Αυξημένη θνησιμότητα των κατοίκων των Οινοφύτων από καρκίνο καταδεικνύει έρευνα του Παρατηρητηρίου Υγείας της περιοχής, γεγονός που αποδίδεται –με επιφύλαξη- και στην επί μακρόν παρουσία εξασθενούς χρωμίου στο νερό του Ασωπού.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την επιδημιολογική μελέτη, η οποία συντονίζεται από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και χρηματοδοτείται από το ΚΕΕΛΠΝΟ, η θνησιμότητα των κατοίκων των Οινοφύτων από καρκίνο ήταν κατά την περίοδο 1999-2009 κατά 14% υψηλότερη από εκείνη των κατοίκων της υπόλοιπης Βοιωτίας.
Τον πληθυσμό της μελέτης αποτελούν 5842 άτομα που κατά την περίοδο 1999-2009 ήταν Δημότες αλλά και μόνιμοι κάτοικοι των Οινοφύτων. Κατά τη διάρκεια των 11 ετών της παρακολούθησης καταγράφηκαν 474 θάνατοι, 118 εκ των οποίων οφείλονταν σε καρκίνο. Όσον αφορά στην αιτία θανάτου, η μελέτη έδειξε ότι ιδιαίτερα αυξημένη ήταν η θνησιμότητα από καρκίνο του ήπατος, καρκίνο των νεφρών και της ουροδόχου κύστεως για τις γυναίκες, αλλά και από καρκίνο του πνεύμονα.
Σύμφωνα με την επιστημονική υπεύθυνη της μελέτης κ. Αθηνά Λινού, καθηγήτρια επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι πιθανή αιτία των παρατηρούμενων αυξήσεων στους παραπάνω καρκίνους είναι η επί μακρόν παρουσία εξασθενούς χρωμίου στο νερό των Οινοφύτων, γεγονός που αποδίδεται στην πρακτική των βιομηχανιών της περιοχής να ρίχνουν τα απόβλητά τους στον Ασωπό.
Ωστόσο, χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση του θέματος για την απόδοση αιτιωδών σχέσεων, ενώ στη θνησιμότητα από καρκίνο δεν αποκλείεται να έχουν συμβάλει και άλλοι ρυπαντές τόσο στο νερό όσο και στην ατμόσφαιρα.
Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι τα ευρήματα αφορούν μόνο στοιχεία θνησιμότητας και ως εκ τούτου δεν αποκλείεται η επίδραση και άλλων παραγόντων όπως το κάπνισμα.
Κατά την επόμενη φάση της επιδημιολογικής μελέτης θα πραγματοποιηθούν συνεντεύξεις με τους πλησιέστερους συγγενείς των θανόντων από καρκίνους που παρουσίασαν μεγάλη αύξηση και θα συνεχιστεί η μελέτη νοσηρότητας του Παρατηρητηρίου Υγείας Οινοφύτων στο οποίο μέχρι σήμερα έχουν εγγραφεί περίπου 2000 άτομα.
Σύμφωνα με τους ερευνητές κρίνεται σκόπιμο να επεκταθεί η μελέτη τόσο χρονικά (μετά το 2010) όσο και τοπικά σε κοντινές περιοχές ή άλλες περιοχές με παρόμοιες μορφές ρύπανσης.
Η μελέτη θνησιμότητας ολοκληρώθηκε με την ενεργό συμμετοχή επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Οικονομικό Πανεπιστήμιο, το Ινστιτούτο Προληπτικής, Περιβαλλοντικής και Εργασιακής Ιατρικής, καθώς και τα Πανεπιστήμια του Harvard και του Dartmouth.