Του Γρηγόρη Ρουμπάνη
Κάποιος να πει στην περισπούδαστη κα Λαγκάρντ, ότι ούτε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να γίνει FED ούτε η Ευρωπαϊκή Ένωση να μεταβληθεί σε Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Είναι ακόλουθες της Ουάσιγκτον και ως τέτοιες συμπεριφέρονται, εξαρτημένες από την τοξική για την Ευρώπη πολιτική της, προκειμένου όχι απλώς να διατηρήσει τη σημερινή θέση της στη διεθνή οικονομία αλλά και να την καταστήσει δεσπόζουσα.
Ποιον κατά συνέπεια προσπαθεί η ευειδής κυρία να τρομάξει με τα νέα επιτόκια; Το δολάριο; Σίγουρα γνωρίζει πως δεν. Απλώς πιστεύει ότι παραμένοντας στην «κούρσα» δεν θα χάσει πολλά. Το ευρώ, η στερλίνα και το γιεν όμως είτε το θέλουν είτε όχι δουλεύουν μόνο για το δολάριο, αφού οι οικονομίες τους εξαρτώνται από τις ενεργειακές επιλογές του «άφιλου» διευθυντηρίου της αμερικανικής ελίτ.
Πρόκειται ως εκ τούτου για μάταιο κόπο, την ώρα μάλιστα που η FED ήδη προετοιμάζεται να φτάσει, μέχρι την άνοιξη του επόμενου έτους, τα επιτόκιά της στο 4,5% κι ίσως αγγίξουν το 5%. Αν δεν είναι αυτό μια προαναγγελμένη ήττα για την Ευρώπη, τότε τι είναι; Δεχόμενη το ένα ράπισμα μετά το άλλο κινδυνεύει πλέον να χάσει ό,τι πολυτιμότερο έχει: τις οικονομικές και κοινωνικές ισορροπίες της, οι οποίες ειρήσθω εν παρόδω δεν έχουν και πολύ μεγάλη σχέση με τις αμερικάνικες (πόσο μάλλον τις κινέζικες).
Επιχειρήσεις και νοικοκυριά δοκιμάζονται σκληρά πια από τον πόλεμο των επιτοκίων. Το πρόβλημα είναι μεγάλο στην Ιταλία και τη Γαλλία, καυτό για την χρεοκοπημένη (μην το ξεχνάμε αυτό) και με το μεγαλύτερο μεταξύ των χωρών της ΕΕ χρέος Ελλάδα, η οποία άρχισε πάλι να ζει με τον πυρετό των κόκκινων δανείων. Ούτε οι επιχειρήσεις που έχουν ανάγκη το τραπεζικό χρήμα για να κινηθούν μπορούν να ανταπεξέλθουν ούτε οι οικογένειες που βλέπουν να ανεβαίνει το κόστος του στεγαστικού δανείου τους («ανάθεμα την ώρα που το πήραμε» λένε πάλι πολλοί.
Οι ΗΠΑ έχουν αυτό που χρειάζεται κάθε μεγάλη δύναμη, κάθε αυτοκρατορία, την ενεργειακή αυτάρκεια. Βρίσκονται βεβαίως σε άσχημη θέση, η οποία επιβεβαιώνεται και από το πρόβλημα στην αγορά των ομολόγων τους, όμως η οικονομία τους δείχνει ικανή να σώσει την παρτίδα, όπως έκανε και σε προηγούμενες κρίσεις, κυρίως αυτήν του 1973. Ή τέλος πάντων έχουν τη μπάλα στα πόδια τους. Η Ευρώπη παρασυρμένη από τον γερμανικό ετσιθελισμό παρέμεινε προσηλωμένη στην προμήθεια φτηνής από τη Ρωσία ενέργειας και τώρα πληρώνει στο πολλαπλάσιο την πανάκριβη αμερικανική. Το παιχνίδι είναι χαμένο από μια δεκαετία πριν, όταν οι Βρυξέλλες, το Βερολίνο και το Λονδίνο έπαιρναν ύπνους μακάριους, την ώρα που οι ΗΠΑ επένδυαν στο δικό τους LNG.
Αν όλα αυτά αποτελούν στοιχεία του ενός εφιαλτικού σεναρίου, που οδηγεί την ευρωπαϊκή κοινωνία σε περιπέτειες, υπάρχει ένα ακόμα χειρότερο, το οποίο συνοδεύει το πρώτο. Είναι εκείνο για το οποίο προειδοποιεί η υπουργός Οικονομικών του Τζο Μπάιντεν, Τζάνετ Γιέλεν, επισημαίνοντας το κίνδυνο για την τύχη των αμερικανικών ομολόγων. Καθώς η ρευστότητα χάνεται γρήγορα, είπε, το ανεξόφλητο χρέος έχει ανέβει τα τελευταία χρόνια στα 7 τρισ. δολάρια, δείχνοντας το πόσο ανησυχητική είναι η όλο και μικρότερη εκδήλωση διεθνούς ενδιαφέροντος για τα άλλοτε σπουδαία αυτά «χαρτιά».
Η νεοφιλελεύθερη αντίληψη, σύμφωνα με την οποία τα κέρδη, τα επιτόκια και τα ομόλογα είναι πάνω από τις κοινωνικές ισορροπίες, δείχνει έτοιμη να καταρρεύσει. Οι τριγμοί ακούγονται.