ΟΙ ΥΨΗΛΕΣ τιμές πετρελαίου έχουν πυροδοτήσει παγκόσμια ανησυχία. Εάν όμως οι πολιτικές ηγεσίες επιθυμούν χαμηλότερες τιμές, θα πρέπει να προωθήσουν πολιτικές ενίσχυσης του δολαρίου.
Οι επιπτώσεις από την αποτίμηση του πετρελαίου σε ένα μόνο νόμισμα είναι πολύ ευρύτερες από ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι άνθρωποι. Για παράδειγμα, ορισμένες πετρελαιοπαραγωγοί χώρες ζητούν από τους πελάτες τους να πληρώσουν σε ευρώ, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι το πετρέλαιο αποτιμάται σε ευρώ. Ακόμη όμως και εάν η τιμή προσδιοριζόταν στο ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, οι επιπτώσεις από την αποτίμηση σε ένα αποκλειστικά νόμισμα θα ήταν και πάλι οι ίδιες.
Ενώ οι πετρελαιοπαραγωγοί χώρες εισπράττουν τα έσοδα σε δολάρια (ή την αντίστοιχη αξία σε ευρώ), χρησιμοποιούν διαφορετικά νομίσματα για να εισαγάγουν αγαθά και υπηρεσίες από διάφορες χώρες. Η όποια αλλαγή στη συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου επηρεάζει την αγοραστική δύναμη των χωρών αυτών και κατά συνέπεια το πραγματικό τους εισόδημα.
Παρομοίως, οι διεθνείς πετρελαιοβιομηχανίες πωλούν το πετρέλαιό τους κατά κύριο λόγο σε δολάρια, αλλά έχουν δραστηριότητες σε διάφορες χώρες και πληρώνουν για τις δαπάνες τους σε τοπικά νομίσματα. Η όποια αλλαγή στην ισοτιμία του δολαρίου επηρεάζει επομένως τις δαπάνες και την κερδοφορία τους. Ακολούθως επηρεάζονται οι επενδύσεις σε έρευνα, ανάπτυξη και συντήρηση.
Η σχέση ανάμεσα στην αξία του δολαρίου και τις τιμές του πετρελαίου είναι περίπλοκη. Αν και το ένα μπορεί να τροφοδοτεί το άλλο με αποτέλεσμα να παράγεται ένας φαύλος κύκλος, η βραχυπρόθεσμη σχέση τους διαφέρει από τη μακροπρόθεσμη.
Βραχυπρόθεσμα, η αποτίμηση του δολαρίου δεν επηρεάζει την προσφορά και τη ζήτηση, αλλά έχει επιπτώσεις στα κερδοσκοπικά παιχνίδια και στις επενδύσεις στις αγορές προθεσμιακών συμβολαίων. Καθώς το δολάριο υποχωρεί, τα εμπορεύματα -μεταξύ των οποίων και το πετρέλαιο- προσελκύουν επενδυτές.
Η επένδυση σε προθεσμιακά συμβόλαια λειτουργεί τόσο ως προστασία έναντι του αδύναμου δολαρίου όσο και ως επενδυτικό όχημα, που μπορεί να αποφέρει σημαντικά κέρδη, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον περιορισμού των παραγωγικών δυνατοτήτων των πετρελαιαγωγών χωρών, αυξημένης ζήτησης, χαμηλών επιτοκίων, κάμψης στην αγορά ακινήτων και κρίσης στον τραπεζικό τομέα.
Ο ΟΠΕΚ μάλλον έχει δίκαιο να κατηγορεί την αμερικανική πολιτική και τους κερδοσκόπους για τις υψηλότερες τιμές. Είναι επίσης λογικό το επιχείρημα ότι εάν ο ΟΠΕΚ είχε διαθέσιμη παραγωγή, θα έπρεπε να την έχει «ρίξει» στην αγορά προκειμένου να αποθαρρύνει τους κερδοσκόπους και να συμβάλει στη μείωση των τιμών.
Το καρτέλ θα μπορούσε να ανακτήσει τον έλεγχο με δύο τρόπους: να αυξήσει την παραγωγική του δυνατότητα αν αυτό είναι εφικτό για να απομακρύνει τους κερδοσκόπους από την αγορά ή να χρησιμοποιήσει τα οικονομικά πλεονάσματά του για να τους ξεπεράσει. Εάν καταφύγει στη δεύτερη επιλογή, σημαίνει ότι ακόμη και χωρίς να αυξήσει την προσφορά, μπορεί να διατηρήσει τον έλεγχο των εξελίξεων.
Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, οι στατιστικές αναλύσεις για τις αγορές πετρελαίου καταδεικνύουν ότι το αδύναμο δολάριο επηρεάζει την προσφορά μειώνοντας την παραγωγή, ανεξάρτητα από το αν το αργό παράγεται από εθνικές ή ξένες επιχειρήσεις. Το αδύναμο δολάριο επηρεάζει επίσης τη ζήτηση αυξάνοντας την κατανάλωση. Το αποτέλεσμα από τη μείωση της προσφοράς και την αύξηση της ζήτησης είναι υψηλότερες τιμές.
Το αδύναμο δολάριο περιορίζει επίσης την αγοραστική ικανότητα των εξαγωγών πετρελαίου. Εάν η ονομαστικές τιμές πετρελαίου παραμείνουν σταθερές, την ώρα που το δολάριο υποχωρεί, το πραγματικό εισόδημα των πετρελαιοπαραγωγών χωρών μειώνεται, με αποτέλεσμα να περιορίζονται τελικά οι επενδύσεις για συντήρηση των εγκαταστάσεων και αύξηση της παραγωγικής δυνατότητας. Το ίδιο ισχύει και για τις βιομηχανίες. Επομένως, οι τιμές του πετρελαίου ενισχύονται.
Πράγματι, οι τιμές πετρελαίου ενισχύονταν την ώρα που το δολάριο υποχωρούσε και η παραγωγική δυνατότητα των πετρελαιοβιομηχανιών αποτύγχανε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες. Ακόμη και στις ΗΠΑ η παραγωγή πετρελαίου δεν είναι αντίστοιχη των ανατιμήσεων του μαύρου χρυσού, καθώς το αυξανόμενο κόστος εισαγωγής εργαλείων και εξοπλισμού - που εν μέρει αντανακλά το αδύναμο δολάριο- έχει πυροδοτήσει καθυστερήσεις και αναβολές πετρελαϊκών project.
Το αδύναμο δολάριο βεβαίως σημαίνει φθηνότερο πετρέλαιο για την Ευρώπη, την Ασία και άλλες χώρες, των οποίων τα νομίσματα έχουν ενισχυθεί. Οι τιμές πετρελαίου ανήλθαν σε επίπεδα ρεκόρ το 2004 και το 2005 στις ΗΠΑ, όχι όμως και στην Ευρώπη, γεγονός που εξηγεί γιατί δεν έχει επηρεαστεί στον ίδιο βαθμό η ανάπτυξη στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Όταν οι Αμερικανοί πλήρωναν 120 δολ. το βαρέλι, οι Ευρωπαίοι κατέβαλαν μόλις 76 δολ. για κάθε βαρέλι.
Οι υψηλές τιμές δεν έχουν επηρεάσει για ζήτηση πετρελαϊκών προϊόντων στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας μίας σειράς παραγόντων, όπως οι αυξημένες κρατικές δαπάνες, οι χαμηλοί συντελεστές φορολογίας, οι φοροελαφρύνσεις και η αύξηση του πραγματικού εισοδήματος. Σίγουρα, το αδύναμο δολάριο έχει αναγκάσει ορισμένους Αμερικανούς να περάσουν τις διακοπές τους στις ΗΠΑ αντί για την Ευρώπη.
Καθώς όμως για τα εγχώρια ταξίδια τους, οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν τα οχήματά τους, η ζήτηση για βενζίνη παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Εάν η κατανάλωση στις ΗΠΑ δεν μειωθεί ή εάν δεν υπάρξει μία ανάκαμψη του δολαρίου, που θα ενισχύσει την παραγωγή πετρελαίου, οι Αμερικανοί θα σηκώσουν το βάρος της αποτίμησης του μαύρου χρυσού σε ένα μόνο νόμισμα.
A.F. ALHAJJI, οικονομολόγος με ειδίκευση σε ενεργειακά ζητήματα και διδάσκων στο Βόρειο Πανεπιστήμιο του Οχάιο.
Copyright: Project Syndicate, 2008.