Ο Τόμας Οστερμάγιερ παρουσίασε στην Επίδαυρο τον «Οθέλλο» του Σαίξπηρ σαν μια σύγχρονη παραβολή για τις ψευδαισθήσεις που συνοδεύουν την κοινωνική ανέλιξη. Γνωστός για τις αντισυμβατικές προσεγγίσεις κλασικών έργων, ο αιρετικός γερμανός σκηνοθέτης έκανε μια βαθιά πολιτική ανάλυση του έργου, τοποθετώντας τον Οθέλλο σε ένα πλαίσιο οικείο: στη σημερινή πολυπολιτισμική κοινωνία των ανοιχτών υποτίθεται συνόρων και ευκαιριών.
Στο χώρο της Επιδαύρου στήθηκε ένα εντυπωσιακό σκηνικό με βιντεοπροβολές που παρέπεμπαν στον ευδαιμονισμό του αμερικανικού ονείρου, με πολύχρωμες πινακίδες νέον από καζίνο, μπαρ, σύμβολα εξωτικών προορισμών και ερωτικών υποσχέσεων. Στο μέσο της σκηνής-πισίνας οι ηθοποιοί κινούνταν μέσα σε ένα μαύρο υγρό που άλλοτε πλημμύριζε κι άλλοτε αποκάλυπτε μέρος του «επίγειου» σκηνικού.
Το υγρό στοιχείο έδινε τον τόνο στην πολυεπίπεδη προσέγγιση του έργου από τον σκηνοθέτη: συμβόλιζε το υποσυνείδητο και τη σκοτεινή πλευρά των ηρώων, μετέφερε τον θεατή στα κανάλια της Βενετίας ή στη φουρτουνιασμένη θάλασσα της Κύπρου και δημιουργούσε παράλληλα την υποψία ότι ο Οθέλλος θα μπορούσε κάλλιστα να βρισκόταν στο Ιράκ ή το Αφγανιστάν.
¶λλωστε η «Δημοκρατία της Βενετίας» που βρισκόταν στο απόγειο της δύναμής της, όταν έγραφε ο Σαίξπηρ το έργο, παρουσιάζει κάποια κοινά με τη νεωτερική κοινωνία: η άνοδος των εμπόρων αφαιρούσε την αίγλη της αριστοκρατικής καταγωγής, οι Βενετοί ήταν προσανατολισμένοι στις οικονομικές επιτυχίες και το στρατιωτικό σκέλος αυτής της εντυπωσιακής ανάπτυξης το είχαν αναλάβει οι μισθοφόροι.
Στο έργο του ο Σαίξπηρ περιγράφει έναν πολυπολιτισμικό μισθοφορικό στρατό: ο Ιάγος ήταν ισπανικής καταγωγής (Stefan Stern), ο Κάσιος ήταν ανθυπολοχαγός από τη Βενετία (Tilman Straub), ο Οθέλλος απελεύθερος από την Αφρική. Ο τελευταίος έχει αποκτήσει αξιοσημείωτη εξουσία και επιρροή, καθώς θεωρείται ο ιδανικός στρατηγός για να κατατροπώσει τους Τούρκους που επιτίθενται στην Κύπρο. Η άνοδός του όμως-σε αντίθεση με ό, τι πιστεύει ο ίδιος-έχει όρια. Και τα ξεπερνάει όταν παντρεύεται κρυφά τη Δυσδαιμόνα (Eva Meckbach). Η ταπεινή του καταγωγή βρίσκεται αποτυπωμένη στο χρώμα του δέρματός του.
Ο Οστερμάγιερ έκανε μια σοφή επιλογή: άφησε λευκό τον πρωταγωνιστή κατά τη διάρκεια του έργου, δηλώνοντας ανοιχτά την εσωτερική πραγματικότητα του ήρωα. Ο Οθέλλος έχει ενστερνιστεί μαζί με τις αξίες της ιμπεριαλιστικής Βενετίας και τις ρατσιστικές της αντιλήψεις. Δεν θεωρεί στην πραγματικότητα τον εαυτό του άξιο της αγάπης της Δυσδαιμόνας, γι’ αυτό και η ζήλεια τον οδηγεί στο έγκλημα.
Επιπλέον στην ιεραρχία του στρατού δεν προωθεί τον Ιάγο, τον παλιό συμπολεμιστή του, με τον οποίο έχουν ξεκινήσει από την ίδια ταξική αφετηρία, αλλά τον Κάσιο. Ο τελευταίος έχει τις προοπτικές ενός ανερχόμενου «γκόλντεν μπόι», με τις σπουδές του να αντισταθμίζουν την έλλειψη εμπειρίας στο μέτωπο.
Ο Κάσιος πυροδοτεί το υποχθόνιο σχέδιο του Ιάγου. Ο δεύτερος δηλώνει ξεκάθαρα ότι σε μια κοινωνία χωρίς ιδιαίτερη αξιοκρατία, όταν οι «γνωριμίες» και οι ταξικοί διαχωρισμοί ορθώνουν εμπόδια προς την επαγγελματική επιτυχία, η υποκρισία και οι ραδιουργίες αποτελούν μια εξίσου θεμιτή απάντηση.
Το λευκό χρώμα του Οθέλλου μας ωθεί να μη δώσουμε μόνο έμφαση στα φυλετικά του χαρακτηριστικά αλλά στην ταξική του καταγωγή. Υπό αυτή την έννοια, ο Οθέλλος θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε αυτοδημιούργητος που βρέθηκε να παίζει γκολφ (όπως τον έβαλε πολύ έξυπνα ο Οστερμάγιερ στη σκηνή) χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει το τίμημα της ανόδου σε μια βαθύτατα ανταγωνιστική κοινωνία.
Ακολουθώντας την «παράδοση» του μεταμοντέρνου θεάτρου, ο Οστερμάγιερ ξεκίνησε την παράστασή του συστήνοντας μας τον Οθέλλο τελείως γυμνό. Η επιλογή του όμως αυτή, δεν σόκαρε, ούτε ενόχλησε αισθητικά. Ο Οθέλλος «απογυμνώνεται» από τα περιττά στολίδια του παρελθόντος και καθίσταται σύμβολο της σημερινής πραγματικότητας. Εξαίρετη η επιλογή και του συγκεκριμένου ηθοποιού (του Sebastian Nakajew) του οποίου ο σωματότυπος και η κίνηση απέπνεαν ένα γνήσιο λαϊκό στοιχείο.
Η κάμερα εστίαζε σε κρίσιμες στιγμές στα πρόσωπα για να αναδείξει την τρικυμία των αισθημάτων. Στο πλαίσιο αυτό ήταν εξαιρετικά πετυχημένη η σκηνή όπου ο Οθέλλος παρακολουθεί κρυμμένος τον διάλογο του Ιάγου με τον Κάσιο.
Το σκηνικό της παράστασης του Jan Pappelmaum ήταν εξαιρετικά πετυχημένο, όμως θα ταίριαζε καλύτερα σε μια ιταλική σκηνή παρά στον αμφιθεατρικό χώρο της Επιδαύρου. Συνολικά επρόκειτο για μια δυνατή παράσταση που (στις 6 Αυγούστου) προκάλεσε δικαιολογημένα την ενθουσιώδη αντίδραση του κοινού.
ΜΑΝΙΑ ΣΤΑΪΚΟΥ