Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Είναι ίδιον - φαίνεται - των κυβερνώντων, όταν στριμώχνονται να κάνουν τον ανήξερο . Για παράδειγμα , ο Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς που πρόκειται να εμφανιστεί το απόγευμα στην επιτροπή του κοινοβουλίου του Αμβούργου που ερευνά το σκάνδαλο Cum-ex.
Σύμφωνα με εκπρόσωπο του Σολτς , ο καγκελάριος θα επαναλάβει πως δεν γνώριζε τίποτα για την υπόθεση. «Με λένε Ολαφ Σολτς και δεν ξέρω τίποτα», γράφει με έντονη ειρωνική διάθεση το Der Spiegel. Που φυσικά δεν μπορεί να κατηγορηθεί για αντιπαλότητα προς τους Σοσιαλδημοκράτες. Η υπόθεση Cum-ex άλλωστε ,απασχολεί τα πρωτοσέλιδα όλων των γερμανικών Μέσων Ενημέρωσης . Συμπολιτευόμενα και αντιπολιτευόμενα media λειτουργούν με βάση τις αρχές της δημοσιογραφίας και «δεν πετούν την μπάλα στην εξέδρα»…
Η υπόθεση Cum-ex ,ξεκινά το 2016 όταν ο Σολτς ήταν δήμαρχος του Αμβούργου. Τότε η Τράπεζα Warburg του Αμβούργου που ήταν υπό δικαστική διερεύνηση για παράνομες συναλλαγές , έπρεπε να επιστρέψει στον Δήμο της πόλης 47 εκατομμύρια ευρώ, από τις λεγόμενες συναλλαγές cum-ex.
Ο όρος προέρχεται από τις δύο αντίθετες λέξεις Cum («με) και Ex («χωρίς). Μία φορά τον χρόνο οι ανώνυμες εταιρείες πληρώνουν κάποιο μέρισμα στους μετόχους τους, οι οποίοι θεωρητικά στη φορολογική τους δήλωση οφείλουν να δηλώσουν τα έσοδα από μερίσματα, ώστε αυτά να φορολογηθούν με συντελεστή 25%.
Όμως αυτό που έκαναν οι συμμετέχοντες στις συναλλαγές Cum-Ex ήταν να ανταλλάσσουν μεταξύ τους μετοχές με δικαίωμα μερίσματος (Cum) ή χωρίς δικαίωμα μερίσματος (Ex) τόσο συχνά και σε σύντομο χρονικό διάστημα, ώστε να χάνεται η πραγματική ταυτότητα του δικαιούχου και μάλιστα οι πρωταγωνιστές να ζητούν πολλαπλή επιστροφή φόρου μετά από τις διαδοχικές μεταβιβάσεις. «Είναι σαν να παραδίνετε τα μπουκάλια για ανακύκλωση στο σούπερ μάρκετ και να σας δίνουν το κουπόνι με τα χρήματα που δικαιούστε. Και εσείς να βγάζετε φωτοτυπία αυτό το κουπόνι, για να εισπράξετε περισσότερα χρήματα στο ταμείο του σούπερ-μάρκετ», όπως λέει στην DWο πρώην βουλευτής του Die Linke, Φάμπιο ντι Μάζι.
Γιατί ερευνάται ο Σολτς
Οι δικαστικές αρχές πιστεύουν ότι ως δήμαρχος ο Σολτς είχε διαδοχικές συναντήσεις με τους μεγαλομετόχους της Warburg Bank και στη συνέχεια -ως εκ θαύματος- οι αρμόδιες αρχές του Αμβούργου αποφάσισαν να μην διεκδικήσουν από την τράπεζα τους οφειλόμενους φόρους, ύψους 47 εκ. ευρώ.Ευτυχώς για το γερμανικό δημόσιο, το 2017 με παρέμβαση του τότε υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε , εισπράχθηκαν από την επίμαχη τράπεζα 43 εκατομμύρια.
Δυστυχώς για τον Σολτς , η υπόθεση ήρθε πρόσφατα και πάλι στο φως όταν η εισαγγελία της Κολωνίας, που διενεργεί έρευνα για την υπόθεση, εντόπισε ποσό 218.000 ευρώ σε μετρητά σε μία τραπεζική θυρίδα που διατηρούσε στη Warburg Bank ο πάλαι ποτέ συνεργάτης του Σολτς , Γιοχάνες Καρς, άλλοτε κορυφαίο στέλεχος του SPD και βουλευτής Αμβούργου μέχρι το 2020. Τα Γερμανικά μέσα ενημέρωσης διατυπώνουν τώρα υποψίες ότι ο Καρς μεσολάβησε στον Σολτς για να μην πληρώσει τους οφειλόμενους φόρους η Warburg Bank.
Σήμερα ο Όλαφ Σολτς δηλώνει πώς «δεν θυμάται λεπτομέρειες» για τα όσα διημείφθησαν στη συνάντηση με τους εκπροσώπους της Warbug Bank το 2016, αλλά και ότι «δεν γνώριζε τίποτα» για τις 200.000 ευρώ που βρέθηκαν στη θυρίδα του πρώην βουλευτή Γιοχάνες Καρς.
«Πόσο αξιόπιστος είναι ο Σολτς;», διερωτάται το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel σε κύριο άρθρο του.
Η αντιπολίτευση δεν αποδέχεται τα «κενά μνήμης» από τον Σολτς, υποστηρίζοντας ότι ο καγκελάριος δεν έχει καταφέρει ακόμη να παράσχει καμία ξεκάθαρη απόδειξη ότι λέει την αλήθεια.
«Ο ίδιος ο Σολτς θέλει «να τραβήξει μια γραμμή» και να αφήσει πίσω την υπόθεση. Αλλά όσο κι αν προσπαθεί, δεν καταφέρνει να τελειώσει τις συζητήσεις», σημειώνει η Tagesschau.
Νέες αποκαλύψεις, προκαλούν νέα ερωτήματα. Ενας εφοριακός του Αμβούργου διατείνεται ότι έχει αρχεία καταγραφής συνομιλιών και κάνει λόγο για ένα «διαβολικό σχέδιο». Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι ο Σόλτς δεν βρίσκεται υπό ποινική έρευνα. Η Εισαγγελία του Αμβούργου το κατέστησε σαφές για άλλη μια φορά . Αλλά για έναν πολιτικό, η πολιτική ευθύνη είναι το πρώτο ζητούμενο . Και αυτή βαραίνει πάντα. Αργά ή γρήγορα…