Η ισλανδική οικονομία σημείωσε ανάπτυξη κατά 1,2% στο τρίτο τρίμηνο και η ανάπτυξη αναμένεται να επιβεβαιωθεί το 2011. Η χώρα δείχνει να βγαίνει από την ύφεση, που αποδόθηκε στους «νέους Βίκινγκ», δηλαδή τους διοικητές των τραπεζών Landsbanki, Glitnir και Kaupthing, οι οποίοι προκάλεσαν την κατάρρευση του ισλανδικού χρηματοπιστωτικού συστήματος τον Σεπτέμβριο του 2008.
Όπως συνέβη και με την Ιρλανδία (στη φωτογραφία ο πρωθυπουργός Μπράιαν Κάουεν), όπου οι τράπεζες επίσης είχαν προχωρήσει σε ακρότητες, η Ισλανδία είδε το ΑΕΠ της να υποχωρεί κατά 11% μέσα σε δύο χρόνια. Αυτό συνέβη όμως σ' ένα περιβάλλον, που συνοδεύτηκε από υποτίμηση. Η Ιρλανδία, αντίθετα, υπόκειται στο αποπληθωριστικό καθεστώς της ευρωζώνης, που έχει ως αποτέλεσμα να επιβαρύνεται το χρέος της.
Το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ισλανδίας θα φτάσει το 2010 το 6,3%, για να μετατραπεί στη συνέχεια σε πλεόνασμα. Το έλλειμμα της Ιρλανδίας, αντίθετα, θα διαμορφωθεί φέτος στο 13% (32% με την ενίσχυση των τραπεζών) και δεν αναμένεται να βελτιωθεί το 2011. Η κρίση δεν έπληξε επίσης τις δύο χώρες με την ίδια ένταση. Η ανεργία στην Ιρλανδία έχει φτάσει το 14,1%, ενώ στην Ισλανδία σκαρφάλωσε στο 9,7%, για να πέσει στη συνέχεια στο 7,3%.
Οι Ισλανδοί ξεπέρασαν τα δύσκολα, εκτιμά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο εξέφρασε την ικανοποίησή του για την ικανότητα της κυβέρνησης να προστατεύσει το «πολύτιμο βόρειο μοντέλο κοινωνικής προστασίας». Η ύφεση αποδείχθηκε λιγότερο βαθειά απ' ό,τι αναμενόταν, τόνισε ο Μαρκ Φλάνιγκαν, επικεφαλής της αποστολής του ΔΝΤ. Το χρέος θα φτάσει το 115% του ΑΕΠ, προτού μειωθεί στο 80% το 2015. Το χρέος της Ιρλανδίας, αντίθετα, θα συνεχίσει να αυξάνεται τα τρία επόμενα χρόνια, για να φτάσει το 120%.
«Στην Ισλανδία αφήσαμε τις τράπεζες να καταρρεύσουν», είπε o ισλανδός πρόεδρος Ολαφουρ Γκρίμσον. «Αλλωστε επρόκειτο για ιδιωτικές επιχειρήσεις. Δεν τις ενισχύσαμε οικονομικά, αυτό δεν αποτελεί ευθύνη του κράτους».
Θα πρέπει πάντως να δείχνουμε προσοχή όταν συγκρίνουμε τις ιρλανδικές και τις ισλανδικές τράπεζες, επισημαίνει η Daily Telegraph. Η Ισλανδία είναι μια μικρή χώρα, που θα μπορούσε να αρνηθεί να πληρώσει τα χρέη της χωρίς να προκαλέσει μια παγκόσμια κρίση. Η ιρλανδική οικονομία είναι δώδεκα φορές μεγαλύτερη. Οι τράπεζές της έχουν στενούς δεσμούς με τις τράπεζες της Γερμανίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου και της Βρετανίας, γεγονός που καθιστά αυτό το δίκτυο πολύ ευάλωτο.
Οι τράπεζες δεν αποτελούν όμως τη μοναδική εξήγηση. Σύμφωνα με τον Νομπελίστα Οικονομίας Πολ Κρούγκμαν, η Ισλανδία ορθοπόδησε πιο γρήγορα, γιατί δεν έχει υιοθετήσει το ευρώ. «Υποτίμησε το νόμισμά της και επέβαλε έλεγχο των κεφαλαίων», έγραψε ο Κρούγκμαν. «Συνέβη τότε κάτι περίεργο: παρόλο που είχε βυθιστεί στη χειρότερη οικονομική κρίση της ιστορίας της, δεν τιμωρήθηκε τόσο αυστηρά όσο άλλες χώρες». Δύο χρόνια αργότερα, η ισλανδική κορώνα έχει χάσει το 30% της αξίας της, αλλά τα εργοστάσια αλουμινίου λειτουργούν στο 100% για να ικανοποιήσουν την εξωτερική ζήτηση και τα τοπικά προϊόντα έχουν αντικαταστήσει τα εξωτικά λαχανικά και τις εισαγόμενες τομάτες θερμοκηπίου.
Η Ισλανδία ήλθε σε διαπραγμάτευση για τα χρέη της Icesave, της τράπεζας που χρεοκόπησε μαζί με δισεκατομμύρια ευρώ βρετανών και ολλανδών καταθετών. Και το επιτόκιο ύψους 5,5% που ζητούσαν στις αρχές του χρόνου οι δύο αυτές χώρες έπεσε στο 3,2%. Αντίθετα, ο υπουργός Οικονομικών της Ιρλανδίας δέχθηκε να πληρώσει η χώρα του επιτόκιο 7% για τα νέα δάνεια από την Ε.Ε. και τη Βρετανία, με το επιχείρημα ότι η παραμονή στην ευρωζώνη προσφέρει μακροπρόθεσμα περισσότερα πλεονεκτήματα απ' ό,τι η ανάπτυξη έξω από αυτήν.
Οι οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η επιστροφή της Ισλανδίας στην ανάπτυξη θα θεωρηθεί από τον πληθυσμό δικαίωση για τη σκληρή στάση που τήρησε η χώρα απέναντι στις ξένες κυβερνήσεις και την επενδυτική κοινότητα. Αντίθετα με το μήνυμα που στάλθηκε στους Ιρλανδούς ότι με το να μην πληρώσουν τα χρέη τους θα μετατραπούν στους παρίες του πλανήτη, η τιμωρία της Ισλανδίας δεν είναι τόσο αυστηρή και η κυβέρνηση θα μπορέσει να βγει ξανά στις αγορές σε μερικά χρόνια και να δανειστεί.
Πηγές: The Daily Telegraph, The Guardian, AΠΕ-ΜΠΕ