Η 11η Σεπτεμβρίου χώρισε τον κόσμο στους μεν και τους δε. Μετά το γεγονός, γνωρίζαμε ποιοι είμαστε «εμείς» και ποιος είναι ο εχθρός.
Ενα χρόνο μετά, τα όρια της επιβεβαίωσης της εξ ημών ταυτότητας δεν είναι τόσο σαφή. Η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αντιλαμβάνονται πλέον το γεγονός με τον ίδιο τρόπο.
Μια επίθεση εναντίον του δυτικού πολιτισμού, εναντίον του καπιταλιστικού συστήματος και των αξιών του, μετατράπηκε σταδιακά, τουλάχιστον στην Ευρώπη, σε μια επίθεση εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών. Στην πρώτη «μαύρη» επέτειο, οι Αμερικανοί θα περίμεναν να έχουν περισσότερους φίλους από ποτέ. Στην πραγματικότητα, έχουν λιγότερους από πριν.
Την επομένη της 11ης Σεπτεμβρίου, γράφει ο Μάικλ Ιγκνάτιεφ στους «Financial Times», η Ευρώπη ένιωσε κάτι περισσότερο από αλληλεγγύη. Ταυτίστηκε με την Αμερική: θα μπορούσε να είμαστε εμείς στη θέση της. Το «εμείς» περιλάμβανε αρχικά ολόκληρο τον στρατό του παγκόσμιου καπιταλισμού. Και το «εκείνοι» περιλάμβανε ένα δίκτυο 10.000 ακτιβιστών γνωστών ως Αλ-Κάιντα.
Οσο περνούσε ο καιρός, όμως, η ταυτότητα του εχθρού άρχισε να διευρύνεται. Οι διαδηλώσεις αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη, και οι επιθέσεις που ακολούθησαν εναντίον ξένων στο Πακιστάν, έδειξαν ότι «εκείνοι» είχαν περισσότερους οπαδούς στον μουσουλμανικό κόσμο απ' ό,τι νομίζαμε.
Ενα χρόνο μετά, εξακολουθούμε να μη γνωρίζουμε πόσες ακριβώς μεραρχίες διοικεί ο εχθρός. Οι συνήγοροί του υποστηρίζουν ότι εκπροσωπεί τις μάζες του μουσουλμανικού κόσμου, αλλά πόση ακριβώς υποστήριξη έχει, και από ποιους, παραμένει ένα αναπάντητο ερώτημα.
Αν το πολιτικό ζήτημα των ημερών είναι κατά πόσον πρέπει να γίνει πόλεμος κατά του Ιράκ, το ευρύτερο ερώτημα είναι: ποιος είναι ο εχθρός; Η αλλαγή καθεστώτος στο Ιράκ θα αποτελέσει άραγε ένα αποφασιστικό πλήγμα εναντίον αυτού του εχθρού; Εξίσου νεφελώδης με την ταυτότητα του εχθρού είναι και η δική μας ταυτότητα. Οταν πέρασε ο πρώτος πανικός, και οι εικόνες των βομβαρδισμένων Διδύμων Πύργων άρχισαν να ξεχνιούνται, η αίσθηση ότι ο πολιτισμένος κόσμος ήταν ενωμένος απέναντι σε μια κοινή απειλή άρχισε να αντικαθίσταται, από την αίσθηση ότι οι Αμερικανοί είχαν δεχθεί την επίθεση, και οι Αμερικανοί είχαν αντιδράσει βομβαρδίζοντας το Αφγανιστάν.
Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες από την επίθεση, η ευρωπαϊκή Αριστερά είχε ξαναβρεί τη φωνή της. Οι επιθέσεις της Αλ-Κάιντα, είπε, είναι μεν απαράδεκτες, αλλά για να αντιμετωπιστεί η τρομοκρατία πρέπει να καταργηθεί το χρέος του Τρίτου Κόσμου, να επιλυθούν οι ανισότητες στο διεθνές εμπόριο και να λυθεί το Παλαιστινιακό.
H απομόνωση των Ηνωμένων Πολιτειών συμπληρώθηκε από τη μονομερή πολιτική του προέδρου Μπους, ο οποίος αρνήθηκε να καταργήσει τη θανατική ποινή, δεν δέχθηκε την ίδρυση ενός Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου και δεν συζήτησε με τους συμμάχους του τις επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν.
Η 11η Σεπτεμβρίου, σημειώνει ο Ιγκνάτιεφ, ανέδειξε το χάσμα που χωρίζει τις Ηνωμένες Πολιτείες από την Ευρώπη. Οι ΗΠΑ είναι το τελευταίο από τα πολεμικά εθνικά κράτη, ένα κράτος που ορίζει την εθνική του κυριαρχία με απόλυτους όρους και την υπερασπίζεται με τη δύναμη των όπλων.
Η Ευρώπη πιστεύει ότι έχει περάσει το εφηβικό στάδιο της ανάπτυξης των κρατών, και ότι αντιπροσωπεύει το μέλλον: μοιρασμένη εθνική κυριαρχία, μειωμένοι προϋπολογισμοί για την άμυνα και εξωτερική πολιτική με μια ισχυρή ανθρωπιστική πλευρά.
Οι σύμμαχοι των ΗΠΑ μπορεί να λένε ότι στόχος των τρομοκρατών είναι ολόκληρη η Δύση, στην πραγματικότητα όμως πιστεύουν ότι το Μπιγκ Μπεν, ο Πύργος του Αϊφελ, η Ράιχσταγκ, ή ο Αγιος Πέτρος αποτελούν στρατιωτικούς στόχους;
Αντίθετα με τον Ψυχρό Πόλεμο, όπου ο κοινός εχθρός δημιούργησε μια διαρκή αλληλεγγύη, ο κοινός εχθρός που αποκαλύφθηκε την 11η Σεπτεμβρίου μάλλον δίχασε, παρά ένωσε τη Δύση.