Στην καρδιά του προβλήματος των κλιματικών αλλαγών βρίσκεται η ενέργεια, υποστηρίζει ο Νόμπουο Τανάκα, εκτελεστικός διευθυντής της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (IEA). Ο ενεργειακός κλάδος ευθύνεται για το 64% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και για το 85% των εκπομπών CO2.
Για το λόγο αυτό, οι ελπίδες για μείωση των εκπομπών και της εξάρτησης από τους ξένους προμηθευτές ενέργειας εναποτίθενται στην ανανεώσιμη ενέργεια, επισημαίνει η ισπανική εφημερίδα El Munto. Η καθαρή ενέργεια έχει μηδενικές εκπομπές και δεν προϋποθέτει την εισαγωγή πρώτων υλών. Ταυτόχρονα, αξιοποιεί πόρους όπως η ηλιακή και η αιολική ενέργεια, ή εγχώρια καύσιμα, όπως η βιομάζα.
Για να επιτύχει η ΕΕ τους στόχους μείωσης των ρύπων που εξήγγειλε πριν την έναρξη των εργασιών στην Κοπεγχάγη, το 40% της συνολικής παραγόμενης ενέργειας θα πρέπει να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές, σημειώνει η εφημερίδα.
Επίσης, για την επίτευξη του στόχου για μέγιστη άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες, η IEA διατείνεται ότι πρέπει να δημιουργηθούν οι υποδομές για δέσμευση και αποθήκευση των εκπομπών CO2 από τα εργοστάσια φυσικού αερίου και λιθάνθρακα και στροφή στην πυρηνική ενέργεια.
Για την υλοποίηση της πρότασης αυτής, η υπηρεσία υπολογίζει ότι χρειάζονται 6,6 τρισ. δολάρια: Το 72% των συνολικών επενδύσεων θα δρομολογηθούν σε ΑΠΕ, το 19% στην πυρηνική ενέργεια και το 9% στη δέσμευση και την αποθήκευση του CO2. Ταυτόχρονα, απαραίτητη θεωρείται η έρευνα και η τεχνογνωσία από τα βιομηχανοποιημένα στα αναπτυσσόμενα κράτη –πρόταση που θα εξεταστεί με μεγάλη προσοχή στην Κοπεγχάγη.
Μία ακόμη πρόκληση που αντιμετωπίσουν οι αρμόδιοι είναι η ανάγκη μείωσης των ρύπων από τις μετακινήσεις. Βασικό συστατικό της συνταγής θεωρείται το ηλεκτρικό αυτοκίνητο. «Το 60% των αυτοκινήτων πρέπει να είναι ηλεκτρικά έως το 2030», υπογραμμίζει ο Φάτιχ Μπάιρολ, οικονομικός διευθυντής της IEA.