Ο κατά Φρίντμαν καλός πρόεδρος

Τετάρτη, 24 Οκτωβρίου 2012 20:19

A- A A+

Είναι εντυπωσιακό ότι το ντιμπέιτ της περασμένης Δευτέρας για την εξωτερική πολιτική περιστρεφόταν ουσιαστικά γύρω από δύο ζητήματα: την Αμερική και τη Μέση Ανατολή. Τα δύο αυτά ζητήματα, γράφει ο Τόμας Φρίντμαν στους «Νιου Γιορκ Τάιμς», προσφέρουν μερικές διδακτικές αντιθέσεις. Η σημαντικότερη απ'αυτές είναι η αντίθεση ανάμεσα στον υψηλό βαθμό πλουραλισμού και εμπιστοσύνης που κάνει την Αμερική να δουλεύει και στη σχεδόν παντελή έλλειψη αυτών των στοιχείων στη Μέση Ανατολή.

Η απουσία πλουραλισμού και η κυριαρχία του δόγματος «είτε το κόμμα μου βρίσκεται στην εξουσία, είτε είμαι νεκρός» είναι σήμερα η κυρίαρχη πολιτική τάση στον αραβομουσουλμανικό κόσμο. Κανείς δεν εμπιστεύεται κανένα. Είναι όμως αδύνατο να κτιστεί ένα σύγχρονο κράτος ή μια καινοτόμα οικονομία χωρίς εμπιστοσύνη.

Στο μεταξύ, οι Αμερικανοί αναρωτιούνται αν πρέπει να αντικαταστήσουν τον πρώτο τους μαύρο πρόεδρο -που το μεσαίο όνομά του είναι Χουσέιν και που ο παππούς του ήταν μουσουλμάνος- με ένα μορμόνο. Αυτός ο ριζοσπαστικός πλουραλισμός, λέει ο Φρίντμαν, είναι το κλειδί της αμερικανικής επιτυχίας.

Θα κρατήσει όμως αυτός ο πλουραλισμός; Ο Μπαράκ Ομπάμα δεν ήταν ένας τέλειος πρόεδρος. Κατά καιρούς έδειξε αλαζονεία απέναντι σε φίλους και αντιπάλους. Ο Ομπάμα δεν είναι Λίντον Τζόνσον. Αλλά και το σημερινό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα δεν έχει καμιά σχέση με το κόμμα των δεκαετιών του 1960 ή του 1970.

Είναι αδύνατο να παρατηρήσει κανείς τη συμπεριφορά του κόμματος τα τελευταία τέσσερα χρόνια, από την άρνησή του να εξετάσει το πρόγραμμα του Ομπάμα για την απασχόληση μέχρι την παρανοϊκή επιμονή του στο θέμα του πιστοποιητικού γέννησης του προέδρου, χωρίς να συμπεράνει ότι πολλά στελέχη του ήθελαν απλώς ο Ομπάμα να αποτύχει. Η πολιτική που ακολούθησε το κόμμα υπό την επιρροή του Tea Party οδήγησε στο σπίτι τους πολλούς μετριοπαθείς και ευφυείς συντηρητικούς, όπως ο Μπομπ Μπένετ από τη Γιούτα, η Ολυμπία Σνόου από το Μέιν, ο Μπομπ Ινγκλις από τη Νότια Καρολίνα και ο Ρίτσαρντ Λούγκαρ από την Ιντιάνα.

Με δεδομένο το χάος και τους πολιτικούς περιορισμούς που κληρονόμησε τόσο στο εσωτερικό μέτωπο, όσο και στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής, ο Ομπάμα τα πήγε καλά. Κράτησε τη χώρα ασφαλή και σκότωσε μερικά κακά παιδιά. Σταμάτησε την αιμορραγία της οικονομίας και ξεκίνησε μερικές έξυπνες μεταρρυθμίσεις στην παιδεία, την ενέργεια και την υγεία. Δεν ήταν ακριβώς το Νιου Ντιλ, αλλά ούτε και μια Νέα Υφεση.

Αν όμως η πολιτική αυτή είχε κάποια αποτελέσματα την προηγούμενη τετραετία, δεν θα έχει και την επόμενη. Ενας κόσμος όπου το ευρωπαϊκό σύστημα υπερεθνικών κρατών καταρρέει, όπου το αραβικό σύστημα εθνικών κρατών επίσης καταρρέει, όπου οι κλιματικές αλλαγές είναι ταχύτατες και η παγκόσμια αλληλεξάρτηση μεγαλώνει, θέτει προβλήματα που είναι επικίνδυνο να αγνοηθούν και αδύνατο να λυθούν από μία και μόνη χώρα. Κι όταν μια χώρα βρίσκεται σε μια τέτοια κατάσταση, πρέπει να δείξει ότι μπορεί να προσαρμοστεί.

Η Αμερική δεν γνωρίζει πλέον πώς να λύσει τα προβλήματα των άλλων. Γνωρίζει όμως πώς να λύσει τα δικά της προβλήματα. Βραχυπρόθεσμα, πρέπει να επενδύσει στις υποδομές, την εκπαίδευση και την έρευνα, ενώ παράλληλα να θέσει σε εφαρμογή ένα αξιόπιστο μακροπρόθεσμο πρόγραμμα για την περικοπή των δαπανών και τη μεταρρύθμιση της φορολογίας.

Για τον σκοπό αυτό, καταλήγει ο Φρίντμαν, χρειάζεται ένας πρόεδρος που δεν θα ακολουθεί απλώς τα ρεύματα της κοινής γνώμης, όπως χρειάζεται κι ένα εκλογικό σώμα που είναι έτοιμο να απαιτήσει και να αξιολογήσει μια τέτοια ηγεσία.

Πηγή: New York Times, ΑΠΕ-ΜΠΕ

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή