Οι ΗΠΑ, η Βρετανία και ο Καναδάς αρνήθηκαν να υπογράψουν τη διεθνή συνθήκη σχετικά με τις τηλεπικοινωνίες και το Ίντερνετ που παρουσίασαν τα Ηνωμένα Έθνη σε συνδιάσκεψη στο Ντουμπάι.
Η βασική αντίθεση των τριών χωρών ήταν στο αίτημα σύμφωνα με το οποίο όλες οι χώρες θα είχαν τα ίδια δικαιώματα πάνω στη «διακυβέρνηση» και τον έλεγχο του Ίντερνετ- ένα σημείο το οποίο υποστήριζαν έντονα η Ρωσία, η Κίνα και η Σαουδική Αραβία.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη αποτελεί δυνατό «πλήγμα» για τη Διεθνή Ένωση Τηλεπικοινωνιών των Ηνωμένων Εθνών (ITU), η οποία, σύμφωνα με το BBC, πίστευε πως θα υπήρχε ομοφωνία. «Με βαριά καρδιά και εντύπωση χαμένων ευκαιριών, οι ΗΠΑ πρέπει να ανακοινώσουν ότι δεν είναι σε θέση να υπογράψουν τη συμφωνία υπό την παρούσα της μορφή» είπε ο Τέρι Κρέιμερ, εκπρόσωπος των ΗΠΑ στη συνδιάσκεψη.
Οι διαπραγματευτές από τη Δανία, την Τσεχία, τη Σουηδία, την Ολλανδία, τη Νέα Ζηλανδία, την Κόστα Ρίκα και την Κένυα δήλωσαν πως πρέπει να προβούν σε συζητήσεις με τις κυβερνήσεις τους σχετικά με το ποια πρέπει να είναι η στάση τους, και δεν θα ήταν σε θέση να υπογράψουν τη συνθήκη όπως είχε προσχεδιαστεί. Aλλες χώρες που υποστήριξαν τη θέση των ΗΠΑ ήταν η Αίγυπτος, η Πολωνία και το Κατάρ.
Σκοπός της συνδιάσκεψης ήταν η ανανέωση/ αναθεώρηση μιας συνθήκης η τελευταία επανεξέταση της οποίας έλαβε χώρα πριν 24 χρόνια. Ως κάποιοι από τους στόχους της νέας συνθήκης έχουν αναφερθεί ο συντονισμός των προσπαθειών εναντίον του spam και η διεύρυνση της πρόσβασης στο web. Ωστόσο, οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν στο αν θα έπρεπε όλες οι χώρες να έχουν ίδιο λόγο και δικαιώματα πάνω στην ανάπτυξη των διαδικτυακών τεχνολογικών βάσεων. Επίσης, πολλοί αμφισβητούν πλέον την «προνομιακή» θέση των ΗΠΑ, η κυβέρνηση των οποίων έχει τη δυνατότητα να αποφασίζει για τη ρύθμιση των διευθύνσεων στο Ίντερνετ. Οι ΗΠΑ κατείχαν το συγκεκριμένο προνόμια λόγω της χρηματοδότησης από πλευράς της αμερικανικής κυβέρνησης του Arpanet, «προγεννήτορα» του Ίντερνετ.
Επίσης, έντονες είναι οι συζητήσεις γύρω από το θέμα της λογοκρισίας του Ίντερνετ και των δυνατοτήτων παρέμβασης στη λειτουργία των ISP και των λειτουργιών υπηρεσιών όπως το Google και το Facebook. Οι προτάσεις που υποβλήθηκαν και εν τέλει βρέθηκαν σε αδιέξοδο είχαν να κάνουν με την παροχή σε κυβερνήσεις διεθνώς της δυνατότητας μεγαλυτέρου ελέγχου πάνω στις διεθνείς τηλεφωνικές κλήσεις και την διακίνηση δεδομένων.
Επί της παρούσης, το Διαδίκτυο φαίνεται να διατηρεί το ρόλο του ως ένα διεθνές δίκτυο που βασίζεται σε τηλεπικοινωνιακά συστήματα χωρίς τη θέσπιση κάποιου «στενού» πλαισίου κανόνων και χωρίς το φόβο άμεσης επέμβασης από κυβερνήσεις χωρών.
«Το Ίντερνετ έχει δώσει στον κόσμο αφάνταστο οικονομικό και κοινωνικό όφελος αυτά τα 24 χρόνια. Χωρίς κανόνες από τα Ηνωμένα Έθνη» είπε σχετικά ο Κρέιμερ. Ωστόσο, η αποτυχία να επιτευχθεί ομοφωνία ενδεχομένως να οδηγήσει σε ένα «κατακερματισμένο» Ίντερνετ, δήλωσε, μιλώντας στο Reuters, ο Αντρέι Μουχάνοφ, στέλεχος του ρωσικού υπουργείου Τηλεπικοινωνίας και Μαζικής Επικοινωνίας.
Οι «πολέμιοι» της ITU (που είναι επιφορτισμένη με τον συντονισμό των τηλεπικοινωνιών σε όλο τον κόσμο) την κατηγορούν ότι επιδιώκει να πάρει τον έλεγχο του Ίντερνετ, λειτουργώντας «κεκλεισμένων των θυρών».