Επικρίσεις για τη διαχείριση του προγράμματος «Εξοικονόμηση Κατ’Οίκον» από την κυβέρνηση διατυπώνουν ο υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας της Ν.Δ., βουλευτής Β Αθηνών, Κωστής Χατζηδάκης και ο αναπληρωτής Υπεύθυνος, βουλευτής Τρικάλων, Νίκος Λέγκας.
Όπως αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους, «η διαχείριση του προγράμματος «Εξοικονόμηση Κατ’Οίκον» από την κυβέρνηση θυμίζει τον δρομέα που, αφού παίρνει τη σκυτάλη, την χάνει και στη συνέχεια δεν μπορεί να βρει βηματισμό».
Κατηγορούν ακόμη την κυβέρνηση πως «αφού υποτίμησε το Πρόγραμμα που βρήκε σχεδόν έτοιμο και έχασε πολύ χρόνο στον επανασχεδιασμό του, στη συνέχεια κατέληξε στο ίδιο πλαίσιο, με τα ίδια ποσά. Μόνο που το έκανε τόσο γραφειοκρατικό, ώστε να μην έχει ακόμα κανένα θετικό αποτέλεσμα για την οικονομία και τους πολίτες».
«Η αποτυχία αυτή δεν συγκαλύπτεται όσες προσπάθειες και αν κάνει το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Μετά από σχεδόν δύο χρόνια επεξεργασίας του προγράμματος από τους κυβερνητικούς παράγοντες, η πραγματικότητα είναι ότι μόνο 1300 προτάσεις έχουν εγκριθεί μέχρι σήμερα από το ΕΤΕΑΝ. Ο Υπουργός στην απάντηση που μας έδωσε στη Βουλή αναφέρθηκε σε 34.650 αιτήσεις και 15.863 προεγκρίσεις από τις τράπεζες. Αποκρύπτει, όμως, ότι όλοι αυτοί οι αριθμοί, πολύ μικρή αντανάκλαση έχουν στην τσέπη των ενδιαφερομένων πολιτών. Και αυτό διότι δεν έχει γίνει ακόμα καμία εκταμίευση των διαθέσιμων πόρων», σημειώνουν.
Σύμφωνα με τους κ.κ. Χατζηδάκη και Λέγκα, τα συμπεράσματα είναι σαφή:
«Πρώτον. Ένα πρόγραμμα, που ήταν έτοιμο από το καλοκαίρι του 2009, δεν έχει ακόμα κατορθώσει να εκταμιεύσει πόρους, που τόσο ανάγκη έχει η αγορά σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία.
Δεύτερον. Ακόμα και μετά τις τροποποιήσεις, που επήλθαν από το Φεβρουάριο του 2011, με στόχο -όπως υποστήριζε η κυβέρνηση- να βελτιωθεί η λειτουργικότητα του Προγράμματος, τα αποτελέσματα είναι αποθαρρυντικά.
Τρίτον, ο χαρακτήρας του Προγράμματος παραμένει τραπεζοκεντρικός και γραφειοκρατικός, καθόσον και στα δύο αυτά επίπεδα συνεχίζουν να υφίστανται αποθαρρυντικές απαιτήσεις και διαδικασίες με αποτέλεσμα οι επιλέξιμοι φάκελοι να είναι υποπολλαπλάσιοι αυτών που θα μπορούσαν να προκύψουν με βάση τα δεσμευμένα κεφάλαια του Προγράμματος».
Καταλήγοντας τονίζουν ότι «η κυβέρνηση, από τη μια προφασίζεται την ενίσχυση της αναπτυξιακής διαδικασίας και από την άλλη συνεχίζει να είναι παγιδευμένη στο λαβύρινθο της γραφειοκρατίας, ταλαιπωρώντας τους πολίτες και στερώντας την αγορά και τον κατασκευαστικό κλάδο από πολύτιμους πόρους. Καιρός είναι το αρμόδιο υπουργείο να διοχετεύσει λίγη ενέργεια στην ουσιαστική υλοποίηση αυτού του τόσο χρήσιμου προγράμματος».