Στην επίτευξη συμφωνίας το ταχύτερο δυνατό συμφωνία μεταξύ Μόσχας και Μινσκ για την ομαλοποίηση των εξαγωγών ρωσικού πετρελαίου προς τη Λευκορωσία προσβλέπει ο Ρώσος πρωθυπουργός Βλαντίμιρ Πούτιν, όπως δήλωσε κατά τη συνάντηση με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ίγκορ Σέτσιν, ο οποίος τον ενημέρωσε για την εξέλιξη της κρίσης μεταξύ των δύο χωρών.
Ο Ρώσος πρωθυπουργός ζήτησε από τον κ. Σέτσιν να συνεχιστούν και να εντατικοποιηθούν οι διαβουλεύσεις «στη βάση των κοινών μας συμφερόντων και της ισχύουσας στη Ρωσία νομοθεσίας» και υπενθύμισε ότι έως την 31η Δεκεμβρίου η Μόσχα παρείχε στο Μινσκ έκπτωση 36% στους δασμούς εξαγωγής ρωσικού πετρελαίου προς τη Λευκορωσία.
Η ρωσική πλευρά είχε προειδοποιήσει το Μινσκ ότι εφόσον δεν υπάρξουν νέες συμφωνίες δεν θα συνεχιστούν οι ισχύοντες προνομιακοί όροι, παρά μόνο κατΆ εξαίρεση και για ποσότητες έως 6 εκατ. τόνους πετρελαίου, ποσότητα η οποία όπως υπολογίζεται καλύπτει την εσωτερική κατανάλωση της Λευκορωσίας.
Εκτιμάται ότι η Μόσχα δεν προτίθεται να διακόψει αλλά να μειώσει τους όγκους του πετρελαίου, που διοχετεύει στη Λευκορωσία, η οποία μεταπωλούσε το ρωσικό πετρέλαιο σε Ευρωπαίους καταναλωτές χωρίς εκπτώσεις και σε διεθνείς τιμές, εξασφαλίζοντας κατΆ αυτόν τον τρόπο μια σταθερή χρηματοδότηση για τον προϋπολογισμό της χώρας.
Παρά το γεγονός ότι Ρωσία, Λευκορωσία και Καζαχστάν συμμετέχουν από τις αρχές της χρονιάς σε Τελωνειακή Ένωση, πολλές από τις ρυθμίσεις του νέου καθεστώτος τελωνειακών σχέσεων δεν έχει οριστικοποιηθεί και οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται σε τεταμένο κλίμα.
Στις ρωσικές προτάσεις δεν υπήρξε ακόμη θετική ανταπόκριση από το Μινσκ, που απείλησε με τη σειρά του ότι θα προχωρήσει σε αποκλεισμό του ρωσικού θυλάκου του Καλίνινγκραντ, ο οποίος εξαρτάται πλήρως για την ηλεκτροδότησή του από τη Λευκορωσία.
Η Λευκορωσία ζητά να ισχύσουν οι υπάρχοντες προνομιακοί όροι έως την επίτευξη νέας συμφωνίας, αλλά και να καταργηθούν ολοκληρωτικά οι δασμοί και οι σχετικές επιβαρύνσεις στο πλαίσιο της τελωνειακής ένωσης των τριών χωρών.
Ακριβής ημερομηνία επανέναρξης των συνομιλιών, που διακόπηκαν παραμονές της Πρωτοχρονιάς, δεν έχει οριστεί, ενώ κατά τον εκπρόσωπο της ρωσικής «Τρανσνέφτ» η Ρωσία «δεν θα μειώσει τον όγκο των εξαγωγών της προς τη Λευκορωσία σε καμία περίπτωση».
Σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο της ρωσικής κυβέρνησης Ίγκορ Σέτσιν οι διαβουλεύσεις με τη Λευκορωσία «δεν πρέπει να επηρεάσουν τους καταναλωτές μας, τους οποίους συνεχίζουμε να προμηθεύουμε με αργό πετρέλαιο». Οι σχετικές συμφωνίες είναι υπό διαμόρφωση και η οριστικοποίησή τους κατά τον κ. Σέτσιν θα απαιτήσει χρόνο «μερικών μηνών».
Από το δίκτυο των πετρελαιαγωγών, οι οποίοι διέρχονται μέσω Λευκορωσίας εξαρτάται η διακίνηση ρωσικού πετρελαίου προς την Ουγγαρία, τη Σλοβακία και την Τσεχία.
Στην πρώτη αυτή πετρελαϊκή κρίση μεταξύ Μόσχας και Μινσκ αποδίδεται από ρωσικά ΜΜΕ και σχολιαστές η υπέρβαση της τιμής των 80 δολαρίων το βαρέλι στις πρώτες διαπραγματεύσεις του έτους στη Νέα Υόρκη.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ