Οταν στην Ελλάδα θα κατοικούν τρία εκατομμύρια μετανάστες

Σάββατο, 26 Ιουλίου 2008 17:19
UPD:19:05
A- A A+

Πριν τα τέλη της πρώτης εικοσαετίας του 21ου αιώνα, είναι πολύ πιθανόν η Ελλάδα να έχει γύρω στα 3 με 3,5 εκατομμύρια μετανάστες, σε σύνολο 14 εκατομμυρίων κατοίκων. Αυτή είναι μία εκτίμηση του ΟΗΕ και των αρμόδιων για την μετανάστευση υπηρεσιών του.

Εξάλλου, στην σχετική με τη μετανάστευση εκτίμησή του, ο Οργανισμός δεν αποκλείει οι αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης να δεχθούν μέχρι το 2020 περί τα 100 εκατομμύρια μετανάστες, γεγονός με ποικίλες θετικές αλλά και αρνητικές επιπτώσεις.

Παρόμοιο φαινόμενο θα παρατηρηθεί και στις ΗΠΑ, όπου ο αριθμός των μεταναστών μέχρι το 2030 θα ξεπεράσει τα 155 εκατομμύρια άτομα. Κατά κύριο δε λόγο, υπογραμμίζεται στην έκθεση του ΟΗΕ, η μετανάστευση αυτή θα έχει, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, θετικές δημογραφικές συνέπειες, οι οποίες με τη σειρά τους θα επηρεάσουν ευνοϊκά και την οικονομική πορεία των χωρών υποδοχής.

Επίσης, από τις υπηρεσίες του ΟΗΕ που ασχολούνται με τον πληθυσμό και τις δημογραφικές εξελίξεις, εκτιμάται ότι το 2025 ο πλανήτης μας θα έχει από 7,6 έως 9,4 δισεκατομμύρια ψυχές, γεγονός που θα οδηγήσει και σε μια σημαντική δημογραφική επιβράδυνση.

Στα πλαίσια αυτών των δημογραφικών εξελίξεων, η Ευρώπη και οι ΗΠΑ θα καλύπτουν το 15% του παγκόσμιου πληθυσμού, έναντι 30% που κάλυπταν το 1950. Αντίθετα, η Αφρική, η Λατινική Αμερική και οι υπό ανάπτυξη χώρες (με εξαίρεση τις Ινδίες, την Κίνα, την Αυστραλία, τον Καναδά, την Ιαπωνία, τη Νέα Ζηλανδία), θα καλύπτουν το 52% του παγκόσμιου πληθυσμού, με ό,τι αυτό συνεπάγεται από οικονομικής και κοινωνικής πλευράς.

«Μέσα σε αυτές τις πληθυσμιακές και δημογραφικές συνθήκες», υπογραμμίζει ο Γάλλος ειδικός σε θέματα μετανάστευσης και πληθυσμού, καθηγητής Ανρί Ντικέν, «η νόμιμη και η παράνομη μετανάστευση θα γνωρίσουν ακόμη μεγαλύτερη έξαρση από ό,τι σήμερα και θα αποτελέσουν για τις κοινωνίες μας μείζον πρόβλημα με ποικίλες προεκτάσεις. Γι αυτό, η αντιμετώπισή του απαιτεί προετοιμασία, μελέτη και κυρίως κοινωνική και δημοκρατική ευαισθησία».

Πράγματι, από κάθε άποψη, οι θέσεις του Γάλλου καθηγητή είναι σωστές, πλην όμως στις δυνητικές χώρες υποδοχής μεγάλων κυμάτων μεταναστών, η προβληματική που αναπτύσσεται γύρω από το θέμα είναι περισσότερο καταστροφολογική και εξορκιστική, παρά προσανατολισμένη στην αναζήτηση, ανάλυση και καταγραφή της πραγματικότητας.

Κατά κόρον επισημαίνονται στα ΜΜΕ φαινόμενα όπως η αύξηση της εγκληματικότητας, η έξαρση της βίας, η γκετοποίηση μεγάλων κοινωνικών ομάδων στις οποίες κυριαρχούν οι αλλοδαποί, η λαθρεργασία και η εξάπλωση ασθενειών όπως το AIDS. Σπανίως όμως υπογραμμίζονται οι ουκ ολίγες θετικές πλευρές της μετανάστευσης.

Έτσι, λίγες είναι οι σε βάθος έρευνες και αναλύσεις για τον οικονομικό και δημογραφικό ρόλο των μεταναστών, οι οποίοι ωστόσο έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη και ισχύ που γνωρίζουν σήμερα οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Σουηδία, η Αυστραλία, η Γαλλία και άλλες αναπτυγμένες χώρες.

Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι -όχι αδίκως- το θέμα της μετανάστευσης έχει πολιτικοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό, ιδιαιτέρως δε μετά τα θλιβερά τρομοκρατικά κτυπήματα στις ΗΠΑ την 11η Σεπτεμβρίου 2001.

Παρ' όλα αυτά, κατά τη γνώμη μας αξίζει τον κόπο να αναφερθούμε σε μελέτη του νομπελίστα οικονομολόγου Γκάρι Μπέκερ για τη μετανάστευση και τον ρόλο της. Κατά τον Αμερικανό καθηγητή, η μετανάστευση ενισχύει στις χώρες υποδοχής τη δημογραφική τους άνοδο και ανανέωση, ισχυροποιεί τον κοινωνικό ιστό και στηρίζει από εργασιακής πλευράς τομείς οι οποίοι, υπό άλλες συνθήκες, θα κατέρρεαν. Υπογραμμίζεται επίσης από τον Γκάρι Μπέκερ ότι οι μετανάστες είναι και τολμηροί επιχειρηματίες και επειδή αρνούνται να εγκλιματιστούν με την φτώχεια, τελικά στις χώρες υποδοχής γίνονται συντελεστές ανάληψης σημαντικών επιχειρηματικών πρωτοβουλιών.

Επίσης, ο Γκάρι Μπέκερ υποστηρίζει ότι ο εγκλιματισμός στην φτώχεια, στις υπό ανάπτυξη χώρες, αποτελεί σημαντικό τους πρόβλημα, διότι δημιουργεί εθισμό στη μιζέρια και τελικώς υποταγή σε αυτήν. Υπό αυτή την έννοια, η μετανάστευση αποτελεί για τις χώρες αυτές σημαντικό οικονομικό και ψυχολογικό κίνητρο, το οποίο όμως δεν αξιοποιείται πάντα ορθολογικά.

Αρκεί να διερευνήσει κανείς πώς και πού χρησιμοποιήθηκαν τα μεταναστευτικά εμβάσματα των Ελλήνων της Γερμανίας, των ΗΠΑ, της Αυστραλίας και του Καναδά και σίγουρα θα βγάλει ουσιαστικά συμπεράσματα, όχι άσχετα με το πολεοδομικό και οικιστικό χάος που γνωρίζει ολόκληρη η χώρα, η οποία είναι εντούτοις σήμερα μέσα στις τριάντα πιο πλούσιες χώρες του κόσμου.

Σήμερα, όμως, η Ελλάδα της μεταναστευτικής εξόδου γίνεται με τη σειρά της χώρα υποδοχής και υπολογίζεται ότι οι ξένοι μετανάστες στη χώρα μας συμβάλλουν σε ποσοστό πάνω από 6% στον σχηματισμό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος μας. Παρ' όλα αυτά, η Ελλάδα αρνείται να δει το όλο θέμα σφαιρικά και αντικειμενικά, με αποτέλεσμα να αναπτύσσεται στη χώρα ένας ύπουλος ξενόφοβος ρατσισμός, που μόνον κάποιοι αδίστακτοι άνθρωποι των ΜΜΕ δεν βλέπουν. Ή βέβαια προσποιούνται ότι δεν αντιλαμβάνονται.

Θα μπορούσε ωστόσο η πολιτεία να αντιμετωπίσει το θέμα της οικονομικής μετανάστευσης με ορθολογικά και αποτελεσματικά κριτήρια, ώστε να αποδυναμωθούν οι αρνητικές πλευρές και να ενισχυθούν οι θετικές.

Για να επιτευχθεί παρόμοιος στόχος θα πρέπει να εφαρμοστούν ορισμένες από τις προτάσεις του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, το οποίο προτείνει εκτεταμένη νομιμοποίηση των παράνομων μεταναστών, ώστε οι τελευταίοι να βγουν από την παραοικονομία και άρα την παρανομία και να ενταχθούν στην επίσημη αγορά εργασίας.

Όπως επισημαίνεται από το Ινστιτούτο Εργασίας, ήδη σε αρκετές περιοχές της χώρας η αντιμετώπιση των ξένων μεταναστών είναι αυτή της ενσωμάτωσής τους στις τοπικές κοινωνίες και άρα της μόνιμης εγκατάστασής τους στην Ελλάδα.

Στην Ελλάδα του 2025 θα υπάρχουν πάνω από 3 εκατομμύρια αλλοδαποί, οι οποίοι θα δίνουν, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, έναν πολυπολιτισμικό και διαφορετικό από τον σημερινό χαρακτήρα στην ελληνική κοινωνία, η οποία κάθε άλλο παρά προετοιμασμένη είναι για μια τέτοια εξέλιξη. Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα θα γειτονεύει με μη ευρωπαϊκές μεσογειακές χώρες οι οποίες θα ξεπερνούν σε πληθυσμό τα 450 εκατομμύρια ανθρώπους.

Ο αριθμός είναι εντυπωσιακός και ταυτόχρονα αποτελεί ευκαιρία και απειλή. Ευκαιρία γιατί γύρω από τη χώρα μας δημιουργείται μια τεράστια αγορά και απειλή γιατί, αν στη δημογραφική άνοδο δεν αντιπαρατεθεί μία ταυτόχρονη οικονομική ανάπτυξη, η κοινωνική κρίση που θα ξεσπάσει θα έχει σοβαρότατες επιπτώσεις και στην μεσογειακή Ευρώπη.

Η εξέλιξη αυτή, όμως, θα έχει και άλλες συνέπειες στην μεσογειακή Ευρώπη, συνέπειες που ελάχιστα σχολιάζονται σήμερα. Η βαθμιαία μείωση της πληθυσμιακής συμμετοχής των αναπτυγμένων δυτικών χωρών στον παγκόσμιο πληθυσμό γεννά ένα σοβαρό ερώτημα. Τί θα συμβεί από οικονομικής πλευράς στη φθίνουσα δημογραφικά Δύση, αν οι αναπτυσσόμενες χώρες ξεφύγουν και αυτές από τη μέγγενη της φτώχειας και αποκτήσουν ανάλογη με τους πληθυσμούς τους οικονομική και πολιτική δύναμη;

Ποιο θα είναι το μέλλον των δημοκρατιών μας, όταν λαοί που ποτέ δεν ήλθαν σε επαφή με τον ορθολογισμό και τις φιλελεύθερες ιδέες θα καλύπτουν τα πέντε έκτα του παγκόσμιου πληθυσμού. Και όχι μόνον αυτό. Ταυτοχρόνως, θα βρίσκονται και σε υψηλά αναπτυξιακά επίπεδα. Παράλληλα, στον υπό διαμόρφωση νέο κόσμο δεν πρέπει -όπως γίνεται στην Ελλάδα- να υποτιμάται το φαινόμενο της τρομοκρατίας και η σύνδεσή του με τα μεταναστευτικά ρεύματα.

Αυτά είναι μερικά από τα πολύ σοβαρά θέματα του άμεσου αύριο, τα οποία, ωστόσο, κάποιους ελάχιστα τους απασχολούν…

ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ

Αναδημοσίευση από τη Ναυτεμπορική

Προτεινόμενα για εσάς