Επιφυλάξεις για το κείμενο της διαβούλευσης σχετικά με τις αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, που παρουσίασε η υπουργός Παιδείας στο πλαίσιο της 65ης Συνόδου των Πρυτάνεων στο Ρέθυμνο, διατυπώνει η πανεπιστημιακή κοινότητα.
Σύμφωνα με το πλαίσιο των προτάσεων που δόθηκε την Κυριακή στους πρυτάνεις, η φιλοσοφία της προωθούμενης μεταρρύθμισης μπορεί να συνοψιστεί στη δημιουργία μίας νέας ταυτότητας των ΑΕΙ με νέα ηγεσία και ενίσχυση της αυτοδιοίκησής τους, στην παροχή πτυχίων με αντίκρισμα, μέσα από την καθιέρωση νέας οργάνωσης της μάθησης και των προγραμμάτων σπουδών που θα διευκολύνουν την κινητικότητα και θα ενισχύουν τη διεπιστημονικότητα, καθώς και στην ενίσχυση του διεθνούς χαρακτήρα των ιδρυμάτων, με άμεση σύνδεση με το νέο πρότυπο ανάπτυξης.
Η υπουργός Παιδείας, κ. Αννα Διαμαντοπούλου.
Πιο αναλυτικά, οι προς διαβούλευση προτάσεις προβλέπουν την κατάρτιση ευέλικτων προγραμμάτων σπουδών, για τα οποία έχει ευθύνη η σχολή, με ποιότητα διεθνούς εμβέλειας που εξασφαλίζεται και με την εισαγωγή διαδικασιών πιστοποίησή τους από διεθνούς σύνθεσης επιτροπές επιστημόνων και με διδακτικό προσωπικό με επιστημονική αναγνώριση.
Παράλληλα, προωθείται η ενθάρρυνση της κινητικότητας των φοιτητών μεταξύ προγραμμάτων σπουδών (στη Σχολή, το Ίδρυμα και άλλα Ιδρύματα της χώρας αλλά και στο εξωτερικό), καθώς και η θεσμοθέτηση σε κάθε Πανεπιστήμιο Σχολών Μεταπτυχιακών Σπουδών, που οργανώνουν μεταπτυχιακά προγράμματα ειδίκευσης, οργανωμένα προγράμματα διδακτορικών σπουδών και απονέμουν μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών.
Προτείνεται ακόμη η δημιουργία Εθνικού Πανεπιστημιακού Κέντρου μέσω του οποίου θα στηρίζονται οι επιστημονικές και τεχνολογικές καινοτομίες των Ιδρυμάτων, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα πνευματικά τους δικαιώματα.
Το διδακτικό προσωπικό κρίνεται, αξιολογείται και εξελίσσεται με διαδικασίες που δεν επιτρέπουν σε κανέναν την αμφισβήτηση της επιστημονικής τους αξίας, ενώ οι βαθμίδες του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού εναπροσδιορίζονται.
Νέο μοντέλο διοίκησης
Όσον αφορά στη διοίκηση των ιδρυμάτων, προτείνεται η ενίσχυση της αυτοδιοίκησης, μέσω της εκχώρησης αρμοδιοτήτων, τις οποίες σήμερα έχει το Υπουργείο. Σύμφωνα με το προς διαβούλευση κείμενο, δεν υπάρχει λόγος, το υπουργείο ούτε να διαχειρίζεται τη μισθοδοσία, ούτε να εγκρίνει την κάθε νέα πίστωση ή διορισμό.
Στην κατεύθυνση αυτή προτείνεται η μετάβαση από το σημερινό σύστημα σε αυτό της διοίκησης από το Συμβούλιο Διοίκησης και τη Σύγκλητο κάθε Ιδρύματος. Το Συμβούλιο Διοίκησης προτείνεται να αποτελείται από άμεσα εκλεγμένα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας του Ιδρύματος, εξωτερικά μέλη, φοιτητές και εκπροσώπους του διοικητικού προσωπικού.
Ακόμη προτείνεται δημόσια ειδική υπηρεσία ή ανεξάρτητη αρχή αναλαμβάνει τη διαχείριση και κατανομή της δημόσιας χρηματοδότησης στα Ιδρύματα και την κοστολόγηση των υπηρεσιών.
«Θέλουμε πανεπιστήμια και τεχνολογικά ιδρύματα με ποιότητα, λογοδοσία, αξιοκρατία, εξωστρέφεια, κυρίως όμως θέλουμε σπουδές με αξία και πτυχία με αντίκρισμα για τα παιδιά μας», τόνισε σε δηλώσεις της η υπουργός Παιδείας, Αννα Διαμαντοπούλου, επισημαίνοντας ότι στην Παιδεία υπάρχουν αδιέξοδα που δεν μπορούν να περιμένουν άλλο.
Πρυτάνεις: Ζητήματα συνταγματικότητας
Με ψήφισμά της πάντως, η Σύνοδος των Πρυτάνεων εξέφρασε ενστάσεις σχετικά με το περιεχόμενο του προς διαβούλευση κειμένου, τονίζοντας μάλιστα ότι εγείρονται ζητήματα συνταγματικότητας.
Όπως επισημαίνεται στο ψήφισμα, μία πραγματική βάση συζήτησης θα ήταν η πλήρης κατοχύρωση της αυτοδιοίκησης των πανεπιστημίων και η διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα τους. «Η επιδίωξη μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας στην οργάνωση και λειτουργία των πανεπιστημίων επιτυγχάνεται με όρους δημοκρατίας και ακαδημαϊκών αρχών», σημειώνουν οι πρυτάνεις και τονίζουν ότι αποκρούουν τα φαινόμενα συκοφάντησης του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου «που κλιμακώνονται καθημερινά και διαμορφώνουν συνθήκες απαξίωσής του».
Λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη τα θετικά σημεία της μεταρρύθμισης που προκύπτουν από τις μέχρι σήμερα προτάσεις, η Σύνοδος δεσμεύεται να επεξεργαστεί για να καταθέσει στο προσεχές διάστημα ολοκληρωμένη πρόταση που θα αφορά την ανασυγκρότηση του πανεπιστημίου με γνώμονα –όπως αναφέρεται- το συμφέρον της Παιδείας και της ελληνικής κοινωνίας.
Με δηλώσεις της εξάλλου στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, η υπουργός Παιδείας εξέφρασε την εκτίμηση ότι πρόκειται για ένα ψήφισμα «που δίνει το ερέθισμα να σκεφτούμε ότι ο διάλογος που ξεκινά με βάση το κείμενο διαβούλευσης, που για πρώτη φορά κατατέθηκε απευθείας στη Σύνοδο των Πρυτάνεων, θα είναι αποτελεσματικός».
ΠΟΣΔΕΠ: Κατώτερες των περιστάσεων οι αλλαγές
Την έντονη αντίδρασή της στο κείμενο διαβούλευσης που παρουσίασε κ.Διαμαντοπούλου, εξέφρασε και η Πανελλήνια Ομοσπονδία καθηγητών Πανεπιστημίου (ΠΟΣΔΕΠ).
Σε ανακοίνωσή της, η ΠΟΣΔΕΠ χαρακτηρίζει τις προτεινόμενες αλλαγές κατώτερες των περιστάσεων, προσθέτοντας ότι δεν μπορούν αυτές να αποτελέσουν βάση διαλόγου, ενώ απευθύνει έκκληση στην ακαδημαϊκή κοινότητα “για νηφαλιότητα και σύνεση”.
«Το κείμενο», αναφέρεται χαρακτηριστικά, «οικοδομείται στη βάση της θεώρησης ότι το σημερινό πανεπιστήμιο είναι διαλυμένο και χαρακτηρίζεται από αδιαφάνεια, αναξιοκρατία, διαφθορά και μετριότητα χωρίς να αναγνωρίζει ούτε το τεράστιο έργο που επιτελείται από συναδέλφους υψηλών ακαδημαϊκών προσόντων ούτε τις νησίδες αριστείας στην έρευνα και τη διδασκαλία».
ΝΔ: Σοβαρά ζητήματα αντισυνταγματικότητας
Ενστάσεις για τις προτάσεις του υπουργείου Παιδείας διατύπωσε εκ μέρους της ΝΔ η Ελίζα Βόζεμπεργκ, σημειώνοντας πως το πανεπιστημιακό μοντέλο που παρουσιάστηκε, προσπερνά τους περιορισμούς του Συντάγματος.
«Το πανεπιστημιακό μοντέλο, που παρουσίασε η Υπουργός, προσπερνώντας τους περιορισμούς του Συντάγματος, αψηφώντας τον προεξάρχοντα ρόλο των Ιδρυμάτων και ανατρέποντας εργασιακά δεδομένα των διδασκόντων, είναι ξένο προς την Ελληνική πραγματικότητα και θέτει τα Ιδρύματα υπό κηδεμονία», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Ένας ολόκληρος μήνας απαιτήθηκε για να εξειδικευθούν οι γενικόλογες προτάσεις των Δελφών. Το κείμενο, όμως, που τελικώς παρουσιάστηκε στο Ρέθυμνο, αφενός δεν αναφέρεται σε μείζονα θέματα, που εξαγγέλθηκαν τότε και αφετέρου εμπεριέχει ρυθμίσεις, που εγείρουν σοβαρά ζητήματα αντισυνταγματικότητας», πρόσθεσε.
Κατηγόρησε επίσης την κ. Διαμαντοπούλου ότι «λειτουργώντας με προφανή προεκλογική σκοπιμότητα, απάλειψε τα σημεία εκείνα που προκαλούν φοιτητικές αντιδράσεις και, μάλιστα, από τη φίλα προσκείμενη στην κυβέρνηση ΠΑΣΠ».
Κριτική από τη Δημοκρατική Αριστερά
Για ασάφειες κάνει λόγο από την πλευρά της η Δημοκρατική Αριστερά, τονίζοντας ωστόσο ότι παραμένει σταθερά προσηλωμένη στην αναγκαιότητα της μεταρρυθμιστικής προοπτικής. «Καίρια ζητήματα της πρότασης του Υπουργείου Παιδείας παραμένουν ασαφή και προκαλούν βάσιμες αμφιβολίες για την έκβαση της μεταρρύθμισης», αναφέρεται σε ανακοίνωση σχετικά με το πλαίσιο της διαβούλευσης.
«Για τη Δημοκρατική Αριστερά», καταλήγει η ανακοίνωση, «είναι καθαρό ότι βασική προϋπόθεση για την ευδοκίμηση του μεταρρυθμιστικού εγχειρήματος είναι η ενεργός συμμετοχή της ακαδημαϊκής κοινότητας και της κοινωνίας».