Τις συνθήκες κάτω από τις οποίες μπορεί να παύσει να θεωρείται κάποιος πρόσφυγας εντός της ΕΕ εφόσον εκλείψουν στη χώρα από την οποία προέρχεται οι συνθήκες που δικαιολόγησαν τον φόβο του ότι θα υποστεί διώξεις, διευκρίνισε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Το δικαστήριο ξεκαθάρισε ότι «η μεταβολή αυτή των συνθηκών πρέπει να είναι ουσιαστικής και μη προσωρινής φύσεως», ενώ πρέπει να μην υφίστανται και άλλοι λόγοι που να προκαλούν στον πρόσφυγα φόβο ότι θα υποστεί δίωξη.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επισημαίνει ότι, προκειμένου να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι ο φόβος του πρόσφυγα ότι θα υποστεί δίωξη δεν είναι πλέον βάσιμος, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να επαληθεύσουν ότι ο φορέας ή οι φορείς προστασίας της τρίτης χώρας έλαβαν εύλογα μέτρα για να αποτρέψουν τη δίωξη. Πρέπει, επομένως, να διαθέτουν, μεταξύ άλλων, αποτελεσματικό νομικό σύστημα για τον εντοπισμό, την ποινική δίωξη και τον κολασμό πράξεων που συνιστούν δίωξη. Οι αρμόδιες αρχές πρέπει επίσης να διασφαλίσουν ότι ο ενδιαφερόμενος υπήκοος θα έχει πρόσβαση στην προστασία αυτή, σε περίπτωση παύσεως της υπαγωγής του στο καθεστώς πρόσφυγα.
Το πόρισμα ακολουθεί προδικαστικά ερωτήματα που έθεσε το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Γερμανίας σχετικά με την υπόθεση πέντε Ιρακινών υπηκόων, που απέκτησαν καθεστώς προσφύγων στη Γερμανία το 2001 και το 2002 αφού επικαλέστηκαν το φόβο διώξεως από το καθεστώς του κόμματος Μπάαθ του Σαντάμ Χουσεΐν. Το 2005, λόγω της μεταβολής των συνθηκών στο Ιράκ, άρθηκε το καθεστώς πρόσφυγα που τους είχε χορηγηθεί.