Ενα μελανό κεφάλαιο

Στην ιστορία της Μ. Ανατολής
Δευτέρα, 17 Σεπτεμβρίου 2012 16:44

A- A A+

Τη νύχτα της 16ης Σεπτεμβρίου 1982, ο ισραηλινός στρατός επέτρεψε σε μια ακροδεξιά λιβανική πολιτοφυλακή που συνδεόταν με το Κόμμα των Φαλαγγιτών να μπει σε δύο στρατόπεδα παλαιστινίων προσφύγων στη Βηρυτό. Κατά τις τρεις ημέρες που ακολούθησαν, οι πολιτοφύλακες βίασαν, σκότωσαν και ακρωτηρίασαν τουλάχιστον 800 αμάχους, ενώ ισραηλινές φωτοβολίδες φώτιζαν το στρατόπεδο. Σχεδόν όλοι οι νεκροί ήταν γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι.

Τριάντα χρόνια αργότερα, η σφαγή της Σάμπρα και της Σατίλα εξακολουθεί να επισκιάζει τη σχέση ανάμεσα στο Ισραήλ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Λίβανο και τους Παλαιστίνιους. Το 1983, μια ισραηλινή επιτροπή έκρινε ότι οι ισραηλινοί ηγέτες είχαν έμμεση ευθύνη για τη σφαγή και ότι ο τότε υπουργός Αμύνης -και μετέπειτα πρωθυπουργός- Αριέλ Σαρόν είχε προσωπική ευθύνη, επειδή δεν μπόρεσε να την αποτρέψει.

Ενώ ο ρόλος του Ισραήλ στη σφαγή έχει αναλυθεί, οι ενέργειες της Αμερικής δεν έχουν γίνει ακόμη κατανοητές. Ο Σεθ Ανζίσκα, μεταπτυχιακός φοιτητής διεθνούς ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, ανακάλυψε το περασμένο καλοκαίρι στα ισραηλινά κρατικά αρχεία συνομιλίες εκείνης της εποχής μεταξύ αμερικανών και ισραηλινών αξιωματούχων. Οι συνομιλίες αυτές αποκαλύπτουν ότι οι Ισραηλινοί παραπλάνησαν τους αμερικανούς διπλωμάτες για τα γεγονότα στη Βηρυτό και τους έπεισαν ότι στα στρατόπεδα βρίσκονταν χιλιάδες «τρομοκράτες». Αν και μπορούσαν να ασκήσουν διπλωματική πίεση στο Ισραήλ για να σταματήσει τις ακρότητες, οι ΗΠΑ δεν το έκαναν. Το αποτέλεσμα ήταν οι Φαλαγγίτες να δολοφονήσουν άμαχους Παλαιστίνιους, τους οποίους η Αμερική είχε δεσμευτεί μόλις λίγες εβδομάδες νωρίτερα να προστατεύσει.

Η ανάμιξη του Ισραήλ στον εμφύλιο πόλεμο του Λιβάνου ξεκίνησε τον Ιούνιο του 1982, όταν εισέβαλε στη χώρα για να διώξει την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και να μετατρέψει τον Λίβανο σε σύμμαχό του. Οι σφοδροί ισραηλινοί βομβαρδισμοί προκάλεσαν τεράστιες απώλειες μεταξύ των αμάχων και έφεραν σε δύσκολη θέση ακόμη και τον πρόεδρο Ρίγκαν, που υποστήριζε το Ισραήλ. Η Ουάσινγκτον συμφώνησε να στείλει πεζοναύτες στον Λίβανο ως μέρος μιας πολυεθνικής δύναμης που θα επόπτευε την αποχώρηση της ΟΑΠ. Πράγματι, χιλιάδες -περιλαμβανομένου του Γιάσερ Αραφάτ- εγκατέλειψαν τη Βηρυτό για διάφορες αραβικές χώρες και στις 10 Σεπτεμβρίου οι πεζοναύτες αποχώρησαν από τη λιβανική πρωτεύουσα.

Το Ισραήλ ήλπιζε ότι ο νέος πρόεδρος, ο μαρονίτης Μπασίρ Τζεμαγιέλ, θα υποστήριζε τη λιβανοϊσραηλινή συμμαχία. Όμως, στις 14 Σεπτεμβρίου ο Τζεμαγιέλ δολοφονήθηκε. Το Ισραήλ αντέδρασε καταλαμβάνοντας τη δυτική Βηρυτό, υποτίθεται για να προστατεύσει τους αμάχους. Ο αμερικανός αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Λόρενς Ιγκλμπέργκερ ζήτησε την άμεση αποχώρηση του Ισραήλ, αλλά ο Σαρόν απάντησε ότι στη δυτική Βηρυτό παραμένουν 2.000 με 3.000 τρομοκράτες. Ο αμερικανός απεσταλμένος στη Μέση Ανατολή, Μόρις Ντρέιπερ, που είχε συντονίσει την αποχώρηση των Παλαιστινίων, απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό και εξέφρασε την ανησυχία του για τις συνέπειες μιας εισόδου των Φαλαγγιτών στη δυτική Βηρυτό.

Στις 12.30 το μεσημέρι της 17ης Σεπτεμβρίου, και ενώ η σφαγή είχε ήδη ξεκινήσει, ο Ντρέιπερ συναντήθηκε με τον Σαρόν και του ζήτησε την αποχώρηση του ισραηλινού στρατού από τον Λίβανο. Ο αμερικανός απεσταλμένος δεν γνώριζε τι συνέβαινε στη Σάμπρα και τη Σατίλα, ενώ ο Σαρόν προσπαθούσε να κερδίσει χρόνο. Η συνομιλία ήταν έντονη, αλλά ο Ντρέιπερ τελικά υποχώρησε και έδωσε στους Ισραηλινούς την προθεσμία 48 ωρών που ζητούσαν. Ετσι, οι Φαλαγγίτες ολοκλήρωσαν ανενόχλητοι τη σφαγή τους. Και οι λεπτομέρειες αποκαλύφθηκαν μόλις στις 18 Σεπτεμβρίου, όταν ο νεαρός αμερικανός διπλωμάτης Ράιαν Κρόκερ επισκέφθηκε τα στρατόπεδα. Ο Ρίγκαν εξέφρασε τον αποτροπιασμό του, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών Τζορτζ Σουλτς παραδέχθηκε αργότερα τη μερική ευθύνη της χώρας του.

Η Ουάσινγκτον αναγκάστηκε στη συνέχεια να στείλει και πάλι πεζοναύτες στο Λίβανο, οι οποίοι όμως δεν είχαν πλέον σαφή αποστολή. Στις 23 Οκτωβρίου του 1983, ανατινάχθηκαν οι στρατώνες των πεζοναυτών στη Βηρυτό με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 241 άτομα. Η επίθεση εκείνη οδήγησε σε επιδείνωση των σχέσεων των Ηνωμένων Πολιτειών με τη Συρία και σε ταχύτατη αποχώρηση των πεζοναυτών από τη χώρα. Όπως θα έλεγε αργότερα ο πρέσβυς Λιούις, «η Αμερική έφυγε από τον Λίβανο με την ουρά κάτω από τα σκέλια».

Το μάθημα της Σάμπρα και της Σατίλα είναι σαφές. Μερικές φορές, οι στενοί σύμμαχοι της Αμερικής δρουν εις βάρος των συμφερόντων της και των αξιών της. Και η αποτυχία της Αμερικής να υπερασπιστεί αυτά τα συμφέροντα και αυτές τις αξίες μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες.

Πηγή: The New York Times, ΑΠΕ-ΜΠΕ

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή