Η γέφυρα Αλ-Αϊμα στη Βαγδάτη, που χωρίζει τις πιο συμβολικές σουνιτικές και σιϊτικές συνοικίες της πρωτεύουσας και πάνω στην οποία ένας μεγάλος συνωστισμός προκάλεσε τον θάνατο σχεδόν 1.000 ανθρώπων το 2005, άνοιξε ξανά σήμερα το πρωί από τον ιρακινό στρατό.
Η επαναλειτουργία της γέφυρας συνιστά ένα επιπλέον βήμα στην αποκατάσταση της ασφάλειας στη Βαγδάτη. Εκτακτα μέτρα για την ασφάλεια στην ιρακινή πρωτεύουσα άρχισαν να εφαρμόζονται από τα μέσα του 2007, μετά την εξόντωση σιιτών εξτρεμιστών και μελών της Αλ-Κάιντα που έλεγχαν τις συνοικίες αυτές.
Δεκάδες άνθρωποι από τη σιϊτική συνοικία Καζιμίγια και τη σουνιτική Αζαμίγια συγκεντρώθηκαν εκεί για να παρακολουθήσουν την επίσημη τελετή για την επαναλειτουργία της συμβολικής αυτής γέφυρας στον ποταμό Τίγρη, η οποία παρέμενε κλειστή τουλάχιστον τα τελευταία τρία χρόνια, έτοιμοι και για την αδελφοποίησή τους.
«Οι επικίνδυνες αυτές συνοικίες είναι στο εξής ήσυχες, συνεπώς αποφασίσαμε να ξανανοίξουμε τη γέφυρα. Οι κάτοικοι και από τις δύο πλευρές το ζητούσαν», δήλωσε ο ιρακινός στρατηγός Κάσεμ Ατα, εκπρόσωπος του «προγράμματος ασφαλείας» της Βαγδάτης.
Νωρίς το πρωί μονάδες του στρατού αφαίρεσαν τα οδοφράγματα που εμπόδιζαν τη διέλευση, για να τοποθετήσουν σημεία ελέγχου στη γέφυρα, ενώ ιρακινές σημαίες είχαν υψωθεί και στις δύο πλευρές της γέφυρας.
Στις 31 Αυγούστου του 2005 μια τελετή πένθους των σιιτών μετατράπηκε σε τραγωδία, όταν μια φήμη διαδόθηκε στο συγκεντρωμένο πλήθος πάνω στη γέφυρα, σύμφωνα με την οποία δύο καμικάζι ζωσμένοι με εκρηκτικά βρίσκονταν ανάμεσά τους.
Πανικός επικράτησε, το πλήθος άρχισε να τρέχει, ποδοπατώντας, παραβιάζοντας τα φράγματα ασφαλείας και πέφτοντας στο ποτάμι. Χιλιάδες άνθρωποι έπεσαν στον Τίγρη, κυρίως γυναίκες και παιδιά, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν ήξεραν κολύμπι και πνίγηκαν.
Ο τελικός απολογισμός ήταν 965 νεκροί και 465 τραυματίες. Ήταν η πιο αιματηρή ημέρα μετά την αμερικανική εισβολή τον Μάρτιο του 2003.