Λένε πως η αποτυχία είναι ορφανή, ενώ η επιτυχία έχει πολλούς πατεράδες. Ισχύει και για την εξέγερση στην Αίγυπτο. Ο τελευταίος που διεκδικεί την «πατρότητα» αυτής της εξέγερσης είναι ο Ντόναλντ Ράμσφελντ, ο πρώην υπουργός Αμύνης των ΗΠΑ, που ισχυρίστηκε ότι αυτός που άνοιξε τον δρόμο στο επαναστατικό πνεύμα που σαρώνει τον αραβικό κόσμο ήταν ο Μπους και η «ατζέντα ελευθερίας» του.
Ο Ράμσφελντ άργησε λίγο να έρθει στο πάρτι. Οι νεοσυντηρητικοί είχαν ξεκινήσει να γιορτάζουν πιο προκλητικά. Σε άρθρο του στην «Ουάσινγκτον Πόστ», ο Τσάρλς Κραουτχάμερ έγραψε ότι ο οικουμενικός θαυμασμός για τα πλήθη στην πλατεία Ταχρίρ αποτελεί όψιμη υιοθέτηση του προγράμματος του Μπους. «Αν κάποτε ο Μπους, ο Μπλερ και οι νεοσυντηρητικοί ήταν μόνοι, τώρα όλοι, ακόμη και η Αριστερά, εκφράζουν τον ενθουσιασμό τους για την αραβική δημοκρατία».
Οσοι ενθουσιάστηκαν για την εξέγερση στο Κάιρο, απαντά ο Τζόναθαν Φρίντλαντ στην «Γκάρντιαν», το έκαναν επειδή ήταν μια επανάσταση του αιγυπτιακού λαού με ειρηνικά μέσα. Καμιά από τις δύο αυτές συνθήκες δεν ίσχυσε στη Βαγδάτη το 2003. Μια ξένη εισβολή και μια εγχώρια εξέγερση δεν είναι το ίδιο πράγμα: είναι απολύτως λογικό να αντιτίθεσαι στη μια και να υποστηρίζεις την άλλη.
Ούτε μπορούν οι υπερασπιστές του Μπους να ξαναγράψουν την ιστορία της «ατζέντας ελευθερίας». Εκείνοι που την επέκριναν δεν το έκαναν επειδή πίστευαν ότι οι Αραβες «είναι αλλεργικοί στη δημοκρατία», όπως γράφει ο Κραουτχάμερ. Η αντίρρηση είχε να κάνει με την αποτυχία της κατάκτησης του Ιράκ. Μετά τον πόλεμο του 2003, οποιαδήποτε δήλωση του Μπους περί εξάπλωσης της δημοκρατίας ακουγόταν ως απειλή επέμβασης. Ασφαλώς και οι λαοί διψούσαν για ελευθερία: δεν θεωρούσαν όμως ότι την ελευθερία αυτή θα την κέρδιζαν ύστερα από έναν πόλεμο.
Επιπλέον, η περίφημη «ατζέντα της ελευθερίας» ήταν επιλεκτική. Ενώ ο Μπους ζητούσε δημοκρατία στο Ιράν, ο Ντικ Τσέινι επαινούσε τον δικτάτορα του Καζαχστάν. Απέναντι στους δεσπότες που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα της Δύσης, η Ουάσινγκτον έκανε τα στραβά μάτια, με τον Μουμπάρακ να αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Πολλοί μάλιστα έλεγαν τον Φεβρουάριο του 2003 ότι αν πράγματι ο Μπους ενδιαφερόταν για την εξάπλωση της δημοκρατίας στη Μέση Ανατολή, θα μπορούσε να αρχίσει με την Αίγυπτο. Όχι βέβαια στέλνοντας τον στρατό του, αλλά συνδέοντας τη συνέχιση της παροχής οικονομικής βοήθειας με την προώθηση δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων και την οργάνωση ελεύθερων εκλογών.
Η ίδια η ομάδα του Μπους δεν πίστευε στην «ατζέντα της ελευθερίας». Και την εγκατέλειψε εντελώς όταν στις εκλογές που έγιναν στην Παλαιστίνη το 2006 νίκησε η Χαμάς. Από τότε αρχίσαμε να ακούμε όλο και λιγότερα για ελευθερία και δημοκρατία.
Ποιός θα μπορούσε, λοιπόν, να διεκδικήσει αυτή την πατρότητα;
... Πιο επείγον είναι το ερώτημα τι μπορούν να κάνουν οι εκτός για να εξασφαλίσουν ότι οι μεταρρυθμίσεις θα ριζώσουν στην Τυνησία και την Αίγυπτο και θα μεταδοθούν κι αλλού. Αν η Δύση, και ιδιαίτερα οι Ηνωμένες Πολιτείες, υποστηρίξει πολύ επίμονα τους διαφωνούντες, θα δώσει την ευκαιρία στα καθεστώτα να τους αντιμετωπίσουν ως ξένους πράκτορες και προδότες. Αυτό είναι ένα μάθημα της αποτυχημένης εξέγερσης στο Ιράν, το καλοκαίρι του 2009. «Δεν θα άγγιζα καν το Ιράν», λέει ο Ρόμπιν Νίμπλετ, διευθυντής του Chatham House. «Οποιαδήποτε παρέμβαση ενισχύει το καθεστώς».
Αντίθετα, η Δύση θα έπρεπε να ασκήσει μια «ήπια» ή «έξυπνη» εξουσία. Ο στόχος είναι να βοηθήσει τις δημοκρατικές διαδικασίες σε χώρες που στερούνται και τα βασικά. Με τον τρόπο αυτό, αν και όταν έρθει η επανάσταση, θα μπορέσει να αποκτήσει ρίζες και να επιβιώσει.
Αυτό δεν μπορεί να δουλέψει βέβαια στο Ιράν και τη Συρία. Η Δύση μπορεί να ασκήσει όμως επιρροή σε χώρες, όπως το Μαρόκο και η Ιορδανία. Και αυτό δεν αφορά μόνο τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να πάψει να υποστηρίζει τους τυράννους και να βοηθήσει όσους μπορεί. Αυτή θα ήταν μια «ατζέντα ελευθερίας» άξια του ονόματός της.
Πηγή: The Guardian, ΑΠΕ-ΜΠΕ