Από την έναρξή του ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είδε τον πόλεμο στην Ουκρανία σαν ευκαιρία να αναδειχθεί η Τουρκία ως κρίσιμος παράγοντας στις διεθνείς εξελίξεις. Το απέδειξε με την έντονη δραστηριότητα που ανέπτυξε σε διαφορετικές πτυχές του πολέμου, από τον ρόλο του διαμεσολαβητή στις ειρηνευτικές συνομιλίες της πρώτης φάσης του συγκρούσεων μέχρι την πρωτοβουλία για τη συμφωνία Μόσχας-Κιέβου για τις ουκρανικές εξαγωγές σιτηρών.
Όλα αυτά χωρίς να απομακρύνεται, ή χωρίς να θέλει να απομακρυνθεί, από τη Ρωσία. Το απέδειξαν άλλωστε οι δύο συναντήσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα μεταξύ του Ερντογάν και του Πούτιν. «Ο Τούρκος ηγέτης παίζει ένα σύνθετο αλλά ριψοκίνδυνο παιχνίδι», σχολιάζουν οι Financial Times σημειώνοντας ότι ο Ερντογάν εμβαθύνει τους δεσμούς με τη Μόσχα την ώρα που οι εταίροι του στο ΝΑΤΟ πράττουν ακριβώς το αντίθετο και ενώ το Κρεμλίνο αναζητά τρόπους να παρακάμψει τις δυτικές κυρώσεις.
Ένας τέτοιος τρόπος θα μπορούσε να είναι η υιοθέτηση της ρωσικής πλατφόρμα πληρωμών Mir από πέντε τουρκικές τράπεζες, όπως φαίνεται να δήλωσε ο Ερντογάν μετά την συνάντησή του με τον Πούτιν την περασμένη Παρασκευή. Οι χώρες της Δύσης ανησυχούν ότι η ρωσική πλατφόρμα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να παρακάμψει τις κυρώσεις, αν και δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Ερντογάν έχει αποδεχθεί υποτιθέμενες ρωσικές προτάσεις για βαθύτερη τραπεζική και ενεργειακή συνεργασία που θα μπορούσε να βοηθήσει τη Μόσχα να αποφύγει τους δυτικούς περιορισμούς.
Αν αναλογιστεί κανείς την οικονομική κατάσταση στην Τουρκία, με τον πληθωρισμό και τη δυσαρέσκεια στα ύψη ενόψει εκλογών του χρόνου, ο Ερντογάν έχει καλούς λόγους να καλοδέχεται τις ρωσικές χρηματοοικονομικές εισροές. Παράλληλα, παρά την ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, δεν έχει καμία νομική υποχρέωση να επιβάλει κυρώσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ κατά της Ρωσίας.
«Οποιαδήποτε εμβάθυνση των οικονομικών δεσμών με τη Μόσχα, ωστόσο, είναι πιθανό να πυροδοτήσει τριβές με τη Δύση, την ώρα που η Τουρκία χρονοτριβεί για την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. Η θέση του Ερντογάν παρέχει επίσης μια δοκιμασία της ικανότητας της δυτικής συμμαχίας να επιβάλει τις κυρώσεις παγκοσμίως. Η αποτυχία να αποτραπεί η διαρροή κυρώσεων μέσω της Τουρκίας θα καθιστούσε ακόμη πιο δύσκολο τον περιορισμό άλλων αναδυόμενων αγορών όπως η Κίνα — η οποία μέχρι στιγμής ήταν προσεκτική όσον αφορά την παροχή βοήθειας στη Ρωσία», σημειώνουν οι FT, δίνοντας έμφαση στη σημασία που έχει η Τουρκία γεωπολιτικά και στην οικονομία.
Όπως εξηγούν, ένας ανώτερος αξιωματούχος ανέφερε ότι οι δυτικές χώρες ενδέχεται να ζητήσουν από εταιρείες και τράπεζες να αποχωρήσουν από την Τουρκία, εάν ο Ερντογάν κάνει πράξη τις προθέσεις που εξήγγειλε την Παρασκευή.
«Αλλά η Τουρκία είναι απλώς πολύ σημαντική γεωπολιτικά και για τις δυτικές επιχειρήσεις. Η Ευρώπη ανησυχεί για την ικανότητα της Άγκυρας να πλημμυρίσει την ήπειρο με τους 3,7 εκατομμύρια πρόσφυγες από τη Συρία και αλλού που φιλοξενεί η Τουρκία», τονίζουν, για να υπενθυμίσουν από την άλλη ότι οι ΗΠΑ έχουν επιβάλει στο παρελθόν τιμωρητικά μέτρα στην Τουρκία, υποδεικνύοντας ότι δεν αποκλείται να ακολουθήσουν νέα. Και αυτό είναι ένα ρίσκο κατά τους FT.
«Παρόλο που θα πρέπει να αξιολογηθούν ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία εγχώριων αντιδράσεων που θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί ο Ερντογάν, οι κυρώσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν ζημιά που θα αντιστάθμιζε τα οφέλη της συνεργασίας με τη Μόσχα», εξηγούν, καταλήγοντας: «Στο παιχνίδι του με το γεωστρατηγικό πόκερ, ο Ερντογάν θα πρέπει να είναι επιφυλακτικός ώστε να μην το παρακάνει».
naftemporiki.gr