Τι προτείνει ο Κίσινγκερ για το Αφγανιστάν

Παρασκευή, 27 Φεβρουαρίου 2009 21:15

A- A A+

Στις πρώτες εβδομάδες του στην εξουσία, η κυβέρνηση Ομπάμα έλαβε δύο σημαντικές αποφάσεις σε σχέση με το Αφγανιστάν. Οι αμερικανικές μαχητικές δυνάμεις αυξήθηκαν κατά 50%, κι ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ διορίστηκε ως αντιπρόσωπος του προέδρου σε μια περιοχή που ονομάζεται AFPAK. Δικαίως η κυβέρνηση Ομπάμα αντιμετωπίζει από κοινού το πρόβλημα του Αφγανιστάν και του Πακιστάν, γράφει όμως ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ στη «Χέραλντ Τρίμπιουν». Το πρόβλημα είναι ότι τα καταφύγια από την πλευρά του Πακιστάν υπάρχουν και συντηρούνται εξαιτίας της πολιτικής και στρατιωτικής αδυναμίας της πακιστανικής κυβέρνησης να ελέγξει το έδαφος κατά μήκος των συνόρων με το Αφγανιστάν. Το έδαφος αυτό δεν τελούσε ποτέ υπό τον έλεγχο κάποιας κυβέρνησης, ούτε καν την εποχή της βρετανικής κατοχής.

Η κεντρική ισλαμική πρόκληση έχει μετακινηθεί στην ορεινή περιοχή των Παστούν, κατά μήκος των συνόρων του Πακιστάν με το Αφγανιστάν: εκείνοι που πραγματοποιούν επιθέσεις στο Αφγανιστάν εκπαιδεύονται και χρηματοδοτούνται από κέντρα που βρίσκονται στην πλευρά του Πακιστάν.

Η κυβέρνηση Ομπάμα αντιμετωπίζει διλήμματα που είναι οικεία και σε μερικούς από τους προκατόχους της. Η Αμερική δεν μπορεί να αποσυρθεί τώρα από το Αφγανιστάν, ούτε μπορεί όμως να συνεχίσει τη στρατηγική που οδήγησε τη χώρα σε αυτό το σημείο.

Μέχρι τώρα, συνεχίζει ο Κίσινγκερ, η Αμερική ακολουθούσε κλασικές τακτικές εναντίον του αντάρτικου: δημιουργία μιας κεντρικής κυβέρνησης, ενίσχυσή της ώστε να επεκτείνει την εξουσία της σε όλη τη χώρα, και προώθηση στο μεταξύ μας σύγχρονης δημοκρατικής κοινωνίας.

Η στρατηγική αυτή δεν μπορεί να επιτύχει στο Αφγανιστάν. Η χώρα είναι πολύ μεγάλη, το έδαφος πολύ δύσκολο, η σύνθεση του πληθυσμού υπερβολικά πολύπλοκη και οι μαχητές υπερβολικά οπλισμένοι. Καμιά ξένη δύναμη δεν κατόρθωσε ποτέ να καταλάβει το Αφγανιστάν.

Ακόμη και οι προσπάθειες να εγκαθιδρυθεί μια κεντρική διοίκηση στο Αφγανιστάν σπανίως στέφθηκαν από επιτυχία - κι αυτό όχι για καιρό.

Οι Αφγανοί φαίνεται να είναι αφοσιωμένοι στην ανεξαρτησία, όχι όμως και στην ενιαία ή κεντρική αυτοδιάθεση. Μόλις απελευθερώνονται από τις ξένες δυνάμεις, οι διάφορες ομάδες επανακτούν τις αυτονομίες τους.

Το χαμηλό βιοτικό επίπεδο ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού έχει επιδεινωθεί από 30 χρόνια εμφυλίου πολέμου. Η οικονομία συντηρείται σε μεγάλο βαθμό από την πώληση ναρκωτικών. Δημοκρατική παράδοση δεν υπάρχει. Για να πετύχει κατά συνέπεια μια μεταρρύθμιση, χρειάζονται δεκαετίες. Και αυτό δεν μπορεί να αποτελεί προϋπόθεση για την επίτευξη της ασφάλειας. Οι στρατιωτικές προσπάθειες καταβάλλονται μοιραία σε διαφορετικό μήκος κύματος από την πολιτική εξέλιξη της χώρας. Και ο στόχος τους πρέπει να είναι η αποτροπή της δημιουργίας ενός κράτους εν κράτει που να ελέγχεται από τους ισλαμιστές.

Ο στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους έχει υποστηρίξει ότι με τη βοήθεια των πρόσθετων αμερικανικών δυνάμεων που έχει ζητήσει θα μπορέσει να ελέγξει το 10% του αφγανικού εδάφους από το οποίο προέρχεται το 80% της στρατιωτικής απειλής. Κάτι ανάλογο συνέβη και στο Ιράκ, συγκεκριμένα στην επαρχία Ανμπάρ. Στην υπόλοιπη χώρα, επισημαίνει ο Κίσινγκερ, η αμερικανική στρατηγική θα πρέπει να είναι πιο ευέλικτη και να αποσκοπεί κατά κύριο λόγο στο να μην αναδύονται ισχυροί τρομοκρατικοί θύλακες. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να υπάρχει συνεργασία με τους τοπικούς πολέμαρχους.

Το Αφγανιστάν αποτελεί το κλασικό διεθνές πρόβλημα που χρειάζεται μια πολυμερή λύση προκειμένου να διαμορφωθεί ένα πολιτικό πλαίσιο. Η λύση αυτή περνά αναγκαστικά από τη συμφωνία των κυριοτέρων γειτόνων του Αφγανιστάν να αντισταθούν στην τρομοκρατία. Η αμερικανική κυβέρνηση θα πρέπει να συγκροτήσει μια ομάδα εργασίας με τη συμμετοχή των γειτόνων του Αφγανιστάν, της Ινδίας και των μονίμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η ομάδα αυτή θα πρέπει να εργαστεί για την ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν και την καθιέρωση αρχών που θα διέπουν τη διεθνή θέση της χώρας.

Πηγή: International Herald Tribune, ΑΠΕ-ΜΠΕ

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή