Στην αρχή έμοιαζε με μια κλασική εξέγερση των πεινασμένων ή, όπως λένε στον αραβικό κόσμο μια «εξέγερση για το ψωμί». Αν εξαπλώθηκε και είχε τα αποτελέσματα που είχε, αυτό ήταν αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, ο σημαντικότερος των οποίων ήταν η εύθραυστη φύση τoυ καθεστώτος.
Ηλικιωμένος και με ελάχιστα κίνητρα, ο Μπεν Άλι δεν έδειξε μεγάλη διάθεση να υπερασπιστεί τον εαυτό του και το καθεστώς του. Σαν χάρτινος πύργος, το καθεστώς κατέρρευσε μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα, ενώ στο εξωτερικό αντιμετωπιζόταν ως ισχυρό και σταθερό.
Τα είχε καταφέρει καλύτερα στον οικονομικό τομέα από τα καθεστώτα της Αιγύπτου ή της Αλγερίας, έπασχε όμως αλλού: στο ότι αδυνατούσε να κατανοήσει την καινούργια κοινωνία που είχε απέναντί του, μια κοινωνία που αισθανόταν ένα βαθύ αίσθημα αδικίας για το χάσμα ανάμεσα σε μια μικρή τάξη προνομιούχων και έναν πληθυσμό στα όρια της απελπισίας. Σε αυτό το χάσμα πρέπει να προστεθούν ένα σύστημα καταστολής και τρομοκρατίας, καθώς και ένα σύστημα οικογενειακής διαφθοράς που όμοιό του συναντά κανείς μόνο στην Αίγυπτο και στην ανώτερη στρατιωτική ιεραρχία της Αλγερίας.
Η πτώση του Μπεν Άλι θυμίζει την πτώση του Σάχη: ο τελευταίος, όπως και ο τυνήσιος δικτάτορας, είχε γεράσει και θεωρούσε την απόλυτη εξουσία του κάτι το αυτονόητο. Το κακό ήταν ότι στο αντίπαλο στρατόπεδο υπήρχε η χαρισματική φυσιογνωμία του αγιατολάχ Χομεϊνί, που ήθελε να εγκαθιδρύσει μια άλλη αυταρχική διακυβέρνηση στο όνομα του Ισλάμ. Και το κατάφερε, επειδή οι νέες μεσαίες τάξεις του Ιράν στερούνταν μιας πολιτικής και ηθικής καθοδήγησης.
Στην Τυνησία, σημειώνει ο κοινωνιολόγος Φαρχάντ Χοσροχαβάρ στη «Monde», τέτοια εναλλακτική λύση δεν υπήρχε. Η πτώση του Μπεν Άλι αποσταθεροποιεί, είτε το θέλουμε είτε όχι, κι άλλες αυταρχικές αραβικές κυβερνήσεις της περιοχής, είτε πρόκειται για την Αίγυπτο, είτε για την Αλγερία, την Ιορδανία, ακόμη και το Μαρόκο. Όλα αυτά τα καθεστώτα χαρακτηρίζονται από ένα σημαντικό έλλειμμα νομιμότητας, όλα στηρίζονται σε μια αντιδημοκρατική αντίληψη, και τροφοδοτούνται από τη διαφθορά και τη συγκέντρωση των εξουσιών στα χέρια ενός ανθρώπου ή μιας μικρής ομάδας στρατιωτικών. Ολα εξαρτώνται από την άμεση ή έμμεση στήριξη της Δύσης μπροστά στον κίνδυνο που λέγεται ριζοσπαστικός ισλαμισμός.
Το μεγάλου ατού των κινημάτων είναι, παραδόξως, η αδύναμη οργάνωσή τους και ο απολύτως απρόβλεπτος χαρακτήρας τους. Το Internet τα βοηθά να μεταδίδουν τις εικόνες της καταστολής στο εξωτερικό, αλλά η κυριότερη δύναμή τους βρίσκεται στην εσωτερική σήψη των δεσποτικών καθεστώτων που δεν έχουν πλέον τίποτα να προτείνουν, ούτε στους οπαδούς τους ούτε στους άλλους. Οσο για τις δυτικές χώρες, είναι καιρός να καταλάβουν τη βασική επιλογή που έχουν: είτε να υποστηρίξουν δικτατορίες που σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό αποσυντίθενται είτε να ενισχύσουν το διογκούμενο μέρος της αραβικής κοινής γνώμης που ζητά ανοιχτές και δημοκρατικές κυβερνήσεις.
Πηγή: Le Monde, ΑΠΕ-ΜΠΕ, Στη φωτογραφία αντικυβερνητικοί διαδηλωτές στο Κάϊρο, κρατούν την τυνησιακή σημαία.