Η κινεζική κυβέρνηση έχει υιοθετήσει έναν έντονα αντιδυτικό τόνο τους τελευταίους μήνες, καθώς εξέρχεται ισχυρότερη από την οικονομική κρίση και βλέπει το εθνικιστικό της κίνημα να κερδίζει έδαφος.
Σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε την Κυριακή, ο πρωθυπουργός Ουεν Τζιαμπάο δήλωσε ότι γνωρίζει τις θεωρίες για την «αλαζονεία της Κίνας» και τις απορρίπτει.
Η σκλήρυνση της στάσης της Κίνας ήταν σαφής και στην ετήσια συνεδρίαση της εθνοσυνέλευσης, που έληξε το Σαββατοκύριακο. Κάποιοι σύνεδροι ζήτησαν να περάσουν όλα τα Internet cafes στην κυβέρνηση, ενώ κάποιοι άλλοι πρότειναν να εφοδιαστούν όλα τα κινητά τηλέφωνα με κάμερες ασφαλείας.
Η αλλαγή αυτή δεν αποτελεί καλό οιωνό για τις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με την Κίνα. Η κυβέρνηση Ομπάμα ήλπιζε να συνεργαστεί με το Πεκίνο στο θέμα της κλιματικής αλλαγής, στον περιορισμό των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν και της Βόρειας Κορέας και στη σταθεροποίηση του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αλλά στην Κίνα θεωρούν ότι αυτά τα σχέδια είναι μια παγίδα για να αποδυναμωθεί η χώρα.
Στη συνέντευξη Τύπου, ο Ουεν φάνηκε διατεθειμένος να μην υποχωρήσει και σε ένα άλλο αμερικανικό αίτημα: την ανατίμηση του γιουάν έναντι του δολαρίου, ώστε να ενισχυθούν οι αμερικανικές εξαγωγές.
Σύμφωνα με έναν εξέχοντα κινέζο οικονομολόγο, τον Χου Ανγκάνγκ, η Κίνα ζει τη μακρότερη χρυσή περίοδο από την εποχή των πολέμων του οπίου, τη δεκαετία του 1840. Από φτωχή και αναπτυσσόμενη χώρα, έχει ενταχθεί στους κόλπους των ισχυρών.
«Ο κινεζικός λαός δεν αισθάνεται πλέον μειονεκτικά», τονίζει ο Ουανγκ Σιαοντόνγκ, ένας γνωστός εθνικιστής συγγραφέας που έχει γράψει βιβλία με τίτλους όπως «Η Κίνα είναι δυστυχής». «Η εποχή που η Κίνα προσκυνούσε τη Δύση τελείωσε. Εχουμε, και δικαίως, ένα αίσθημα ανωτερότητας».
Πηγή: Washington Post, AΠΕ-ΜΠΕ