος με πρόθεση προκάλεσε στον άλλον την απόφαση ή θα έβαζε μια διάζευξη «ή› αλλά θα έλεγε ότι ηθικός αυτουργός είναι όποιος με πρόθεση υπέδειξε στον άλλον να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε ή παρότρυνε άλλον στην τέλεση της άδικης πράξης. Λεξιπενία δεν έχουμε στην Ελλάδα. Μπορούσε να χρησιμοποιήσει πολλές λέξεις για να αποδώσει αυτά τα νοήματα της υπόδειξης και της παρότρυνσης.

Αυτό που σας λέω εγώ κ.κ. Δικαστές το διευκρινίζει ο κ. Μανωλεδάκης στο βιβλίο του στην παράγραφο 645 και στην υποσημείωση 43. Θα διαβάσω λοιπόν εγώ αυτή την υποσημείωση όπου λέει «ως πρόκληση απόφασης νοείται η με οποιονδήποτε τρόπο δημιουργία βούλησης στον δέκτη να πράξει κάτι υπό μορφή κίνησης ή παράλειψης. Δεν είναι απαραίτητο να του υποδειχθεί με λεπτομέρειες τι θα πράξει αρκεί ότι δημιουργήθηκε από τον ηθικό αυτουργό η βούληση στον φυσικό αυτουργό για ορισμένη πράξη, αυτή που θέλει έστω κι αν δεν το λέει με ευθύ τρόπο ο ηθικός αυτουργός›.

Όταν η βούληση κ.κ. Δικαστές είναι σχηματισμένη, δημιουργημένη δεν υπάρχει ηθικός αυτουργός γιατί όπως σας είπα ότι είναι αποφασισμένο δεν επιδέχεται ηθική αυτουργία. Στη σημείωση αυτή 43 για τρόπο και μέσα πρόκλησης της απόφασης μιλά ο κ. Μανωλεδάκης και όχι για υπόδειξη ή οτιδήποτε άλλο πλην της πρόκλησης δηλαδή της δημιουργίας βούλησης στο δέκτη να πράξει κάτι.

Θα σας πω κ.κ. Δικαστές ότι τελολογική συστολή επιτρέπεται, τελολογική διαστολή του γράμματος του νόμου δεν επιτρέπεται. Ότι και να σκεφτείτε θα έλεγα ότι έστω κι αν το νόημα του ιστορικού νομοθέτη κατά την άποψή σας που για μένα εδώ είναι σαφές το νόημα της διάταξης, δεν καλύπτεται από το απώτατο γλωσσικό νόημα του κανόνα αποτελεί περαιτέρω διάπλαση του δικαίου η οποία στο ποινικό δίκαιο παραβιάζει την αρχή ουδεμία ποινή άνευ νόμου το να αποδίδεις άλλο νόημα διαφορετικό στην διάταξη από αυτό που έχει.

Ειδικά δε στο ζήτημα της ηθικής αυτουργίας ο όρος «πρόκληση› είναι συγκεκριμένος και σαφής και τίποτα πέραν της προκλήσεως της απόφασης για ορισμένη άδικη πράξη δεν συνιστά ηθική αυτουργία. Κύριε Πρόεδρε, κ.κ. Δικαστές θα μου επιτρέψετε να κλείσω με την fuzzy logic, θα σας πω δυο κουβέντες.

Σε αυτή τη δίκη που είχαμε κάθε μέρα να προετοιμαζόμαστε για τα θέματα που προέκυπταν ξαφνικά άκουσα και την fuzzy logic. Τι είναι αυτή; Δεν την ξέρω, πίσω έχω μείνει. Κάθισα και διάβασα τι είναι η fuzzy logic. Την επικαλεστήκατε και επειδή δεν θέλω να μας προκύψει fuzzy logic ηθική αυτουργία θα σας το πω.

Όπως ξέρετε η fuzzy logic είναι άλλη λογική. Έχουμε την Αριστοτέλεια λογική που γνωρίζει δύο τιμές αληθείας, αληθές ή ψευδές, η fuzzy logic γνωρίζει πλείονες τιμές αληθείας που μπορούν να απεικονιστούν σε άπειρα σημεία μεταξύ του μηδέν και του ένα. Απ’ ότι αντιλαμβάνομαι κάνει μία αναφορά και σε μη ευκλείδειες γεωμετρίες.

Στη fuzzy logic όλα συμπεριλαμβανομένης και της αληθείας είναι ζήτημα βαθμού, δηλαδή ζήτημα ποσοτικό. Η χρησιμότητα της fuzzy logic έγκειται στο ότι βοηθά να χειριστούμε κατά έλλογο τρόπο την αοριστία εννοιών με ασαφή όρια. Τούτο καθίσταται προφανές ενόψει του ότι προκειμένου για τέτοιες έννοιες η μετάβαση από τη μία στην άλλη πραγματοποιείται βαθμιαία και όχι απότομα.

Παράδειγμα, η μετάβαση από την ενσυνείδητη αμέλεια στον ενδεχόμενο δόλο όπου παρίσταται η ανάγκη να ερμηνεύσουμε την έννοια της αποδοχής του αποτελέσματος της πράξης που είναι ένα εσωτερικό γεγονός μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως προς την αποδοχή του γεγονότος και η λογική της fuzzy logic.

Εδώ αναφέρομαι και σε ένα άρθρο του κ. Χρήστου Μυλωνόπουλου, είναι δημοσιευμένο στον Ποινικό Λόγο και αναφέρεται στον ενδεχόμενο δόλο και στην fuzzy logic. ¶μα θέλετε θα σας το δώσω κ. Πρόεδρε, το έχω μαζί μου. Εκεί κάνει αναφορά στη fuzzy logic και στο πώς μπορεί να?.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

Κ. ΧΡΥΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, αυτό ακριβώς θα σας έλεγα αφού σας πω ότι δεν μπορεί να προκύψει πιθανολογικά διότι περί πιθανολογικής αιτιότητας πρόκειται να το πούμε με ελληνικούς λόγους η ηθική αυτουργία. Η έννοια της ηθικής αυτουργίας είναι σαφής, είναι συγκεκριμένη, είναι ορισμένη και δεν θα προκύψει από την fuzzy logic. Με προλάβατε γιατί θα σας έλεγα ότι αυτά με την fuzzy logic είναι παλιά προβλήματα ειπωμένα με νέες λέξεις, τίποτα περισσότερο δεν είναι.

Ο οιοσδήποτε νομικός που ξεκινάει την καριέρα του πρέπει να διαβάσει το βιβλίο του Καρλ Έγκες «Εισαγωγή στη νομική σκέψη› σε μετάφραση του καθηγητού κ. Σπινέλη στο οποίο υπάρχει στο κεφάλαιο «Δίκαιο των νομικών› αόριστες νομικές έννοιες, αξιολογικές έννοιες, γενικές ρήτρες, διακριτική ευχέρεια. Δεν θα πω τίποτε περισσότερο γιατί αναφέρομαι στο Δικαστήριό σας.

Αυτά τα προβλήματα είναι από τότε. Είναι καινούριες λέξεις για να πούμε παλιά προβλήματα. Το βέβαιο είναι ότι εδώ δεν έχουμε ούτε αόριστη έννοια, ούτε διακριτικής ευχέρειας έννοια. Έχουμε έννοια συγκεκριμένη και αυτή πρέπει να συμφωνήσουμε ότι είναι ορισμένη και δεν θα προσφύγουμε σε άλλη λογική για να καταλήξουμε στην ηθική αυτουργία. Με αυτό κλείνω σήμερα κ. Πρόεδρε και θα συνεχίσω αύριο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διακόπτουμε για αύριο στις 09:00.

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή