Τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος παρουσίασαν ο πρόεδρος του Συνασπισμού Αλέξης Τσίπρας, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτης Λαφαζάνης και το μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ Δ. Τσακνιάς.
Ο κ. Τσίπρας μεταξύ άλλων υποστήριξε πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια «δομική και ολιστική κρίση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου οικονομίας και ανάπτυξης» καθώς και ότι για την ξεπεράσουμε «απαιτείται κάτι περισσότερο από τη διαρκή κρατική οικονομική ενίσχυση ενός φαύλου χρηματοπιστωτικού συστήματος».
Παράλληλα, εξαπέλυσε βολές για την πολιτική που ακολουθεί η Ε.Ε. αλλά και η κυβέρνηση έναντι της κρίσης, σημειώνοντας πως η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε πορεία ελεύθερης πτώσης και μάλιστα χωρίς δίχτυ προστασίας.
Τονίζοντας πως ο ρόλος της αριστεράς είναι να πρωτοστατήσει σε μια ενεργοποίηση των κοινωνικών δυνάμεων, προανήγγειλε πως τις επόμενες τρεις μέρες θα αρχίσει τριήμερο δράσης σε όλη τη χώρα με στόχο την νεοφιλελεύθερη πολιτική για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Ο κ. Τσίπρας εξαπέλυσε ακόμη επίθεση κατά των τραπεζών, υποστηρίζοντας πως «σε πολλές περιπτώσεις και στην χώρα μας λειτούργησαν και λειτουργούν ως κράτος εν κρατεί κι έτσι αντιμετωπίζονται από τις κυβερνήσεις».
Στη συνέχεια, ο κ. Λαφαζάνης πρότεινε το πάγωμα της εφαρμογής του Συμφώνου Σταθερότητας και την ανάθεση, ταυτόχρονα, στην ΕΚΤ της δυνατότητας να δανειοδοτεί απ΄ ευθείας τις χώρες μέλη της ευρωζώνης με ευνοϊκά επιτόκια και πρώτα απ΄ όλα τις χώρες που εμφανίζουν υψηλό spread και παρουσίασε τις προτάσεις για μια νέα αρχιτεκτονική του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον κ. Λαφαζάνη, ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει:
1. Τον πλήρη δημόσιο έλεγχο της Εθνικής Τράπεζας και την ενίσχυση του ρόλου του δημοσίου στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και την Αγροτική Τράπεζα, ώστε, με πρώτο και κύριο πυρήνα αυτές τις τρεις τράπεζες, να ασκηθεί μια νέα χρηματοπιστωτική πολιτική με χαμηλότοκη δανειοδότηση και με αποκλειστικά αναπτυξιακά και κοινωνικά κριτήρια, μακριά από κάθε κερδοσκοπία.
2. Την αξιοποίηση δημόσιων τραπεζών ή τη συγκρότηση νέων, όπου χρειαστεί, οι οποίες, με τη βοήθεια οργανισμών όπως της Εργατικής Κατοικίας, του ΤΕΜΠΜΕ και άλλων, θα παίζουν το ρόλο τραπεζών ειδικού σκοπού για την κάλυψη με ευνοϊκή χρηματοδότηση των αναγκών για λαϊκή στέγη, για στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, για ενίσχυση του μικρομεσαίου αγροτικού κόσμου και των συνεταιρισμών.
3. Κατάργηση του ΤΕΙΡΕΣΙΑ υπό τη σημερινή του μορφή, ο οποίος έχει καταντήσει ένα μεγάλο μαύρο φακέλωμα για εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας. Εμείς πιστεύουμε ότι πρέπει να μετατραπεί σε δημόσια υπηρεσία που θα λειτουργεί με ριζικά νέους όρους και πολύ διαφορετικό προσανατολισμό, με τη συμμετοχή δικαστικού λειτουργού και με υποχρεωτική την κλήση του δανειολήπτη.
4. Κατάργηση των λεγόμενων εισπρακτικών εταιρειών και όχι εξωραϊσμός και γενίκευση του απαράδεκτου ρόλου τους, όπως επιχειρεί το νομοσχέδιο που έχει προωθήσει στη Βουλή η κυβέρνηση.
5. Κατάργηση πλήρης και άμεση των λεγόμενων πανωτοκίων. Να τεθεί ανώτατο όριο για το τελικό ύψος των δανειακών απαιτήσεων των τραπεζών το διπλάσιο του αρχικού κεφαλαίου του δανείου.
6. Απαγόρευση ύπαρξης επιτοκίου ανώτερου από το εξωτραπεζικό επιτόκιο. Είναι τοκογλυφικό να φθάνουν τα επιτόκια των πιστωτικών καρτών μέχρι και 20%.
7. Νομοθετική κατάργηση όλων των χρεώσεων που έχουν κριθεί καταχρηστικές και παράνομες από τα δικαστήρια. Κατάργηση των «ψιλών γραμμάτων» στις δανειακές συμβάσεις και δέσμευση του δανειολήπτη μόνο από ένα απλό και εύληπτο επιτόκιο.
8. Κατάργηση του αυθαίρετου τέλους 6 τοις χιλίοις και 12 τοις χιλίοις του ν. 128/75.
9. Απαγόρευση κατάσχεσης και πλειστηριασμού πρώτης κύριας κατοικίας μέχρι ορισμένου ύψους , εμβαδού και αντικειμενικής αξίας.
10. Ειδικά ευνοϊκά μέτρα για αποπληρωμή δανείων μέσα στην κρίση , με αύξηση των δόσεων ανοχής, επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, μείωση ελάχιστης μηνιαίας δόσης, πάγωμα δόσεων κ.λπ., χωρίς επιβάρυνση των αρχικών συνολικά υπολογιζόμενων τόκων.
11. Ανάκτηση της δυνατότητας του δημοσίου να παρεμβαίνει στη χρηματοπιστωτική αγορά για τη διαμόρφωση της επιτοκιακής πολιτικής των τραπεζών».