Νέα μέθοδο χρήσης του Μπότοξ, όχι για αισθητικούς, αλλά για θεραπευτικούς σκοπούς ανέπτυξαν Βρετανοί επιστήμονες, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το Πάρκινσον, η εγκεφαλική παράλυση και η χρόνια ημικρανία.
Οι ερευνητές του Εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας του Συμβουλίου Ιατρικής Έρευνας της Βρετανίας, υπό τον Μπάζμπεκ Νταβλέτοφ, παρουσίασαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό PNAS της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ.
«Θα είναι πλέον δυνατό να παραχθούν φάρμακα με βάση το Μπότοξ με πιο ασφαλή και οικονομικό τρόπο», δήλωσε ο υπεύθυνος της έρευνας.
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν ένα τρόπο να διασπούν και να ανασυνδυάζουν τα μόρια της νευροτοξίνης Clostridium botulinum (κοινώς Botox), καταλήγοντας στη δημιουργία ενός νέου εξελιγμένου μορίου, μιας ουσίας τύπου Μπότοξ, η οποία είναι κατάλληλη για κλινική και θεραπευτική χρήση, χωρίς να έχει τις ανεπιθύμητες τοξικές παρενέργειες του κανονικού Μπότοξ.
Τα τελευταία χρόνια, το Μπότοξ χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο για θεραπευτικούς σκοπούς, καθώς οι γιατροί εκμεταλλεύονται την ικανότητά του να χαλαρώνει τους μυς και τα νεύρα, πράγμα που, για παράδειγμα, βοηθά να καταπολεμηθούν οι σπασμοί και το τρέμουλο σε ασθενείς οι οποίοι πάσχουν από Πάρκινσον ή απλώς από επίμονο πονοκέφαλο.
Φέτος τον Ιούλιο η Βρετανία έγινε η πρώτη χώρα στον κόσμο που επέτρεψε την χρήση του Μπότοξ ως αναλγητικού για τις ημικρανίες. Όμως στην πρωτογενή μορφή της η ουσία έχει τρομερά τοξική δράση και μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο σε πολύ αραιωμένη μορφή, πράγμα που είχε περιορίσει ως τώρα την θεραπευτική χρησιμότητά της.
Όμως η νέα ανακάλυψη μπορεί να επιτρέψει στους επιστήμονες να παράγουν νέα είδη Μπότοξ, τα οποία θα είναι πολύ λιγότερο τοξικά και πολύ πιο χρήσιμα για θεραπευτικούς σκοπούς. «Ήταν η πρώτη φορά που καταφέραμε να μεταχειριστούμε τα μόρια των πρωτεϊνών σαν δομικούς λίθους 'λέγκο', ανακατεύοντάς τα και ξανασυνταιριάζοντάς τα, προκειμένου να δημιουργήσουμε μια νέα βάση για θεραπείες, η οποία μέχρι τώρα δεν ήταν δυνατή», δήλωσε ο Νταβλέτοφ.
Ο πρώτος στόχος των ερευνητών είναι η δημιουργία, με βάση το «νέο Μπότοξ», ενός αναλγητικού μακράς δράσης, που θα κρατά όσο και μια ένεση του Μπότοξ, δηλαδή τέσσερις έως έξι μήνες.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ