Από τις 29 Μαρτίου, όταν άρχισαν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των Ισραηλινών, οι μετριοπαθείς Αραβες ηγέτες δεν μπορούν να κρύψουν την ανησυχία τους, αν όχι τον πανικό τους. Αυτό που φοβούνται ανησυχεί και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, την Ουάσιγκτον και τους Ισραηλινούς. Αυτό που κανείς δεν θέλει είναι οι μαζικές διαδηλώσεις στις αραβικές πρωτεύουσες να αναγκάσουν απρόθυμους ηγέτες να δράσουν κατά του Ισραήλ.
Πιο εκτεθειμένος απ' όλους, σημειώνει ο αμερικανός αναλυτής Εντουαρντ Λούτβακ στους Sunday Times είναι ο πρόεδρος της Αιγύπτου Χόσνι Μουμπάρακ. Τα μέσα ενημέρωσης της χώρας έχουν επιδοθεί σε μια σφοδρή αντιισραηλινή προπαγάνδα, σε μια προσπάθεια να εκτρέψουν την προσοχή της κοινής γνώμης από τα εσωτερικά προβλήματα.
Ο Μουμπάρακ κινδυνεύει από την ίδια του την προπαγάνδα. Αν η Παλαιστίνη είναι τόσο σημαντικό θέμα και η Αίγυπτος τόσο ισχυρή χώρα, γιατί να μη χρησιμοποιήσει την ισχύ της κατά του Ισραήλ; Η αιγυπτιακή κοινή γνώμη ζητάει ήδη τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων της χώρας με το Ισραήλ. Και – γιατί όχι; - την ανάπτυξη δύναμης στη χερσόνησο του Σινά ώστε να αναγκαστεί το Ισραήλ να «παγώσει» τις επιχειρήσεις κατά των Παλαιστινίων και να κινητοποιήσει τον στρατό του στο νέο αυτό μέτωπο.
Μια τέτοια κίνηση, τονίζει ο Λούτβακ, θα ήταν στρατηγικά καταστροφική για την Αίγυπτο. Οχι μόνο θα έθετε σε κίνδυνο τη ζωτικής σημασίας αμερικανική βοήθεια, αλλά θα ανάγκαζε τους ηγέτες της Συρίας και της Ιορδανίας να προβούν και εκείνοι σε στρατιωτικές κινήσεις.
Ολες αυτές οι κινήσεις ίσως να ήταν συμβολικού χαρακτήρα: θα έδιναν όμως την ευκαιρία στον Σαντάμ Χουσεϊν να ζητήσει κι αυτός να στείλει τα στρατεύματά του εναντίον του Ισραήλ, περνώντας από την Ιορδανία ή τη Συρία, ή κι από τις δύο.
Ο Σαντάμ έχει ήδη δηλώσει ότι ένα εκατομμύριο Ιρακινοί είναι έτοιμοι να επιτεθούν στο Ισραήλ. Υπάρχει τέλος η Χεζμπολάχ στο νότιο Λίβανο, που έχει κάνει ήδη αισθητή την παρουσία της, εκτοξεύοντας τις τελευταίες ημέρες ρουκέτες εναντίον του Ισραήλ.
Αυτού του τύπου οι στρατιωτικές κινητοποιήσεις εν μέσω λαϊκού ενθουσιασμού θα αποτελούσαν επανάληψη όσων συνέβησαν το 1967, με την εξευτελιστική ήττα των Αράβων και την κατάληψη της Γάζας, της Δυτικής Οχθης και των υψιπέδων του Γκολάν από το Ισραήλ.
Οι Αραβες έχουν λοιπόν σοβαρούς λόγους να μην προχωρήσουν πέρα από τις διπλωματικές διαμαρτυρίες, ακόμη κι αν σκοτωθεί ο Αραφάτ. Η Αίγυπτος θα έχανε δύο δισεκατομμύρια δολάρια αμερικανικής βοήθειας, η Ιορδανία κάτι αντίστοιχο, ενώ ο στρατός της Συρίας δεν θα μπορούσε να αντέξει μια τέτοια αναμέτρηση. Ο Σαντάμ δεν μπορεί να απειλήσει το Ισραήλ με όπλα μαζικής καταστροφής, την ύπαρξη των οποίων άλλωστε αρνείται.
Ομως η παράνοια δεν είναι σπάνιο πράγμα μεταξύ των εθνών. Οι Ισραηλινοί θα πρέπει να είναι τρελοί αν νομίζουν ότι μπορούν να καταλάβουν χωρίς κόστος τα παλαιστινιακά εδάφη, και πολλοί άραβες ηγέτες μπορεί να συμπεριφερθούν παράλογα επειδή η δημοτικότητά τους είναι μικρή.
Στην περίπτωση που επαληθευόταν το σενάριο της στρατιωτικής κινητοποίησης των Αράβων, το Ισραήλ δεν θα δίσταζε να περάσει στην επίθεση, όπως το 1967. Και ο στρατός του είναι σήμερα ισχυρότερος από τότε. Αν δεν μπορεί να σταματήσει τους καμικάζι, αν δεν ξέρει πώς να αντιμετωπίσει τα παιδιά που πετούν πέτρες, ο ισραηλινός στρατός μπορεί να κάνει αυτό για το οποίο έχει εκπαιδευτεί και έχει εξοπλιστεί: να αντιμετωπίσει και να νικήσει τακτικές στρατιωτικές δυνάμεις.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι η ισραηλινή αεροπορία είναι η μόνη (εκτός βέβαια από την αμερικανική) που μπορεί να εντοπίσει και να πλήξει στόχους, τόσο την ημέρα όσο και τη νύχτα. Για κάθε αεροπλάνο που χάνουν, οι Ισραηλινοί μπορούν να καταρρίψουν 30 εχθρικά αεροσκάφη. Καμιά αραβική αεροπορία δεν μπορεί να απειλήσει τις ισραηλινές πόλεις. Και οι βαλλιστικοί πύραυλοι του Σαντάμ δεν μπορούν να κάνουν μεγάλη ζημιά: το 1991 είχαν εκτοξευτεί 50 πύραυλοι Σκουντ χωρίς να χαθεί ούτε μια ζωή.
Ακόμη και μια λαμπρή νίκη, βέβαια, θα ήταν καταστροφική για το Ισραήλ, που δεν θα κέρδιζε ουσιαστικά τίποτα. Επιπλέον, ο εξευτελισμός των Αράβων ηγετών θα επέτρεπε στους εξτρεμιστές να κερδίσουν πολύτιμο έδαφος.