Γιατί γίνεται τώρα η δεύτερη δίκη του Χοντορκόφσκι;

Δευτέρα, 06 Απριλίου 2009 21:03

A- A A+

Οι μεγάλες αλλαγές στη ρωσική πολιτική ζωή γίνονται συχνά μέσα από δίκες. Η πρώτη σκηνοθετημένη δίκη των μηχανικών Σάχτι το 1928 άνοιξε το δρόμο για την εδραίωση της σταλινικής εξουσίας, ένα χρόνο αργότερα. Οι δίκες, την περίοδο 1935-36, του Καμένεφ και του Ζινόφιεφ, δύο μπολσεβίκων επαναστατών που διαφώνησαν με τον Στάλιν, είχαν ως αποτέλεσμα να εξαπολυθεί ένα χρόνο αργότερα ο μεγάλος τρόμος.

Η δίκη του Μιχαήλ Χοντορκόφσκι και του Πλάτον Λεμπέντεφ, που ξεκίνησε στις 31 Μαρτίου στη Μόσχα, ίσως να αποδειχθεί εξίσου καταλυτική για τη σημερινή πολιτική ζωή της Ρωσίας.

Πρόκειται για τη δεύτερη δίκη του Χοντορκόφσκι, και την πρώτη επί προεδρίας Μεντβέντεφ. Ο τελευταίος, χάρις σ' αυτή τη δίκη, μπορεί να κερδίσει είτε μια θέση στην ιστορία είτε ένα υστερόγραφο στην ιστορία του προκατόχου του, Βλαντίμιρ Πούτιν. Η σύλληψη του Λεμπέντεφ τον Ιούλιο του 2003, την οποία ακολούθησε η σύλληψη του Χοντορκόφσκι τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, οδήγησε στη διάλυση της πετρελαϊκής τους εταιρείας, Yukos, και στην καταδίκη των δύο ανδρών σε οκταετή κάθειρξη. Με τον τρόπο αυτό άρχισε και η ανακατανομή της ιδιοκτησίας και της εξουσίας προς τα πρώην και νυν μέλη της υπηρεσίας ασφαλείας, τους λεγόμενους «σιλοβίκι».

Ο Χοντορκόφσκι έχει δηλώσει ότι ο άνθρωπος που ξεκίνησε την επίθεση κατά της Yukos ήταν ο άτυπος ηγέτης των σιλοβίκι, ο σημερινός αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ιγκόρ Σεσίν.

Οπως λέει η Λιουντμίλα Αλεξέεβα, μια γνωστή διαφωνούσα και υποστηρίκτρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο Χοντορκόφσκι είναι θύμα πολιτικής καταπίεσης.

Ο Χοντορκόφσκι και ο Λεμπέντεφ ξαναδικάζονται σήμερα ουσιαστικά για το ίδιο αδίκημα για το οποίο έχουν ήδη καταδικαστεί. Στην πρώτη δίκη, η κατηγορία ήταν φοροδιαφυγή. Τώρα είναι απάτη γύρω από την ίδια ποσότητα πετρελαίου για την οποία ο Χοντορκόφσκι και οι συνεργάτες του καταδικάστηκαν ότι δεν πλήρωσαν φόρους.

Σύμφωνα με τον Βαντίμ Κλιούβγκαντ, τον δικηγόρο του Χοντορκόφσκι, κανείς από τους 188 τόμους του κατηγορητηρίου δεν εξηγεί πώς ο πελάτης του έκλεβε επί έξι χρόνια ολόκληρη την παραγωγή της Yukos. Αυτό που υπαινίσσεται όμως το κατηγορητήριο είναι ότι η εταιρεία αυτή ήταν παράνομη.

Η μέγιστη ποινή για τις κατηγορίες αυτές είναι 22 χρόνια. Ο Γιούρι Σμιτ, ένας δικηγόρος που ο πατέρας του φυλακίστηκε τόσο το 1929 όσο και το 1937, λέει ότι το Κρεμλίνο δεν μπορούσε να οργανώσει μια δίκη με αυτές τις κατηγορίες το 2004.

Δύο είναι, κατά τον Εconomist, οι λόγοι που γίνεται σήμερα αυτή η δεύτερη δίκη. Ο ένας είναι ότι η ποινή του Χοντορκόφσκι λήγει το 2011, λίγους μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές που μπορεί να επαναφέρουν τον Πούτιν στο Κρεμλίνο. Ελεύθερος, και δημοφιλής, ο Χοντορκόφσκι θα μπορούσε να αποφασίσει να είναι υποψήφιος, ή να υποστηρίξει κάποιον άλλο υποψήφιο.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η πρώην διεύθυνση της Yukos έχει προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου. Αν το Δικαστήριο αποφασίσει ότι η Ρωσία κακώς επέβαλε στη Yukos αναδρομικούς φόρους ύψους 34 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που είχαν ως αποτέλεσμα να χρεοκοπήσει η εταιρεία, ενδέχεται να ζητήσει την αποζημίωση της εταιρείας και των μετόχων της. Το θέμα είναι τόσο σοβαρό, ώστε το Κρεμλίνο φέρεται να εξετάζει ακόμη και την αποχώρησή του από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Η ελπίδα του είναι ότι μια δικαστική απόφαση στη Ρωσία που θα χαρακτηρίζει παράνομη τη λειτουργία της Yukos μπορεί να μπλοκάρει την εκδίκαση της υπόθεσης στο Στρασβούργο.

Υπάρχουν πάντως και οι πραγματιστές, που θα προτιμούσαν να γίνει μια διαπραγμάτευση με τον Χοντορκόφσκι και να του προταθεί η αθώωση ή μια χαμηλή ποινή, με αντάλλαγμα την απόσυρση της προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Ως δικηγόρος, ο Μεντβέντεφ δεν θα ήθελε να κηλιδωθεί από μια σκηνοθετημένη δίκη. Αλλωστε, φρόντισε από την αρχή να κρατήσει τις αποστάσεις του από την υπόθεση Yukos. Για την αποφυλάκιση του Χοντορκόφσκι όμως, θα πρέπει να πείσει τον Πούτιν και να συγκρουστεί με όλους εκείνους που αποκόμισαν κέρδη από τη διάλυση της Yukos και θα ήθελαν τον Χοντορκόφσκι στη φυλακή δια βίου.

Πηγή: The Economist, ΑΠΕ-ΜΠΕ

Προτεινόμενα για εσάς



Δημοφιλή