Του Γιάννη Βαληνάκη, τ. Υφυπουργού Εξωτερικών
Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή μπορεί να περάσουν στην ιστορία σαν ανάλογης σημασίας με την πτώση του τείχους του Βερολίνου και την κατάρρευση του σοβιετικού στρατοπέδου πριν από δύο δεκαετίες.
Η ταχύτητα των γεγονότων, οι αλληλοτροφοδοτούμενες επαναστάσεις και η στρατηγική σημασία της περιοχής για την Ευρώπη κάνουν την Μ. Ανατολή ένα ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Για την Ελλάδα που γειτνιάζει άμεσα, συνδέεται πολιτικά και ιστορικά και εξαρτάται ενεργειακά, οι επιπτώσεις θα είναι εξαιρετικά σημαντικές. Γι' αυτό και απαιτούνται άμεσες πρωτοβουλίες.
Στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο κόσμο άρκεσε η αυτοπυρπόληση ενός απλού φρουτέμπορου στην Τυνησία για να ανάψει το φυτίλι μιας σειράς επαναστάσεων με πολλές επιμέρους διαφορές αλλά και με ένα βασικό κοινό χαρακτηριστικό -- τη δίψα για δημοκρατία. Ας συγκρατήσουμε πρώτα-πρώτα την πολιτική σημασία των νέων κοινωνικών μέσων που μέσα από το διαδίκτυο λειτουργούν ως άμεσος και εντυπωσιακά αποτελεσματικός οργανωτικός ιστός για τον συντονισμό των επιμέρους εξεγέρσεων. Θα την ξαναβρούμε σίγουρα και σύντομα μπροστά μας στις μάχες για περισσότερη δημοκρατία που ετοιμάζονται και σε πολλές ακόμα περιοχές του πλανήτη μας από απελπισμένες μάζες που παρακολουθούν, αλλά και ενθαρρύνονται και ετοιμάζονται.
Για την Ελλάδα και την Ευρώπη οι εξελίξεις φέρνουν ελπίδες αλλά και πρωτόγνωρες δυσκολίες. Συνηθίσαμε όλα αυτά τα χρόνια, επί πολλές δεκαετίες, να σχεδιάζουμε μια εξωτερική πολιτική απέναντι στην περιοχή με πολλές γνωστές σταθερές: κυβερνήσεις που σπάνια άλλαζαν και ταυτόχρονα συνεργάζονταν σε γενικές γραμμές θετικά με τη Δύση (ιδίως στον ενεργειακό τομέα), το Μεσανατολικό ως κεντρικό θέμα (που και αυτό σπάνια έβλεπε αποτελεσματικές βελτιώσεις), και την παράνομη μετανάστευση προς την Ευρώπη αρκετά ελεγχόμενη.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από όλες τις περιοχές της σημερινής επαναστατικής έκρηξης στη Μέση Ανατολή, οι πιο σημαντικές χώρες για την Ελλάδα είναι η Αίγυπτος και η Λιβύη.
Ένα ιδιαίτερα σημαντικό θέμα που συνειδητά επέλεξε να ανοίξει η κυβέρνηση Καραμανλή ανατρέποντας τις πολιτικές των προηγούμενων ετών ήταν η προσπάθεια οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) με τη Λιβύη και την Αίγυπτο, έτσι ώστε να προχωρήσουν στη συνέχεια οι σχετικές έρευνες και να αυξηθεί ο εθνικός πλούτος. Παράλληλη, και ταυτόχρονα μέρος ειδικού σχεδίου που εκπονήσαμε τότε, ήταν και η προσπάθεια για περιφρούρηση των θαλασσίων συνόρων της χώρας (που θα διευρύνονταν μάλιστα μετά την οριοθέτηση) και απέναντι στη δια θαλάσσης παράνομη μετανάστευση. Και στους δυο αυτούς στόχους επιδιώχθηκε και η ευρωπαϊκή σύμπλευση και στήριξη.
Μετά από εντατική πίεση προς τη λιβυκή και αιγυπτιακή κυβέρνηση πετύχαμε την έναρξη των σχετικών διαπραγματεύσεων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η μέση γραμμή ανάμεσα στις νότιες ακτές της Κρήτης/Γαύδου και της Δωδεκανήσου και τις απέναντι λιβυκές και αιγυπτιακές ακτογραμμές θα οδηγήσει σε ένα σαφές και διεθνώς σίγουρο όριο όχι μόνο μεταξύ Ελλάδος και των χωρών αυτών, αλλά και ως εξωτερικό όριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι προβλέψεις για το τι θα γίνει είναι φυσικά εξαιρετικά δύσκολες. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κανείς πλέον δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις χώρες αυτές όπως πριν. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το βαθμό ηθικής αντίστασης των ηγεσιών τους απέναντι στην αιματοχυσία για να κρατηθούν στην εξουσία. Κανείς δεν μπορεί με βεβαιότητα να προβλέψει αν οι μεταβάσεις σε νέες κυβερνήσεις θα γίνουν πράγματι δημοκρατικά ή η εξουσία θα περάσει σε άλλες ομάδες (π.χ. στρατιωτικές).
Επί δεκαετίες η Δύση συνεργάστηκε στενά με τα αυταρχικά καθεστώτα της περιοχής κυρίως γιατί η εναλλακτική λύση που οι διάφοροι αναλυτές έβλεπαν ως πιθανότερη ήταν εκείνη των διαφόρων αποχρώσεων ισλαμιστικών ομάδων, όπως πχ των Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο. Και σήμερα, οι περισσότεροι παρατηρητές της Μ. Ανατολής εκτιμούν ότι ακόμα και αν επικρατήσουν πραγματικά δημοκρατικά καθεστώτα, λόγω της καλύτερης οργάνωσής τους, οι ισλαμιστές θα καταφέρουν να πληρώσουν το κενό που δημιουργείται και να επικρατήσουν τελικά, στέλνοντας ρίγη ανησυχίας στις ΗΠΑ, το Ισραήλ και τη Δύση.
Τι πρέπει να κάνει σήμερα η χώρα μας;
Η σημασία της Μ. Ανατολής για τη χώρα μας προσωρινά υποχώρησε αμέσως μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου εξαιτίας της σημασίας και ενέργειας που το ελληνικό κράτος χρειάστηκε να αφιερώσει στα κρισιμότερα τότε για τα συμφέροντά μας Βαλκάνια. Όσο οι εξελίξεις εκεί ομαλοποιούντο, τόσο εντονότερο γινόταν ξανά και το ελληνικό ενδιαφέρον. Στηρίξαμε ενεργά τις γαλλικές προτάσεις για την Ένωση για τη Μεσόγειο και τη μετεξέλιξή της σε ένα νέο όχημα πολύπλευρης συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Μεσογειακών κρατών. Η Ελλάδα ήταν ταυτόχρονα από τις πρώτες χώρες σε πολιτική παρουσία και ταχύτητα ανταπόκρισης στις κρίσεις που ξέσπασαν όλα τα τελευταία χρόνια στη Μέση Ανατολή. Αναπτύχθηκε παράλληλα και ένα σημαντικό δίκτυο οικονομικών σχέσεων με συνέπεια την εκεί παρουσία πολλών ελληνικών επενδύσεων και επιχειρήσεων.
Στις δύσκολες σημερινές στιγμές και με τη λιβυκή κρίση σε πλήρη εξέλιξη, προέχει η στήριξη και προστασία των Ελλήνων που βρίσκονται και εργάζονται εκεί και η ασφαλής επιστροφή τους. Πρωταγωνιστικό ρόλο πρέπει επίσης να αναπτύξει η χώρα μας στην ενεργοποίηση μιας αποφασιστικής παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η τελευταία έχασε τη μάχη των εντυπώσεων και απογοήτευσε τους δημοκράτες της Μ. Ανατολής πριν λίγες εβδομάδες στις κρίσεις της Τυνησίας και της Αιγύπτου. Όμως η Ευρώπη των 27 διαθέτει από τη νέα Συνθήκη τα κατάλληλα πολιτικά εργαλεία αλλά και την πείρα για την περιοχή, για να συμβάλει θετικά συμπαριστάμενη με σωφροσύνη στις μεγαλύτερες στιγμές του Αραβικού κόσμου. Η ΕΕ ήταν πάντα σταθερός υποστηρικτής του εκδημοκρατισμού στην περιοχή, έστω και αν οι ευαισθησίες αυτές υποχωρούσαν ενίοτε απέναντι στην αμείλικτη πολιτική πραγματικότητα.
Η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας μας από την περιοχή είναι σημαντική και χρειάζεται γι΄αυτό να αναληφθούν προσπάθειες διασφάλισης αλλά και αναπλήρωσης. Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου θα είναι ασφαλώς μια ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη που θα επιβαρύνει την ήδη δύσκολη δημοσιονομική της κατάσταση. Μόνο στον τουρισμό μπορεί κανείς να αναμένει άμεσες θετικές εξελίξεις, και αυτό με την προϋπόθεση ότι θα αναληφθούν στον τομέα αυτόν οι πρωτοβουλίες (π.χ. στον τομέα της κρουαζιέρας) που θα διασφαλίσουν τη μεταστροφή των τουριστών πράγματι προς τους ελληνικούς προορισμούς.
Ο πλέον ορατός πάντως κίνδυνος είναι στον τομέα της παράνομης μετανάστευσης. Η άμεση γειτνίασή μας με Αίγυπτο και Λιβύη μάς θέτει στο επίκεντρο μεγάλων μεταναστευτικών πιέσεων από το νότο αλλά και από τα τουρκικά παράλια αν οι απελπισμένοι Αραβες στραφούν, όπως είναι εύλογο, από όλους τους πιθανούς δρόμους, προς τις ακτές μας. Η παλαιότερη ελληνική πρωτοβουλία για δημιουργία Ευρωπαϊκής Ακτοφυλακής είναι πιο επίκαιρη από ποτέ. Και επειδή η Μεσόγειος είναι η περιοχή που η παρουσία τέτοιων δυνάμεων απαιτείται κατά προτεραιότητα, η άμεση ανάληψη μιας τέτοιας πρωτοβουλίας πρέπει να γίνει σε συνεργασία με τους άλλους Μεσογειακούς εταίρους μας στην ΕΕ. Σημειώνουμε μάλιστα εδώ ότι η ζώνη των κοινών περιπολιών όπου θα πρέπει να ενεργοποιηθούν οι δυνάμεις της FRONTEX πρέπει να έχει ως επίκεντρο τη μέση γραμμή μεταξύ των ευρωπαϊκών και των απέναντι βορειοαφρικανικών ακτών.
Η κατάσταση στη Μ. Ανατολή είναι εξαιρετικά περίπλοκη για να βγάλει κανείς ασφαλή συμπεράσματα. Ούτε οι αλλαγές θα γίνουν παντού κατά τον ίδιο τρόπο. Απαιτείται συνεχής εγρήγορση απέναντι στις επιταχυνόμενες και όχι γραμμικές εξελίξεις. Και απαιτείται η χώρα μας μαζί με τους εταίρους της και μέσα από τους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στα ιστορικά αυτά γεγονότα με ουσιαστικές πρωτοβουλίες και όχι ταξιδιωτική γυμναστική. Μόνον έτσι μπορούμε να περιορίσουμε κατά το δυνατόν τους κινδύνους και να μεγιστοποιήσουμε τα οφέλη.