Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Η Credit Suisse αναμένει ότι η Federal Reserve θα σταματήσει τις αυξήσεις των επιτοκίων νωρίτερα από ό,τι ευρέως αναμενόταν, λόγω της πτώσης του πληθωρισμού. «Αυτό είναι στην πραγματικότητα κάτι που ήδη που προεξοφλεί γενικά η αγορά», είπε ο Τζόναθαν Γκόλουμπ, επικεφαλής οικονομολόγος της Credit Suisse στο CNBC.
Ο Γκόλουμπ υποστηρίζει ότι η «κατάρρευση» του πληθωρισμού θα συμβεί στις Ηνωμένες Πολιτείες τους επόμενους 12 έως 18 μήνες. Η αισιοδοξία αυτή αναμένεται να ενισχυθεί σήμερα με την ανακοίνωση των στοιχείων για τον πληθωρισμό στις Ηνωμένες Πολιτείες, δημιουργώντας μεγάλη ευφορία στις αγορές.
Στην Ευρώπη όμως υπάρχει πρόβλημα. Με μια μακροοικονομική εικόνα που δείχνει ότι η ύφεση είναι πλέον αναπόφευκτη και ένα κόστος χρήματος που δημιουργεί γενικευμένες πιστωτικές στενώσεις, θα πρέπει να αποτελεί αιτία ανησυχίας. Αλλωστε, η ίδια η ΕΚΤ παραδέχτηκε ότι η δυναμική του πληθωρισμού θα παραμείνει πολύ πάνω από το διπλάσιο του στόχου του 2%, τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 2024.
Φυσικά, το γεγονός ότι η τιμή του φυσικού αερίου έπεσε κάτω από 200 ευρώ ανά MWh στο Άμστερνταμ, δημιουργεί μια ευφορία. Η ρομαντική αφήγηση είναι ότι η πτώση των τιμών οφείλεται στην αντεπίθεση του ουκρανικού στρατού, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι το ψυχολογικό όριο των 200 ευρώ τη μεγαβατώρα έσπασε μόνο λόγω της απόφασης της ΕΕ να προβεί σε υποχρεωτικές περικοπές κατανάλωσης ενέργειας κατά 10%. Με απλά λόγια, δεν υπάρχει λόγος για πανηγυρισμούς όταν έχουμε μια Ευρώπη με σβηστά τα δημόσια φώτα στους δρόμους και με κίνητρα ή και τιμωρητικά μέτρα για περιορισμένη θέρμανση τον χειμώνα. Ειδικά από τη στιγμή που οι ρωσικοί βομβαρδισμοί στις περιοχές που μόλις ανακατέλαβαν οι στρατιώτες του Κιέβου, δείχνουν ότι το Κρεμλίνο είναι διατεθειμένο να κάνει τα πάντα, εκτός από το να διαπραγματευτεί μια παράδοση.
Η σύγκριση που έκαναν οι Financial Times για την επίδραση των τριών ενεργειακών κρίσεων (1974, 1979 και 2022) στο ΑΕΠ διαφόρων χωρών, προσγειώνει απότομα τους πολύ αισιόδοξους: Καμία από τις δύο προηγούμενες ενεργειακές κρίσεις (1974 και 1979), στην πραγματικότητα, δεν είχε επηρεάσει με αυτόν τον τρόπο την Ευρώπη σε οικονομικό επίπεδο, όσο η σημερινή. Και τα στοιχεία από την Ολλανδία, τη Γερμανία, την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα μιλούν από μόνα τους. Και σίγουρα όχι τη γλώσσα της αισιοδοξίας. Την εβδομάδα που έληξε στις 7 Σεπτεμβρίου οι εκροές κεφαλαίων μετοχικών κεφαλαίων της Γηραιάς Ηπείρου ανήλθαν σε 3,4 δισεκατομμύρια δολάρια. Τους τελευταίους έξι μήνες, η διαρροή έφτασε συνολικά στα 83 δισεκατομμύρια, σύμφωνα με στοιχεία της EPFR Global. Οι εκροές κεφαλαίων από τις αγορές της Ε.Ε. βρίσκονται πλέον στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 15 ετών.
Πόλεμος για ενεργειακή μετάβαση
Φυσικά, η γεωπολιτική αστάθεια έχει οδηγήσει σε κολοσσιαία κέρδη για τους παράγοντες του ενεργειακού κλάδου. Εκτός από τα εξαιρετικά έσοδα που καταγράφηκαν στην αγορά φυσικού αερίου του Άμστερνταμ, όπου τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης φυσικού αερίου που λήγουν τον Σεπτέμβριο έφτασαν τα 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα, προστίθενται τα υπερκέρδη των κολοσσών του πετρελαίου και φυσικού αερίου,που έφτασαν τα 50 δισεκατομμύρια δολάρια το δεύτερο τρίμηνο του έτους.
Ένα πάρτι στο οποίο συμμετείχε η ρωσική Gazprom, η οποία με τιμές 10 φορές υψηλότερες από αυτές που καταγράφηκαν το 2021 έφτασε σε καθαρά κέρδη ρεκόρ 41,3 δισ. δολαρίων το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους. Τα κέρδη που δεν καταγράφηκαν ποτέ πριν, ωστόσο, θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν το κύκνειο άσμα της βιομηχανίας πετρελαίου, όπως υποστηρίζουν οι αναλυτές του Bloomberg, οι οποίοι έχουν ξεκινήσει μια σειρά ερευνών για την αγορά ορυκτών καυσίμων από τον Ιούλιο.
Χάρη σε μια πολύ χαμηλή κεφαλαιουχική δαπάνη, οι κολοσσοί της πετρελαϊκής βιομηχανίας πέτυχαν κέρδη που δεν είχαν επιτευχθεί ακόμη και μετά την κρίση του 2007-2008. Με μια πιο προσεκτική εξέταση όμως, η διαρθρωτική έλλειψη επενδύσεων σε υποδομές και εργοστάσια, που χαρακτηρίζει εδώ και καιρό την πετρελαϊκή βιομηχανία, θα μπορούσε να έχει μια στρατηγική εξήγηση, η οποία σε συνδυασμό με το βάρος του πληθωρισμού σκιαγραφεί ένα σενάριο στο οποίο η Big Oil προετοιμάζεται για τη μεγάλη μετάβαση από τους υδρογονάνθρακες στις νέες μορφές ενέργειας. Μια μετάβαση που ο πόλεμος στην Ουκρανία επιταχύνει και που βλέπει ως βασικούς πρωταγωνιστές τον χρηματοπιστωτικό τομέα και τους μεγάλους τεχνολογικούς παίκτες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα είναι λοιπόν ο πρώτος πόλεμος που διεξάγεται για να απελευθερωθούν οι μεγάλες δυνάμεις της Δύσης από την εξάρτηση από τους παραγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου. Μια σύγκρουση που ο Αυστριακός Οικονομολόγος Σουμπέτερ, θα πανηγύριζε γιατί τροφοδοτεί τη «δημιουργική καταστροφή» -την κινητήρια δύναμη της «διαδικασίας της βιομηχανικής μετάλλαξης που ενισχύει αδιάκοπα την οικονομική δομή, καταστρέφοντας συνεχώς την παλιά και δημιουργώντας πάντα μια νέα»…